Γράφει η Πόπη Βεζάζη
Φωτογραφίες: Χαρά Γερασιμοπούλου
«Ο Μισάνθρωπος» είναι ίσως ένα από τα πιο γνωστά, διαχρονικά έργα του γάλλου θεατρικού συγγραφέα και ηθοποιού, Μολιέρου, το οποίο πρωτοπαίχτηκε το 1666 στο θέατρο του Palais Royal. Εναλλακτικός τίτλος του: «Ο χολερικός ερωτευμένος» (“Le Misanthrope ou L’ Atrabilaire amoureux”). Αυτήν την ιδιαίτερη κωμική τραγωδία, σε έμμετρη απόδοση 1.600 στίχων στην ελληνική γλώσσα, παρακολουθήσαμε την Παρασκευή, 27 Απριλίου στο Σύγχρονο Θέατρο. Η παράσταση άφησε στο μυαλό μας μία ηχηρή εικόνα για έξι βασικούς χαρακτήρες, οι οποίοι κατά βάση αντανακλούν τα στερεότυπα μιας κοινωνίας γεμάτης υποκρισία και ψέμα. Ένα έργο κοινωνικής υφής, ντυμένο με ευφυΐα και χιούμορ, δοσμένα σε σωστές δόσεις αλλά και με ιδιαίτερη, πρωτότυπη αισθητική. Η παραγωγή έγινε από την “Constantly Productions”, σε σκηνοθεσία Ιόλης Ανδρεάδη, διασκευή της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη και μετάφραση του Γιάγκου Ανδρεάδη. Πρόκειται για ένα θεατρικό έργο αινιγματικό, που παρουσιάζει μία κοινωνία στεγνή από συναισθηματισμούς και υψηλά ιδεώδη, η οποία δεν διαθέτει παρά μόνο κυνισμό και ανθρώπους δεμένους χειροπόδαρα από την ανάγκη για αναγνώριση και κάλπικη ευτυχία.
Τα φώτα σβήνουν και η παράσταση ξεκινά, φωτίζοντας μόνο λίγο τον χώρο της πλατείας. Στη σκηνή παρουσιάζονται έξι κάδρα, μέσα στα οποία δεσπόζουν οι έξι βασικοί χαρακτήρες, που «ξετυλίγονται» σταδιακά, αποκαλύπτοντας κρυμμένους πόθους, αλήθειες και ιστορίες που έχουν κάτι να μας πουν με πολύ σοβαρό ύφος –κάτι που φτάνει έως τις μέρες μας.
Κεντρικός ήρωας, ο Άλκηστος, ο «Μισάνθρωπος» (Μιλτιάδης Φιορέντζης), ο οποίος με βαθιά ειλικρίνεια καθορίζεται από αισθήματα αηδίας απέναντι στα φθηνά πράγματα του καιρού του, οικτίρει κάθε δειλό και κάλπικο ον και μισεί τους ανθρώπους και τον αγώνα τους να επικρατήσουν στην αρένα της υποτιθέμενης καταξίωσης και του «φαίνεσθαι». Λατρεύει τη Σελιμένη (Βασιλική Τρουφάκου), μια κοπέλα που αρέσκεται να ελκύει τους άντρες γύρω της, να χλευάζει τα αισθήματά τους και να χρησιμοποιεί την κοινωνική της θέση και την ομορφιά της για να παίζει μαζί τους και ειδικά με τον Άλκηστο.
Τα κάδρα αλλάζουν μορφές, κινούνται και χορεύουν στο σκοτεινό υπόβαθρο, οι χαρακτήρες «ξετυλίγονται» σιγά-σιγά, σχολιάζουν το κοινωνικό γίγνεσθαι, χλευάζουν και χλευάζονται με τη σειρά τους, και διακωμωδούν καταστάσεις. Ο Ορόντης (Θύμιος Κούκιος), μέγας αντίζηλος του Άλκηστου για την καρδιά της όμορφης Σελιμένης, επιζητά τα ευμενή σχόλια και την επευφημία και χρησιμοποιεί την κακή ποίησή του για να προσελκύσει το κοινό. Το έργο του «σαλονιού» γυρνάει συνεχώς επάνω στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών, με γρήγορο ρυθμό και ρυθμικές κινήσεις και εναλλαγές. Και ύστερα τα φώτα πέφτουν επάνω στον Φιλήντα (Ορέστης Καρύδας), τον καλύτερο φίλο του Άλκηστου, ο οποίος αποδίδει με θέρμη και εξαιρετικό ταλέντο τα ευγενή χαρακτηριστικά του (πράγμα σπάνιο για την εποχή εκείνη) και ο οποίος διακατέχεται από ειλικρίνεια, θάρρος και επιθυμία να βοηθήσει τον Άλκηστο να προσαρμοστεί στις επιταγές της Αυλής και της κοινωνίας των ευγενών.
Επόμενος πολύπλοκος και πολυεπίπεδος χαρακτήρας, η Αρσινόη (Μελίνα Θεοχαρίδου). Ένας χαρακτήρας μασκαρεμένος, γεμάτος ψευτιά και υποκρισία. Η Αρσινόη καταπνίγεται μέσα στην ίδια της τη θρησκοληψία, προσπαθώντας επί ματαίω να δείξει σωφροσύνη και ευγενή αισθήματα, όμως η μάσκα της, εν τέλει, πέφτει πολύ αριστοτεχνικά και αποκαλύπτεται κάθε προσποίηση και αποτρόπαιη σκέψη της στον φθονερό κόσμο που δημιουργεί ο Μολιέρος.
Τελευταίο ανθρώπινο κάδρο, η Ελιάνθη (Δανάη Επιθυμιάδη), ξαδέλφη της Σελιμένης, ένα πρόσωπο χαρισματικό, συναισθηματικό και με αριστοκρατικά, όμορφα χαρακτηριστικά. Η Ελιάνθη δεν λαμβάνει ίσως τον απαιτούμενο χώρο στην παράσταση για να εξελιχθεί, συγκριτικά με τους υπόλοιπους χαρακτήρες του έργου, παραμένει παρ’ όλα αυτά μία φωνή «λογικής» και υπάρχει εκεί, μέσα και έξω από το κάδρο της, για να εξομαλύνει τις έντονες διαμάχες και στιγμές των ηρώων και να κάνει αντιληπτή τη διαφορά ανάμεσα στους ανθρώπους της τάξης της.
Τα επίπεδα αποκαλύψεων των χαρακτήρων, των σκέψεών τους και των όσων βιώνουν, δεν λαμβάνουν χώρα περιορισμένα μόνο μέσα στα τεράστια σκοτεινά κάδρα του σαλονιού που διαδραματίζεται η ιστορία μας. Μέσα στο κάθε κάδρο βλέπουμε στην πρώτη φάση τους ήρωες του έργου, να εκφράζουν το υποσυνείδητό τους -δεν μιλούν παρά μόνο κινούνται και αλλάζουν στάσεις σαν να πρόκειται για φωτογραφίες ή για πίνακες που έχουν «πιαστεί» σε κάποιου είδους πόζα. Στο δεύτερο επίπεδο του έργου, οι χαρακτήρες βγαίνουν έξω από τους ανθρώπινους πίνακες, η συνέχεια δηλαδή στην 3η σκηνή της δεύτερης πράξης αναπτύσσεται έξω από το κάδρο, σε φυσικό χώρο και με κίνηση. Υπάρχει περισσότερη κινητικότητα και ως θεατές βρισκόμαστε ένα βήμα πιο κοντά στην πραγματικότητα των ηρώων. Τέλος, το τρίτο αναπτυσσόμενο επίπεδο γίνεται μπροστά στο μικρόφωνο. Εκεί οι ήρωες μας μιλούν, εκφράζουν τις πιο σκοτεινές και βαθιές σκέψεις τους και απομακρύνονται τελείως από τα άλλα επίπεδα παρουσίασής τους, μιας και αυτό το τρίτο επίπεδο είναι το πιο ουσιαστικό, αυτό που τους ξεγυμνώνει μπροστά στο κοινό. Εδώ πλέον βλέπουμε ποιοι πραγματικά είναι και ποια θα είναι η τελική τους πορεία. Τί έχουν κερδίσει και τί έχασαν.
Η παράσταση σταδιακά ξεδιπλώνει την ψυχή των ηρώων και μας διδάσκει με ευχάριστο τρόπο αξίες και ιδεώδη για τα οποία μάχονται οι λίγοι απέναντι στους πολλούς, σε όλες τις εποχές, σε μία κοινωνία σαθρή που σαπίζει από μέσα. Το έργο διαθέτει σωστή δομή, αρκετό χιούμορ, δημιουργεί μία ευχάριστη ατμόσφαιρα και αναμφίβολα διαθέτει πρωτοτυπία και κομψότητα.
Τα πρόσωπα ξεπηδούν γεμάτα αρμονία και ομαλότητα μέσα από τους γιγάντιους πίνακές τους, ενώ οι ηθοποιοί αποδίδουν με πολύ δυνατό και φρέσκο τρόπο την πικρή αυτή ατμόσφαιρα της εποχής και σατιρίζουν με σωστό τρόπο χωρίς να κουράζουν, δημιουργώντας επιτυχημένα το προφίλ του θύτη και του θύματος σε έναν κόσμο χτισμένο πάνω σε ψεύτικες εντυπώσεις και χαιρεκακία. Ίσως το μόνο ασθενές στοιχείο του έργου, η επί 90 λεπτά έμμετρη απόδοσή του με το μοτίβο των στίχων, το οποίο ενδεχομένως να δυσκολεύει τη συνεχή παρακολούθηση της ροής της δραματουργίας. Σίγουρα όμως έχουμε να κάνουμε με μία καλομελετημένη παραγωγή με νέα ματιά που αξίζει να παρακολουθήσετε, έως και την Κυριακή, 27 Μαΐου 2018 στο Σύγχρονο Θέατρο.
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…