Γράφει ο Δημήτρης Κονιδάρης

Σαν σήμερα, στις 2 Απριλίου 1948, γεννήθηκε στην Αγία Μονή Τρικάλων, ο Δημήτρης Μητροπάνος, ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές στη χώρα μας στο διάστημα 1966-2012, που προσέφερε πάρα πολλά στο κολοσσιαίο οικοδόμημα της μεταπολεμικής Ελληνικής μουσικής. Δυστυχώς, έφυγε πολύ νωρίς στις 17-4-2012 αλλά άφησε ένα ισχυρότατο αποτύπωμα στο λαϊκό μας τραγούδι και αγαπήθηκε όσο ελάχιστοι τραγουδιστές. Η καριέρα του παρουσίασε αρκετές διακυμάνσεις αλλά, αναμφίβολα, το τελικό αποτέλεσμα είναι θαυμαστό και δεν είναι καθόλου υπερβολικό να ισχυριστούμε ότι ο μεγάλος αοιδός έχει αφήσει έντονη τη σφραγίδα του στο καλό Ελληνικό τραγούδι αλλά και στις καρδιές των απλών ανθρώπων που τον περιέβαλαν με περισσή αγάπη.

Ας πάρουμε όμως την ιστορία από την αρχή. Η γέννηση του Μητροπάνου έγινε σε μια από τις δυσκολότερες περιόδους για τη χώρα μας αφού είχε μεν επέλθει η πολυπόθητη Απελευθέρωση από τη ναζιστική Γερμανία αλλά μαινόταν ακόμα ο Εμφύλιος πόλεμος, μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της πατρίδας μας. Η περιοχή όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, κατοικούνταν κυρίως από αριστερούς, με ό,τι συνεπαγόταν αυτό (διώξεις και πάσης φύσεως δυσκολίες). Ο πατέρας του ήταν πολιτικός πρόσφυγας και ο Μητροπάνος τον γνώρισε όταν πλησίαζε τα 30 του και ήταν ήδη εγνωσμένης αξίας καλλιτέχνης. Συνεπακόλουθο αυτών των καταστάσεων ήταν να μεγαλώσει  με τη μητέρα του μέσα στη φτώχεια. Ευνόητο ήταν ότι ο μικρός Δημήτρης έκανε διάφορες εργασίες για να τη βοηθήσει (οικοδομή, ξυλουργείο, ταβέρνες). Με τις δεδομένες συνθήκες ήταν απολύτως φυσιολογικό να ασπαστεί τις αριστερές ιδέες. Πάντως το ταλέντο του είχε διαφανεί από νωρίς και τραγουδούσε πολλές φορές με φίλους. Λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και της καταγωγής του, αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Αθήνα γύρω στο 1964 όπου έκανε τις πρώτες του προσπάθειες να εργαστεί ως τραγουδιστής. Πρότυπό του ήταν ο μεγάλος Στέλιος Καζαντζίδης τον οποίο ο Μητροπάνος πάντοτε θεωρούσε ως την απόλυτη φωνή του λαϊκού τραγουδιού.

Ένα βράδυ βρέθηκε, μέσω ενός θείου του, στο μαγαζί που τραγουδούσε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και ο νεαρός  Δημήτρης προσκλήθηκε να πει κάποια τραγούδια. Εκεί τον άκουσε ο κορυφαίος ερμηνευτής και τον πήγε στην COLUMBIA όπου τον ανέλαβε προσωπικά ο Γιώργος Ζαμπέτας ο οποίος τον βοήθησε ιδιαιτέρως. Ο Μητροπάνος ποτέ δεν έκρυψε, ακόμα και στα χρόνια της μεγάλης δόξας του, την εκτίμησή του και την ευγνωμοσύνη του για τον Ζαμπέτα. Λίγο πριν κάνει τις πρώτες δισκογραφικές δουλειές του είχε συμμετοχή σε συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη όπως και σε εμφανίσεις του Χρήστου Λεοντή. Έτσι ξεκίνησε σιγά σιγά η πορεία του προς τη δόξα.

Πρώτες δισκογραφικές δουλειές και η αναγνώριση

Φυσικά ο δρόμος δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα αφού η πρώτη δισκογραφική δουλειά του το 1967 δεν σημείωσε επιτυχία. Επρόκειτο για ένα δίσκο 45 στροφών που από τη μία πλευρά είχε τη «Χαμένη Πασχαλιά» και από την άλλη το κομμάτι «Στ’ Αναφιώτικα» σε μουσική Βασίλη Κουμπή και στίχους Δημήτρη Ιατρόπουλου. Στην αποτυχία του δίσκου βασικός παράγοντας ήταν η απαγόρευση από τη χούντα. Ακολούθησε συνεργασία με τον Ζαμπέτα το 1970 με την πασίγνωστη «Θεσσαλονίκη».

Δύο χρόνια αργότερα συμμετείχε σε έναν από τους κλασικότερους δίσκους της Ελληνικής μουσικής, τον «Άγιο Φεβρουάριο» του Δήμου Μούτση και του Μάνου Ελευθερίου. Σε αυτόν απέδωσε έξοχα πέντε τραγούδια με γνωστότερα τα «Άλλος για Χίο τράβηξε», «Η σούστα πήγαινε μπροστά» και «Ο Χάρος βγήκε παγανιά». Το 1973 τραγουδά τις μελωδίες του Γιώργου Κατσαρού και τους στίχους του Ηλία Λυμπερόπουλου στο δίσκο «Ο δρόμος για τα Κύθηρα», με  τραγούδια όπως «Τα Κύθηρα ποτέ δεν θα τα βρούμε», «Νικολή-Νικολή» και «Μαντήλι κόκκινο».

Τη δεκαετία του 1970 ξεκίνησε η συνεργασία του με τον Τάκη Μουσαφίρη με τον οποίο έβγαλαν μεγάλες επιτυχίες όπως «Κάνε κάτι λοιπόν να χάσω το τρένο», «Πες μου που πουλάν καρδιές», «Τι το θες το κουταλάκι» (για το συγκεκριμένο ο Μητροπάνος είχε εκφράσει πολλές αντιδράσεις λόγω των στίχων του), «Χιονάνθρωπος», κ.α. Με αυτά ο σπουδαίος ερμηνευτής έκανε μια στροφή προς το πιο αμιγώς λαϊκό τραγούδι, αφήνοντας  το έντεχνο. Αξιοσημείωτη ήταν και η σύμπραξή του με τον Σπύρο ΠαπαβασιλείουΚαλοκαίρια και χειμώνες», «Σ’ αγαπώ σαν αμαρτία», «Παράπονο», κ.α.). Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι στη συνείδηση μεγάλου μέρους του κοινού, ο Μητροπάνος είχε συνδεθεί ως ο τραγουδιστής του Μουσαφίρη και του Παπαβασιλείου.

Τη δεκαετία του 1980 έκανε μια αξιομνημόνευτη συνεργασία με τον κορυφαίο μας συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη στα «Πικροσάββατα» (1984) σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Θεωρώ ότι πρέπει να αναφέρουμε, αν και είναι γνωστό, ότι η δεκαετία του 1980 ήταν πολύ φτωχή σε σχέση με τις δύο προηγούμενες και τα απαράμιλλης ποιότητας έργα που κυκλοφόρησαν στο διάστημα 1960-1979. Αναμφιβόλως «Τα Πικροσάββατα» είναι από τους αξιολογότερους δίσκους της δεκαετίας του 1980 και από τους κομβικότερους σταθμούς της καριέρας του Μητροπάνου. Όντας ώριμος και πειστικότατος στα τραγούδια του δίσκου, έδειξε για πολλοστή φορά ότι είναι τεράστιας κλάσης ερμηνευτής και όχι απλώς μία ακόμα μεγάλη λαϊκή φωνή.

Η δεκαετία του 1990 και τα πρώτα χρόνια του νέου αιώνα

Την επόμενη δεκαετία ο Μητροπάνος σημείωσε τεράστιες επιτυχίες, ίσως απρόσμενα λόγω της μεγάλης αλλαγής στην κατεύθυνση του Ελληνικού τραγουδιού προς το λιγότερο ποιοτικό και το ευτελέστερο. Αρχικά με τις εξαιρετικές συνθέσεις του Μάριου Τόκα στην «Εθνική μας μοναξιά», όπου κυκλοφόρησαν τραγούδια που αγαπήθηκαν υπέρμετρα από τον κόσμο, όπως «Σ’ αναζητώ στη Σαλονίκη», «Θάλασσες», «Μια στάση εδώ» και το ομότιτλο με το δίσκο τραγούδι. Αναμφισβήτητα ήταν ένας θρίαμβος για τους συντελεστές με τα τραγούδια να ακούγονται για πολλούς μήνες από το ραδιόφωνο και όχι μόνο.

Την επόμενη χρονιά (1993) συνεργάστηκε με τον Γιάννη ΣπανόΚαζαμπλάνκα, «Εσύ βαρέθηκες νωρίς») και το 1994 ήλθε μία ακόμα υπερεπιτυχημένη συνεργασία με τον Μάριο Τόκα στο δίσκο «Παρέα μ’ έναν ήλιο» από τον οποίο αναδείχτηκαν «Το ζεϊμπέκικο του Αρχαγγέλου» και «Τα Λαδάδικα» που κυριολεκτικά έκαναν πάταγο.

Στη συνέχεια ήλθε ένας ακόμα δίσκος που ακολούθησε εντυπωσιακή πορεία. Αναφερόμαστε, βεβαίως, «Στου αιώνα την παράγκα» (1996) με την ξεχωριστή μουσική του Θάνου Μικρούτσικου που έδεσε τέλεια με τη φωνή του Μητροπάνου και μας χάρισε ένα από τα καλύτερα μουσικά δημιουργήματα του τόπου μας σε μια δύσκολη, για το ποιοτικό τραγούδι, δεκαετία. Τραγούδια όπως «Πάντα γελαστοί», «Πατησίων και παραμυθιού γωνία» «Λούνα παρκ» και, ασφαλώς, η θρυλική πλέον «Ρόζα» κυριάρχησαν στο μουσικό προσκήνιο της χώρας μας δείχνοντας ότι το καλό τραγούδι αντέχει. Οι στίχοι στα περισσότερα τραγούδια ήταν του σπουδαίου Άλκη Αλκαίου. Δυστυχώς, όμως, η πτώση και η παρακμή του ελληνικού τραγουδιού στάθηκε αδύνατο να ανακοπούν από μερικούς αξιόλογους δίσκους αλλά αυτή είναι μια άλλη θλιβερή ιστορία.

Στη συνέχεια ο Μητροπάνος συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, με Δημήτρη Παπαδημητρίου, Διονύση Τσακνή, Σταμάτη Κραουνάκη αλλά θα ήθελα να σταθώ σε ένα καταπληκτικό τραγούδι του Χρήστου Λεοντή, το «Έρωτας Αρχάγγελος» (2007) από τον ομότιτλο δίσκο σε στίχους Δημήτρη Λέντζου. Καθαρά υποκειμενική άποψη είναι πως πρόκειται για το ωραιότερο, μέχρι στιγμής φυσικά, ζεϊμπέκικο του 21ου αιώνα. Νομίζω ότι είναι επιβεβλημένο να τονιστεί, αν και είναι ηλίου φαεινότερο, πως η παρούσα αναφορά για τον Μητροπάνο δεν είναι καθόλου πλήρης αλλά περιλαμβάνει μόνο κάποιες, σίγουρα αξιοπρόσεκτες, στιγμές από τη λαμπρή καριέρα του.

Εν κατακλείδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος δεν ήταν απλώς ένας μεγάλος τραγουδιστής με εξαιρετική φωνή. Ήταν ένας καλλιτέχνης που απέδιδε πάντα με τον ιδανικότερο τρόπο ό,τι αναλάμβανε, δίνοντας όλο του το «είναι» και όλη του την ύπαρξη σε κάθε τραγούδι. Στάθηκε με επιτυχία όχι μόνο στο αμιγώς λαϊκό αλλά και στο έντεχνο, δείχνοντας την αξιοθαύμαστη ικανότητά του να προσαρμόζεται περίφημα σε όλες τις απαιτήσεις. Γι’ αυτό και έχει καταγραφεί στη συλλογική μνήμη ως ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές του ελληνικού τραγουδιού. Ασφαλώς είναι μία από τις σπανιότερες περιπτώσεις τραγουδιστών που τίμησε και με το παραπάνω όλες τις μελωδίες και όλους τους στίχους των δημιουργών σεβόμενος στο έπακρο κάθε νότα και κάθε λέξη που εξέφερε από το μαγικό λαρύγγι του.

με τη συζυγό του Βένια (φωτο αρχείου MusicCorner.gr)

Γενικά, ήταν από τους λίγους εκπροσώπους του  λαϊκού τραγουδιού με παλλαϊκή αποδοχή. Κανείς δεν μπορούσε ούτε μπορεί να εκφραστεί αρνητικά για την φωνή του και τις ερμηνείες του. Η πορεία του υπήρξε θαυμαστή και άφησε τη σφραγίδα του στο μουσικό γίγνεσθαι της πατρίδας μας. Ωστόσο, το εκπληκτικότερο για αυτόν το γίγαντα των ερμηνευτών είναι η τεράστια αγάπη πολλών νέων ανθρώπων που τον έμαθαν κυρίως από τα έργα της τελευταίας εικοσαετίας (1992-2012) της ζωής του.

Ο πρόωρος θάνατός του σκόρπισε θλίψη σε όλους τους Έλληνες και στους λάτρεις της Ελληνικής μουσικής. Όμως, η φωνή του θα είναι πάντοτε ολοζώντανη είτε σε τραγούδια δικά του είτε άλλων ερμηνευτών…

Πηγές-Βιβλιογραφία

  1. Περιοδικό Μετρονόμος, τεύχος 64, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2017
  2. https://www.discogs.com/ (άντληση δισκογραφίας)
  3. https://www.discogs.com/artist/916548-%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B7%CF%82-%CE%9C%CE%B7%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82
  4. http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Lyrics&act=index&sort=alpha&singer_id=28 (άντληση δισκογραφίας και στίχων)

—————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here