Φωτορεπορτάζ: Ματίνα Φουντούλη

Σε ταξίδι στην Κοπεγχάγη, σε μια από τις βόλτες στην πόλη, είχα πέσει πάνω στο άγαλμα του Hans Christian Andersen, που κάθεται εκεί –απέναντι από το θεματικό πάρκο Tivoli–, έχει διακόψει το βιβλίο του και το κοιτάζει με αυτό το παιχνιδιάρικο βλέμμα που έχουν τα παιδιά όταν θέλουν ακόμα ένα μπισκότο από το βάζο ή να κάνουν ξανά το παιχνίδι του λούνα παρκ, από το οποίο μόλις βγήκαν. Εγώ, λοιπόν, εκεί, πρέπει να πέρασα κανένα μισάωρο, ψάχνοντας την τέλεια πόζα μαζί του. Τα ίδια και στην περσινή έκθεση-αφιέρωμα στον Van Gogh στο Μέγαρο Μουσικής, όταν οι προβολείς σχημάτιζαν την «Έναστρη Νύχτα», αλλά και στο ίδιο το Μουσείο του, στο Άμστερνταμ λίγο καιρό μετά.

Όπως καταλαβαίνετε, λοιπόν, όταν έπεσε στα χέρια μου ένα δελτίο τύπου για μια μουσικοθεατρική παράσταση, εδώ στην Αθήνα, στο θέατρο Σταθμός, που ξεκινούσε κάπως έτσι: «…Ένα παραμύθι του Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν, ένας πίνακας του Βανγκ Γκονγκ, πολλά τραγούδια και κείμενα που μας έχουν αγγίξει, συνθέτουν την παράσταση ΤΙ ΕΙΔΕ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ…», δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μην είμαι εκεί στην πρεμιέρα του έργου.

Φτάσαμε, λοιπόν, στην Τετάρτη 31 Οκτωβρίου και την πρεμιέρα του έργου του Χρήστου Νικολάου, «Τι είδε το Φεγγάρι». Μέχρι τότε, είχα ήδη ακούσει αρκετές φορές το ομότιτλο τραγούδι που γράφτηκε από τον Θέμη Καραμουρατίδη και την Σοφία Κουρτίδου, για να συνοδεύει την παράσταση, ερμηνευμένο από την Ευρυδίκη –την οποία στο εξής θα αποκαλώ Φεγγάρι, καθώς αυτός είναι ο ρόλος της. Ξεκινώντας για το θέατρο, είχα μεν υψηλές προσδοκίες, αλλά χωρίς να έχω κάτι ξεκάθαρο στο μυαλό μου για το τί τελικά είναι αυτή η παράσταση.

ti_eide_to_feggari_theater_2018_10_027_evridiki_nikolaou_xristos

Πρώτος στη σκηνή μας χαιρετά μουσικά, με το ακορντεόν του ο Νίκος Σταδιάτης, ερμηνεύοντας το πολύ αγαπημένο «Μια απ’ αυτές τις μέρες», μαζί με τον Αντώνη Παλαμάρη στο πιάνο, ο οποίος παρέμεινε εκεί καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Ωραία ξεκινήσαμε! Κατά τη διάρκεια του τραγουδιού, βλέπουμε στη σκηνή και έναν νέο –συγγραφέα μάλλον, ή μπορεί και καλλιτέχνη–, που περιφέρεται στον δρόμο, δυστυχισμένος γιατί έχει χάσει την έμπνευσή του, και άρα και τη διάθεση για ζωή και έρωτα, όντας σε απελπισία. Και, όπως συμβαίνει σε όλους, πάντα σε τέτοιες δύσκολες στιγμές, κοιτάει ψηλά, να βρει κάτι –να βρει την ελπίδα ίσως, την έμπνευση, κάτι που θα του δώσει τη χαρά, την ευτυχία. Και βλέπει το φεγγάρι. Το οποίο φεγγάρι, τώρα, δεν θέλει να βλέπει δυστυχισμένους ανθρώπους και προσπαθεί να του φτιάξει τη διάθεση με ιστορίες άλλων ανθρώπων που έχει δει από εκεί ψηλά να συμβαίνουν και, για κάποιον λόγο, έχουν μείνει στην ψυχή του ανεξίτηλα. Κάθε βράδυ, λοιπόν, και μια άλλη ιστορία. Ιστορίες χαρούμενες, ιστορίες μουσικές, ιστορίες διδακτικές, ιστορίες αστείες, ιστορίες ερωτικές, ιστορίες πολύ ερωτικές, ιστορίες καταθλιπτικές, ιστορίες που έχουν συμβεί σε όλους (ή και όχι!).

Ώσπου στο τέλος… Όχι, δεν θα πω το τέλος. Μπορεί και να το φαντάζεστε ήδη, άλλωστε. Γιατί αυτός είναι και ο λόγος που αγαπάμε τα παραμύθια –μικροί και μεγάλοι. Γιατί βάζουν το μυαλό να σκεφτεί, το μεταφέρουν σε έναν άλλο παράλληλο κόσμο που το τέλος μπορεί να είναι ό,τι θέλει αυτό. Αν θες, λοιπόν, να επιβεβαιωθείς ή να ξαφνιαστείς, ξέρεις που πρέπει να είσαι την επόμενη Τετάρτη.

 

Ο Χρήστος Νικολάου ως ο ηθοποιός – Καλλιτέχνης έχει πολύ δυνατές στιγμές καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, και, ως σκηνοθέτης της παράστασης, μάλλον αποτελεί και μια από τις βασικές αιτίες του εμφανούς δεσίματος αυτής της ομάδας, αλλά και του τελικού αποτελέσματος.

Η Ευγενία Λιάκου –επίσης, την έβλεπα πρώτη φορά επί σκηνής– αν και στην αρχή ο ρόλος της ήταν σαν το… αερικό της σκηνής, χωρίς κάποια ιδιαίτερη βαρύτητα, όταν ήρθε ο πρώτος της μονόλογος, η πρώτη της ερμηνεία, με άφησε με το στόμα ανοικτό. Και τελειώνει η παράσταση και γκουγκλάρεις το όνομά της να μάθεις γι’ αυτήν περισσότερα και το πού θα την ξαναδείς.

Την Σοφία Κουρτίδου την έχω ξαναδεί σε live της σε μουσικές σκηνές, αλλά και πάλι ήταν σαν να την έβλεπα για πρώτη φορά. Έβγαζε μια τέτοια όμορφη τρέλα επί σκηνής, που όχι μόνο το γούσταρε τόσο αυτό που έκανε –ένιωθες ότι ήταν 100% ο εαυτός της και σε συνέπαιρνε και σένα στην τρέλα αυτή.

 

Και άφησα τελευταίο το Φεγγάρι, την Ευρυδίκη. Τα τελευταία χρόνια –ευτυχώς–δειλά-δειλά και σταθερά μάς έχει χαρίσει πολύ όμορφες στιγμές στο μουσικό θέατρο. Αυτή ήταν ακόμα μία. Η συγκεκριμένη καλλιτέχνις διαθέτει αυτήν την ιδιαίτερη εκφραστικότητα επί σκηνής –πέρα από τις φωνητικές ικανότητες που, έτσι κι αλλιώς, τις ξέρουμε χρόνια– που της ταιριάζει απόλυτα η θεατρική σκηνή. Και αν δεν σας έχω πείσει μέχρι τώρα, ελάτε να δείτε μόνο εκείνον τον μονόλογο του «Γεννήθηκα στις 11 του Απρίλη» αλλά και τον επίλογο της παράστασης, με ένα «Πόσο λίγο με ξέρεις» –που προσωπικά δεν έχω δει ποτέ ξανά με αυτόν τον τρόπο, κι ας έχω ακούσει και δει live άπειρες φορές το τραγούδι. Kαι θα με θυμηθείτε.

 

Το πιο κοινοτόπο κλείσιμο αυτού του άρθρου θα ήταν ότι αυτή είναι μια παράσταση που σε ταξιδεύει μέχρι το φεγγάρι. Όχι. Η παράσταση σε ταξιδεύει μεν, αλλά όχι στο φεγγάρι. Σε ταξιδεύει στο Παρίσι της Edith, στο Λονδίνο των Beatles και των Radiohead, στην Ολλανδία του Vincent, στη Σουηδία των Abba, στην Αμερική του Tom Robbins, στο Los Angeles, στη Νικαράγουα, και φυσικά στην Αθήνα. Στην Αθήνα του Κραουνάκη, του Δεληβοριά, της Λένας Κιτσοπούλου. Πώς συνδέονται όλα αυτά; Ένας τρόπος υπάρχει για να μάθετε. Να μπείτε μέσα και να ζήσετε το παραμύθι όπως το φαντάστηκε ο Χρήστος Νικολάου. Και τότε θα δείτε και φεγγάρι με άλλο μάτι…

 

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here