afierwmeno_eksairetika_logo_500x100Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης

 

 

“Η σημασία αυτής της στήλης του musiccorner είναι ακριβώς ότι λέει ο τίτλος της: “Αφιερωμένη εξαιρετικά” σε ανθρώπους που προσέφεραν στο ελληνικό τραγούδι, αλλά μένοντας ηθελημένα στην “οπισθοφυλακή” και χωρίς ποτέ να ζητήσουν κάτι περισσότερο από το να κάνουν αυτό που αγαπούσαν.

Η δουλειά τους περιορίστηκε στην πίστα, στο στούντιο, στη γραφή μουσικής και στίχου και πουθενά αλλού. Άλλοι έκαναν μεγάλη επιτυχία, άλλοι μικρότερη. Άλλοι συνεχίζουν την πορεία τους και παλεύουν, άλλοι έχουν αποχωρήσει. Άλλοι έχουν φύγει από τη ζωή.

Όμως, όλοι τους ανεξαιρέτως έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στην ελληνική μουσική σκηνή και δικαιούνται αυτό που τους προσφέρουμε: Μια γωνιά “αφιερωμένη εξαιρετικά”…!

———————————————————– 

Από ερμηνευτικής πλευράς, το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Μίκη Θεοδωράκη είναι ταυτισμένο με τις φωνές του Γρηγόρη Μπιθικώτση και της Μαρίας Φαραντούρη. Δίχως αμφιβολία, αυτοί οι δύο πολύ σπουδαίοι ερμηνευτές έμελλε να συνδέσουν το όνομά τους με ορισμένες από τις σημαντικότερες σελίδες της σύγχρονης μουσικής ιστορίας του τόπου.

Όμως, ο μέγιστος δημιουργός είχε την τύχη ν’ ακούσει τις μελωδίες του κι από άλλες σημαντικότατες φωνές και ειδικά στο ξεκίνημα της καριέρας του, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την εδραίωσή του στη συνείδηση του κόσμου.

Η Μαίρη Λίντα είναι μία εξ αυτών. Έχοντας πίσω της ήδη μια πολύ επιτυχημένη πορεία στο πλάι του Μανώλη Χιώτη (κυρίως), κλήθηκε να βοηθήσει στο «φτιάξιμο» του τότε νέου συνθέτη, ερμηνεύοντας κάποια από τα πρώτα έργα του ως η βασική γυναικεία φωνή του (η ανδρική ήταν ο Μπιθικώτσης).

Ο λόγος για τα θρυλικά «Επιτάφιος», «Πολιτεία» και «Αρχιπέλαγος», αλλά και ορισμένα «σκόρπια», μα χαρακτηριστικά κι αγαπημένα τραγούδια. Όλα αυτά, θα παρουσιάσουμε στο σημερινό αφιέρωμα, το οποίο θα μας γυρίσει στα όμορφα κι αξέχαστα χρόνια της ελληνικής μουσικής…

 

«Επιτάφιος» και «Μυρτιά»

Ο Μίκης Θεοδωράκης μπαίνει δυναμικά στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας μας το 1960, όταν παρουσιάζει τον «Επιτάφιο» σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσου. Είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται μελοποίηση ποιητικού έργου και με την ενορχηστρωτική επιμέλεια του Μάνου Χατζιδάκι, κυκλοφορεί με τη φωνή της Νάνας Μούσχουρη.

Ωστόσο, ο συνθέτης ακούγοντάς το, διαπιστώνει ότι δε διαθέτει τη δυναμική που χρειαζόταν, ώστε να φτάσει κοντά στον απλό λαό και να τον αγγίξει. Έτσι, αποφασίζει να τον ηχογραφήσει σε πιο λαϊκή εκδοχή, με το Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι κι ερμηνευτή το Γρηγόρη Μπιθικώτση. Αυτό γίνεται το Σεπτέμβριο του ’60 και τα οκτώ τραγούδια που περιλαμβάνει, αμέσως γίνονται κτήμα όλων των Ελλήνων, δημιουργώντας το λεγόμενο «έντεχνο λαϊκό» είδος…

Ωστόσο, ένα μήνα αργότερα παρουσιάζει μια διαφορετική μουσική προσέγγιση του «Επιταφίου». Τον ενορχηστρώνει με βάση πνευστά κι έγχορδα όργανα (βιολί, τσέλο κλπ) κάνοντάς τον πιο «κλασικό», αλλά ο Χιώτης παραμένει ως σολίστ του μπουζουκιού και τον ερμηνεύει η Μαίρη Λίντα.

Έτσι, τα «Μέρα Μαγιού μου μίσεψες», «Πού πέταξε τ’ αγόρι μου», «Στο παραθύρι στέκοσουν» και τα υπόλοιπα αριστουργήματα, περνούν στη μουσική ιστορία της χώρας μας και με τη μοναδική κι ανεπανάληπτη φωνή της.

Προς τα τέλη της χρονιάς, ο συνθέτης θα δώσει άλλα δυο τραγούδια στην ξεχωριστή ερμηνεύτρια, πάνω σε στίχους του Νίκου Γκάτσου. Είναι η «Μυρτιά» και το «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου», τα οποία νομίζουμε ότι δε χρειάζονται το παραμικρό σχόλιο. Παράλληλα, τα ηχογράφησε και η Γιοβάννα σε άλλη εταιρεία…

«Αρχιπέλαγος» και «Απαγωγή»

Στις αρχές του 1961, ο Μίκης Θεοδωράκης θα ετοιμάσει δύο νέους κύκλους λαϊκών τραγουδιών. Είναι το «Αρχιπέλαγος» και η «Πολιτεία», πάνω σε στίχους διαφόρων ποιητών-στιχουργών, τα οποία (μαζί με τα ως τότε γνωστά έργα του) παρουσιάστηκαν στις θρυλικές πλέον συναυλίες στο θέατρο «Κεντρικόν», το Μάρτιο του ’61.

Το «Αρχιπέλαγος» ηχογραφείται ταυτόχρονα τόσο με το Γρηγόρη Μπιθικώτση, όσο και με τη Μαίρη Λίντα, η οποία όμως λέει μόνον εννιά τραγούδια και για να κλείσει η «δεκάδα», προστίθεται και η ήδη πασίγνωστη «Μυρτιά».

Όσο για τους τίτλους των κομματιών, μιλούν από μόνοι τους: «Μαργαρίτα-Μαργαρώ», «Σε πότισα ροδόσταμο», «Ροδιά τετράκλωνη», «Είχα φυτέψει μια καρδιά» κ.α., πάντα με τη συνοδεία του μπουζουκιού του Μανώλη Χιώτη…

Και πάμε στον Ιούλιο του 1961, όταν διεξάγεται το τρίτο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του ΕΙΡ, στον Ιππόδρομο Φαλήρου. Είναι η τελευταία ανάλογη διοργάνωση που γίνεται στην Αθήνα, καθώς από την επόμενη χρονιά η εκδήλωση θα μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη και θα γράψει τη δική της ξεχωριστή πορεία μέσα στο χρόνο.

Φαβορί της βραδιάς είναι και πάλι ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος είχε κερδίσει και τα προηγούμενα δύο πρώτα βραβεία. Ωστόσο, δεν καταφέρνει να συμπληρώσει «τριάδα» σε πρωτιές, καθώς ο Μίκης Θεοδωράκης ανακηρύσσεται νικητής με την πασίγνωστη «Απαγωγή», που ερμηνεύει με ανεπανάληπτο τρόπο η Μαίρη Λίντα, με το μπουζούκι του Χιώτη να “κεντά” για άλλη μια φορά. Αργότερα, το τραγούδι θα προστεθεί στην ολοκληρωμένη έκδοση του «Αρχιπελάγους»…

Παράλληλα, η εκλεκτή ερμηνεύτρια θα ηχογραφήσει και δύο κομμάτια από την «Πολιτεία» σε στίχους Τάσου Λειβαδίτη, τα οποία όμως ακούστηκαν και αγαπήθηκαν με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ο λόγος για τα θρυλικά «Δραπετσώνα» και «Μάνα μου και Παναγιά», που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά με τη δική της ερμηνεία, ενώ είναι ενορχηστρωμένα και πάλι με πνευστά κι έγχορδα…

«Μαργαρίτα Μαγιοπούλα» και φινάλε…

Βρισκόμαστε πλέον στο 1963. Μιαν εξαιρετικά ταραγμένη χρονιά σε πολιτικό επίπεδο, καθώς δολοφονείται ο βουλευτής της ΕΔΑ Γρηγόρης Λαμπράκης στη Θεσσαλονίκη και λίγους μήνες αργότερα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παραιτείται της πρωθυπουργίας και ξεκινά την ενδεκαετή αυτοεξορία του στο Παρίσι.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ανεβαίνει τον Ιούνιο στο θέατρο «Παρκ» στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας η επιθεώρηση «Μαγική πόλη», με τη συνεργασία του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι. Είναι η πρώτη φορά που οι δύο κορυφαίοι δημιουργοί συμπράττουν σ’ ένα θεατρικό έργο, έχοντας ο καθένας από ένα μουσικό μέρος, το οποίο διευθύνουν οι ίδιοι.

Όμως, ο Θεοδωράκης θ’ αρρωστήσει σοβαρά και θα εισαχθεί στο νοσοκομείο, η παράσταση θ’ αρχίσει να «πέφτει» εμπορικά και ο ίδιος θα ζητήσει τη συνδρομή των ζευγαριών Καζαντζίδη-Μαρινέλλας και Χιώτη-Λίντα για να σώσουνε την κατάσταση.

Πράγματι, τα δύο δημοφιλή ντουέτα εμφανίζονται στη σκηνή του «Παρκ», με τη Μαίρη Λίντα να γράφει ιστορία, τραγουδώντας μοναδικά την πασίγνωστη «Μαργαρίτα Μαγιοπούλα», σε στίχους Ιάκωβου Καμπανέλλη. Μέχρι τότε, το τραγούδι ακουγόταν από την Κλειώ Δενάρδου…

Την ίδια χρονιά, θα ηχογραφήσει το 24ο και τελευταίο τραγούδι της καριέρας της σε μουσική Θεοδωράκη. Είναι το «Δεληβοριά-Δεληβοριά» σε στίχους του ίδιου, το οποίο ωστόσο δεν ακούστηκε σχεδόν καθόλου…

Το 1984, τα 16 από τα 24 κομμάτια της συνεργασίας συνθέτη κι ερμηνεύτριας κυκλοφόρησαν σ’ ένα δίσκο βινυλίου, με τίτλο «Η Μαίρη Λίντα τραγουδάει Μίκη Θεοδωράκη». Η πρώτη πλευρά περιλαμβάνει ολόκληρο τον «Επιτάφιο» και η δεύτερη, τραγούδια από το «Αρχιπέλαγος» και την «Πολιτεία», τα οποία τότε ήταν ακόμα σπάνια και δυσεύρετα με τις δικές της εκτελέσεις…

————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here