Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2013

“Η σημασία αυτής της στήλης του musiccorner είναι ακριβώς ότι λέει ο τίτλος της: “Αφιερωμένη εξαιρετικά” σε ανθρώπους που προσέφεραν στο ελληνικό τραγούδι, αλλά μένοντας ηθελημένα στην “οπισθοφυλακή” και χωρίς ποτέ να ζητήσουν κάτι περισσότερο από το να κάνουν αυτό που αγαπούσαν.

Η δουλειά τους περιορίστηκε στην πίστα, στο στούντιο, στη γραφή μουσικής και στίχου και πουθενά αλλού. Άλλοι έκαναν μεγάλη επιτυχία, άλλοι μικρότερη. Άλλοι συνεχίζουν την πορεία τους και παλεύουν, άλλοι έχουν αποχωρήσει. Άλλοι έχουν φύγει από τη ζωή.

Όμως, όλοι τους ανεξαιρέτως έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στην ελληνική μουσική σκηνή και δικαιούνται αυτό που τους προσφέρουμε: Μια γωνιά “αφιερωμένη εξαιρετικά”…!

———————————————————–

Μάνος Λοΐζος
“Λίγα γαρούφαλλα” από τον “Σεβάχ”

 

Δεν είναι λίγοι οι συνθέτες που «τόλμησαν» να σταθούν μπροστά στο μικρόφωνο ενός στούντιο και να ηχογραφήσουν ορισμένα τραγούδια που έγραψαν οι ίδιοι, ή -σε λίγες περιπτώσεις- κάποιοι άλλοι συνάδελφοι ομότεχνοί τους. Κατά κανόνα, οι δημιουργοί δεν έχουνε τις σπουδαίες φωνές των ερμηνευτών στους οποίους εμπιστεύονται το έργο τους, ωστόσο οι δικές τους ξεχειλίζουν από αγάπη για τα «παιδιά τους», αυθεντικότητα και ψυχή…

Κάποιοι απ’ αυτούς στην πορεία περάσανε με μεγάλη επιτυχία στο «άλλο στρατόπεδο» (Γιώργος Ζαμπέτας, Λουκιανός Κηλαηδόνης, Αντώνης Βαρδής, Δήμος Μούτσης κ.α.), ενώ κάποιοι άλλοι συχνά-πυκνά δοκίμαζαν τις ερμηνευτικές ικανότητές τους και χωρίς να έχουνε ΤΙΣ φωνές, τα τραγούδια τους «σημαδεύτηκαν» απ’ αυτές (Μίκης Θεοδωράκης, Βασίλης Τσιτσάνης κ.α.).

Ο Μάνος Λοΐζος είναι από τις περιπτώσεις που κινείται κάπου «στη μέση» των παραπάνω κατηγοριών. Μπορεί να μην ηχογράφησε ο ίδιος πολλές δημιουργίες του, μπορεί ποτέ να μην έβγαλε ένα δίσκο μ’ εκείνον ως αποκλειστικό ερμηνευτή -εξαίρεση ένας που κυκλοφόρησε μετά το θάνατό του από διάφορες «δοκιμές» πάνω στην ποίηση του Χικμέτ-, αλλά όσα τραγούδια του πέρασαν στη δισκογραφία με τη φωνή του, είναι «σταμπαρισμένα» με την ερμηνεία του. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ουδείς τραγούδησε Λοΐζο καλύτερα από τον ίδιο! Συμφωνείτε ή όχι; Διαβάστε τούτο το «Αφιερωμένο εξαιρετικά» και βγάλτε το δικό σας συμπέρασμα…

Μάνος Λοΐζος

Ξεκίνημα…κατ’ ανάγκην

Το φθινόπωρο του 1970, Μάνος Λοΐζος και Λευτέρης Παπαδόπουλος ετοιμάζουν το δεύτερο «μεγάλο» δίσκο τους, τις «Θαλασσογραφίες». Η μεγάλη επιτυχία του «Σταθμού» αλλά και πολλών «σκόρπιων» τραγουδιών που συνυπέγραψαν, ουσιαστικά τους «υποχρέωσε» να συνεχίσουν να δουλεύουν μαζί.

Ως ερμηνευτές επελέγησαν ο καθιερωμένος Γιάννης Καλατζής, ο ανερχόμενος Γιώργος Νταλάρας και δύο πολύ νέοι ερμηνευτές που βρίσκονταν στα πρώτα βήματα μιας σπουδαίας καριέρας, αλλά σ’ εντελώς διαφορετικούς δρόμους: Ο Γιάννης Πάριος και η Μαρίζα Κωχ…

Μέσα στα τραγούδια που είχαν γραφτεί, υπήρχε και ο «Σεβάχ ο θαλασσινός». Ένα κομμάτι με έντονο το θεατρικό στοιχείο, που δε θα μπορούσε να ερμηνεύσει ο οποιοσδήποτε. Έτσι λοιπόν, ο συνθέτης αποφάσισε να το ηχογραφήσει ένας ηθοποιός αλλά παρά τις προσπάθειές του, δεν κατάφερε να βρει εκείνον που θα το έλεγε όπως εκείνος ήθελε… Αποφάσισε λοιπόν να μπει στο στούντιο και να το τραγουδήσει ο ίδιος, αποτυπώνοντας έτσι για πρώτη φορά την ιδιότυπη φωνή του στο βινύλιο. Η ιστορία απέδειξε ότι έκανε πολύ καλά, αφού πρόκειται για μια μοναδική ερμηνεία που ουδείς άλλος στο μέλλον κατάφερε να πλησιάσει!

Στο μεταίχμιο της μεταπολίτευσης

Η παρθενική απόπειρα ηχογράφησης ενός τραγουδιού από τον ίδιο τον Λοΐζο αλλά και η αποδοχή που αυτή είχε, φαίνεται ότι «γλύκαναν» τον συνθέτη ο οποίος συμμετείχε φωνητικά με άλλη μια εξαιρετική δημιουργία του και στον επόμενο δίσκο του, το «Καλημέρα ήλιε» σε στίχους του Δημήτρη Χριστοδούλου. Βασικοί τραγουδιστές του, η Χάρις Αλεξίου και οι ουσιαστικά πρωτοεμφανιζόμενοι Κώστας Σμοκοβίτης και Αλέκα Αλιμπέρτη.

Τέλη του 1973 λοιπόν, με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου σε πλήρη εξέλιξη ξεκινούν οι ηχογραφήσεις του άλμπουμ και ο Μάνος με μια κιθάρα, ένα «διακριτικό» ακορντεόν κι ένα ρυθμικό χτύπο τραγουδά το «Κανένας δε μου μίλησε», ένα «εσωστρεφές» κομμάτι με σαφή υπονοούμενα για την πολιτική κατάσταση της εποχής…

«Τα τραγούδια του δρόμου» θα είναι η πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά του Λοΐζου που θα εκδοθεί μετά την πτώση της δικτατορίας και χωρίς λογοκρισία. Βγαίνει στα δισκοπωλεία τα Χριστούγεννα του 1974, με τραγούδια που ο συνθέτης έγραψε κατά τη διάρκεια της επταετίας και για ευνόητους λόγους δεν ηχογραφήθηκαν, αλλά και ορισμένα που είχαν ήδη κυκλοφορήσει ή ήταν «ακρωτηριασμένα» από τη λογοκρισία…

Εδώ έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη ερμηνευτική συμμετοχή του δημιουργού, καθώς ουσιαστικά «υποχρεώθηκε» να το κάνει μια κι εκείνος που προόριζε για βασικό ερμηνευτή (Μανώλης Ρασούλης) τη μέρα της ηχογράφησης παρουσιάστηκε με …γδαρμένο λαιμό από τις φωνές επιστρέφοντας από κάποια διαδήλωση.

Έτσι, ακούμε τον Λοΐζο να «σφραγίζει» με τις ερμηνείες του σπουδαία τραγούδια όπως «Τσε», «Τ’ ακορντεόν», «Μη με ρωτάς», αλλά και κάποια από τα πρώτα του σε δεύτερη εκτέλεση όπως «Ο δρόμος» και «Το τραγούδι του δρόμου» -το παρθενικό του στη δισκογραφία το 1962…

Ο τελευταίος ήχος…

Θα περάσουν έξι χρόνια μέχρι ο Μάνος ν’ αποφασίσει να ηχογραφήσει ο ίδιος κάποιο τραγούδι του. Είναι πια Δεκέμβριος του 1980, όταν κυκλοφορεί το άλμπουμ «Για μια μέρα ζωής» που δυστυχώς έμελλε να είναι και το τελευταίο του εν ζωή. Εδώ πειραματίζεται με τους σύγχρονους «ηλεκτρικούς» ήχους της εποχής, έχοντας ως ερμηνευτές τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

Για τον εαυτό του θα κρατήσει το πασίγνωστο και μοναδικό «Σ’ ακολουθώ» ως ένα «υστερόγραφο» για τον κόσμο που τον αγάπησε, αλλά και το εξαιρετικό ντουέτο με τη Γαλάνη «Η μέρα εκείνη δε θ’ αργήσει». Έπειτα, σιωπή…

Μετά θάνατον…

Ο Μάνος Λοΐζος θα φύγει από τη ζωή στις 17 Σεπτεμβρίου 1982 σ’ ένα νοσοκομείο της Μόσχας, 35 ημέρες πριν κλείσει τα 45 χρόνια του. Ωστόσο, δίσκοι με γνωστά κι «άγνωστα» τραγούδια του δε θα πάψουν να κυκλοφορούν σχεδόν ως τις μέρες μας.

Η αρχή για τη «μετά θάνατον» έκδοση του υλικού του θα γίνει ακριβώς ένα χρόνο μετά τη «φυγή» του. Τον Σεπτέμβριο του 1983 θα εμφανιστεί ένα άλμπουμ με 14 τραγούδια γραμμένα κι ερμηνευμένα από τον ίδιο σε ποίηση Ναζίμ Χικμέτ κι απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου. Τίτλος του, «Γράμματα στην αγαπημένη»

Πρόκειται για «δοκιμαστικές» ηχογραφήσεις που είχε κάνει κατά καιρούς ο συνθέτης έτσι ώστε να βρει τις «φόρμες» που ήθελε για να τα ολοκληρώσει. Οι κριτικές που δέχτηκε η εταιρεία γι’ αυτή την πρωτοβουλία της ήταν ως επί το πλείστον αρνητικές έως επιθετικές, καθώς δεν ήταν λίγοι εκείνοι που την κατηγόρησαν ότι προσπάθησε να εκμεταλλευτεί το «όνομα» και την «εμπορικότητα» του Λοΐζου, ενώ κάποιοι άλλοι μίλησαν ακόμη και για «καπηλεία της μνήμης του με στόχο το κέρδος»

Όπως και να ‘χει, στα «Γράμματα» έχουμε τη δυνατότητα ν’ ακούσουμε ένα τρυφερό και ανθρώπινο Λοΐζο, γεμάτο ευαισθησία και σεβασμό για τον Χικμέτ που τόσο αγαπούσε και ήταν το «απωθημένο» του. «Μονάκριβή μου», «Λίγα γαρούφαλλα», «Η πιο όμορφη θάλασσα» και άλλα υπέροχα ποιήματα του Τούρκου ποιητή μας θυμίζουν έναν από τους πιο ευαίσθητους και ταλαντούχους δημιουργούς που κόσμησαν με την παρουσία τους το τραγούδι μας…

Και πάμε στο 1992 όταν θα κυκλοφορήσει ο δίσκος «Οι μπαλάντες του Μάνου», μια συλλογή από κάποια τραγούδια που ο ίδιος είχε ηχογραφήσει στα άλμπουμ που αναφέραμε παραπάνω. Μέσα σ’ αυτά, υπάρχει και το «Κι αν τα μάτια σου» που εκδίδεται για πρώτη φορά εδώ κι αποτελεί μια πρόχειρη ηχογράφηση του Λοΐζου στο σπίτι του. Το κομμάτι είχε περάσει στη δισκογραφία το 1985 με τη Δήμητρα Γαλάνη, όμως ο Μάνος είχε ήδη «φύγει»

Το 1995 με πρωτοβουλία του αείμνηστου Άκου Δασκαλόπουλου ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν ορισμένα παιδικά τραγούδια που είχε γράψει ο Λοΐζος σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη. Το άλμπουμ λεγόταν «Κάτω από ένα κουνουπίδι» με τη συμμετοχή ερμηνευτών της παλαιότερης και της σύγχρονης γενιάς (Παπακωνσταντίνου, Τσανακλίδου, Τσαλιγοπούλου κ.α.), όμως υπήρχαν και δύο «ερασιτεχνικές» ηχογραφήσεις του Μάνου με το κασετόφωνό του: Το ομότιτλο και «Το μεθυσμένο παπί»

Δέκα και πλέον χρόνια αργότερα, είδαν το φως της δημοσιότητας κι άλλες «πρόχειρες» ερμηνευτικές απόπειρες του αξέχαστου συνθέτη, πιο γνωστά πλέον ως demo. Κατ’ αρχήν, στην τετραπλή κασετίνα που κυκλοφόρησε το 2006 που είχε ως τίτλο «Με φάρο το φεγγάρι» συναντάμε το «Σε ψάχνω» από το «Για μια μέρα ζωής» και το «Νέγρο τον ζωγράφο» από τα «Νέγρικα» με τη φωνή του, όπως τα ηχογράφησε σ’ ένα μαγνητόφωνο…

Τέλος, με τη συμπλήρωση 25 χρόνων από το θάνατό του εκδόθηκε άλλο ένα CD με τίτλο «Ένα κοπάδι πυγολαμπίδες», το οποίο περιλαμβάνει ορισμένα από τα τραγούδια που ερμήνευσε ο ίδιος, ιδιωτικές ηχογραφήσεις και άλλα δύο ανέκδοτα ως τότε demos από τα παιδικά του. Ο λόγος για τα «Οι δικοί μου» και «Μια απλή αλήθεια»

Η …σούμα

Συνολικά με τη φωνή του Μάνου Λοΐζου ηχογραφήθηκαν 24 τραγούδια -τα δέκα κυκλοφόρησαν όσο ήταν στη ζωή- , στα οποία δε συμπεριλαμβάνουμε τα demos που κατά καιρούς κυκλοφόρησαν μετά το θάνατό του. Αυτά κατά χρονολογική σειρά είναι τα εξής:

1970: «Σεβάχ ο θαλασσινός» (Λ. Παπαδόπουλου)

1973: «Κανένας δε μου μίλησε» (Δ. Χριστοδούλου)

1974: «Ο δρόμος» (Κ. Μητροπούλου), «Τ’ ακορντεόν» (Γ. Νεγρεπόντη), «Τσε» (Μ. Λοΐζου), «Μη με ρωτάς» (Λ. Παπαδόπουλου), «Ο μέρμηγκας» (Μ. Λοΐζου), «Το τραγούδι του δρόμου» (F.G. Lorca-απόδοση στα ελληνικά Νίκου Γκάτσου).

1980: «Σ’ ακολουθώ» (Μ. Λοΐζου), «Η μέρα εκείνη δε θ’ αργήσει» (ντουέτο με τη Δήμητρα Γαλάνη -στίχοι Φ. Λάδη).

1983: (Ποίηση Ναζίμ Χικμέτ σε απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου): «Μονάκριβή μου», «Για τη ζωή», «Το δίχτυ», «Απερίγραπτη λένε», «Στηθάγχη», «Κατά τις λάμψεις πέρα», «Χλιαροί και παλλόμενοι», «Λίγα γαρούφαλλα», «Όπως ο Κερέμ», «Τι όμορφο που είναι να σε συλλογιέμαι», «Αν με τη μεσολάβηση», «Η πιο όμορφη θάλασσα», «Ένα κρεβάτι εκστρατείας», «Ο άνεμος κυλάει».

—————–

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Ωραια η ενημερωση σας – ειδικα στα demo του Μανου και στα ακυκλοφορητα – και ειδικα για οσους δεν εχουν διαβασει το βιβλιο του Θ .Συληβου για τη ζωη του

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here