Γράφει o Σοφιανός Καβακόπουλος
www.musiccorner.gr
Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

Ένα παραμύθι για μεγάλα παιδιά…

Μια φορά και έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα, ζούσε ένας παραμυθάς. Αυτός ο παραμυθάς γύριζε τις γειτονιές και έλεγε τις ιστορίες του, με συνοδεία μουσικής. Οι μουσικές του ήταν περίεργες και μαγικές. Αυτό που τις έκανε διαφορετικές ήταν ότι δημιουργούσαν εικόνες στις Ιστορίες του. Έτσι έβγαζε το ψωμί του και τάιζε την οικογένεια του.

Μια μέρα τον πλησίασε κάποιος και του λέει, «Φίλε μου, τέτοιες ιστορίες τις λέμε και στην δική μου γειτονιά. Έλα εκεί και θα τις ακούει περισσότερος κόσμος. Θα βρεις καινούριες ιστορίες, και όλοι όσοι είμαστε εκεί είμαστε αγαπημένοι μεταξύ μας».

Πείστηκε λοιπόν ο παραμυθάς μας, και ξεκίνησε για την καινούρια του γειτονιά, λέγοντας στην οικογένεια του ότι θα έχουν τα ίδια και ίσως λίγα περισσότερα για να ζουν άνετα. Εκεί στην νέα του γειτονιά τον περίμεναν με ανοιχτές αγκαλιές. Αυτός πάντα ρομαντικός, ακόμη και αυτούς που κοίταζαν από την γωνία στραβά, τους χαμογέλασε και προσπάθησε να τους κερδίσει.

Έκανε τα πάντα για να κάνει γνωστή την καινούρια τους γειτονιά.

Όπως κάθε γειτονιά έτσι και αυτή είχε τον χαζό της που όλοι τον περιγελούσαν και τον κορόιδευαν… Τον είχαν ορίσει «αρχηγό» και αυτός χαιρόταν που τον φώναζαν «Αρχηγέ μου». Η γυναίκα του και αυτή έβγαινε έξω με τον αέρα της γυναίκας του Αρχηγού, και πάντα απαιτούσε να είναι πρώτη στην σειρά! Την άφηναν όλοι γιατί την έκαναν χάζι και γελούσαν. Το ζευγάρι ζούσε σε έναν δικό του κόσμο, μέσα στην όμορφη τρέλα τους, χωρίς να καταλαβαίνουν τίποτα από τον περίγυρο.

Ο Χαζός του χωριού λοιπόν δεν είδε με καλό μάτι τον νεοφερμένο, και άρχισε να μην του μιλάει. Όσο και αν προσπαθούσε ο παραμυθάς να τον κάνει να πλησιάσει, ο χαζός έφευγε, έτρεχε, σαν να  φοβόταν. Τι φοβόταν, κανείς δεν ξέρει. Κανείς δεν έμαθε ποτέ. Πέταγε μια βλακεία και έτρεχε.

Ο καιρός περνούσε και εκτός από το ότι δεν μιλούσε ο Χαζός στον Παραμυθά, άρχισε να του δημιουργεί και προβλήματα. Τσάμπα ο παραμυθάς προσπαθούσε να τον σταματήσει. Όλο αυτό είχε αντίκτυπο στα παραμύθια του.  Δεν ήταν όπως παλιά αλλά, και όταν ήταν καλά, ο χαζός εμφανιζόταν και χάλαγε με φασαρία τον κόσμο.

Έτσι άρχισαν και τα προβλήματα στο σπίτι του, αλλά ο Παραμυθάς είχε δώσει την υπόσχεσή του να μείνει στην καινούρια γειτονιά. Μέχρι που μια μέρα ο Χαζός του λέει ψέματα ότι δεν μπορεί να πει παραμύθι, γιατί είναι μέρα γιορτής.

Και έτσι συνέχισε και του έλεγε ή του άφηνε σημειώματα για αρκετό διάστημα. Μέχρι που μια μέρα έμαθε από έναν περαστικό ότι όλο αυτό τον καιρό έλεγαν ιστορίες στη γειτονιά όλοι, εκτός από αυτόν.

Στεναχωρημένος για τους κοντινούς του ανθρώπους, αφού κατάλαβε ότι αλήθεια δεν υπήρχε σε αυτή την γειτονιά …έφυγε. Αναζήτησε καιρό καινούρια γειτονιά για να λέει τις ιστορίες του. Γυρνούσε παντού μέχρι που βρέθηκε στην γειτονιά κοντά στο παλάτι. Εκεί όπως καθόταν, ήρθαν φίλοι του παραμυθάδες και όλοι μαζί έπαιζαν μουσικές και έλεγαν ο καθένας την δική του ιστορία. Ο Παραμυθάς άρχισε να χαμογελάει και πάλι, και οι ιστορίες του έγιναν όπως παλιά. Όμορφες, χαλαρές και γεμάτες συναισθήματα. Good Feelings, Bad Feelings…

Όμως δεν άργησε η μέρα να αρχίσουν και εκεί να διεκδικούν το ποιος θα είναι λίγο πιο ψηλά από τον άλλον. Δεν ανέχονταν οι άνθρωποι να είναι όλοι ίσοι. Οι παραμυθάδες που ήταν παλιότεροι, κάθονταν στην άκρη. Οι νέοι παραμυθάδες έψαχναν την ευκαιρία να πιάσουν τον ψηλότερο βράχο για τις ιστορίες τους. Οι μέτριοι παραμυθάδες καταλάμβαναν τον ψηλότερο βράχο και απαιτούσαν από τους άλλους να τους υπηρετούν.

Ο Παραμυθάς είχε πρόβλημα ξανά, γιατί δεν του άρεσε όλο αυτό. Το μόνο που ήθελε είναι να είναι αγαπημένοι όλοι μεταξύ τους. Όλοι ίσοι, να συζητούν, να καλυτερεύουν. Το πρόβλημα όμως δεν ήταν των άλλων. Ήταν δικό του και μόνο. Αυτά που ήθελε …γίνονταν μόνο στα παραμύθια!

Έτσι λοιπόν κατέβηκε μακριά στην θάλασσα και εκεί συνοδεία πάντα της αγαπημένης του μουσικής, άρχισε να λέει άλλα παραμύθια. Παραμύθια με πόνο και στεναχώρια που στην αρχή καταλάβαινε μόνο αυτός.

Στην παλιά γειτονιά ο Χαζός συνέχιζε τα δικά του. Συνέχιζε να νομίζει ότι είναι μοναδικός, αλλά δυστυχώς γι’ αυτόν η γειτονιά σε λίγο καιρό ερήμωσε γιατί ο κόσμος άρχισε να πηγαίνει σε άλλα μέρη για να βρει δουλειά, και έμεινε μόνος του με την γυναίκα του στο σπίτι, χωρίς δουλειά, χωρίς κανέναν…

Στην άλλη την γειτονιά ακόμη τσακώνονταν ποιος θα κάθεται στον ψηλότερο βράχο. Τον βράχο που νόμιζαν σαν θρόνο. Έναν θρόνο στην πραγματικότητα ανύπαρκτο.

Τώρα στο τέλος δεν μπορεί κανείς να πει ότι έζησαν όλοι καλά και εμείς καλύτερα, αλλά που και που φτάνουν ιστορίες για τον Παραμυθά ότι έρχονται με βάρκες και τον ακούν και οι μουσικές είναι περισσότερες, και ο κόσμος στενοχωριέται αλλά χαίρεται κιόλας… Μέχρι σήμερα κανείς δεν έμαθε πού είναι η καινούρια γειτονιά του Παραμυθά, αλλά μια μέρα ίσως όλοι μάθουν…

Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις είναι απολύτως φυσιολογική και πραγματική. Παραμυθάδες και Χαζοί πολλοί. Χαζοί περισσότεροι…

Και αν είσαι ένας από τους Χαζούς και παρεξηγηθείς, πολύ εύκολα σε περιμένω να έρθεις να σου δώσω και εσένα το δωράκι σου. Αν από την άλλη είσαι ένας από τους πολλούς Παραμυθάδες ή έστω κάποιος που του αρέσουν οι ιστορίες, σίγουρα κατάλαβες το παραμύθι, αλλά και πολύ πιθανό να ξέρεις τον Παραμυθά.

Θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες και να ξοδεύαμε τόνους μελάνι γράφοντας για την ανθρώπινη ηλιθιότητα. Θα μπορούσαμε να λέμε με λεπτομέρειες τις ιστορίες αυτές… Θα μπορούσαμε να κάναμε πολλά. Αξίζει όμως;

Αυτό που αξίζει είναι όταν μια ιστορία δημιουργεί εικόνες, κάνει τα γρανάζια του μυαλού να γυρίζουν και ίσως κάνει και εσένα σκεφτείς την δική σου ιστορία!

———————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Ένα παραμύθι αλλιώτικο απ’τα άλλα…..που όμως αξίζει γιατί σου κεντρίζει το ενδιαφέρον να το διαβάσεις μέχρι το τέλος και επιπλέον σου φέρνει στο μυαλό εικόνες,χαρούμενες αλλα και μελαγχολικές….

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here