Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
Τηλεοπτικές στιγμές που μας έκαναν να γελάσουμε, να κλάψουμε, να μελαγχολήσουμε, να ταυτιστούμε με τους ήρωες και να πάσχουμε μαζί τους. Πόσα συναισθήματα δε γέννησαν σε όλους μας αξέχαστα σίριαλ της μικρής οθόνης. «Ασπρόμαυρα κι έγχρωμα», άφησαν το σημάδι τους στο μυαλό και στην καρδιά μας και τα θυμόμαστε με νοσταλγία μέσα σ’ αυτό το άθλιο τηλεοπτικό τοπίο του σήμερα…
Αυτή η στήλη λοιπόν, κάθε 15 ημέρες θα σας παρουσιάζει κι από μία σειρά που έγραψε τη δική της ξεχωριστή ιστορία στην ασπρόμαυρη ή στην έγχρωμη τηλεόραση στα πρώτα 20 χρόνια πορείας της. Φιλοδοξία της, να σας θυμίσει μοναδικές κι ανεπανάληπτες στιγμές που δε θα σβήσουν ποτέ ο χρόνος και η μνήμη!
———————————————————–
Αν ανατρέξουμε στις διασκευές λογοτεχνικών έργων που έγιναν για λογαριασμό της ελληνικής τηλεόρασης στα πρώτα είκοσι χρόνια της, δε θα δυσκολευτούμε να διαπιστώσουμε ποιος ήταν ο πιο δημοφιλής και περισσότερο προβεβλημένος συγγραφέας.
Πρόκειται βεβαίως για τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, του οποίου συνολικά δέκα μυθιστορήματα παρουσιάστηκαν από τους δύο κρατικούς σταθμούς (μόλις ένα στο ΕΙΡΤ -μετέπειτα ΕΡΤ- και τα υπόλοιπα σε ΥΕΝΕΔ και ΕΡΤ-2) από το 1975 ως το 1983. Τα περισσότερα δε, με μεγάλη επιτυχία, υψηλές θεαματικότητες, εξαίρετους πρωταγωνιστές και ικανότατους σκηνοθέτες.
Ωστόσο, η «εμπορικά» πιο επιτυχημένη διασκευή έργου του σπουδαίου συγγραφέα, ήταν οι «Μυστικοί αρραβώνες». Πρόκειται για ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, στο οποίο παρουσιάζεται ο μεγάλος έρωτας του Ξενόπουλου και της ποιήτριας Θεώνης Δρακοπούλου, η οποία βεβαίως είναι πιο γνωστή ως Μυρτιώτισσα. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που ο συγγραφέας ονόμασε την ηρωίδα του έργου του με τα ίδια αρχικά (Θάλεια Δημάδη, δηλαδή Θ.Δ.)…
Αυτή η σχέση μπορεί να μη κατέληξε σε γάμο, αλλά και μόνο η ανάγνωση της μεταξύ τους αλληλογραφίας, φτάνει και περισσεύει για ν’ αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε πόσο δυνατή ήταν η αγάπη που ένωσε αυτούς τους δύο σημαντικούς ανθρώπους των ελληνικών γραμμάτων…
Η σειρά, έκανε πρεμιέρα στην ΥΕΝΕΔ την Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 1979 στις 20:45, ολοκληρώθηκε στις 6 Ιουνίου 1980, διήρκεσε 38 επεισόδια κι αναδείχθηκε ως η δημοφιλέστερη της τηλεοπτικής σεζόν 1979-80. Τη διασκευή, έκανε η «συνήθης ύποπτη» Σούλα Πιερράκου, τη σκηνοθεσία ο Ερρίκος Ανδρέου και πρωταγωνιστούσαν οι Αλέκος Αλεξανδράκης, Νόρα Βαλσάμη και Μίρκα Παπακωνσταντίνου, μαζί μ’ ένα επιτελείο εκλεκτών ηθοποιών.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει ούτε ένα πλάνο των «Μυστικών αρραβώνων» στο αρχείο της κρατικής τηλεόρασης. Τους λόγους, τους γνωρίζετε πολύ καλά όλοι εσείς που διαβάζετε τα κατά καιρούς αφιερώματα της στήλης σε μεγάλες τηλεοπτικές στιγμές του παρελθόντος.
Το πιο εξοργιστικό απ’ όλα, είναι ότι αυτοί οι εγκληματίες του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, κυκλοφορούν ελεύθεροι και δεν πρόκειται ποτέ να καθίσουν στο εδώλιο κάποιου δικαστηρίου, για ν’ απολογηθούν και να πληρώσουν όπως τους αξίζει για την ασέβεια που έδειξαν σε τούτα τα αριστουργήματα…
Η υπόθεση
Ο διάσημος ζωγράφος Νάσος Ανάστης (Αλέκος Αλεξανδράκης), είναι αρραβωνιασμένος με την παιδική φίλη του, Καίτη Καστρίτη (Μίρκα Παπακωνσταντίνου). Ωστόσο, η οικογένειά της κρατά μυστικούς τους αρραβώνες των δύο νέων, εξαιτίας του πένθους που προκάλεσε ο θάνατος των δύο παιδιών της μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα.
Κάποιο βράδυ, σ’ έναν αποκριάτικο χορό, ο Ανάστης γνωρίζει τη νεαρή Θάλεια Δημάδη (Νόρα Βαλσάμη), η οποία θέλει να γίνει ζωγράφος. Εκείνη, ενθουσιάζεται μαζί του και σιγά-σιγά, τον ερωτεύεται. Στην αρχή, ο Νάσος προσπαθεί ν’ αρνηθεί τα όποια αισθήματά του απέναντί της, ακόμα και στον ίδιο τον εαυτό του. Ωστόσο, δε θ’ αργήσει να εκφράσει κι εκείνος τον έρωτά του στη 18χρονη κοπέλα και ξεκινά μεταξύ τους μια ερωτική αλληλογραφία. Όμως, εκείνος θα της κρύψει το ότι είναι αρραβωνιασμένος…
Μετά απ’ όλα αυτά, θ’ αρχίσει να καταφεύγει σε διαρκείς προφάσεις και ψέματα προς την Καίτη, ώστε να μπορεί να βλέπει τη νεαρή Δημάδη, χωρίς ποτέ να προχωρήσει σε κάτι περισσότερο, πέραν των φλογερών λόγων κι επιστολών. Η κόρη του Καστρίτη, θ’ αρχίσει να υποψιάζεται ότι κάτι συμβαίνει στον αρραβωνιαστικό της, ωστόσο αφενός δεν έχει αποδείξεις, αφετέρου εκείνος καταφέρνει πάντα να την καθησυχάζει.
Όσο περνά ο καιρός, τόσο τα αισθήματα του Νάσου και της Θάλειας φουντώνουν κι αυτός, προσπαθεί διαρκώς να «τρενάρει» τη δημοσιοποίηση των αρραβώνων του. Όταν πλέον αισθάνεται ότι το αδιέξοδο πλησιάζει, αποφασίζει να μιλήσει για όλα στην ξαδέλφη της, την Αμβροσία Ψάθη (Ελπίδα Μπραουδάκη), η οποία υπόσχεται να βοηθήσει, ώστε η εκκολαπτόμενη ζωγράφος να μάθει όσο γίνεται πιο ανώδυνα την αλήθεια. Λίγες μέρες μετά, ανακοινώνονται κι επισήμως οι «μυστικοί αρραβώνες».
Όμως, η Αμβροσία άθελά της, θα γίνει το μοιραίο πρόσωπο στη σχέση των δύο νέων. Πιστεύοντας ότι ο Ανάστης πρέπει να παντρευτεί οπωσδήποτε τη Θάλεια, αποφασίζει να στείλει κάποια γράμματά τους στον πατέρα της Καίτης, τον πρώην Αρεοπαγίτη Οδυσσέα Καστρίτη (Νίκος Παπακωνσταντίνου). Μαζί, του γράφει και μιαν ανώνυμη επιστολή, στην οποία αναφέρει ότι το κάνει για να σώσει την κόρη του από ένα γάμο που θα την κάνει δυστυχισμένη.
Μάλιστα, πριν απ’ όλα αυτά, η Αμβροσία φροντίζει να «προετοιμάσει» τον Ανάστη, λέγοντάς του ότι η Θάλεια μέσα στην απελπισία της, δεν αποκλείεται να στείλει η ίδια τα γράμματα στην αρραβωνιαστικιά του. Ωστόσο, η πρωτοβουλία της φέρνει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, τη στιγμή μάλιστα που ο ζωγράφος έχει πάρει την απόφαση να διαλύσει τον αρραβώνα του και να παντρευτεί τη νεαρή Δημάδη…
Κατόπιν όλων τούτων, ο Νάσος αποφασίζει να μιλήσει ευθέως στην Καίτη για την αλληλογραφία του με την κοπέλα, την ίδια μέρα που τα γράμματα φτάνουν στα χέρια του Καστρίτη. Τότε, ο ζωγράφος έξαλλος και γεμάτος οργή για τη Θάλεια, πιστεύοντας ότι εκείνη τα έστειλε, ανακοινώνει στην οικογένεια ότι θα παντρευτεί την Καίτη μέσα σε λίγες ημέρες, πράγμα που γίνεται. Το ζευγάρι αναχωρεί αμέσως για το εξωτερικό, όπου παραμένει για τα επόμενα δύο χρόνια.
Η ιστορία των δύο καλλιτεχνών, φαίνεται να έχει τελειώσει οριστικά. Λίγο καιρό μετά, η Θάλεια παντρεύεται τον Αλέκο Στρατίδη (Δάνης Κατρανίδης), ένα νέο παλικάρι από οικονομικά επιφανή οικογένεια και φεύγει μαζί του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, απ’ όπου εκείνος κατάγεται.
Ανάστης και Δημάδη, θα συναντηθούν ξανά αρκετά χρόνια μετά, όταν πλέον θα έχουνε γίνει σωστοί οικογενειάρχες με παιδιά κι εγκαταλείψει τα όνειρά τους για την υψηλή τέχνη της ζωγραφικής. Οι επαφές τους θα είναι τυπικές και θα χαθούν πάλι, για σχεδόν μιάμιση δεκαετία.
Τότε, σε μια τυχαία συνάντησή του με την Αμβροσία, ο Νάσος θα της αναφέρει ότι η (υποτιθέμενη) κίνηση της Θάλειας να στείλει τα γράμματά τους στον πεθερό του, ήταν ο καταλύτης για την απόφαση που πήρε να παντρευτεί την Καίτη. Η Αμβροσία, συνειδητοποιεί το κακό που έκανε χωρίς να θέλει στους δύο ερωτευμένους, αλλά δε βρίσκει τη δύναμη να του πει την αλήθεια. Μάλιστα, δύο μήνες μετά πεθαίνει κι όλα δείχνουν ότι το μυστικό της θα μείνει για πάντα θαμμένο μαζί της…
Κι όμως. Ο καλός φίλος και κουμπάρος του Ανάστη, αλλά και της Θάλειας, Γιωργάκης Μαράνος (Τώνης Γιακωβάκης), τον καλεί ένα βράδυ στο σπίτι του και του αποκαλύπτει ότι η πάλαι ποτέ εκολλαπτόμενη ζωγράφος ζήτησε να τον δει. Σχεδόν αμέσως φτάνει και η ίδια, οπότε ο οικοδεσπότης τους αφήνει να τα πούνε μόνοι τους, μετά από τόσα χρόνια.
Πάνω στην κουβέντα, ο Νάσος της αναφέρει το θέμα των γραμμάτων, εκείνη μένει άφωνη και του λέει ότι δεν είχε ιδέα, οπότε αμφότεροι αντιλαμβάνονται την ανάμειξη της Αμβροσίας και το τραγικό παιχνίδι που τους έπαιξε η μοίρα. Ωστόσο, είναι πια αργά να γυρίσουν το χρόνο πίσω και να ζήσουν την ευτυχία που στερήθηκαν…
Το καστ
Αν και είναι αδύνατο να γίνει η παραμικρή κρίση όσον αφορά την απόδοση των ρόλων από τους ηθοποιούς, μόνο η αναφορά των ονομάτων τους, φτάνει και περισσεύει για ν’ αντιληφθούμε ότι ήταν εξαιρετικοί.
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης, προσθέτει άλλη μια μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία στο ενεργητικό του, μετά τον «Παράξενο ταξιδιώτη» και τον «Γιούγκερμαν», παίζοντας για πρώτη και τελευταία φορά Ξενόπουλο στη μικρή οθόνη. Παρά το γεγονός ότι το 1979 ηλικιακά είχε ήδη περάσει τα 50 χρόνια του, υποδύεται τον 28χρονο Νάσο Ανάστη, μια εξαιρετικά σύνθετη προσωπικότητα. Ιδιαίτερα συναισθηματικός, αλλά παρορμητικός κι επιπόλαιος, χαρακτηριστικά που θα τον οδηγήσουν στη δυστυχία και σε μια ζωή που δεν του ταίριαζε…
Για τη Νόρα Βαλσάμη, δεν υπάρχουν και πολλά λόγια. Ούσα η πιο «ξενοπουλική» πρωταγωνίστρια, έχοντας ήδη διαπρέψει ως «Αφροδίτη» και «Αναδυομένη», σίγουρα ήταν εξαιρετική στο ρόλο της 18χρονης Θάλειας Δημάδη, μιας ονειροπόλας, φιλόδοξης (με την καλή έννοια), συναισθηματικής και ταλαντούχας κοπέλας. Το ότι τότε ήταν άνω των 30 ετών δεν έχει την παραμικρή σημασία, αφού το παρουσιαστικό και η γλυκύτητά της, της αφαιρούσαν τουλάχιστον μια δεκαετία. Ήταν η τρίτη και τελευταία φορά που πρωταγωνιστούσε σε τηλεοπτική σειρά, βασισμένη σε μυθιστόρημα του Ξενόπουλου…
Από την άλλη, η Μίρκα Παπακωνσταντίνου οπωσδήποτε υποδύθηκε μοναδικά την Καίτη Καστρίτη, μια γυναίκα φαινομενικά συναισθηματική, αλλά εξαιρετικά κτητική και ζηλιάρα, η οποία κατόρθωσε να επιβάλλει το δικό της τρόπο ζωής στον Ανάστη, μετατρέποντάς τον από διαπρεπή ζωγράφο, σ’ έναν απλό και μίζερο οικογενειάρχη. Στον πρώτο τηλεοπτικό πρωταγωνιστικό ρόλο της καριέρας της, η δημοφιλής ηθοποιός ενσάρκωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το χαρακτήρα της Καίτης.
Από εκεί και πέρα, τους τρεις πρωταγωνιστές πλαισίωναν εξίσου ικανοί κι εξαιρετικοί ηθοποιοί: Τώνης Γιακωβάκης (Γιωργάκης Μαράνος), Νίκος Παπακωνσταντίνου (Οδυσσέας Καστρίτης, πατέρας της Καίτης), Καίτη Λαμπροπούλου (μητέρα της Θάλειας), Ελπίδα Μπραουδάκη (Αμβροσία Ψάθη, ξαδέλφη της Θάλειας), Δάνης Κατρανίδης (Αλέκος Στρατίδης, σύζυγος της Θάλειας), Ρίτα Μουσούρη (μητέρα του Νάσου), Σπύρος Ολύμπιος (Αριστόβουλος, επιχειρηματίας και στενός φίλος του Καστρίτη), Νίκος Παπαχρήστος (στρατηγός Δημάδης, πατέρας της Θάλειας), Γκόλφω Μπίνη (θεία Μαρία, μέλος της οικογένειας Καστρίτη), Αριέττα Μουτούση (Λένα Μαράνου, κόρη του Γιωργάκη), Μαρούλα Ρώτα (μητέρα της Καίτης), Ελένη Καψάσκη (Ευανθία, υπηρέτρια στο σπίτι των Καστρίτη), Χρυσούλα Καριόρη (κυρία Πηλίδη), Φρόσω Κοκκόλα (Παγώνα, υπηρέτρια στο σπίτι του Ανάστη), Αρετούσα Πιτσίκα (Μαριέττα, πρόσωπο που δεν υπάρχει στο μυθιστόρημα του Ξενόπουλου), Δημήτρης Βασματζής (ποιητής Φιλιππίδης) κ.α.
Εξάλλου, κατά καιρούς εμφανίστηκαν στη σειρά και οι Άρης Τσιούνης (πιθανώς στο ρόλο του Νείλου, υπηρέτη στο σπίτι των Καστρίτη), Άννα Ιασωνίδου, Κάκια Ιγερινού, Δήμητρα Δημητριάδου, Αφροδίτη Τζοβάνη, Μαρία Δημητριάδου κ.α.
Σχόλιο
Άραγε, τι σχόλιο μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε για μια τηλεοπτική σειρά, από την οποία τα μόνα πλάνα που υπάρχουν, δε ξεπερνούν τα τρία λεπτά; Ο μοναδικός που έχει στην κατοχή του ένα επεισόδιο -το τελευταίο-, είναι ο σκηνοθέτης της Ερρίκος Ανδρέου, από τον οποίο δανείστηκε ένα μέρος του η ΕΡΤ, με αφορμή κάποιο αφιέρωμα…
Όμως, τα ονόματα των πρωταγωνιστών και η τεράστια επιτυχία που είχε, μιλούν από μόνα τους για την ποιότητά της. Ενδεικτικά, θ’ αναφέρουμε ορισμένα ποσοστά θεαματικότητας την εποχή της μίας και μοναδικής προβολής της, ώστε να πιστοποιήσουμε του λόγου του αληθές.
Τον Ιανουάριο του 1980, ο μέσος όρος τηλεθέασης των «Μυστικών αρραβώνων» έφτασε κοντά στο 56%, ενώ το Φεβρουάριο το 57%, ξεπερνώντας μάλιστα το 60% στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του μήνα. Τον Απρίλιο και το Μάιο, ήτανε μονίμως στην πρώτη θέση με ποσοστά άνω του 50%, ενώ στις 6 Ιουνίου που ολοκληρώθηκαν, «εκτοξεύθηκαν» στο 64%.
Βεβαίως, όλοι αυτοί οι αριθμοί μπορεί σε κάποιους να μη λένε πολλά, δεδομένου ότι τότε οι τηλεοπτικοί σταθμοί ήταν μόνο δύο. Ωστόσο, το γεγονός ότι σειρές σαν και τούτη μνημονεύονται ακόμη και σήμερα από μια μεγάλη μερίδα του κοινού, πιστεύουμε ότι είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της ποιότητας και της αισθητικής των προγραμμάτων εκείνης της εποχής…
Για το τέλος, αφήσαμε την εξαιρετική μουσική που έγραψε για τη σειρά ο Γιώργος Χατζηνάσιος. Οι υπέροχες μελωδίες του σπουδαίου συνθέτη με βάση -τι άλλο;- το πιάνο, “ντύνουν” αυτό το σίριαλ με τον ιδανικότερο τρόπο. Τουλάχιστον, αυτές δε διαγράφηκαν από κάποιο αρχείο, καθώς κυκλοφόρησαν σε δίσκο βινυλίου με τον τίτλο του έργου…
————
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…
Aποδίδετε ακριβώς το κλίμα, την αισθητική των σειρών και την αντίληψη των τηλεθεατών γι’αυτά. Όλα τα κείμενά σας είναι πολύ προσεγμένα.
Ωστόσο, σε κάποια άρθρα, δεν είναι δυνατή η εμφάνιση των φωτογραφιών. Γιατί;