Μαρινέλλα και Τάκης Ζαχαράτος: Μια σπάνια κοινή φωτογράφηση και συνέντευξη
Η συνύπαρξή τους στη σκηνή υπήρξε η καλύτερη αφορμή για μια σπάνια φωτογράφηση – και μια ακόμα πιο σπάνια συνέντευξη – της επιλεκτικότατης ερμηνεύτριας και του showman & alter ego της, αποκλειστικά στο Hello!
Του Άρη Καβατζίκη
Θα αποφύγω οποιονδήποτε επιθετικό προσδιορισμό και ομοίως τις μεγαλεπήβολες εκφράσεις, καθώς αυτό επιβάλλεται να κάνω, όπως θα διαπιστώσετε διαβάζοντας παρακάτω τα λόγια της Μαρινέλλας. Ας αρκεστώ, ωστόσο, να πω πως η έκφραση «Ένα όνομα, μια ιστορία» στην περίπτωσή της είναι απολύτως συμβατή. Και ας μου επιτρέψει η ίδια να αναφέρω πως στην 20ετή και πλέον πορεία μου στη δημοσιογραφία, είναι δυσεύρετο το ήθος και η ευγένεια της ψυχής της. Για τον Τάκη Ζαχαράτο, πέρα από την έμφυτη χαρά της ζωής που προνομιακά φέρει ως προίκα, ευχάριστα με ξάφνιασε το γεγονός της κοπιαστικής δουλειάς που έκανε τα τελευταία χρόνια με τον εαυτό του και το πολύτιμο «εντός» του.
ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ
Τι σας πείθει κάθε φορά να επιστρέφετε στη σκηνή; Έχετε πει ότι το οικονομικό είναι το τελευταίο που σας αφορά.
Όχι ότι δεν το έχω ανάγκη. Απλώς, δεν είναι το πρώτο που με αφορά, όταν πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα δουλειά. Δε με τρομάζει τίποτα. Ούτε λέω δεν παίζω, δε χορεύω. Έκανα μέχρι και σίριαλ (σ.σ.: «Ύστερα Ήρθαν οι Μέλισσες»). Πιστεύω ότι ο άνθρωπος κάνει ό,τι θέλει, εάν έχει τόλμη. Υπήρξα ανέκαθεν τολμηρή. Αυτήν τη φορά, στο «Παλλάς», το αποφασίσαμε μαζί με τον Τάκη. Ήθελα, όμως, να δω αν ταιριάζουμε. Τον πήρα μαζί μου στην Αυστραλία και διαπιστώσαμε τη χημεία μας. Ο Τάκης μιμείται τέλεια τους πάντες και πιάνει με απίστευτο τρόπο τις φωνές. Εμένα με κάνει πολύ καλά και με… νευριάζει. Αφού του λέω: «Αν αρρωστήσω καμιά φορά, βγες και κάνε με, αφού ίδιες είμαστε». Η σύμπραξή μας έχει ενδιαφέρον.
Φοβηθήκατε ποτέ για το θείο δώρο της φωνής σας;
Τι να πω; Κάποτε κάπνιζα πέντε πακέτα τσιγάρα την ημέρα. Και παράλληλα τραγουδούσα, ξενυχτούσα επτά ημέρες την εβδομάδα, έκανα δίσκους.
Δε θα μπορούσα να σας φανταστώ να καπνίζετε.
Και όμως. Μέχρι που 28 χρόνια πριν αρρώστησα πολύ άσχημα από κρυολόγημα, έκανα εισαγωγή στο «Υγεία», ήμουν με οξυγόνο, έως που μια μέρα είπα στο γιατρό μου ν’ ανοίξει το παράθυρο. Ήμουν στο 16ο όροφο, πήρα τα τσιγάρα και τον αναπτήρα και τα πέταξα. Ο γιατρός αστειεύτηκε λέγοντάς μου: «Εσύ, μόλις βγεις από εδώ θα καπνίσεις». Δεν το έβαλα στο στόμα μου ξανά, 28 ολόκληρα χρόνια. Έγινα φανατική αντικαπνίστρια.
Τα εγγόνια σας, σας έχουν δει επί σκηνής;
Ο εγγονός μου είναι 13 ετών και η εγγονή μου 9,5. Βέβαια με έχουν δει. Όσο άντεχαν, γιατί νομίζω ότι στο δεύτερο μέρος κοιμόντουσαν. Τώρα που μεγάλωσαν, ο εγγονός μου αντέχει λίγο παραπάνω.
Έχουν συναίσθηση του τι σημαίνετε εσείς για το τραγούδι και τους Έλληνες;
Τώρα που μεγάλωσαν, ναι. Ποτέ δεν τους δώσαμε να καταλάβουν ότι η γιαγιά είναι κάτι ιδιαίτερο. Τη βλέπουν άβαφη, αχτένιστη, με ρόμπα, με πιτζάμες, να σκουπίζει, καθώς μένουμε μαζί πάνω-κάτω. Περισσότερο έμαθαν για τη γιαγιά από τους συμμαθητές τους, καθώς τα παραλαμβάνω από το σχολικό και με βλέπουν τα πιτσιρίκια. Πριν από δύο χρόνια, με ρώτησε ο εγγονός μου: «Βρε, γιαγιά, είσαι διάσημη;». «Όχι και πολύ, αλλά με ξέρουν», του απάντησα. «Μα, γιαγιά, στο σχολικό μου λέγανε “Μπράβο Δημήτρη, η γιαγιά σου είναι η Μαρινέλλα”». Και του ξαναλέω: «Όχι, Δημήτρη, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Με βλέπεις εσύ για διάσημη;». «Όχι, γιαγιάκα μου», μου απάντησε. Καμία δεν είμαι! Είμαι ένας άνθρωπος απλός, ούτε καλός ούτε κακός, που λέει και το τραγούδι. Γιατί να εμφυσήσω στα παιδάκια μου κάτι ή να τους γεμίσω το κεφάλι τους; Θα μπορούσα να είμαι καλή μοδίστρα ή καθαρίστρια. Έτσι έκανα και με την κόρη μου.
Με προλάβατε. Αυτό ήθελα να σας ρωτήσω.
Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο μεγάλωσε η κόρη μου. Δεν πήγαινα στο σχολείο την ημέρα των βαθμών, αλλά άλλη μέρα, όταν τα παιδιά ήταν μέσα στις τάξεις. Οι 5-6 κολλητοί της ξέρανε, αλλά οι υπόλοιποι ιδέα δεν είχαν.
Τα καταφέρατε, πάντως. Την προστατεύσατε πολύ καλά.
Έτσι νομίζω και γι’ αυτό έγινε σπάνιο πλάσμα. Ο Θεός μάλλον μ’ αγαπάει πολύ, καθώς μου έδωσε ένα τέτοιο παιδί. Δεν υπάρχει καλύτερο πλάσμα και ωραιότερο κορίτσι από την κόρη μου. Τώρα, θα μου πεις, ωραία χαζομαμά είσαι. Αλλά, τι να κάνω αγόρι μου, είμαι! Δεν μπορώ να πω, έχω κι έναν σπουδαίο γαμπρό και μεγαλώνουν δύο καταπληκτικά παιδιά. Διαπιστώνω, λοιπόν, πως ό,τι σπέρνεις, θερίζεις.
Υπήρξατε αγωνίστρια. Επάνω και, κυρίως, κάτω από τη σκηνή. Πολλές προβεβλημένες γυναίκες, όπως η Αλίκη, είπαν ότι «Τελικά, ο άντρας της ζωής μου ήμουν εγώ». Το σκεφτήκατε κι εσείς;
Το είπαμε χάριν αστεϊσμού, αλλά έχει βάθος. Παλεύεις και λες ποιος θα με υποστηρίξει; Άρα μόνη, άρα εγώ. Βάζεις τον εαυτό σου μπροστά και παλεύεις. Δεν υπήρξα ποτέ «νιάου», «γατούλα», να ζητάω χαδάκια. Αυτά τα σιχαίνομαι φρικτά. Ό,τι έχω να πω, το λέω μπροστά σου. Δε φοβάμαι και δεν ντρέπομαι. Δε θα σου πω ποτέ ψέμματα. Το ίδιο ανοιχτή είμαι στην κριτική των άλλων. Θα ακούσω. Μην καθίσεις να μου χαϊδέψεις τα αυτιά, λέγοντάς με καταπληκτική. Πες μου τα άσχημα, για να τα διορθώσω.
Είχατε ποτέ αυλή στη ζωή σας;
(Γελάει). Δεν είχα ποτέ και δεν έχω. Έχω συνεργάτες, αλλά ο καθένας στο σπίτι του. Ανοίγοντας την πόρτα του σπιτιού μου, έχω τη θαλπωρή μου. Να πιω το πρωί τον καφέ μου με την οικογένειά μου, να δούμε τι θα φάμε το μεσημέρι. Η αδελφή μου είναι εκπληκτική μαγείρισσα.
Σ’ εκείνους που σας προσεγγίζουν, αντιλαμβάνεστε την πρόθεσή τους;
Σ’ ένα μεγάλο ποσοστό, ναι. Και πολλές φορές, εις γνώση μου, λέω θα την πατήσω. Αλλά θέλω να δω μέχρι πού θα φτάσει ο άλλος. Αν γυρίσω, όμως, σελίδα, κολλάει η μία με την άλλη και δεν ξεκολλάει ποτέ. Όχι ότι δε θα σου μιλάω, απλώς έχεις φύγει από μέσα μου. Το άλλο μου χαρακτηριστικό είναι ότι μπορεί να φωνάξω. Άσε με να ξεσπάσω πέντε λεπτά, αλλά εκείνα τα πέντε λεπτά μη μου μιλήσεις. Εμένα θα μου περάσει αμέσως μετά και θα ξεχάσω. Έχω μάθει να λέω «με συγχωρείς», «ευχαριστώ», «παρακαλώ». Λέξεις που ο κόσμος έχει ξεχάσει. Δε ζητάει κανείς συγνώμη και δεν παραδέχεται ότι έκανε λάθος. Η ανακούφιση από τη συγνώμη που θα ζητήσεις πρώτη φορά, θα στάξει μέσα σου σαν μέλι. Η ταπεινοφροσύνη είναι το άλφα και το ωμέγα. Αν είσαι ταπεινός, σου έρχονται όλα καλά. Πιστεύω ακράδαντα στον Κύριο, είναι πάντα δίπλα μας. Όπως κι ένας άγγελος είναι δίπλα μας, να παρακαλάμε μόνο να είναι ο καλός άγγελος, όχι ο κακός. Είμαι τόσο γεμάτη και χορτασμένη, που δε με πτοεί τίποτα. Μου λένε: «Μα, εσύ, που είσαι φίρμα, θεά…». Μόλις ακούω αυτές τις αηδίες, τρελαίνομαι, λέω «Λυπηθείτε με». Δεν είμαι αυτή. Στη σκηνή κάτι είμαι, αλλά κάτω τίποτε. Στο σούπερ μάρκετ, σήμερα, μου είπε ένας κύριος: «Θα έρθουμε στο “Παλλάς” να σας δούμε, είστε θεά». Τον κοίταξα και του είπα: «Κύριέ μου, δε μας πρέπουν τέτοια λόγια. Αυτά τα λένε τα νέα παιδάκια για τους νέους τραγουδιστές. Μην το λέτε σε μένα, σας παρακαλώ. Έχω φάει πολλά χρόνια για να μη μου πει κανένας αυτήν τη λέξη. Μη μου το κάνετε αυτό. Γιατί να με βρίσετε; Σας βρίζω εγώ;».
Σας ενοχλούν οι χαρακτηρισμοί όπως το «θεά», γιατί αποδίδονται στην εποχή μας με μεγάλη ευκολία;
Ναι, με ενοχλεί αφάνταστα. Αν ήταν κάποιος καθηγητής πανεπιστημίου, θα τον λέγανε θεό; Βγαίνει ένα τσακλοκούδουνο και φωνάζουν: «Εσύ είσαι η πρώτη!». Γιατί; Ο άλλος έφαγε τα νιάτα του, άσπρισαν τα μαλλιά του, του λένε «Είσαι θεός»; Ε, μα αυτός είναι ο θεός. Την ώρα που σε ναρκώνει για επέμβαση, είναι θεός, έχει τη ζωή σου στα χέρια του. Εμένα μου δόθηκε το δώρο της φωνής, προσπαθώ να το συντηρήσω και να το γυρίσω πίσω στον κόσμο. Δεν το κρατάω για τον εαυτό μου.
Ναι, αλλά δε φοβηθήκατε ποτέ, ούτε στη σκηνή ούτε στη ζωή σας. Από που πήγαζε η δύναμη;
Από το σπίτι μου. Έτσι ήταν και οι γονείς μου. Φτωχοί, αλλά μεγάλωσαν τέσσερα παιδιά, μας έμαθαν το καλό και το κακό. Μας δίδαξαν πώς να γίνουμε τίμιοι και θαρραλέοι άνθρωποι. Πρέπει να παλέψεις για το ψωμί σου. Δεν ξέρεις πόσες απίθανες δουλειές έχω κάνει. Έπρεπε όλοι να δουλέψουμε για την οικογένεια. Δε φοβήθηκα. Ούτε ο θάνατος με φοβίζει. Μόνο οι ανίατες αρρώστιες με φοβίζουν.
Ακόμη με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι αποφεύγετε μετά βδελυγμίας τις κάμερες και τις δηλώσεις. Θα μου το εξηγήσετε;
Ξέρουν πια. Με βλέπουν από μακριά και τους κάνω νόημα. Οι φωτορεπόρτερ με γνωρίζουν καλύτερα, όμως, και τους λέω: «Άντε, βρε, βγάλτε τη φωτογραφία τη ρημάδα»! Έχω να βγω στην τηλεόραση εδώ και 25-30 χρόνια. Δε μ’ αρέσει. Απλά πράγματα. Είσαι ο τάδε ή η τάδε, μου κάνεις συνέντευξη και με ρωτάς διάφορα για την προσωπική μου ζωή και την οικογένειά μου. Με ποιο δικαίωμα, όμως, με ρωτάς; Εγώ, δηλαδή, γιατί δεν μπορώ να ρωτήσω «Εσύ, αλήθεια, γιατί χώρισες και παντρεύτηκες την άλλη;». Είναι το όπλο σου το μικρόφωνο, αλλά εγώ δεν έχω όπλο. Μπορείς, δηλαδή, να με ρωτήσεις, «Γιατί δεν παντρευτήκατε τον πατέρα του παιδιού σας;». Με ποιο δικαίωμα; Τα έχω πει κατ’ ιδίαν σε φίλους δημοσιογράφους, αλλά γιατί να μιλήσω δημοσίως; Πάω στο ραδιόφωνο, στο φίλο μου Νίκο Χατζηνικολάου. Εκείνος ξέρει. Του λέω: «Πρόσεξε τι θα ρωτήσεις, γιατί θ’ αρχίσω να ρωτάω κι εγώ». Άρα, γιατί να βγω να μιλάω σε ανθρώπους που με ρωτάνε πράγματα απόρρητα; Τους έδωσα εγώ το δικαίωμα;
Και οι δημόσιες σχέσεις;
Είτε το πιστεύεις είτε όχι, δεν ξέρω πώς γίνονται οι δημόσιες σχέσεις. Κάποτε μου είχε πει κάποιος πως αν δεν κάνω αυτά που πρέπει για τη δημοσιότητα, θα καταστραφώ. «Τι μου λες; Για να το σκεφτώ. Θα καταστραφώ αν δε γυρίσω τα πρωϊνάδικα και δε μιλήσω στους γνωστούς δημοσιογράφους; Άκου, επειδή εγώ θα υπάρχω, εσύ δε θα υπάρχεις», του είχα απαντήσει. Δεν υπάρχει αυτός που μου το είπε. Δεν το κάνω επίτηδες. Έτσι είμαι, καλή ή κακή. Ελάτε να με δείτε στη σκηνή και να με κρίνετε. Τι να πουν μετά από τόσα χρόνια; Εάν είμαι καλή τραγουδίστρια; Ή αν μεγάλωσα; Βεβαίως μεγάλωσα. Και πάχυνα. Και έχω ρυτίδες. Μα δεν έκανα ποτέ την γκόμενα. Η Αλεξίου, η Γαλάνη, η Βιτάλη, η Γλυκερία, η Πρωτοψάλτη έκαναν ποτέ τις γκόμενες; Τα νέα κορίτσια είναι όλα ίδια, σαν να βγαίνουν από το εργοστάσιο του Μάο Τσε Τουνγκ. Με στολή!
Ξεχωρίζετε κάποιους από τη νέα γενιά;
Φυσικά και υπάρχουν αξιόλογοι νέοι. Κυρίως αγόρια, που τραγουδάνε καλά. Απλώς, ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ντύνονται όλοι ίδια και είναι μια κόπια. Γιατί μιμούνται; Όλες μαλλιά εξτένσιον στο ίδιο χρώμα, όλες με ίδιο βαμμένο μάτι. Δεν υπάρχει κάτι που να κάνει «τζιζ». Όλα ίδια. Άσε που δεν ξεχωρίζω φωνές πλέον. Αλλά της Νατάσας Θεοδωρίδου, την ξεχωρίζω.
Της Νατάσας Μποφίλιου;
Δεν είναι κακή. Καλή είναι η Μποφίλιου.
ΤΑΚΗΣ ΖΑΧΑΡΑΤΟΣ
Πότε μπήκε στη ζωή σου η Μαρινέλλα;
Η σχέση μας είναι καρμική. Ξεκίνησε όταν ήμουν τεσσάρων ετών και την άκουσα στο ραδιόφωνο της γιαγιάς μου. Ρώτησα ποια είναι, μου είπαν η Μαρινέλλα και είπα: «Να έρθει τώρα εδώ!». Όταν μου είπαν πως δε γίνεται, απάντησα πως δεν πρόκειται να ξαναφάω το φαγητό μου. Τρελάθηκα, έκανα απεργία πείνας για τρεις μέρες και μετά η μητέρα μου με τη γιαγιά μου σκέφτηκαν να μου γράφουν ψεύτικα γράμματα, ότι βρίσκεται στο εξωτερικό, ότι με αγαπάει και θα έρθει. Έτσι ξεκίνησε η σχέση μου με τη Μαρινέλλα. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα σε ποια ανήκει αυτή η φωνή. Υπήρχε μια κλωστή που μας ένωνε, χωρίς να έχουμε γνωριστεί. Μετά από χρόνια, εμφανίστηκα στο «Καφέ Γκρεκ», στο Κολωνάκι, και ήρθε ένα βράδυ να με δει, όταν εκείνη τραγουδούσε στο «Ρεξ». Εκεί βρεθήκαμε πρώτη φορά και ένιωσα σαν να τη γνώριζα χρόνια. Η βραδιά έκλεισε με τη Μαρινέλλα να με έχει μέσα στο παλτό της, στην πόρτα του μαγαζιού, δίνοντάς μου συμβουλές και λέγοντας στον κόσμο: «Σας ευχαριστούμε που ήρθατε, να είστε καλά». Μαμά, πορτιέρης και ντίβα ταυτόχρονα. Είναι ένας συγκλονιστικός συνδυασμός αυτή η γυναίκα. Έχει ένα ευλογημένο ταλέντο από τον Θεό, αλλά διαθέτει έναν εξίσου ευλογημένο εγκέφαλο, που κάνουν γλέντι.
Εσύ της μιλάς ως Μαρινέλλα;
Της κάνω πλάκα και διαθέτει πολύ χιούμορ. Ακομπλεξάριστη και σίγουρη για τον εαυτό της. Λέει κάτι, μετά της κάνω αναπαράσταση και πέφτει κάτω από τα γέλια. Μια από τις συμβουλές που μου έχει δώσει είναι: «Τα πόδια σου να είναι μέσα στο πάπλωμα». Δηλαδή, να μην εκτίθεμαι. Πολλές φορές νιώθω μεγαλύτερός της, πιο παλιός, καθώς είναι πάντα μπροστά, ένας πολύ μοντέρνος άνθρωπος.
Το κοινό σ’ έχει αγαπήσει πολύ. Αυτή η εναλλαγή των προσώπων που κάνεις, πώς και πόσο σε έχει βοηθήσει στην εξέλιξή σου;
Για ν’ ανακαλύψεις και να αγαπήσεις ένα χαρακτήρα, πρέπει να βρεις ένα κοινό σας κομμάτι. Είναι σαν τη μάνα που μαθαίνει να αγαπάει τα παιδιά της με τη διαφορετικότητα που έχει το καθένα. Αυτή η δουλειά με έκανε να έχω περισσότερη κατανόηση, να γίνω λίγο πιο σοφός απ’ ό,τι ήμουν. Με δίδαξε κατανόηση της διαφορετικότητας και αποδοχή. Όλοι μου, δε, οι ήρωες είναι τόσο διαφορετικοί, που με έκαναν καλύτερο άνθρωπο. Όταν ο άνθρωπος είναι απόλυτος, δεν έχει γνώση, κι όταν έχεις πρόβλημα με τον άλλο, έχεις και με σένα τον ίδιο.
Δεν απασχολείς με την προσωπική σου ζωή, αλλά θεωρώ ότι συνέβαλες με τον τρόπο σου στο ν’ ανοίξει το μυαλό του μέσου Έλληνα.
Ναι, ήρθα από το πουθενά και προφανώς αναρωτήθηκαν: «Τι είναι τούτο;». Βρέθηκα ξαφνικά από το κομμωτήριο στην Πάτρα μέσα στην αρένα, σκιάχτηκα –για να το πω πατρινά– και σκέφτηκα τι δουλειά έχω εγώ εδώ. Στην αρχή, δηλαδή, με κοίταζα με το βλέμμα των θεατών. Αλλά όταν είσαι έντιμος και ειλικρινής, πετυχαίνεις το στόχο σου. Θέλω να δίνω χαρά και αισιοδοξία στον κόσμο, επειδή πάντα ήθελα να δραπετεύω απ’ όπου δε μου άρεσε, με αλεξίπτωτο το χιούμορ. Ήταν ένα μέσο διαφυγής. Δε χρειάζεται να παίρνουμε πολύ σοβαρά ούτε τη ζωή ούτε τους εαυτούς μας. Δεν είχα ιδέα για την αγάπη του κόσμου, μέχρι που τόλμησα να κάνω την περιοδεία τη χρονιά που μόλις έφυγε. Είχα ανάγκη απ’ αυτή την αγάπη, καθώς ήρθε σε μια στιγμή μεγάλης εσωτερικής ανακατάταξης. Ανέφερες την προσωπική μου ζωή, αλλά εμένα δε μ’ ενδιαφέρει να κουράζω τον κόσμο.
Τι εννοείς;
Εννοώ τα social media κι αυτή την υπερβολική έκθεση ανθρώπων, που βομβαρδίζουν τον κόσμο με πληροφορίες για το πού βρίσκονται και το τι κάνουν. Είναι φθορά, κατά τη γνώμη μου. Κάτι που γνώριζε καλά η Αλίκη, αλλά γνωρίζει και η Μαρινέλλα, είναι ότι η υπερέκθεση κάνει κακό. Βλέπω ανθρώπους με ταλέντο να καίγονται μόνοι τους από την ανασφάλειά τους να υπάρχουν παντού. Αν είναι να σε ξεχάσουν, θα σε ξεχάσουν, όσα εξώφυλλα κι αν κάνεις.
Γιατί η περσινή ήταν χρονιά εσωτερικής ανακατάταξης;
Κάθε επτά χρόνια αλλάζουμε, κι εγώ δεν μπορώ να επαναλαμβάνομαι. Διψάω για νέα πράγματα, νέες εμπνεύσεις. Έρχεται, λοιπόν, η ώρα του ξεκαθαρίσματος και συνειδητοποιείς ότι μέσα σου υπάρχει ένας καινούργιος άνθρωπος. Είναι σαν να έχεις γεννήσει έναν νέο εαυτό. Μέχρι, όμως, να πάρει το χώρο του μέσα σου, υπάρχει μια διαδικασία που δεν είναι ιδιαίτερα ευχάριστη, αλλά ουσιαστική και εξελικτική.
Στους προσωπικούς σου απολογισμούς θεωρείς ότι περισσότερο αγάπησες ή αγαπήθηκες;
Το ίδιο. Δεν παίρνεις αγάπη, όταν εσύ ο ίδιος δεν έχεις επιτρέψει να πάρεις. Μπορεί να φοβάσαι. Βολεύεσαι στο να μην έχεις κάτι. Είναι αστείο να συνειδητοποιείς ότι ο άνθρωπος φοβάται να χαρεί. Είναι πιο εύκολο να είσαι στο φόβο, στη στέρηση και την ανεπάρκεια, από το να νιώθεις πλήρης. Αν εστιάσεις σ’ αυτά που έχεις και όχι σ’ εκείνα που δεν έχεις, νιώθεις χαρά. Πρέπει να ξέρεις καλά το «μαγαζί» σου: τι είσαι, τι θέλεις και τι μπορείς.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο κακό που έκανες στον εαυτό σου;
Το ότι δεν άκουγα τα «θέλω» μου. Καταπίεζα τον εαυτό μου για να ικανοποιήσω τους άλλους και δεν άκουγα την πραγματική μου ανάγκη. Ξέρεις, ο καθένας μας έχει γνωρίσει υποσυνείδητα τον εαυτό του μέσα από τα μάτια και τις ιδέες των άλλων. Γι’ αυτό πρέπει να συνδεθούμε με τον πραγματικό μας εαυτό, να πάρουμε την ευθύνη, να αποσυνδεθούμε από όσα έχουν πει οι άλλοι για εμάς.
Ψάχνεις πολύ το μέσα σου.
Αν δεν έχεις καλό θεμέλιο και καλή σχέση με το μέσα σου, δεν μπορείς να πας μπροστά. Δεν μπορείς ν’ απαιτείς καλή σχέση ή καριέρα, αν δεν έχεις δημιουργήσει τη βάση γι’ αυτό. Οικοδόμημα χωρίς θεμέλια, δε γίνεται. Ειλικρινά, εύχομαι σε όλους μας, εν όψει της νέας χρονιάς, να δημιουργήσουμε τον εαυτό και τη ζωή που θέλουμε, γιατί εμείς είμαστε οι σεναριογράφοι, οι σκηνοθέτες και οι πρωταγωνιστές της ζωής μας. Εμείς είμαστε ο Άγιος Βασίλης μας, να μην τον ψάχνουμε αλλού. Να πιστεύουμε στη δική μας δύναμη.
Οι ήρωές σου, τα «παιδιά» σου, επανέρχονται στην καθημερινότητά σου εκτός σκηνής;
Ναι. Είμαστε περιφερόμενος θίασος. Εμένα με συγκινεί όταν βλέπω έναν οδηγό ταξί που δουλεύει δέκα συνεχόμενες ώρες στο τιμόνι, να μου ζητάει να του κάνω λίγο Άντζελα Δημητρίου. Φυσικά και θα του κάνω το χατήρι. Μόλις με ακούει, αλλάζει η έκφρασή του. Είναι μεγάλη η ικανοποίηση που παίρνω.
Πώς νιώθεις για την παράσταση «Στον Καθρέφτη του Παλλάς»;
Μοιράζομαι τη σκηνή με το «φάρο» μου, τη Μαρινέλλα, η φωνή της οποίας με συνεπήρε στα τέσσερά μου χρόνια. Πρόκειται για μία dream team: Σταμάτης Φασουλής σκηνοθεσία, Δημήτρης Παπάζογλου χορογραφίες, Γιάννης Ξανθούλης κείμενα, Μανόλης Παντελιδάκης σκηνικά, Ελευθερία Ντεκώ φωτισμοί, Ντένη Βαχλιώτη κοστούμια, Γιάννης Χριστοδουλόπουλος ενορχηστρώσεις. Νιώθω πως είχα μια οικογένεια την οποία δε γνώριζα, σαν να μου είπαν έχεις συγγενείς εκεί και πήγα να τους βρω. Είναι σαν το κρυφό σχολειό, μια απόδραση από το γκρίζο που κυριαρχεί γύρω μας. Ο κόσμος θα δει ένα σύγχρονο βαριετέ, με συγκίνηση, γέλιο, σάτιρα και τα υπέροχα τραγούδια της Μαρινέλλας με νέα ενορχήστρωση. Φεύγεις γεμάτος από την παράσταση. Άσε που δε βλέπεις συχνά δύο Μαρινέλλες στη σκηνή!
Επιμέλεια: Χρήστος Αλεξανδρόπουλος
Μακιγιάζ: Αχιλλέας Χαρίτος
Χτένισμα: Γιώργος Αθανασίου
Ευχαριστούμε το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» και το «GB Corner Gifts & amp flavor», Βασ. Γεωργίου 1α, Πλ. Συντάγματος, τηλ. 210 3330000,
www.grandebretagne.gr, για την ευγενική φιλοξενία.
http://like.philenews.com/marinella-ke- ... ynentefxi/