Γράφει o Σοφιανός Καβακόπουλος
www.musiccorner.gr
Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Έψαχνα καιρό να βρω λίγο χρόνο να απομονωθώ, να μιλήσω λίγο με τον εαυτό μου αλλά οι επαγγελματικές και οικογενειακές μου υποχρεώσεις δεν μου άφηναν λεπτό ησυχίας. Μέσα στις mini διακοπές του Πάσχα ξέφυγα. Σύνηθες στην Ελλάδα όλοι να φεύγουν στα χωριά τους, η Αθήνα άδειασε και όσο και αν ήθελες να δουλέψεις δεν υπήρχε κανείς για να δουλέψει μαζί σου. Οι οικογενειακές υποχρεώσεις μειώθηκαν αφού δεν είχαμε σχολεία και εφόσον μένω δίπλα στο δάσος, πάνω στο βουνό, ευκαιρία να βγω στα αγαπημένα μου λημέρια. Είχα ήδη σχεδιάσει στο μυαλό μου ποιες διαδρομές θα βγάλω με τα πόδια και ποιες θα κάνω με το ποδήλατο. Το μυαλό μου είχε φτάσει στο αγαπημένο ξέφωτο που αράζω για να πιω τον καφέ μου. Πάντα κουβαλάω καφέ μαζί μου για να τον απολαύσω στην ερημιά. Έχω βγάλει τα σύνεργα και έχω φτιάξει καφέ στον Μύτικα (ψηλότερη κορφή του Ολύμπου) και τον έχω πιεί κοιτάζοντας την Ελλάδα γύρω μου.

Funny-Motorcycle-Problems-With-Weight-14-634x480
Κατεβαίνοντας στο υπόγειο να βγάλω το σακίδιο από την ντουλάπα την είδα με την άκρη του ματιού μου να στέκεται στην γωνία. Δεν της έδωσα σημασία αλλά ανοίγοντας την ντουλάπα σαν το πεπρωμένο να με καλούσε έπεσε το μπουφάν και το παντελόνι της μηχανής. Έπεσαν ακριβώς πάνω στις μπότες. Έμεινα να τα κοιτάζω, αφού μια εσωτερική παρόρμηση με καλούσε να αλλάξω τα σχέδια μου. Δεν μπορούσα να κάνω πως δεν τα βλέπω, δεν μπορούσα με τίποτα να αδιαφορώ για την ανάγκη μου για βόλτα με την μηχανή. Ντύθηκα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, φοβούμενος μην τυχόν και αλλάξω γνώμη και ανέβηκα πάλι στο σπίτι. Με το που με είδε η γυναίκα μου κούνησε το κεφάλι και έφυγε λέγοντας κάτι μέσα από τα δόντια της που έμοιαζε με “δεν θα βάλεις μυαλό εσύ”. Ένιωσα τον ιδρώτα να κυλάει στην ραχοκοκαλιά μου αφού κάθε φορά που αναφέρεται σε μένα και την μηχανή μου κάτι στραβό θα μου συμβεί.

Μην το θεωρήσετε αυτό ότι είμαι ψυχαναγκαστικός ή ιδεοληπτικά προληπτικός, αλλά η γυναίκα μου το έχει αυτό. Χαρακτηριστικά θυμάμαι την περίπτωση όπου είμαι σε αγώνα. Μπροστά μου έχω μια τεράστια φλαταδούρα (σ.σ: σε απλά Ελληνικά τελειώς ίσιος flat χωμάτινος δρόμος) με μεγάλο πλάτος, χωρίς ούτε ένα εμπόδιο. Ο δρόμος είναι τόσο τελείως ίσιος μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι σου και εγώ βρίσκω την ευκαιρία να ανοίξω και να πηγαίνω όσο πιο γρήγορα μπορώ για να μειώσω τον χρόνο από τον προπορευόμενο. Το μυαλό μου είναι συγκεντρωμένο στον ίσιο δρόμο, χωρίς εμπόδια τονίζω και ξαφνικά χωρίς να καταλάβω πως, χωρίς να συμβεί τίποτα, χωρίς να αλλάξει κανένα δεδομένο είμαι ξαπλωμένος στο χώμα! Δεν σηκώνομαι και μένω εκεί προσπαθώντας να καταλάβω τι έχει συμβεί. Μια δόνηση βγαίνει από την εσωτερική τσέπη του μπουφάν μου και βγάζω το κινητό μου. Βλέπω στην οθόνη το πρόσωπο της γυναίκας μου χαμογελαστό και το νούμερό της. Απαντώ απότομα και νευριασμένος, αφού ξέρει που βρίσκομαι και τι κάνω, οπότε η λογική θα ήταν να μην απαντήσω και μου λέει με το ειρωνικό ύφος, αυτού που ξέρει ότι οι κατάρες του πιάνουν, “ΠΗΡΑ ΓΙΑΤΙ ΣΕ ΣΚΕΦΤΗΚΑ ΚΑΙ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΔΩ ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ”. Ήμουν καλά… Μέχρι που με σκέφτηκε!

Δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα το παραπάνω. Τα πιο άκυρα πεσίματα, οι πιο περίεργες βλάβες, και γενικά όποτε ταλαιπωρήθηκα με την μηχανή ήταν όταν με κοίταζε με αυτό το βλέμμα την ώρα που έφευγα ή όταν μου έδινε την ευχή της “Κανόνισε να σαβουρδωθείς πουθενά και να σπάσεις κανένα πόδι, να σου σπάσω εγώ το άλλο”. Μ’ αγαπάει δεν λέω, αλλά με την μηχανή έχουν μια σχέση μίσους. Φταίω και εγώ αφού όταν γνωριστήκαμε, ξέχασα ότι την είχα πίσω μου και κατέληξα να κυνηγάω μια άλλη μηχανή, σχεδόν διπλάσιου κυβισμού, ανάμεσα στα αυτοκίνητα, για να του αποδείξω του άλλου πως σημασία έχει ο οδηγός και όχι τα κυβικά. Καταλήξαμε στον Ερυθρό Σταυρό μεν, αλλά ο άλλος δεν με πέρασε… ούτε καν όταν πέσαμε αφού η μηχανή συνέχισε μόνη της μπροστά του και πέρασε το κόκκινο φανάρι ενώ η κότα σταμάτησε! Από εκείνη την μέρα όποτε είναι πάνω στην μηχανή αντί να κοιτάζει μπροστά κοιτάζει τον δρόμο, την άσφαλτο. Ακολουθεί με τη ματιά της τις γραμμές του δρόμου να κυλάνε προς τα πίσω και έχει ρυθμίσει το κλισιόμετρο του εγκεφάλου της ώστε μόλις νιώσει κλίση μεγαλύτερη των τριών μοιρών να αρχίσει να με τσιμπάει στην μέση και να μου βαράει το κράνος με την μπουνιά της ταυτόχρονα! Μιλάμε για απολύτως ασφαλής τρόπος οδήγησης.

Θυμάμαι το τελευταίο κοινό μας ταξίδι πριν μερικά χρόνια (από εκεί και μετά οι φορές που καβάλησε την μοτοσυκλέτα ήταν οι απολύτως αναγκαστικές). Ταξιδεύαμε με κάποιους φίλους στην Βόρειο Ιταλία. Βενετία και τα γύρω μέρη. Διαδρομές καταπληκτικές με τρομερή ποιότητα δρόμου που σε προκαλούσε να οδηγήσεις γρήγορα. Εμείς μέναμε σε καθαρά εκδρομικούς ρυθμούς ταξιδεύοντας με την ιλιγγιώδη ταχύτητα των 60 χιλιομέτρων την ώρα. Ήμουν μεταξύ της εθελοντικής ευθανασίας και το να πέσω στα ναρκωτικά αφήνοντας όλες αυτές τις στροφές να φεύγουν αναξιοποίητες. Τελευταία μέρα και γυρνώντας από τον επαρχιακό-παραλιακό δρόμο προς την Ancona, είχαμε αποφασίσει πως θα σταματήσουμε για βόλτα στο San Marino. Για όποιον δεν έχει επισκεφτεί το μέρος, το San Marino είναι ένα ανεξάρτητο πριγκιπάτο μέσα στην Ιταλία, στην κορυφή ενός λόφου, χτισμένο όλο μέσα σε ένα κάστρο. Βγαίνοντας από τον παραλιακό δρόμο προς τον λόφο έχεις είκοσι χιλιόμετρα ευθείας και μετά ένα υπέροχο ανηφορικό στροφιλίκι με φουρκέτες, με ποιότητα ασφάλτου πίστας (Ελληνικών δεδομένων). Ο διάβολος μέσα μου ξύπνησε πλησιάζοντας την πρώτη στροφή. Αγνόησα επιδεικτικά το σφίξιμο της γυναίκας μου πάνω και έστριψα στην πρώτη ακουμπώντας κάτω σχεδόν ολόκληρη την μηχανή. Ένα ουρλιαχτό έφτασε στα αφτιά μου, γεμάτο βρισιές και κατάρες, και η μόνη κίνηση που έκανα πριν φτάσω στην επόμενη στροφή ήταν να ξεκουμπώσω την ενδοεπικοινωνία. Συνέχισα έτσι για τα επόμενα 15 χιλιόμετρα απολαμβάνοντας την οδήγηση, βγάζοντας έξω όλη την στέρηση μια εβδομάδας. Δεν με ένοιαζε τίποτα. Ούτε ο καβγάς μετά, ούτε καν το ξύλο! Κατέβηκα από την μηχανή στην είσοδο του κάστρου, και η γυναίκα μου ήδη με έβριζε χωρίς να βγάλει το κράνος. Δέχτηκα την πρώτη καρπαζιά μόλις γύρισα και συνέχισε. Εγώ όμως χαμογελούσα. Είχα απολαύσει πέντε λεπτά οδήγησης.

Είκοσι λεπτά αργότερα έφτασαν και οι υπόλοιποι. Εκεί τελείωσε ουσιαστικά και το κοινό μας ταξίδι, αφού δεν είχαμε τα ίδια θέλω. Αναγκαστικά βέβαια θα είχα την γυναίκα μου μαζί μου μέχρι την επιστροφή στο σπίτι οπότε η οδήγηση μου από εκεί και πέρα θα ήταν σαν την οδήγηση τρίχρονου στο τρίκυκλο ποδήλατό του. Σε κάθε στροφή θα κατέβαινα θα έστριβα την μηχανή με τα χέρια και θα συνέχιζα! Κάπως έτσι κατεβήκαμε τον λόφο και φτάσαμε στην ευθεία. Ήμασταν με την υπερβολική ταχύτητα των πενήντα χιλιομέτρων την ώρα και έχουμε ένα φανάρι μπροστά μας σε περίπου δύο χιλιόμετρα από εμάς που μόλις άναψε κόκκινο. Θα μπορούσαμε να φτάσουμε, να κάνουμε τσιγάρο, να πιούμε καφέ και να θαυμάσουμε την θέα πριν  φτάσουμε σε αυτό. Εντελώς ξαφνικά μέσα στην ηρεμία αρχίζει πίσω μου να με χτυπάει και να φωνάζει “ΠΡΟΣΕΧΕΕΕΕΕΕ”. Κοιτάζω τριγύρω μου να δω από πια μεριά πέφτει το αεροπλάνο προς τα εμάς για να το αποφύγω, αφού αυτοκίνητο δεν ερχόταν, πλοίο δεν μπορούσε να είναι αφού είμαστε μακριά από τη θάλασσα. Σταματάω και την ρωτάω, “Τί έγινε;”. “Κόκκινο φανάρι”, μου λέει. Κοιτάζω προς τα πίσω μήπως πέρασα κανένα φανάρι και δεν το είδα μέσα στην χαζομάρα της απόλυτης ηρεμίας, που σε κάνει να ξεχνιέσαι. Δεν είδα τίποτα και τότε αυτή συνέχισε, “ΕΚΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ”. Μιλούσε για το φανάρι που είχαμε μπροστά μας στα δύο χιλιόμετρα! Εκεί ήταν και το τέλος των κοινών μας ταξιδιών.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

———————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here