Γράφουν η Πέννυ Γέρου και η Σοφία Τσεκούρα
www.musiccorner.gr
Τρίτη 17 Ιουλίου 2012

Καρδιές στην Ατλαντίδα

«Είναι αστείο πώς, όταν είσαι παιδί, μια μέρα μπορεί να κρατήσει για πάντα. Τώρα, όλα αυτά τα χρόνια μοιάζουν με μια στιγμή»

Ο Bobby (David Morse) επιστρέφει στο σπίτι, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Η κηδεία του παιδικού καρδιακού του φίλου και η είδηση για το θάνατο της μικρής του φίλης έρχονται  να ζωντανέψουν τις μνήμες του, την αθωότητά του, τη χρονιά που έκλεισε τα έντεκά του χρόνια. Η χρονιά αυτή δεν ήταν όπως οι άλλες…

Ζώντας σε ένα ήσυχο σχετικά προάστιο, ο Bobby μαζί με τη μητέρα του προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα. Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα για μια μάνα με ένα παιδί, χωρίς ένα σύντροφο και χωρίς μια σταθερή οικονομική υποστήριξη. Ένας παράξενος κύριος, ο Ted Brautigan (Antony Hopkins) εμφανίζεται ως ενοικιαστής του επάνω ορόφου. Ένας ξένος άντρας, κοντά σε μια οικογένεια γεμάτη φόβους, ανασφάλειες και αστάθειες. Από την πρώτη στιγμή, από τον πρώτο χαιρετισμό, είναι ξεκάθαρο πως αυτός ο «ξένος» θα επηρεάσει τις ζωές τους για πάντα.

Η μητέρα του Bobby (Hope Davis) λείπει συχνά, τον παραμελεί κι έτσι αυτός βρίσκει το πρόσωπο του γονιού, το πρόσωπο του συναισθηματικού του στηρίγματος στα σκοτεινά και γέρικα μάτια του Ted. Ο Ted, παρά την παράξενη φυσιογνωμία του και την ανεξήγητη συμπεριφορά του, καταφέρνει να κερδίσει το μικρό Bobby (Anton Yelchin).

Πολύωρες συζητήσεις στη βεράντα και το καθιστικό, κάνουν το μικρό Bobby να σκέφτεται, να επεξεργάζεται, να προβληματίζεται, να ωριμάζει. Απέναντι από τη βεράντα, στο δρόμο, περνά η μικρή Carol (Mika Boorem) με τα κατάξανθα μαλλιά της να ανεμίζουν στο αεράκι του απογεύματος και τα καταγάλανα μάτια της να λάμπουν από μακριά. Ο Ted ρωτά τι συμβαίνει με τη μικρή… Ο Bobby σχεδόν αηδιάζει, πράγμα που δεν είναι καθόλου περίεργο, δεδομένης της στάσης των αγοριών της ηλικίας του απέναντι στα κορίτσια.

Κι όμως… Ένα απόγευμα στο λούνα παρκ έρχεται να ταράξει τα νερά στο μικρό μυαλουδάκι του. Ενώ η μεγάλη ρόδα έχει χαλάσει και τα δυο νεαρά παιδιά βρίσκονται στον αέρα, ο Bobby δίνει ένα ζεστό φιλί στην Carol. Ένα φιλί από αυτά τα στιγμιαία, από αυτά που ίσως δε γνωρίζεις και γιατί συμβαίνουν, αλλά κάτι μέσα σου σε παροτρύνει: από αυτά που δίνουμε όταν είμαστε παιδιά.

Η φωνή του Ted επανέρχεται τότε στο μυαλό μας…

«Θα είναι το φιλί, με βάση το οποίο θα κρίνεις όλα τα υπόλοιπα στη ζωή σου…»

Κι αυτό ήταν γεγονός, ήταν μεγάλη αλήθεια. Γιατί ήταν από εκείνα τα φιλιά, τα πρώτα της ζωής σου, τα πρώτα μιας σχέσης, τα πρώτα με έναν άνθρωπο που ίσως θα στιγματίσει την υπόλοιπη ζωή σου. Κι αυτά είναι που δεν ξεχνιούνται…

Ο Bobby κράτησε την Carol σα μια γλυκιά ανάμνηση. Μπορεί να μη μεγάλωσαν μαζί, μπορεί να μη γίνανε σύντροφοι, όπως συμβαίνει στα happy endings, αλλά η φωτογραφία της έμεινε για χρόνια στο ράφι της βιβλιοθήκης του, να τον κοιτάζει και να του θυμίζει την ομορφιά και την αθωότητα των πρώτων χρόνων του…

Ο Ted, έχοντας ένα χαμηλό, μυστήριο και ανεξήγητο προφίλ, φαίνεται να έχει ανοιχτούς λογαριασμούς. Άντρες ψηλοί, κομψοί, ντυμένοι στα μαύρα και φορώντας καπέλα, παραμονεύουν στους δρόμους της πόλης… Αργά ή γρήγορα, ο Ted πρέπει να δώσει ένα τέλος σε αυτό το κυνηγητό. Δεν υπάρχει πλέον νόημα…

«Είμαστε όλοι περαστικοί μικρέ. Απλά περαστικοί. Αυτό είναι όλο…»

Όλα τελειώνουν ένα βράδυ στο bar «Corner Pocket», ένα bar κακόφημο, ένα σκοτεινό και μυστήριο μέρος, γεμάτο καπνούς, αλκοόλ και blues να γεμίζουν την ατμόσφαιρα από το jukebox του μαγαζιού. Η τοποθεσία που βρίσκεται ο Ted έχει δοθεί στους ενδιαφερόμενους. Από λεπτό σε λεπτό, ένα μαύρο αμάξι θα περάσει έξω από το μικρό bar και θα τον πάρει μακριά από τον μικρό Bobby. Από το τζάμι ακούγεται η κραυγή του Ted:

«Δε θα τολμούσα να χάσω ούτε ένα λεπτό από αυτό, Bobby. Ούτε για όλο τον κόσμο.»

Δυο ψυχές χωρίζονται ξαφνικά από τη μία μέρα στην άλλη. Χωρίς να ρωτηθούν, χωρίς να το σχεδιάζουν. Πρόκειται για δυο ψυχές, που η μια έμαθε από την άλλη. Δεν ήταν μόνο η γέρικη «σοφία» του Ted, που δόθηκε απλόχερα στο μικρό, αλλά ήταν και η αθωότητα και η σπιρτάδα του μικρού, που εντυπωσίασαν και βάλανε σε σκέψεις τον Ted…

Ο χρόνος αυτός ήταν ο καλύτερος της παιδικής ηλικίας του Bobby. Βάζοντας τον επίλογο στο έργο του, ο Scott Hicks επιλέγει το πλάνο του νεαρού Bobby πάνω στο ποδήλατό του και τις σκέψεις του να φτάνουν με μια φωνή ως εμάς.

«Δεν ξανάκουσα ποτέ για τον Ted Brautigan. Όχι ότι δεν τον σκέφτομαι. Πάντα τον σκεφτόμουν. Πάντα θα τον σκέφτομαι. Γιατί εκείνο το καλοκαίρι ήταν το τελευταίο της παιδικότητάς μου. Και, ακόμα κι αν δεν ξαναείδα τι σκέφτονται οι άνθρωποι, υπήρχε ένα μεγάλο δώρο που μου άφησε ο ίδιος. Αυτό που έκανε ο Ted ήταν να μου ανοίξει τα μάτια, και να αφήσει το μέλλον να μπει μέσα. Δε θα τολμούσα να χάσω ούτε ένα λεπτό από αυτό. Ούτε για όλο τον κόσμο…»

Ο Ted έρχεται να γεμίσει το κενό του Bobby και να του προσφέρει τη φιλία του, τις γνώσεις και την ωριμότητα που αρμόζει σε ένα μεγάλο άνθρωπο και να του δείξει το δρόμο για το θαυμαστό αυτό κόσμο. Αυτοί οι μεταξύ τους δυο άγνωστοι άνθρωποι θα αναπτύξουν μια πολύ δυνατή σχέση και θα ανακαλύψουν τις θεμελιώδεις σχέσεις της αγάπης, της συντροφικότητας και της φιλίας.

Και με αφορμή αυτή τη σχέση, μια απόλυτα ταιριαστή εικόνα –που τυγχάνει να είναι σε μένα πολύ πρόσφατη- είναι αυτή της ιστορίας που έχει να μας διηγηθεί το παρακάτω κομμάτι.

Well I  know, I know it’s wrong
When you’ve got, nothing at all.
And you travel far away, and you don’t have
A place to stay

Συστήνοντας τη μπάντα, αξίζει να σημειωθεί πως οι Remi ξεκίνησαν να παίζουν μουσική κάπου μέσα στο 2011 στην Αθήνα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το ύφος τους, είτε μουσικά είτε στιχουργικά (δια χειρός του Άγγελου Κυπριανού) χαρακτηρίζεται από τη folk την rock n’ roll και τη country μουσική.

Συνήθως τα κομμάτια τους αποτελούν προσωπικά βιώματα και εμπειρίες. Έτσι και το σημερινό τραγούδι κρύβει μια ιστορία πραγματική, γεμάτη ανθρωπιά και πίστη.

Σε ένα από τα ταξίδια του Άγγελου Κυπριανού , σε Ισπανία και Ιταλία αποφάσισε να κάνει μια στάση στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας πριν την αναχώρηση του για Βερολίνο. Ψάχνοντας ένα μέρος να μείνει και κάπου να φάει με λίγα λεφτά στα χέρια του, γνώρισε ένα ντόπιο άνθρωπο ο οποίος του προσέφερε στέγη και στη συνέχεια του εμπιστεύτηκε το σπίτι του μιας και έπρεπε να φύγει…

Don’t know, the snow is coming soon, I better find a home.
I better make a friend, meet someone I don’t know, someone
To shelter me, and make me feel at home.

Κάτι τέτοιες ιστορίες σε κάνουν και συνειδητοποιείς πως το ανθρώπινο στοιχείο. καθώς και η πίστη των ανθρώπων, δεν έχουν εξαφανιστεί. Το θέμα που σε προβληματίζει περισσότερο όμως είναι ότι αυτές οι αξίες φαντάζουν σπάνιο φαινόμενο πλέον στις μέρες μας και αδυνατείς να το πιστέψεις. Αδυνατείς να πιστέψεις γενικώς…

I got plenty of food, to feed your soul,Ii’ve got
No no no, tricks in my hat but if I stay in here
I can feed your cat, I’ve got nothing to give
And you’ve got nothing to lose…  I’ve got no no no, money at all

———-

***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή φωτογραφιών, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here