«Η καλύτερη διαδρομή ενός flâneur είναι αυτή που δεν έχει προορισμό»…

Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στην Ελένη Λαμπράκη
Φωτογράφηση: Ιωάννα Γκόγκου
Music Corner – 25/5/2011

Βρεθήκαμε με το Γιώργη Χριστοδούλου ένα ανοιξιάτικο απόγευμα στον σχεδόν μυστικό, πολύ όμορφο κήπο του πολυχώρου “6 D.O.G.S.” στο Μοναστηράκι. Με αφορμή την κυκλοφορία της νέας του δισκογραφικής δουλειάς, ανοίξαμε μια κουβέντα που ξεκίνησε από τη μουσική και κατέληξε σε αλήθειες για τον τρόπο ζωής μας και την κοινωνία στην οποία ζούμε. Η συζήτηση μας με έβαλε σε σκέψεις για πολλά πράγματα καθώς ο Γιώργης εκτός από ταλαντούχος τραγουδοποιός είναι και ένας πολύ ωραίος άνθρωπος. Αξίζει να παρακολουθήσουμε τη σκέψη του γιατί πραγματικά έχει πολλά να μας πει…

Music Corner: Γιώργη καλησπέρα. Σε καλωσορίζουμε στο Music Corner!
Γιώργης Χριστοδούλου: Γεια χαρά!

Music Corner: Οι πρώτες ερωτήσεις που θα ήθελα να σου κάνω αφορούν τη νέα σου δισκογραφική δουλειά με τίτλο “flâneur*”, η οποία κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα. Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο. Είναι ένας όρος του οποίου καθόρισε το περιεχόμενο ο Charles Baudelaire. Εξήγησέ μας ποιος είναι ο flâneur”;
Γιώργης Χριστοδούλου:Flâneur” είναι ο διαβάτης… ο Baudelaire λέει ο επαγγελματίας σουλατσαδόρος. Είναι ο άνθρωπος που έχει άπλετο χρόνο για να γυρίσει μέσα στην πόλη χωρίς σαφή κατεύθυνση και προορισμό, σχεδόν να χαθεί. Και σε καμία περίπτωση δεν είναι τουρίστας. Δηλαδή δεν τον ενδιαφέρουν τόσο πολύ τα μνημεία και τα αξιοθέατα. Τον ενδιαφέρει το απρόσμενο που θα του τύχει μπροστά του, τον ενδιαφέρει να χαθεί μέσα στο πλήθος, να ανακατευτεί με τον κόσμο, να συλλέξει εμπειρίες…

Music Corner: Πρόκειται δηλαδή για έναν τύπο ανθρώπου που δεν συναντάμε εύκολα στη σημερινή εποχή. Πόσο μάλλον σε ένα αστικό τοπίο όπου όλοι τρέχουν για να προλάβουν τις δουλειές τους.
Γιώργης Χριστοδούλου: Όντως, υπάρχει μια τάση του συστήματος που ζούμε να φτιάξει ανθρώπους προγραμματισμένους, με πολύ σαφή κατεύθυνση, στόχο και προορισμό, που θα του φέρνουνε χρήματα με έμμεσο ή με άμεσο τρόπο και αυτό σημαίνει πολύ προγραμματισμένες κινήσεις. Δεν υπάρχει ξόδεμα χρόνου, ούτε ξόδεμα λέξεων γύρω από ένα τραπέζι μεταξύ φίλων. Είναι βαριά κουβέντα αλλά αυτό που βολεύει είναι να υπάρχουνε «πληρωμένοι δούλοι». Άμα το σκεφτείς, «πληρωμένοι σκλάβοι» είμαστε οι περισσότεροι. Δε θέλω να ακουστώ σε καμία περίπτωση επαναστάτης, αλλά η πικρή αλήθεια είναι αυτή. Συνειδητοποιείς μέρα με τη μέρα ότι το σύστημα αυτό, θέλει αυτόν τον τύπο ανθρώπου. Θέλει να έχεις πολλούς φίλους στο facebook και κανέναν πραγματικό, θέλει να κάνεις εικονικές βόλτες και όχι πραγματικές, θέλει να έχεις τα πάντα σε τεχνητή μορφή αλλά όχι σε πραγματική. Δηλαδή μπορείς να βρεις σαμπουάν με υπέροχο άρωμα ροδάκινο αλλά δε μπορείς να έχεις ένα κανονικό ροδάκινο χωρίς φυτοφάρμακα το οποίο να έχει μεγαλώσει μόνο του και να μυρίζει ωραία. Τέλος πάντων, είναι μεγάλη κουβέντα αυτή αλλά ελπίζω ότι ο κόσμος θα αρχίσει σιγά σιγά να αντιδράει. Τουλάχιστον οι νέοι άνθρωποι, γιατί όπου υπάρχει δράση υπάρχει και αντίδραση και σίγουρα υπάρχει πια μια αντίδραση. Κάτι πάει να γίνει, όπως φαντάζομαι είχε συμβεί και σε άλλες εποχές. Όπως συμβαίνει με την ιστορία, που λένε ότι είναι ένα σπιράλ, το οποίο επαναλαμβάνεται σε άλλο επίπεδο. Κάπου θα βγάλει όλο αυτό.

Music Corner: Πιστεύεις πως αυτό μπορεί να γίνει με ανώδυνο τρόπο;
Γιώργης Χριστοδούλου: Κοίταξε να δεις, όσο και να θέλουμε να λέμε ότι τα πράγματα μπορεί να γίνονται ανώδυνα δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό μπορεί να λειτουργήσει πάντα. Αν δεν κάνω λάθος ο Hermann Hesse λέει κάπου ότι μια κονσέρβα την ανοίγεις με ένα ανοιχτήρι και όχι με ένα τριαντάφυλλο. Νομίζω ότι  είναι ο Herman Hesse, δεν είμαι σίγουρος αλλά δεν έχει και σημασία γιατί ούτως ή άλλως είναι πολύ σοφό. Μερικές φορές τα πράγματα γίνονται με πόνο, δε γίνεται αλλιώς. Αλλά για να γυρίσω εκεί που ήμασταν θα σου πω ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Τα mall, που θέλουνε να κλειστούμε μέσα, δεν έχουν ούτε ένα παγκάκι, δε μπορείς να κάνεις ούτε ένα περίπατο. Είσαι σε ένα μικρό χώρο αναλογικά κλειδωμένος όπου πρέπει να τα κάνεις όλα εκεί μέσα. Πρέπει να φας, να διασκεδάσεις, να ψωνίσεις, Για ό,τι θες σου λένε «εδώ είμαστε». Και κάθε βήμα που πρέπει να κάνεις πρέπει και να πληρώσεις.

Music Corner: Είναι η πλήρης απαξίωση του δημόσιου χώρου, αφού ουσιαστικά ο δημόσιος χώρος δεν υπάρχει με αυτό τον τρόπο.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Ακριβώς. Εγώ γι’ αυτό λέω ότι αυτή τη στιγμή ό,τι πιο επίκαιρο είναι να «ξανακαταλάβουμε» και με την έννοια του «να κατανοήσουμε» και με την καλή έννοια της «κατάληψης», τους δημόσιους χώρους, για να φτιάξουμε κάτι για το κοινό καλό. Ειδικά στην Ελλάδα όπου μας ενδιαφέρει πιο πολύ το προσωπικό καλό τις τελευταίες δεκαετίες παρά το κοινό.

Music Corner: Εμένα η αίσθησή μου είναι ότι στην Ελλάδα οι δημόσιοι χώροι, τουλάχιστον όσο τους έχω ζήσει εγώ, δεν προσελκύουν τον κόσμο. Ουσιαστικά είμαστε απλά περαστικοί και αυτοί οι χώροι καθόλου φιλόξενοι.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Δυστυχώς και η Αθήνα δεν είναι μια πόλη που είναι φτιαγμένη για περπάτημα. Είναι μια πόλη που έχει τα καγκελάκια αυτά παντού. Σου απαγορεύει να κατέβεις από το πεζοδρόμιο, σου απαγορεύει να περπατήσεις πάνω στο πεζοδρόμιο… Όταν όλα είναι  παρκαρισμένα πάνω στο πεζοδρόμιο εσύ που θα πας; Δεν είναι μια πόλη για τους πεζούς και πολύ περισσότερο μία πόλη για ανθρώπους με ειδικές ανάγκες, για ανθρώπους ηλικιωμένους που χρειάζονται βοήθεια για να περπατήσουν και να κινηθούν. Η κίνηση του σώματος και του μυαλού είναι πολύ συνδεδεμένη πολλές φορές.

Music Corner: Εννοείς πως όταν εμποδίζεται η κίνηση του σώματος, εμποδίζεται παράλληλα και η κίνηση του μυαλού;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Αυτό δεν το ξέρω και δε μπορώ να πω γιατί υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι καθηλωμένοι και αυτό σε καμία περίπτωση δε συνεπάγεται κάτι τέτοιο. Σ’ ένα έργο στο οποίο είχα γράψει τη μουσική, στον «Όσκαρ», είχε μια ατάκα που αγαπώ πολύ και έλεγε «όταν δε μπορείς, όταν είσαι καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι, για να αποδείξεις ότι ζεις πρέπει να σκέφτεσαι». Και αυτό ακόμα κίνηση είναι… Αν στο απαγορέψουν το να προχωράς, το να είσαι ελεύθερος να κινείσαι στους δρόμους, είναι η αρχή του περιορισμού. Εγώ με μεγάλη χαρά διάβασα τώρα ότι θα πεζοδρομηθούν κάποιοι δρόμοι στο κέντρο της Αθήνας, έπρεπε να έχει γίνει δεκαετίες πριν. Σε όλες τις πολιτισμένες ευρωπαϊκές πόλεις όλο το κέντρο είναι πεζοδρομημένο.

Music Corner: Για να γυρίσουμε λίγο στο δίσκο, είδα ότι έχεις κάνει μια επιλογή τραγουδιών που ίσως να μπορέσει να βοηθήσει τον κάθε ακροατή να ταξιδέψει και αυτός μέσα από αυτά. Δηλαδή υπάρχει το τραγούδι “Tous les Mardis” που σε μεταφέρει στο Παρίσι, είναι το “Barcelona” και το “Carrer Joaquin Costa” που σε ταξιδεύουν σε γειτονιές της Βαρκελώνης… Ουσιαστικά με αυτόν τον τρόπο γίνεται και αυτός που τα ακούει ένας μικρός “flâneur” μόνο με το μυαλό του;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Αυτή ήταν και η πρόθεσή μου ακριβώς, να μπορεί ο άλλος ακούγοντας το δίσκο να βγαίνει από το σπίτι του χωρίς να χρειάζεται να βγει. Είναι ένα από τα ωραία πράγματα που μπορεί να κάνει η μουσική. Και όταν βγαίνεις και το έχεις είτε στο i-pod, είτε στο αυτοκίνητο, είτε στο μυαλό σου και το σιγοτραγουδάς, να σε συντροφεύει ευχάριστα. Να σε κάνει να θέλεις να πας και παρακάτω. Γι’ αυτό έχω βάλει και ηχητικά τοπία, έχει ήχους απ’ τα café της Βαρκελώνης, έχει ήχους από τους δρόμους της… Προσπάθησα όσο μπορούσα να δώσω αυτή την αίσθηση. Είναι ένας mid-tempo δίσκος, δηλαδή ούτε πολύ χαλαρών ρυθμών ούτε πολύ υψηλών. Έχει το ρυθμό ενός διαβάτη, ενός ανθρώπου που περπατάει σε μια μέση ταχύτητα. Όχι την ώρα που τρέχει ούτε την ώρα που κάθεται. Την ώρα που περπατάει. Λένε ότι το περπάτημά μας συνήθως, όταν περπατάμε χαλαροί, συμβαδίζει με τους ρυθμούς της καρδιάς…

Music Corner: Θα ήθελα να σε ρωτήσω πως επέλεξες να κυκλοφορήσεις έναν δίσκο με τραγούδια στα ισπανικά και τα γαλλικά. Όταν μιλάμε για ξενόγλωσσο δίσκο στην ελληνική δισκογραφία, η συνήθης επιλογή είναι αγγλόφωνος.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Ναι, θα σου πω το εξής. Επειδή μιλάω καλά ισπανικά, συνεννοούμαι σε αυτή τη γλώσσα, τη ζω καθημερινά, μπορώ να κάνω χιούμορ και να σκεφτώ σ’ αυτή, πήγε αυτομάτως προς τα ‘κει. Όλα τα τραγούδια και όλη η έκφρασή μου αν θέλεις για κάποια χρόνια πήγε προς τα ‘κει και αυτομάτως βγήκαν αυτά τα τραγούδια. Μετά προέκυψε  η ιδέα του. Θέλω να πω ότι δεν θα έκανα μια δουλειά στα αγγλικά που είναι μια γλώσσα την οποία την ξέρω, τη μιλάω αλλά δεν είναι μες την καθημερινότητά μου. Δεν θα έκανα μια δουλειά, εννοώ με δικά μου τραγούδια, σε μία γλώσσα που δεν την κατέχω και δε μπορώ να σκεφτώ και να κάνω χιούμορ σ’ αυτήν. Σε μια γλώσσα που δεν είναι στην καθημερινότητά μου να τη μιλάω με τους φίλους μου.    

Music Corner: Τα τρία τελευταία χρόνια ζεις ανάμεσα στην Αθήνα και τη Βαρκελώνη. Κατ’ αρχήν αυτό που θέλω να ρωτήσω είναι πως αποφάσισες ξαφνικά να πας στη Βαρκελώνη; Όταν εδώ είχες ήδη μια σημαντική καριέρα με δισκογραφικές δουλειές, αξιόλογες συνεργασίες κλπ…
Γιώργης Χριστοδούλου:
Ήταν εντελώς τυχαίο αυτό. Ξεκίνησε σαν παιχνίδι το να μάθω μια δεύτερη ξένη γλώσσα καλά. Πωρώθηκα, που λένε. Και μετά έκανα το πρώτο ταξίδι και ερωτεύτηκα την πόλη.

Music Corner: Πως είναι να μοιράζεις τη ζωή σου ανάμεσα σε δύο πόλεις;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Έχει και τα συν και τα πλην. Είναι πολύ ευχάριστο, γιατί έχεις φίλους και εδώ και εκεί. Γνωρίζεις μια άλλη γλώσσα και ένα λαό, γιατί όταν μαθαίνεις καλά μια γλώσσα μαθαίνεις και τον τρόπο που σκέφτεται ένας λαός, μαθαίνεις την κουλτούρα του. Αυτό για έναν άνθρωπο που τον ενδιαφέρει να μαθαίνει πράγματα και να ανοίγει λίγο το μυαλό του είναι ό,τι καλύτερο. Αρχίζεις και βλέπεις διαφορετικές συμπεριφορές, συγκρίνεις, μαθαίνεις… Αυτό σε πάει παραπέρα, σε κάνει καλύτερο ως άνθρωπο. Ένα άλλο “συν” είναι ότι το ‘χεις “δίπορτο”! Όποτε σκας ξέρεις ότι έχεις ένα σπίτι κάπου αλλού να σε περιμένει, σε μια άλλη χώρα που τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Δεν είναι ότι θα σηκωθώ να φύγω από την Αθήνα και να πάω στη Θεσσαλονίκη, που επίσης είναι μεγάλη αλλαγή. Η νοοτροπία των ανθρώπων είναι τελείως διαφορετική εκεί. Η συγκεκριμένη πόλη είναι πανέμορφη και πιο ανθρώπινη αν θέλεις και πολύ πιο μικρή από την Αθήνα που σημαίνει αυτομάτως ότι είναι πιο ζεστή. Τώρα από ‘κει και πέρα και τα μείον είναι ότι μπορεί αυτό το πράγμα να σε κουράσει. Ότι μπορεί να νοσταλγήσεις είτε τη μια είτε την άλλη πλευρά. Ότι πολλές φορές είσαι μαθημένος σε κάποια πράγματα και σου φαίνεται περίεργο όταν λειτουργούν διαφορετικά. Έχει πολλά συν και πλην. Εγώ κρατάω τα συν. Γιατί έτσι κι αλλιώς δεν είμαι άνθρωπος που δένομαι με τους χώρους. Δηλαδή δεν είμαι άνθρωπος που δένομαι με το σπίτι μου και αν δεν είμαι σε αυτό το σπίτι δε μπορώ να λειτουργήσω. Έχω μάθει από μικρός να προσαρμόζομαι. Και ειδικά σε μια πόλη που μου αρέσει και την αγαπώ, γιατί όχι. Προσαρμόζομαι πια πολύ γρήγορα.

Music Corner: Οπότε αν κατάλαβα καλά υποστηρίζεις το «Όπου γης και πατρίς»;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Δεν θα το έλεγα έτσι ακριβώς. Είναι ένας στίχος στο πρώτο κομμάτι του δίσκου που λέει «είμαι ελαφρύς από αποσκευές». Αυτό νιώθω και αυτό ένιωθα πάντα σε όλη μου τη ζωή. Δε δένομαι τόσο πολύ με τα πράγματα. Δένομαι με ανθρώπους αλλά όχι τόσο πολύ με την ύλη. Δεν είμαι τόσο δέσμιος της ύλης ώστε να πω «Θέλω ένα σπίτι εδώ και τίποτα άλλο».

Music Corner: Αυτό εν τέλει σε απελευθερώνει;
Γιώργης Χριστοδούλου: Σαφώς! Είναι ένα βάρος το οποίο μαθαίνεις από νωρίς να το πετάς. Μαθαίνεις να είσαι πιο μεταβλητός.

Music Corner: Θα ήθελα να μου μιλήσεις για τις συνεργασίες που είχες σε αυτόν το δίσκο μιας και συνέπραξες με μουσικούς από πολλές γωνιές του κόσμου.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Είναι δύο από την Ισπανία, ένας από τη Μαγιόρκα και ένας από τη Μαδρίτη, μία από τη Γαλλία και μία από το Bristol, μία τραγουδίστρια ενός πολύ σπουδαίου συγκροτήματος με την οποία έχουμε κάνει ένα ντουέτο.

Music Corner: Θα ήθελα να μου μιλήσεις και για το video clip του ομώνυμου κομματιού “flâneur*που είναι και το πρώτο που έχει γυριστεί για αυτό το δίσκο. Μου έδωσε την αίσθηση μιας Αθήνας παλιότερης εποχής.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Είναι γυρισμένο στον Εθνικό Κήπο αλλά η πρόθεσή μας ήταν να μη φαίνεται σε ποιον τόπο έχει γυριστεί. Θα έλεγα ότι είναι λίγο άχρονο από την άποψη ότι δεν προσδιορίζει μια συγκεκριμένη εποχή. Τα στιχάκια λένε πράγματα του ύφους «γιατί να κρατάς πράγματα όταν πρέπει να ξεχνάς γιατί εγώ προτιμάω να τραβάω μπροστά / γιατί να πρέπει να πηγαίνεις πάνω κάτω  όταν δεν ξέρεις που πας, εγώ προτιμάω να κάθομαι σ’ ένα παγκάκι». Είναι αυτά που λέγαμε πριν, τρέχουμε πάνω κάτω χωρίς να ξέρουμε ουσιαστικά που πάμε και γιατί τρέχουμε. Για να μας περισσέψει χρόνος, ένας χρόνος τον οποίο να τον κάνεις τι; Είναι αυτό που λέει ο Μικρός Πρίγκιπας όταν του λένε «Πάρε αυτό το χαπάκι για να μη διψάς. Θα κερδίσεις το χρόνο να πας μέχρι την πηγή και θα σου φύγει η δίψα» και απαντάει «Άμα είχα αυτό το χρόνο θα πήγαινα αργά αργά περπατώντας μέχρι την πηγή». Είναι ανάλογα το πώς το βλέπει κανείς αλλά απ’ την άλλη είναι και ένας πολύ ύπουλος τρόπος του συστήματος να σου ελέγχει αυτό το χρόνο. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο ακριβό από το χρόνο και την εργατοώρα. Μπορεί να φαίνονται τζάμπα αλλά δεν είναι, με κάποιον τρόπο το πληρώνεις.

Music Corner: Θα ήθελα να πάμε αρκετά πίσω και να μου πεις πως ξεκίνησε η σχέση σου με τη μουσική και ποια ήταν τα μουσικά σου ακούσματα.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Τα πρώτα κομμάτια που έμαθα ήταν από τη γιαγιά μου και ήταν παλιά κομμάτια της Αθήνας. Αττίκ, «Την είδα την ξανθούλα» του Διονύσιου Σολωμού… αυτά μου τραγουδούσε. Επίσης έπαιρνε κασέτες και τις ηχογραφούσε λέγοντάς μου παραμύθια στα οποία τραγουδούσε a capella η ίδια και μου έφτιαχνε κλασσικά έργα π.χ. του Tchaikovsky και του Bizet σε τραγουδιστές ιστορίες! Και εγώ τις άκουγα αυτές τις κασέτες για να κοιμάμαι το βράδυ. Είχε απίστευτη μουσική παιδεία, μπορεί να ήταν συνταγματολόγος η δουλειά της, είχε όμως πτυχίο πιάνου, πτυχίο βιολιού… Έτσι μεγάλωσα, με τους κλασσικούς «διασκευασμένους» από τη γιαγιά μου. Αυτά με έκαναν να αγαπήσω και τη λογοτεχνία και τη μουσική και τη ζωγραφική…

Music Corner: Πως αποφάσισες να ασχοληθείς με τη μουσική επαγγελματικά;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Έγινε τελείως φυσικά. Δε θυμάμαι ακριβώς πως το αποφάσισα, δεν υπήρχε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή που είπα «θα κάνω αυτό». Μπορεί να ακούγεται λίγο cliché αλλά ήταν σαν να ήξερα εκ των προτέρων ότι θα γίνει.

Music Corner: Παράλληλα είχες παρακολουθήσει και μαθήματα σε δραματική σχολή;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Βεβαίως, κυρίως για να με βοηθήσουν στη μουσική. Έχω κάνει πιο σοβαρές μελέτες στις τέχνες που είναι γύρω από τη μουσική παρά στην ίδια τη μουσική. Γι’ αυτό που ήθελα να κάνω εγώ, δηλαδή να είμαι ερμηνευτής και να γράφω δικά μου τραγούδια, επειδή δεν υπάρχει σχολή που να στο μαθαίνει αυτό, πίστεψα από την αρχή ότι είναι πιο σημαντικό να έχω μια επαφή με τις τέχνες πιο σφαιρική και δεν το μετάνιωσα καθόλου γιατί ήταν αυτό ακριβώς το κομμάτι που με βοήθησε να έρθω πιο κοντά και στη ουσία της τέχνης που ήθελα πραγματικά να κάνω. Πολύς κόσμος μου λέει «Τι κάνετε εσείς οι τραγουδιστές; Παίρνετε ένα μικρόφωνο, ανοίγετε το στόμα σας και τραγουδάτε». Είναι πάρα πολλή δουλειά. Σαν ένα ράφτη που ράβει ένα κοστούμι τόσο καλοραμμένο που δε φαίνονται οι ραφές. Είναι οι γλώσσες που «πρέπει» να τις μάθεις αν σε ενδιαφέρει πάντα να τραγουδήσεις σε άλλες γλώσσες, είναι τα ρεύματα της αισθητικής… Πρέπει να έχεις μια γενικότερη αντίληψη του τι γίνεται εάν θέλεις να ερμηνεύσεις. Πιστεύω ότι είμαστε σε μια εποχή όπου τα πράγματα είναι πιο εγκεφαλικά και πλέον δεν υπάρχουν ακριβώς έννοιες όπως «λαϊκός τραγουδιστής» με την έννοια του λαϊκού ανθρώπου. Χρειάζεσαι μια μεγαλύτερη καλλιέργεια. Αυτή είναι η άποψη μου για τις εποχές που ζούμε. Κάποτε ενδεχομένως για να είσαι μεγάλος τραγουδιστής και σε συγκεκριμένα είδη αρκούσε να έχεις ένα λαϊκό αίσθημα όπως είχε η Μοσχολιού και ο Μπιθικώτσης. Για εμάς δεν ισχύει αυτό. Είναι εντελώς διαφορετική η εποχή, το ύφος, το είδος της μουσικής που κάνουμε απαιτεί άλλα πράγματα. Και αν θες και η ανάγκη της εποχής μας το επιβάλλει με έναν τρόπο. Όπως δε νοείται δημοσιογράφος που να μην ξέρει καλά ελληνικά έτσι δε νοείται τραγουδιστής – ερμηνευτής που να μην τον ενδιαφέρει πρώτα απ’ όλα η γλώσσα, οποιαδήποτε γλώσσα που θα τραγουδήσει. Ειδικά στην Ελλάδα μ’ αυτή την υπέροχη γλώσσα που έχουμε και που όλα γεννιούνται από το ελληνικό αλφάβητο. Εγώ θα συμβούλευα κάποιον να είναι σαν το σφουγγάρι. Θέλει χρόνο, θέλει υπομονή, επιμονή, θέλει πολλά. Και εγώ μαθαίνω συνέχεια. Για να έχεις μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία και έναν ενδιαφέροντα λόγο πρέπει να είσαι ενδιαφέρον άνθρωπος. Για να είσαι ενδιαφέρον άνθρωπος πρέπει να ενδιαφέρεσαι για τα πράγματα. Δεν γίνεται να είσαι αδιάφορος, αυτά είναι αλυσίδα…

Music Corner: Είχες αυτές τις απόψεις από το ξεκίνημά σου στα μουσικά δρώμενα ή έχει αλλάξει ο τρόπος σκέψης σου με την πάροδο των χρόνων;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Σαφώς και υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι με επηρέασαν. Και ήμουν πολύ τυχερός που βρέθηκαν στο δρόμο μου πέντε – δέκα άνθρωποι και φίλοι, πνευματικοί άνθρωποι, τους οποίους ξεχωρίζω και πάντα τους θεωρώ «νονούς» μου. Πολύ σημαντική παρουσία για μένα είναι η Αρλέτα. Είναι ο μέντοράς μου. Ένας καινούριος μου φίλος, με τον οποίο βρισκόμαστε και συζητάμε και εκτιμώ πολύ την άποψή του είναι ο σκηνοθέτης Βασίλης Παπαβασιλείου. Τους έχω ανάγκη αυτούς τους ανθρώπους, είναι οι δάσκαλοι και οι σύμμαχοί μου.

Music Corner: Είναι πολύ ωραίο να έχεις δίπλα σου και να νιώθεις δικούς σου, ανθρώπους που έχουν διαπρέψει ο καθένας στο χώρο του.
Γιώργης Χριστοδούλου: Δεν είναι μόνο γι’ αυτό. Είναι για το μυαλό τους περισσότερο. Για τις απόψεις τους και τον τρόπο που σκέφτονται.

Music Corner: Παρατήρησα ότι χρησιμοποίησες το διαδίκτυο όσον αφορά την προώθηση του “flâneur*. Είχες δημιουργήσει ένα blog όπου ανέβαζες σκέψεις σου και νέα για το δίσκο, υπάρχει το επίσημο κανάλι στο YouTube… Ποια είναι η σχέση σου με το internet στην καθημερινότητά σου και τη δουλειά σου;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Για ανθρώπους που δεν είναι σε μεγάλες εταιρείες πάντα υπάρχει το θέμα του πως θα ενημερώσεις τον κόσμο που θέλει να έρθει να σε ακούσει για το που παίζεις κάθε φορά. Χαίρομαι γιατί το internet δίνει τη δυνατότητα να σε βρίσκουν πολύ πιο εύκολα από το να ανοίγουν κάθε βδομάδα εφημερίδα και να σε ψάχνουν. Σου παρέχει αυτή την αμεσότητα. Αυτό είναι πολύ ευχάριστο και γι’ αυτό το χρησιμοποιώ. Στην Ελλάδα έχει πολύ δρόμο ακόμα βεβαίως, μιας και όλα έρχονται με καθυστέρηση δέκα ετών απ’ έξω. Έχει και τα καλά του και τα κακά του. Είναι σα μια θάλασσα, είναι πολύ ευχάριστο αλλά κρύβει και πολλούς κινδύνους αν δεν προσέξεις.

Music Corner: Θα ήθελα να μου πεις για τη συμμετοχή στο Retropolis, στο Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Μου πρότειναν κατ’ αρχήν ένα τραγούδι του Αττίκ το “Ζητάτε να σας πω», και αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο για να πω το ναι. Μπήκαμε με τα παιδιά στο studio και το μετατρέψαμε σε μια jazz μπαλάντα.

Music Corner: Φέτος έκανες κάποιες εμφανίσεις στο «Γιασεμί» και το «Le Chandelier». Για ποιο λόγο επέλεξες αυτούς τους μικρούς χώρους τύπου bistro και όχι κάποια άλλη μουσική σκηνή;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Νιώθω πως μου ταιριάζουν πιο πολύ αυτοί οι χώροι. Ταιριάζουν πολύ στο ύφος του δίσκου, είναι αν θέλεις ανοιξιάτικοι ή φθινοπωρινοί χώροι. Έχουν κάτι από αυτή την ώρα την ωραία, που είναι τα χρώματα πιο απαλά, το φως πιο απαλό, λίγο πριν δύσει ο ήλιος. Είναι σαν τη μουσική αυτού του δίσκου. Και εγώ το ψάχνω αυτό, θέλω ο χώρος να αποπνέει αυτή την αίσθηση ώστε να μπορέσω να νιώσω καλά εγώ κι ο κόσμος και να τους παίξω τα κομμάτια αυτά. Προτιμώ να μην είναι μια μουσική σκηνή που να έχει φώτα και ήχο άψογο, αλλά να είναι κάτι πιο προσωπικό και να λειτουργήσει πιο καλά σε σχέση με τους ανθρώπους που θα μπούνε μέσα και για σένα που θα τους παρουσιάσεις κάποια κομμάτια. Θέλω ο άλλος να έχει την αίσθηση του οικείου.

Music Corner: Οι εμφανίσεις σου που θα συνεχιστούν;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Θα εμφανιστώ στο Bliss στις 27 Μαΐου, Και μετά έχω μια μεγάλη συναυλία στα πλαίσια του Blender Festival που θα γίνει στο αίθριο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, Σάββατο 18 Ιουνίου. Εκεί θα είμαστε κανονικά με ήχο και φώτα όπως απαιτεί μια μεγάλη καλοκαιρινή συναυλία.

Music Corner: Πως βλέπεις την κατάσταση στην ελληνική δισκογραφία;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Ποια δισκογραφία; Υπάρχει δισκογραφία πια; Δεν υπάρχει ούτε δισκογραφία ούτε μουσική βιομηχανία οργανωμένη όπως την ξέραμε. Και πιστεύω ότι είναι για πολύ καλό.

Music Corner: Θεωρείς λοιπόν πως θα προκύψουν καλά πράγματα από την οικονομική κρίση που χτύπησε και αυτό το κλάδο;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Υπήρχαν άνθρωποι που βρίσκονταν σε αυτό το χώρο και δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ήταν μουσικόφιλοι. Το τελευταίο πράγμα που τους ένοιαζε ήταν να φτιάξουν καλούς δίσκους και να προσφέρουν καλές μουσικές. Ο κόσμος παραπονιόταν, εδώ και δέκα χρόνια διάβαζα, άκουγα φίλους να λένε «Εμείς αγοράζουμε δίσκους, γιατί να αγοράσουμε ένα δίσκο με 2 τραγούδια και 8 παραγεμίσματα;». Αυτό το πράγμα δεν οφείλεται τόσο πολύ στους καλλιτέχνες. Οφείλεται από την άποψη ότι δεν πρόβαλλαν αντίσταση σε αυτό, υπήρχαν όμως άνθρωποι που τους τριβέλιζαν τα μυαλά και προσπαθούσαν να τους πείσουν πως αυτό που θα κάνουν είναι καλό, αυτό πρέπει να γίνει έτσι και όταν ο καλλιτέχνης δεν είχε επιτυχία του ‘κλειναν την πόρτα και συνέχιζαν να στρογγυλοκάθονται στην καρέκλα που τους είχε δοθεί. Δε φταίει μόνο ο καλλιτέχνης, αυτό σημαίνει πως κάτι δεν έκανες και εσύ σωστά. Ξέρω πολλούς ανθρώπους που άλλαξαν δουλειά, μιας και τους ενδιαφέρουν μόνο τα χρήματα. Κάποτε που υπήρχαν χρήματα ασχολιόντουσαν με αυτό, τώρα που δεν υπάρχουν ασχολούνται με κάτι άλλο. Ας ασχοληθούν άνθρωποι με αγάπη για τη μουσική και όχι αγάπη για τα χρήματα. Να δούμε τι θα βγει. Νομίζω ότι ήταν καιρός και κακώς δεν είχε γίνει τόσο καιρό. Γίνεται με λίγο βίαιο τρόπο και παίρνει πολλούς η μπάλα αλλά είπαμε και πριν, τίποτα δε γίνεται ανώδυνα.

Music Corner: Θα ήθελα να μου πεις κάποιον καλλιτέχνη που εκτιμάς και θα ήθελες να συνεργαστείς.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Μ’ αρέσουν πάρα πολύ κάποια groups ελληνικά που έχουν βγει και με τους οποίους είμαι σχεδόν βέβαιος ότι κάποια στιγμή θα συνεργαστούμε. Δεν είναι πολύ γνωστά αλλά κάνουν εξαιρετική δουλειά. Είναι οι Le Page, η Τερψιχόρη με τον Αντώνη, είναι οι Your Ηand Ιn Μine από τη Θεσσαλονίκη που κάνουν καταπληκτικές μουσικές. Δηλώνω γοητευμένος από τη μουσική τους. Θα ήθελα
πολύ να συνεργαστώ με αυτά τα παιδιά. Ξέρεις και με τις συνεργασίες υπάρχει ένα θέμα. Μας λιβανίζανε οι άνθρωποι που δεν αγαπούσαν τόσο τη μουσική με το ότι «πρέπει να συνεργαστείς με αυτόν γιατί θα σου κάνει καλό, θα ακουστείς στο κοινό του». Ποτέ δεν προσπάθησαν να πουν στα νέα παιδιά «ψάξτε να βρείτε συνεργάτες που σας πάνε, που σας αρέσει ο ήχος τους». Μας μάθανε να κυνηγάμε τους «ισχυρούς». Αυτό είναι μια νοοτροπία της γενιάς των γονιών μου και δεν είναι στη μουσική, είναι παντού. Θέλω να πω ότι ακόμα και τώρα ακούω ανθρώπους να λένε ότι «Εγώ θα γράψω το παιδί μου στο Αμερικάνικο Κολλέγιο για να φτιάξει από τώρα έναν ιστό και να έχει συμμαθητές που αργότερα στη ζωή τους θα είναι ισχυροί». Δεν υπάρχει πιο ευνουχιστικό πράγμα για έναν άνθρωπο, να προσπαθείς να τον βάλεις στη διαδικασία των δημοσίων σχέσεων από τα πέντε του. Αυτό το πράγμα με εξοργίζει. Γι’ αυτό σου λέω δε με αφορά τόσο πολύ να συνεργάζομαι με κάποιον «γνωστό». Με ενδιαφέρει να υπάρχει κοινό μουσικό όραμα. Ανήκουμε στη γενιά που μας ‘μαθαν οι γονείς μας να μην ενδιαφερόμαστε για το κοινό καλό αλλά να ενδιαφερόμαστε για το πώς θα πλασαριστούμε και θα έρθουμε κοντά σε ανθρώπους ισχυρούς. Καθόμασταν στην ουρά και έλεγε η μαμά, και λέει ακόμα δηλαδή η σύγχρονη Ελληνίδα, «Πρόσεξε θα σου φάει τη σειρά το άλλο το παιδάκι». Είναι πολύ λυπηρό όλο αυτό. Είναι καιρός να αρχίσουν τα πράγματα ν’ αλλάζουν και πρέπει να μιλάμε ανοιχτά γι’ αυτό. Μπορεί να είμαι γραφικός που τα λέω αλλά όσες πιο πολλές φορές τα πούμε τόσο πιο πολλές φορές θα ξανασκεφτούμε μήπως υπάρχει κάποια άλλη λύση για να κάνουμε αυτό που θέλουμε στη ζωή μας και να είμαστε ευτυχισμένοι. Δε μπορεί να είναι η μόνη λύση να μπεις στο πανεπιστήμιο και να αποκτήσεις ένα σωρό χαρτιά που επί της ουσίας δε θα σου προσφέρουν καμία καλλιέργεια και κανέναν πολιτισμό. Και δεν εννοώ τη μουσική και το θέατρο, πολιτισμός είναι να μην πετάς τα σκουπίδια κάτω και να τα πετάς στο καλάθι του δήμου. Μας μάθανε ότι η ευτυχία είναι μια θέση στο δημόσιο. Τώρα όλο αυτό καταρρέει. Υπάρχει πάντα κι άλλος τρόπος.

Music Corner: Να επιστρέψουμε για άλλη μια φορά στο δίσκο, ο οποίος δεν θα κυκλοφορήσει μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε Ισπανία και Αργεντινή.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Ναι και θα βγει και ένα single στη Γαλλία. Μέσα από την ισπανική εταιρεία προέκυψε και η Αργεντινή. Δεν έχω πάει ποτέ και περιμένω πως και πως το φθινόπωρο να πάω και να κάνουμε δουλειά εκεί!

Music Corner: Οπότε να υποθέσουμε πως αυτό θα είναι το επόμενο μέρος που θα επισκεφτείς;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Μετά τη Βαρκελώνη θα πάω Γαλλία το οποίο προέκυψε λίγο απρόοπτα αλλά θα είναι πολύ όμορφα. Και το επόμενο θα είναι η Αργεντινή και η Χιλή.

Music Corner: Έχουν μια πολύ ενδιαφέρουσα κουλτούρα αυτές οι χώρες.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Θα σου πω από κοντά το χειμώνα που θα έχω γυρίσει! Αλλά ναι, μου λένε ότι το Buenos Aires είναι το Παρίσι της Λατινικής Αμερικής. Φυσικά δε θα πάρω τους μουσικούς μου από εδώ. Στην Βαρκελώνη έχω άλλο group, στo Buenos Aires τώρα το ψάχνω…

Music Corner: Οπότε θα ζήσεις τη μουσική κάθε τόπου από μέσα;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Αυτό έχει νόημα και μεγαλύτερη αξία.

Music Corner: Υπάρχει κάποιο άλλο μελλοντικό σχέδιο στο μυαλό σου;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Νομίζω ότι έχει έρθει ο καιρός, να φτιάξω κάποια στιγμή μια δουλειά με τραγούδια της παλιάς Αθήνας, απ’ αυτά που μου τραγούδαγε η γιαγιά μου. Και να της αφιερώσω αυτό το δίσκο. Έχει μια ομορφιά αυτή η πόλη και είναι στο χέρι μας να ψάξουμε να την ανακαλύψουμε…

Music Corner: Εσύ σαν “flâneur” , ποια διαδρομή θα πρότεινες μέσα στην Αθήνα;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Η καλύτερη διαδρομή ενός flâneur είναι αυτή που δεν έχει προορισμό…

Music Corner: Σε ευχαριστούμε πολύ.
Γιώργης Χριστοδούλου:
Κι εγώ!

 

——————-

*** Ευχαριστούμε το “six dogs” για τη φιλοξενία (Αβραμιώτου 6-8, Μοναστηράκι – 210.3210510)…
***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here