Γράφει η Ειρήνη Ζαβιτσάνου

Μου έρχεται στο μυαλό το μοναδικό αρμένικο παραμύθι που έχω διαβάσει με τίτλο «Αστράμαξα»… «Ήταν και δεν ήταν…» έτσι συνηθίζουν να ξεκινάνε τα αρμένικα παραμύθια. Έτσι νιώθεις  μπαίνοντας μέσα στην αίθουσα , με αφηγητή τον Κώστα Αρζόγλου να εξιστορεί αυτή τη μοναδική ιστορία. «Ήταν και δεν ήταν…»

Η παράσταση  αποτυπώνεται σαν αρμένικο παραμύθι  με μια βαρύτητα η οποία δεν έγκειται στο ότι μας εκπλήσσει αλλά στο ότι καθιστά το έργο πολύ ανθρώπινο. Είναι ένας τρόπος να βουτήξεις στα έγκατα και να ανακαλύψεις  τη λήθη μιας πραγματικότητας. Μιλά για την αξία της κατανόησης και για την ανάγκη της συγχώρεσης που θα μπορέσει να οδηγήσει στη λύτρωση. Μιλά για τη δύναμη της φαντασίας και αποκαλύπτει τον άρρηκτο δεσμό μεταξύ των εφηβικών ονείρων και τις «ενήλικες» αλήθειες.


Υπόθεση:
Το έργο παρακολουθεί την ιστορία του Αράμ και της Σέτα στο Μιλγουόκι του Ουισκόνσιν των Η.Π.Α. ανάμεσα στο 1921 και το 1933. Ο Αράμ είναι ο μόνος επιζών της οικογένειάς του από τη γενοκτονία στην Αρμενία. Διέφυγε στις Η.Π.Α. και δουλεύει ως φωτογράφος. Παντρεύεται δια αλληλογραφίας τη Σέτα, η οποία στα 15 της φτάνει κι αυτή στις ΗΠΑ για μια νέα ζωή, αφήνοντας πίσω της το ορφανοτροφείο στην Κωνσταντινούπολη. Το πρόσωπό της προστίθεται δίπλα σε αυτό του Αράμ σε μια παλιά οικογενειακή  φωτογραφία που εκείνος έχει φέρει μαζί του από την πατρίδα έχοντας κόψει τα κεφάλια των νεκρών συγγενών του. Τη θέση των γονιών του στην φωτογραφία έχει πάρει τώρα το νιόπαντρο ζευγάρι. Και με τη νεαρή του σύζυγο ο Αράμ ανυπομονεί να δημιουργήσει τη νέα οικογένεια Τομασιάν. Ωστόσο τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν όπως τα έχει σχεδιάσει ο Αράμ. Η Σέτα δεν είναι ικανή να τεκνοποιήσει. Οι ισορροπίες στην οικία Τομασιάν θα ανατραπούν με την είσοδο του Βίνσεντ, ενός άστεγου αγοριού. Μετά από χρόνια σιωπής η Σέτα κατορθώνει να πείσει τον Αράμ να πάψει τα «μνημόσυνα» για τη χαμένη του οικογένεια απομακρύνοντας τη φωτογραφία με τα κομμένα κεφάλια και αποδεχόμενος τον μικρό Βίνσεντ ως το νέο μέλος της οικογένειας Τομασιάν.


Ο Αράμ, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σταματήσει να νιώθει τον πόνο, κόβει τα κεφάλια των συγγενών από την φωτογραφία. Μια απεγνωσμένη πράξη μέσω της οποίας θαρρεί ότι θα βρει τη λύση, ότι θα πάψει να κουβαλάει το φορτίο της μοναξιάς, του πόνου και της αδικίας που του κλήρωσε η ζωή αν μπορέσει να καλύψει αυτές τις τρύπες, τα άδεια κεφάλια.

Πόσο αλληγορικό πραγματικά… Όλοι, κληθήκαμε κάποια στιγμή στη ζωή μας να γεμίσουμε αυτές τις «τρύπες», αυτά τα κενά του μυαλού, της καρδιάς και της καθημερινότητας εναποθέτοντας τις ελπίδες μας σε κάτι άπιαστο…

«Όλοι γραπωνόμαστε από κάτι, εγώ γραπώθηκα από τη ζωή», μονολογεί ο Βίνσεντ (Αρζόγλου) και εσύ μένεις βουβός κι ασάλευτος, περιμένοντας την επόμενη λέξη. Από πού θα πιαστεί ο καθένας για να πάρει δύναμη να συνεχίσει, να πάει παρακάτω και να αφήσει πίσω ότι τον πλήγωσε και τον κατακεραύνωσε; Όταν έρθει η ώρα που νομίζεις ότι δεν αντέχεις άλλο και δεν έχει πιο κάτω, η λύση θα έρθει, είτε σαν από μηχανής Θεός είτε σαν γέννημα της ίδιας σου της ψυχής, που θα λυπηθεί η ίδια την βασανισμένη της ύπαρξη.

Τόσο ο Βαγγέλης Παπαδάκης όσο και η Σοφία Λιάκου, ενσαρκώνουν άψογα τους ρόλους του Αράμ και της Σέτας αντίστοιχα. Για τον ανυπέρβλητο Κώστα Αρζόγλου θα αρκεστώ μόνο να πω ότι μας χαρίζει για μια ακόμη φορά μια εξαίσια παράσταση.


Η σκηνοθεσία του Βαγγέλη Παπαδάκη ευφυής και πετυχημένη. Στάθηκα κυρίως στις σκηνές που τον ρόλο του Βίνσεντ (Αρζόγλου), πότε τον διαδέχεται και πότε τον παίζει παράλληλα ένα  μικρό αγόρι που εμφανίζεται στη σκηνή. Τέλεια εναλλαγή σκηνών με απόλυτη αρμονία. Σαν τον καθρέφτη που χρησιμοποιείται σε διάφορες φάσεις κατά την διάρκεια της παράστασης, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί και σύμβολο της ενδοσκόπησης που πρέπει να κάνουμε όλοι μας τακτικά ώστε να κοιτάξουμε τον «καθρέφτη» και να αντικρύσουμε με καθαρή ματιά γεγονότα και καταστάσεις.


Άλλο σύμβολο με σημαντικό «ρόλο» είναι η κούκλα. Η κούκλα που έφερε στις αποσκευές της η Σέτα και είναι το μοναδικό αντικείμενο που την συνδέει με την παιδικότητα και την αφέλεια των δεκαπέντε χρόνων της… μια παιδικότητα που δεν επιτρέπεται να κουβαλά, γιατί είναι πια στην Αμερική και μάλιστα είναι μια παντρεμένη γυναίκα.

«Η ανάσα από μόνη της είναι μια περιπέτεια», λέει και ξαναλέει ο Βίνσεντ στην καταπληκτική σκηνή που προσπαθεί να κάνει διάλογο με τον Αράμ. Αμεσότητα, συγκίνηση, μια «περιπέτεια» που είναι και δεν είναι…

Πιο επίκαιρο από ποτέ το θέμα της προσφυγιάς, με τόσα θύματα που έχουμε θρηνήσει τα τελευταία χρόνια και δη στη Μεσόγειο, με  μια Μόρια που καλά κρατεί ακόμη στις μέρες μας και τόσες αθώες ψυχές να γίνονται έρμαιο ως αποτέλεσμα κακών πολιτικών και κοινωνικών αποφάσεων. Το έργο θίγει τόσο άμεσα και έντονα το πρόβλημα της προσφυγιάς που βιώνεις τον πόνο ως το μεδούλι. Προβληματισμός και συγκίνηση για τις τεράστιες διαστάσεις που έχει πάρει το θέμα στις μέρες μας. Για όλους εκείνους τους αθώους που ψάχνουν την ελπίδα σε ένα  κομμάτι γης, που αναζητούν μια νέα πατρίδα…


Τόσο τα σκηνικά της Δήμητρας Λιάκουρα όσο και η μουσική της Σίσσυς Βλαχογιάννη, χρήζουν ιδιαίτερη μνεία. Από τη μια, σου δίνουν τη δυνατότητα να βυθιστείς στην ουσία του έργου που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια σου, αλλά και να μεταφερθείς αυτόματα πίσω στο μακρινό παρελθόν και σε σκηνές που έλαβαν χώρα τότε, στην Γενοκτονία των Αρμενίων.

Είχα καιρό να παρακολουθήσω μια τόσο ενδιαφέρουσα και «καλή» παράσταση. Δύο ώρες περνούν δίχως να το καταλάβεις, κρατώντας  αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή κάθε στιγμή. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές. Μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε…

Δείτε εδώ το δελτίο τύπου με όλα τα στοιχεία για την παράσταση.

————-

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here