stou_xronou_ton_kathrefti_logo_500

Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης

Η δεκαετία του ’60 θεωρείται από πολλούς ως εκείνη που άλλαξε τα πάντα στη μουσική της πατρίδας μας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις κι εν συνεχεία ο Σταύρος Ξαρχάκος και οι «επίγονοί» τους, άνοιξαν νέους δρόμους στο τραγούδι με τις δημιουργίες τους. Παράλληλα όμως, αυτές ευτύχησαν να ερμηνευθούν από μια γενιά σπουδαίων τραγουδιστών που είτε ξεκίνησε τότε, είτε προϋπήρχε αλλά άκμασε στη συγκεκριμένη περίοδο.
Με αφετηρία λοιπόν το 1960, θα σταθούμε «στου χρόνου τον καθρέφτη» και θα γυρίσουμε το ρολόι στο «τότε». Ανά 15 ημέρες, η στήλη θα παρουσιάζει τα σημαντικότερα μουσικά γεγονότα στην Ελλάδα χρόνο με το χρόνο και παράλληλα, συχνά θα κάνει μια «βόλτα» στα νυχτερινά κέντρα της εποχής, παρουσιάζοντας τα «σχήματα» που έγραψαν ιστορία…

———————————————————–

stou_xronou_ton_kathrefti_1982

1982 (A` μέρος): Βερούλη, Σακοράφα, Φόκλαντ, Μουντιάλ και «Νησιώτικα»

Γεμάτο σημαντικά εγχώρια και διεθνή γεγονότα είναι το 1982. Η Ελλάδα ζει πλέον στους ρυθμούς της «Αλλαγής» και φαίνεται ότι πολύ γρήγορα το σύνθημα μετουσιώνεται σε πράξη, καθώς μέσα σε λίγους μήνες έχουμε απόλυση κυβερνητικού στελέχους …εν πτήσει (του υφυπουργού Εξωτερικών Ασημάκη Φωτήλα) και παραίτηση υπουργού (του επί των Οικονομικών Μανώλη Δρεττάκη).

Εκτός των άλλων, από την πρώτη στιγμή γίνεται αντιληπτό ότι συνθήματα «παλαιάς κοπής» τύπου «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» μπαίνουν στο …χρονοντούλαπο της ιστορίας (από τις «αγαπημένες» προεκλογικές φράσεις του Ανδρέα Παπανδρέου), αφού είναι ολοφάνερο ότι η νέα κυβέρνηση δεν έχει καμία πρόθεση ν’ αμφισβητήσει τη θέση της Ελλάδας ως κράτος-μέλος της ΕΟΚ.

stou_xronou_ton_kathrefti_1982_papandreou

Παράλληλα, νομιμοποιείται ο πολιτικός γάμος παρά τη σφοδρή αντίδραση της Εκκλησίας κι αναγνωρίζεται η Εθνική Αντίσταση, γεγονός που προκαλεί τη μήνη του αρχηγού της Ν.Δ. και της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ευάγγελου Αβέρωφ, ο οποίος κάνει λόγο για «συγχωροχάρτι στον κομμουνισμό» και αποχωρεί μαζί με τους βουλευτές του κόμματος από την ψηφοφορία.

Μεγάλες χαρές προσφέρει ο αθλητισμός στη χώρα μας αυτή τη χρονιά. Στο νεότευκτο Ολυμπιακό Στάδιο το οποίο εγκαινιάζεται τον Σεπτέμβριο με τους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες Στίβου, η Άννα Βερούλη γίνεται η πρώτη Ελληνίδα αθλήτρια που κατακτά χρυσό μετάλλιο σε τέτοιου επιπέδου διοργάνωση. Με βολή στα 70 μέτρα και 02 εκατοστά κερδίζει την πρώτη θέση στον ακοντισμό, με την «αιώνια αντίπαλό» της Σοφία Σακοράφα να κατατάσσεται τρίτη και να παίρνει το χάλκινο.

stou_xronou_ton_kathrefti_1982_verouli_sakorafa

Η «ρεβάνς» για τη Σοφία θα έλθει 17 ημέρες αργότερα στα Χανιά, όταν στις 26 Σεπτεμβρίου και στα «Βενιζέλεια» θα καταρρίψει το παγκόσμιο ρεκόρ με βολή στα 74.20. Έτσι -μετά τον Χρήστο Παπανικολάου το 1970 και το θρυλικό 5.49 στο άλμα επί κοντώ-, θα γίνει η δεύτερη (και τελευταία ως σήμερα) εκπρόσωπος του ελληνικού αθλητισμού με ανάλογο επίτευγμα…

Στο εξωτερικό, ο πόλεμος Αγγλίας-Αργεντινής με αφορμή τα νησιά Φόκλαντ προκαλεί έντονες ανησυχίες, ωστόσο έπειτα από σχεδόν δύο μήνες μαχών οι Βρετανοί επικρατούν κι έτσι ο φόβος μιας πιθανής ευρύτερης σύρραξης παύει να υπάρχει. Ο θάνατος του Λεονίντ Μπρέζνιεφ ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο για τη Σοβιετική Ένωση, ενώ στη Δυτική Γερμανία ο Χέλμουτ Κολ γίνεται καγκελάριος έπειτα από «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα»

Πάντως, το καλοκαίρι όλη η υφήλιος έχει στραμμένο το βλέμμα της στην Ισπανία, όπου διεξάγεται το 12ο Μουντιάλ. Η Ιταλία του Μπεαρζότ, του Τζοφ και του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης Πάολο Ρόσι κατακτά ανέλπιστα το τρόπαιο, αφού κατάφερε να περάσει από τον όμιλο της πρώτης φάσης με τρεις ισοπαλίες και στη δεύτερη ν’ αποκλείσει τόσο την κάτοχο του τίτλου Αργεντινή, όσο και τη Βραζιλία που ήταν το μεγάλο φαβορί και παρέταξε την καλύτερη ομάδα όλων των εποχών, μετά από εκείνη του 1970 που είχε κερδίσει τον παγκόσμιο τίτλο στο Μεξικό.

stou_xronou_ton_kathrefti_1982_italia

Το 1982 φεύγουν από τη ζωή σημαντικότατες προσωπικότητες του πολιτισμού και των γραμμάτων: Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Βέρνερ Φασμπίντερ, Λουί Αραγκόν, αλλά και οι Έλληνες Ευάγγελος Παπανούτσος, Λίνος Πολίτης και Παντελής Ζερβός. Παράλληλα, η χώρα μας χάνει έναν άνθρωπο-σύμβολο: Τη Δέσποινα Αχλαδιώτη, γνωστότερη ως «Η κυρά της Ρω». Μια γνήσια Ελληνίδα που κάθε μέρα για ολόκληρες δεκαετίες ύψωνε τη σημαία μας στο ακατοίκητο νησάκι της Ρω…

Όσον αφορά το ελληνικό τραγούδι, αυτή τη χρονιά έχουμε σχεδόν απόλυτη κυριαρχία του λαϊκού είδους. Οι κομπανίες που δημιουργούνται η μία μετά την άλλη επαναφέρουν στο προσκήνιο παλιά -κι ως ένα βαθμό ξεχασμένα- λαϊκά τραγούδια, τα οποία το κοινό «αγκαλιάζει» ξανά κι έτσι δημιουργείται ένα «ρεύμα» κεφιού κι ευθυμίας.

Μέσα σε όλα αυτά, ο Γιάννης Πάριος με «Τα νησιώτικα» θα καταρρίψει όλα τα ρεκόρ πωλήσεων και θα κάνει κτήμα όλης της Ελλάδας το συγκεκριμένο είδος. Παράλληλα, θα βγουν στο προσκήνιο ορισμένα νέα ονόματα (Ελένη Δήμου, Μανώλης Λιδάκης, Ελευθερία Αρβανιτάκη κ.α.), τα οποία θα παίξουν πρωτεύοντα ρόλο στο χώρο τις προσεχείς δεκαετίες μέχρι και τις μέρες μας…

Όμως, τη χρονιά σκιάζει η απώλεια του Μάνου Λοΐζου σε ηλικία μόλις 45 ετών. Ο «Σεβάχ» παύει να καλημερίζει τον ήλιο στις 17 Σεπτεμβρίου στη Μόσχα -όπου νοσηλεύεται από τον Αύγουστο- και βυθίζει στο πένθος τον καλλιτεχνικό κι όχι μόνο κόσμο. Το κενό του θα γίνει πιο έντονα αντιληπτό τα επόμενα χρόνια, όταν στο τραγούδι θ’ αρχίσουν να παρεισφρέουν διάφοροι «περίεργοι» που σιγά-σιγά θα το οδηγήσουν στα σημερινά χάλια…

stou_xronou_ton_kathrefti_1982_loizos

Το μουσικό 1982 θα παρουσιαστεί σε δύο μέρη, λόγω της πληθώρας γεγονότων και δισκογραφικών κυκλοφοριών. Στο σημερινό πρώτο θα δούμε την έντονη παρουσία του «έντεχνου» και πιο «νεανικού» είδους, αλλά και τα πολλά νέα πρόσωπα που μπαίνουν στη δισκογραφία. Στο επόμενο, θα καταγράψουμε τις πολλές -κι ως επί το πλείστον καλές- λαϊκές στιγμές της χρονιάς, μαζί με τις “ελαφρολαϊκές”…  

«Τα νησιώτικα» 

Ότι κι αν πει, ότι κι αν γράψει κανείς γι’ αυτό το διπλό δίσκο του Γιάννη Πάριου που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1982 θα είναι λίγο. Και μόνο το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα κατέχει το ρεκόρ πωλήσεων στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας τα λέει όλα. Την εποχή που βγήκε, πούλησε 800.000 αντίτυπα και στα χρόνια που μεσολάβησαν ως σήμερα, δε μπορώ να φανταστώ σε τι αριθμό έχει φτάσει.

Δε θα ξεχάσω ότι το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, όπου κι αν πηγαίναμε ανά την Ελλάδα παντού παίζανε «τα νησιώτικα». Αρχικώς στο Πευκάρι της Θάσου κι εν συνεχεία στο γύρο της Θράκης που κάναμε, όπου στεκόμασταν, η φωνή του Πάριου τραγουδούσε «Ντάρι-ντάρι», «Θα πάρω μια ψαρόβαρκα» κ.α. Αυτός ο δίσκος στάθηκε αφορμή ν’ ακούσω για πρώτη φορά στη ζωή μου τον συγκεκριμένο τραγουδιστή και να μπει για πάντα στην καρδιά μου…

Την εποχή εκείνη, ο Γιάννης Πάριος είναι ήδη ένας καθιερωμένος τραγουδιστής και οι δίσκοι του σημειώνουν τεράστιες πωλήσεις. Μη ξεχνάμε ότι τότε το όριο για τον χρυσό ήταν οι 50.000 και για τον πλατινένιο οι 100.000, ωστόσο ο σπουδαίος ερμηνευτής καταφέρνει και ξεπερνά με ευκολία αυτούς τους αριθμούς. Παρόλα αυτά, αποφασίζει να ηχογραφήσει «τα τραγούδια της κούνιας του» όπως ο ίδιος τα αποκαλεί στο οπισθόφυλλο του δίσκου πέρα από κάθε εμπορική λογική, μόνο και μόνο για να κάνει το κέφι του και να τιμήσει την καταγωγή του.

Ο ίδιος σε συνέντευξή του αρκετά χρόνια μετά, αναφέρει ότι οι άνθρωποι της εταιρείας δεν ήταν και τόσο ενθουσιασμένοι με την επιλογή του και του είπαν χαρακτηριστικά ότι αν πουλήσει 50.000 κομμάτια θα είναι επιτυχία. Ούτε κι εκείνοι δε μπορούσαν να φανταστούν τι θα επακολουθούσε…

Η ερμηνεία του Πάριου και στα 24 τραγούδια είναι εξαιρετική. Σε κάθε φράση, σε κάθε λέξη καταθέτει κι ένα κομμάτι από τη νησιώτικη ψυχή του. Η ορχήστρα αποτελείται από σπουδαίους σολίστες της παραδοσιακής μουσικής, καθώς βιολί παίζει ο Γιώργος Κονιτόπουλος, λαούτο ο Βαγγέλης Κονιτόπουλος, σαντούρι ο Τάκης Σούκας, κόντρα μπάσο ο Νίκος Τσεσμελής και κιθάρα ο Γιώργος Ευστρατιάδης. Στις δεύτερες φωνές η Χάρις Αλεξίου, η Αγγελική Κονιτοπούλου και η Στέλλα Κλουβάτου.

«Εμπάργκο» 

Η πρώτη ολοκληρωμένη συνεργασία του Θάνου Μικρούτσικου με τον αείμνηστο ποιητή Άλκη Αλκαίο (Βαγγέλης Λιάρος το πραγματικό του ονοματεπώνυμο), η οποία κυκλοφόρησε το χειμώνα του 1982 με κύριους ερμηνευτές τους αξέχαστους Μαρία Δημητριάδη και Βλάση Μπονάτσο, τον Κώστα Καράλη (Καραγιαννόπουλο, αδελφό της γνωστής τραγουδίστριας Ελπίδας) και τον ίδιο τον συνθέτη.

Πρόκειται για ένα δίσκο ο οποίος δεν έχει ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις σε σχέση με το ύφος του συνθέτη που είχε καθιερωθεί στις προηγούμενες δουλειές του. Τα κομμάτια έχουν και πάλι έντονα τα πολιτικά στοιχεία, αλλά με μια σύγχρονη για την εποχή διάθεση καθώς βρισκόμαστε πια οκτώ χρόνια μετά τη μεταπολίτευση και τα πράγματα κάπως έχουν ηρεμήσει.

Ωστόσο, το «κάτι άλλο» στο άλμπουμ έδωσε η «φιλική» συμμετοχή του Μανώλη Μητσιά που τραγούδησε το «Ερωτικό», το οποίο φυσικά δεν είναι άλλο από την πασίγνωστη «Πιρόγα» που θεωρώ ένα από τα μεγαλύτερα τραγούδια που γράφτηκαν ποτέ στην ιστορία της ελληνικής μουσικής. Ένα κομμάτι που έμεινε και θα παραμένει εσαεί στα «διαμάντια» της καλλιτεχνικής μας ιστορίας για να θυμίζει σε όλους ότι κάποτε υπήρχε ένα «άλλο» τραγούδι…

Εκτός από το «Ερωτικό», ξεχώρισαν «Το κακόηθες μελάνωμα» (στη μνήμη του Νίκου Πουλαντζά) ερμηνευμένο με τη χαρακτηριστική φωνή του συνθέτη και η εξαιρετική μπαλάντα «Πρωινή ή βραδινή σερενάτα», ενώ η αφιερωμένη στον Διονύση Σαββόπουλο «Ωδή σ’ ένα δρομέα ημιαντοχής» προκάλεσε έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των δυο τους, ιδίως μετά από μια συνέντευξη που έδωσε τότε ο Μικρούτσικος στον Λευτέρη Παπαδόπουλο…

«Φοβάμαι»

H γνώμη μου είναι ότι μαζί με τη «Διαίρεση» είναι οι καλύτερες δισκογραφικές δουλειές του κορυφαίου ροκ τραγουδιστή στην Ελλάδα. Όχι ότι δεν έκανε κι άλλους καλούς δίσκους πριν ή μετά, ωστόσο πιστεύω ότι αυτές οι δύο ξεχωρίζουν από κάθε άποψη.

Ειδικά το «Φοβάμαι» που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1982 αποτελεί το πρώτο δείγμα για το τι επρόκειτο να επακολουθήσει στην καριέρα του Παπακωνσταντίνου. Μέχρι τότε, ερμήνευε σχεδόν αποκλειστικά «κοινωνικοπολιτικά» τραγούδια που ναι μεν κάποια από αυτά περιείχαν ροκ διαθέσεις (λ.χ. «Φεύγουν καράβια», «Με τον Μπομπ Ντύλαν», «Κι αν είμαι ροκ»), σε καμία περίπτωση όμως δεν έβαζαν τη στάμπα αυτού του είδους στον ερμηνευτή.

Εδώ, αρχίζει να φαίνεται για τα καλά ότι ξεφεύγει πλέον από τα «εμβατηριακά» κομμάτια με πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα και στρέφεται προς ένα άλλο κοινό, που από τότε και μέχρι σήμερα τον ακολουθεί αδιαλείπτως: Τη νεολαία κι όχι απαραιτήτως την πολιτικοποιημένη…

Αυτός ο δίσκος περιέχει ορισμένα από τα πιο διαχρονικά τραγούδια του Παπακωνσταντίνου, τα οποία πάντα παρουσιάζει στις συναυλίες του κι ο κόσμος τα αγκαλιάζει με αγάπη, σαν να γράφτηκαν τώρα: «Κουρσάρος» (το συγκαταλέγω μέσα στη δεκάδα των καλύτερων κομματιών που ερμήνευσε ποτέ), «Στέλλα», «Πρώτη Μαΐου», «Σεμπάστιαν», «Σ’ ακολουθώ» -σε δεύτερη εκτέλεση-, «Φοβάμαι». Τραγούδια που σημάδεψαν την καριέρα του και συγκινούν ακόμη και σήμερα ένα μεγάλο μέρος του κοινού.

Επίσης, ακούστηκαν αρκετά και τα «Χαράματα Ομόνοια» και «Πρέβεζα» -σε τρίτη μελοποίηση του ποιήματος του Καρυωτάκη, αυτή τη φορά από τον Γιάννη Γλέζο μετά τις αντίστοιχες του Δήμου Μούτση και του Θανάση Γκαϋφίλια το 1975. Ήταν ο πρώτος από μια μακρά σειρά χρυσών δίσκων στην καριέρα του Βασίλη Παπακωνσταντίνου ξεπερνώντας τις 50.000 πωλήσεις…

«Χαιρετισμοί»

Η μοναδική δισκογραφική συνεργασία του Μίκη Θεοδωράκη με τη Δήμητρα Γαλάνη, η οποία κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1982 σε μιαν εποχή που κυριαρχούσαν εντελώς διαφορετικά μουσικά ρεύματα. Έπειτα από σχεδόν είκοσι χρόνια ουσιαστικά πλήρους ενασχόλησης με το λαϊκό τραγούδι, ο συνθέτης επιστρέφει στα πρώτα βήματα της καριέρας του ασχολούμενος με τη δημιουργία ενός συμφωνικού λυρικού έργου.

Ως τέτοιο μπορεί να χαρακτηριστεί, αφού κυριαρχούν τα έγχορδα, τα κρουστά και τα πνευστά (κιθάρα, βιολί, μαντολίνο, φλάουτο, τσέλο, όμποε κ.τ.λ.), ενώ η Γαλάνη φτάνει και ξεπερνά τα ερμηνευτικά της όρια, αποδίδοντας με τη μοναδική φωνή της ένα εξ ορισμού απαιτητικό και πολύ δύσκολο έργο. Συμμετέχει η χορωδία της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου.

Οι «Χαιρετισμοί» γράφτηκαν από τον Θεοδωράκη στο διάστημα 1978-1981 και μόλις τους ολοκλήρωσε, κάλεσε την ερμηνεύτρια στο σπίτι του στο Παρίσι για να τους ακούσει χωρίς να της αποκαλύψει εξ αρχής ότι επρόκειτο να ηχογραφηθούν με τη φωνή της. Της το είπε αφού ολοκληρώθηκε η ακρόαση κι όπως ήταν φυσικό, δεν υπήρχε περίπτωση ν’ αρνηθεί…

Το πιο γνωστό και διαχρονικό τραγούδι του δίσκου είναι το «Νύχτα μαγικιά», το οποίο έχει γνωρίσει αρκετές εκτελέσεις μέχρι σήμερα. Άλλωστε, ούτε η εκτέλεση της Γαλάνη είναι η πρώτη μια και το είχε πρωτοπεί η Μαρία Δημητριάδη το 1979 στο δίσκο της «Δελτίο καιρού» με τίτλο «Ποτέ, ποτέ μαζί». Εξάλλου, το «Μη με προδώσεις» έχει τη μελωδία του «Κάποτε θα ‘ρθουν να σου πουν» με στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου που είχε τραγουδήσει το 1979 ο Παύλος Σιδηρόπουλος.

Αρχικά, ο Θεοδωράκης είχε σκοπό να το ηχογραφήσει εκ νέου με τη φωνή της Γαλάνη, ωστόσο αυτό δεν έγινε με ευθύνη του …Στέλιου Καζαντζίδη. Ο μεγάλος λαϊκός βάρδος εκείνη την εποχή είχε δώσει μια συνέντευξη στον Λευτέρη Παπαδόπουλο, στην οποία είπε ορισμένα πράγματα εναντίον του Μίκη κι έτσι εκείνος θύμωσε και αποφάσισε να ηχογραφηθεί το κομμάτι με νέους στίχους, γραμμένους από τον αδελφό του Γιάννη…

Γενικότερα, το έργο δεν ήταν από εκείνα που προορίζονται για μεγάλες πωλήσεις κι έτσι τα περισσότερα τραγούδια παραμένουν σχετικά άγνωστα. Ωστόσο, δεν αναιρείται σε καμία περίπτωση η μοναδικότητα και η ποιότητά τους…

 «Η Μαρία Φαραντούρη τραγουδάει Λιβανελί» 

Σε μιαν εποχή κατά την οποία οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονταν σε έξαρση μετά τα γεγονότα του 1974 και του 1976 (με το περιβόητο «Χόρα»), η μουσική απέδειξε ότι μπορεί να ενώσει δύο λαούς που τους χωρίζουν διαφορές αιώνων. Ακριβώς αυτό έγινε τον Οκτώβριο του 1982 με την κυκλοφορία αυτού του εξαιρετικά σημαντικού από κάθε άποψη δίσκου.

Από τη μια, ένας κορυφαίος Τούρκος συνθέτης ονόματι Ομέρ Ζιλφί Λιβανελί, εξόριστος εκείνη την εποχή από τη χώρα του. Από την άλλη, μια κορυφαία Ελληνίδα ερμηνεύτρια ονόματι Μαρία Φαραντούρη. Και «στη μέση» ένας κορυφαίος Έλληνας στιχουργός, ονόματι Λευτέρης Παπαδόπουλος.

Αυτοί οι τρεις δημιούργησαν ένα πραγματικό αριστούργημα, το οποίο προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση και ποικίλα σχόλια εκείνη την περίοδο, αφού λόγω των γνωστών συνθηκών δεν ήταν κι ότι πιο σύνηθες μια συνεργασία Ελλάδας και Τουρκίας σε οποιονδήποτε τομέα.

Ο άνθρωπος που έκανε την «κουμπαριά» για την όλη ιστορία, ήταν ο αξέχαστος Μάνος Λοΐζος. Είχε ξεκινήσει συζητήσεις με τη Φαραντούρη σχετικά με ένα δίσκο πάνω σε ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ που ο ίδιος είχε μελοποιήσει κι εκείνη του γνώρισε τον Λιβανελί, ο οποίος είχε αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του στο έργο του σπουδαίου Τούρκου ποιητή.

Ο Λοΐζος άκουσε τις μουσικές του Λιβανελί παιγμένες από το σάζι του, ενθουσιάστηκε κι όταν η Φαραντούρη του ζήτησε να της υποδείξει ένα στιχουργό ή ποιητή για να γράψει στίχους πάνω στις μελωδίες, εκείνος δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να προτείνει τον επί πολλά χρόνια στενό φίλο, κουμπάρο και συνεργάτη του Λευτέρη Παπαδόπουλο. Κι αυτός με τη σειρά του ενθουσιάστηκε από τα όσα άκουσε, πήρε την κασέτα με τις μουσικές κι έγραψε εξαιρετικούς στίχους.

Ο δίσκος περιέχει 12 τραγούδια που είναι το ένα καλύτερο από το άλλο κι ένα θέμα από την γνωστή ταινία «Το κοπάδι», τη μουσική επένδυση της οποίας είχε αναλάβει ο Λιβανελί. Τα παραδοσιακά τουρκικά όργανα «παντρεύονται» με τη φωνή της κορυφαίας ερμηνεύτριας και το όλο σύνολο είναι πραγματικά εξαιρετικό. Ο ίδιος ο συνθέτης τραγουδά το “Bulut mu olsam”, ενώ το πιο γνωστό κομμάτι του άλμπουμ είναι το «Σαν το μετανάστη» κι επίσης ξεχώρισαν τα «Λέϊλιμ λέϊ», «Οι μέρες μας» και «Μοιρολόι».

«Μια φορά θυμάμαι…»

Πρόκειται για έναν εξαιρετικό δίσκο που κατά κάποιο τρόπο επαναφέρει τον Γιάννη Πουλόπουλο στα γνωστά «λημέρια» του. Ως γνωστόν, ο σπουδαίος τραγουδιστής ήταν ένας από τους κατ’ εξοχήν εκπροσώπους του «Νέου κύματος» τη δεκαετία του ’60 (αν και σε λίγο πιο «λαϊκό» κλίμα), ωστόσο από τα μέσα εκείνης του ‘70 είχε αλλάξει εντελώς πορεία ερμηνεύοντας κατά κύριο λόγο «μεταγλωττισμένα» κομμάτια που πάντως γνώρισαν τεράστια επιτυχία.

Τον Απρίλιο του 1982 λοιπόν αποφασίζει να κάνει μια «βουτιά» στο παρελθόν και να πει τραγούδια που σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή. Το εγχείρημα πέτυχε απολύτως, αφού οι πωλήσεις του άλμπουμ ξεπέρασαν το «χρυσό» όριο των 50.000 αντιτύπων κι αυτά τα υπέροχα κομμάτια κέρδισαν εκ νέου μια θέση στα μουσικά πράγματα της εν λόγω περιόδου, τα οποία είχαν ήδη αρχίσει να φανερώνουν τα πρώτα σημάδια της φθοράς…

Ο δίσκος περιλαμβάνει 16 κομμάτια, εκ των οποίων το ένα ήταν εκείνο που έκανε γνωστό τον Πουλόπουλο στο κοινό: Πρόκειται για το μοναδικό «Το ψωμί είναι στο τραπέζι» που είχε ερμηνεύσει ο ίδιος το 1963 στη θεατρική παράσταση «Η γειτονιά των αγγέλων» με πρωταγωνιστές τη Τζένη Καρέζη και τον Νίκο Κούρκουλο.

Τα υπόλοιπα 15 ανήκουν περίπου στην ίδια περίοδο, δηλαδή στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 και στην άνθηση του «Νέου κύματος» και καλύπτουν το φάσμα όλων των σπουδαίων συνθετών της.

Τη μουσική επιμέλεια, την ενορχήστρωση και τη διεύθυνση της ορχήστρας ανέλαβε άλλος ένας εκπρόσωπος αυτής της εποχής, ο Γιάννης Σπανός που συνοδεύει τον τραγουδιστή παίζοντας πιάνο, με τους Κώστα Νικολόπουλο και Στέλιο Καρύδα στις κιθάρες. Ουσιαστικά οι τρεις τους αποτελούν και την ορχήστρα που είναι λιτή και απέριττη, προσδίδοντας ένα διαφορετικό τόνο στην όλη δουλειά.

«Ο ήλιος ο ηλιάτορας»

Η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά του Δημήτρη Λάγιου που τόσο πρόωρα έφυγε από τη ζωή, ενώ είχε ακόμη τόσα πολλά να προσφέρει στην ελληνική μουσική με τις υπέροχες μελωδίες του. Κυκλοφόρησε το Νοέμβριο του 1982 πάνω σε ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, με ερμηνευτές τον Γιώργο Νταλάρα, την Ελένη Βιτάλη, τον αξέχαστο Νίκο Δημητράτο και τη Χορωδία Λαμίας.

Ο «ποιητής του Αιγαίου» για ακόμη μια φορά είναι γεμάτος Ελλάδα στα ποιήματά του. Μέσα από τη μοναδική του πένα, περιγράφει την πατρίδα μας σε όλες της τις στιγμές, χρησιμοποιώντας κατά βάση την αλληγορία. Ουσιαστικά, πρόκειται για μιαν ιστορική αναδρομή μέσα στους αιώνες και στις περιπέτειες που πέρασε ο τόπος μας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλά από αυτά τα ποιήματα υπήρχαν στα σχολικά βιβλία του δημοτικού και η δική μου γενιά μέσα από εκεί έμαθε για τους μεγάλους Έλληνες λογοτέχνες και ποιητές.

Ο δίσκος προκάλεσε εξ αρχής θετική εντύπωση, αφού έτσι κι αλλιώς το έργο είχε παρουσιαστεί λίγους μήνες νωρίτερα σε συναυλίες. Ο Δημήτρης Λάγιος στηρίζεται στη λαϊκή φόρμα (κυρίως στα τραγούδια που λέει ο Νταλάρας) αλλά και στη δημοτική (εδώ παίρνει τη σκυτάλη η Βιτάλη), ενώ παράλληλα δημιουργεί και εξαιρετικές μπαλάντες.

Κορυφαία στιγμή του άλμπουμ, το πασίγνωστο «Όμορφη και παράξενη πατρίδα» ερμηνευμένο μοναδικά από τον Γιώργο Νταλάρα. Γνώμη μου είναι ότι συγκαταλέγεται μέσα στην πρώτη δεκάδα των τραγουδιών που είπε, όσο κι αν είναι σχεδόν αδύνατο να διαλέξεις και να κατατάξεις εκατοντάδες σπουδαία κομμάτια μιας καριέρας 45 και πλέον ετών. Επίσης, ακούστηκε αρκετά και το «Κάμποι της Σαλονίκης».

Από εκεί και πέρα, ξεχωρίζει η απίστευτη ερμηνεία της Βιτάλη στο «Θέλω καράβια σπρώχνω» και το υπέροχο «Δρόμοι περπατημένοι» με τον Δημητράτο, ενώ γενικότερα όλος ο δίσκος είναι εξαιρετικός κι αξίζει να υπάρχει σε κάθε «αξιοπρεπή» δισκοθήκη.

«Σαριμπιντάμ» θα πει…τρελαίνομαι»

Ο δίσκος αυτός που κυκλοφόρησε το 1982 με ερμηνεύτρια τη Χριστιάνα αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά ενός «διδύμου» που έγραψε τη δική του ξεχωριστή ιστορία στα ελληνικά μουσικά δρώμενα. Ο Σταμάτης Κραουνάκης ένα χρόνο νωρίτερα είχε καταθέσει τα διαπιστευτήριά του με τα «Σκουριασμένα χείλια», ενώ η Λίνα Νικολακοπούλου την ίδια περίοδο έκανε την παρθενική της εμφάνιση υπογράφοντας τους στίχους σε τρία τραγούδια στο δίσκο της Δήμητρας Γαλάνη «Καλά είναι κι έτσι». Από την πρώτη στιγμή φάνηκε ότι και οι δύο έφερναν κάτι καινούργιο στη μελωδία και στο στίχο, γεγονός που επιβεβαιώθηκε στα κατοπινά χρόνια με τον καλύτερο τρόπο.

Στο «Σαριμπιντάμ» η Χριστιάνα παρουσιάζει ένα πρόσωπο εντελώς διαφορετικό σε σχέση με τα όσα είχε κάνει στη μέχρι τότε καριέρα της. Προσαρμόζεται πλήρως στο ύφος και στο στυλ των κομματιών και στιγμές – στιγμές δείχνει ότι δεν τραγουδά απλώς, αλλά παίζει ένα θεατρικό ρόλο. Οι ερμηνείες της είναι εξαιρετικές κι «αγγίζουν» το κοινό, αφού αρκετά τραγούδια ακούγονται και γίνονται γνωστά (το ομότιτλο, «Η νύχτα θέλει», «Το καλοκαίρι θα ‘ρθει» κ.α.).

Η «νουβέλ βαγκ» της δεκαετίας του ‘80

Η Ελένη Δήμου (Γκικοδήμου το πραγματικό της επώνυμο) έγινε ευρύτερα γνωστή όταν τον Σεπτέμβριο του 1981 κέρδισε το πρώτο βραβείο στο (σε σχετική ανυποληψία πάντως) Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με το «Μια αγάπη σαν κι αυτή» της Σάσας Μανέττα, το οποίο συμπεριλαμβάνεται και στον πρώτο προσωπικό δίσκο της με τίτλο «Έχω φίλους», που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1982.

Πρόκειται για ένα άλμπουμ που οριοθετεί το στυλ τραγουδιού της ερμηνεύτριας, το οποίο θα διατηρήσει στα επόμενα χρόνια της καριέρας της. Με την ιδιαίτερη φωνή της θα χαράξει τη δική της ξεχωριστή πορεία και θ’ αγαπηθεί από το κοινό, γνωρίζοντας μεγάλη αποδοχή.

Εκτός από το ομώνυμο τραγούδι, ακούστηκε πολύ και το «Θέλω να ‘ρθω μα φοβάμαι» του Αντώνη Βαρδή σε στίχους της Ντίνας Μαρκοπούλου, πρώτης συζύγου του Γιάννη Πάριου (ο οποίος χρόνια αργότερα αποκάλυψε ότι τους έγραψε ο ίδιος…).

Ο Μανώλης Λιδάκης είχε πάρει μέρος στην γνωστή τηλεοπτική εκπομπή «Να η ευκαιρία» και είχε διακριθεί ερμηνεύοντας το «Λυπήσου με» του Γιάννη Πάριου. Έτσι, ο Γιώργος Κατσαρός που ήταν και μέλος της κριτικής επιτροπής τον πήγε αμέσως στη MINOS και του έγραψε και ολόκληρο τον πρώτο προσωπικό δίσκο του, όπως είχε κάνει και τρία χρόνια νωρίτερα με τον Ηλία Κλωναρίδη που κι εκείνος είχε συμμετάσχει στο εν λόγω πρόγραμμα.

Ο τίτλος του άλμπουμ ήταν «Μετά από σένανε» και ακούγοντάς τον, η φωνή του μοιάζει καταπληκτικά μ’ αυτή του Γιάννη Πάριου σε σημείο που τότε πολλοί αναρωτιούνταν αν ο δημοφιλής τραγουδιστής είχε κυκλοφορήσει την καινούργια του δουλειά. Ήμουν πολύ μικρός τότε, αλλά θυμάμαι ότι όταν ακούσαμε στο ραδιόφωνο το ομότιτλο κομμάτι είχαμε πάει με τον πατέρα μου σ’ ένα δισκοπωλείο και ζητήσαμε τον δίσκο του Πάριου. Φυσικά, ο πωλητής μας ενημέρωσε ότι πρόκειται για ένα νέο παιδί ονόματι Μανώλης Λιδάκης…

Με τα χρόνια βεβαίως έχτισε τη δική του ξεχωριστή καριέρα με ιδιαίτερη επιτυχία κι έβγαλε από πάνω του πολύ γρήγορα τη στάμπα του «νέου Πάριου», ο οποίος μάλιστα έγραψε στίχους σε δύο από τα τραγούδια αυτού του δίσκου. Εκτός από το ομότιτλο, ακούστηκε αρκετά και το «Κι όλο λέω να φύγω», ενώ γενικότερα πρόκειται για μια αρκετά καλή δουλειά που ίσως της άξιζε μια καλύτερη τύχη…

Δήμου και Λιδάκης προς το τέλος της χρονιάς θα είναι οι βασικοί ερμηνευτές του άλμπουμ «Μίλα μου απλά» σε μουσική Τάκη Μπουγά και στίχους Αντώνη Ανδρικάκη. Από εκεί «βγαίνουν» οι επιτυχίες «Φως (περισσότερο φως)», το ομότιτλο, «Έχεις ένα τρόπο» και το ντουέτο τους «Η σιωπή». Στο δίσκο συμμετέχει ο Γιάννης Πάριος με τα «Δε μπορώ πια να φωνάζω» και «Αυτά που κρύβεις»…

Η Ελευθερία Αρβανιτάκη παράλληλα με τη συμμετοχή της στην «Οπισθοδρομική Κομπανία», το 1982 θα κάνει και τις πρώτες «σόλο» ηχογραφήσεις της. Θα συμμετάσχει με πέντε τραγούδια στο άλμπουμ του Νίκου Μαμαγκάκη «Κέντρο διερχομένων» σε στίχους Γιώργου Ιωάννου, από τα οποία θα ξεχωρίσει το «Όχι μαζί», καθώς και με άλλα δύο στο δίσκο του πρωτοεμφανιζόμενου συγκροτήματος «Χάνομαι γιατί ρεμβάζω» με τίτλο «Οι κακές μας πράξεις». Εκεί, την ακούμε στα «Αγαπούλα κρυφή» και στο πιο γνωστό «Δεν θα ‘ναι έτσι»…

Αυτή τη χρονιά θα κυκλοφορήσει και ο πρώτος δίσκος του Νικόλα Άσιμου, «Ο ξαναπές». Συμμετέχουν η Χάρις Αλεξίου, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Αθηναϊκή Κομπανία, με ξεχωριστή στιγμή του ντουέτο του δημιουργού με την Αλεξίου «Άμα σε λέγαν Βάσω»…

Αίσθηση προκαλεί ο Βασίλης Νικολαΐδης με την «Οδό Σανταρόζα» μέσα από το ομότιτλο άλμπουμ του (το τραγούδι είχε βραβευτεί στους αγώνες της Κέρκυρας το 1981), ενώ έχουμε και την πρώτη εμφάνιση του επωνύμου Κατσιμίχα στα μουσικά δρώμενά μας. Ο Πάνος εμφανίζεται στους δεύτερους και τελευταίους αγώνες της Κέρκυρας που οργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις να τραγουδά το πασίγνωστο «Μια βραδιά στο λούκι» και κερδίζει το τρίτο βραβείο. Σημειωτέον ότι τα δίδυμα αδέλφια είχανε στείλει στη διοργάνωση και τις μετέπειτα τεράστιες επιτυχίες τους «Γέλα πουλί μου» και «Φάνης», τα οποία δεν διαγωνίστηκαν…

Από την υπόλοιπη «νεολαία» που είχε δισκογραφικό παρελθόν, ξεχωρίζει αρχικά ο δίσκος «Τα βοριαδάκια» του Μάριου Τόκα και στίχους Σαράντη Αλιβιζάτου με τους Θέμη Αδαμαντίδη, Νίκο Νομικό και Γιάννα Κομνηνού, ο οποίος μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τα πολύ γνωστά «Η νύχτα μυρίζει γιασεμί» και «Μόνος γυρίζω (στη Σαλονίκη)».

Και οι τρεις αυτοί ερμηνευτές θα κυκλοφορήσουν και προσωπικά άλμπουμ τούτη τη χρονιά. Ο Αδαμαντίδης το «Πονάμε όσοι αγαπάμε» (με το ομότιτλο και το «Λίγο-λίγο»), ο Νομικός το «Χρώμα και φως» (με επιτυχίες τα «Ανάσανα» και «Θάλασσα-θάλασσα») και η Κομνηνού το «Και σ’ αγαπώ» -το ομότιτλο και το «Εγώ που τίποτα δεν έχω» ακούστηκαν πολύ…

————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here