Γράφουν η Πέννυ Γέρου και η Σοφία Τσεκούρα
www.musiccorner.gr
Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Trainspotting

Κατά τη διάρκεια του 1996 στη Βρετανία, ο Danny Boyle σκηνοθετεί το Trainspotting, το οποίο βασίζεται στο μυθιστόρημα με τον ομώνυμο τίτλο από τον Irvine Welsh. Η ταινία πραγματεύεται τα ναρκωτικά και ακολουθεί μια ομάδα τοξικομανών στα τέλη της δεκαετίας του ’80, στην υποβαθμισμένη περιοχή του Εδιμβούργου και το πέρασμα τους από τη ζωή.

Ο Mark Renton, τον οποίο υποδύεται ο Ewan McGregor, αφηγητής της ταινίας, εξαπολύει έναν ακατανίκητο λεκτικό χείμαρρο από την αρχή και αναφέρει ότι σε αντίθεση με τους ανθρώπους που επιλέγουν τη ζωή (παιδιά, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τα υλικά αγαθά), επέλεξε να ζήσει ως εξαρτημένος από την ηρωίνη.

Στην ταινία, επίσης, μας παρουσιάζονται οι στενοί φίλοι του Renton: ο ανήθικος καλλιτέχνης Sick Boy, ο γραμμωμένος αθλητής Tommy, ο ελαφρόνους Spud, και ο βίαιος, αντικοινωνικός Begbie.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή… Ο Trainspotting σαν τίτλος, αναφέρεται στο κομμάτι που έχει απομείνει στις φλέβες μετά τη λήψη ηρωίνης.

Στη διαδικασία της χρήσης συνήθως λένε, «Από σταθμό σε σταθμό».

Ακόμα οι Trainspotters, είναι αυτοί που μανιωδώς καταγράφουν τους αριθμούς των τρένων.

Το Trainspotting μπορεί να ταξινομηθεί σε τέσσερις διαφορετικούς τύπους κινηματογραφικού είδους συμπεριλαμβανομένων : δράμα, κωμωδία , την εγκληματικότητα και τη κουλτούρα των ναρκωτικών.

Χαρακτηρίζεται ως δράμα, δεδομένου ότι είναι μια σοβαρή ιστορία λόγω του εθισμού στα ναρκωτικά και αρκετές σκηνές έδειξαν τις πραγματικές ζωές των ηρωινομανών. Από την άλλη πλευρά μπορεί να χαρακτηριστεί ως κωμωδία ειδικά όταν Spud πηγαίνει σε μια συνέντευξη σε υψηλή ταχύτητα και άλλες αστείες στιγμές που είναι εκεί για να φωτίσουν τη σοβαρότητα της ταινίας.

Ο κύριος χαρακτήρας, Mark Renton, μας συστήνεται με μια εξαιρετικά ενεργητική σκηνή η οποία συνοδεύεται από το “Lust For Life” του Iggy Pop, μαζί με τη σαρκαστική αφήγηση του Renton η οποία απορρίπτει τον αδύναμο μηχανισμό ύπαρξής μας υπέρ των χαρών της ηρωίνης. Ο Iggy Pop είναι ο ήρωας του Renton.

Όταν πηγαίνει για clubbing, παρατηρούμε το πόσο έχει συνηθίσει και εθιστεί στην ηρωίνη με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζει κανένα νέο τραγούδι. Η φίλη του, Diane, τον προτρέπει να κατανοήσει σε τι κατάσταση βρίσκεται και αυτός με τη σειρά του αρχίζει να συνειδητοποιεί πόσο χρόνο από τη ζωή του σπατάλησε σε αυτό. Λίγο αργότερα συγκρίνει την ηρωίνη λέγοντας, «φανταστείτε το καλύτερο οργασμό που είχατε ποτέ και πολλαπλασιάστε το με χίλια και δεν είστε ακόμα εκεί». Οι σκέψεις αυτές του πρωταγωνιστή μπορούν να μας δώσουν μια εικόνα για την ψευδαίσθηση μέσα στην οποία ζουν τα άτομα υπο εξάρτηση. Άτομα, τα οποία, όπως βλέπουμε μέσα από την ταινία, χάνουν τις κύριες χαρές της ζωής, όπως το να ερωτευτούν, να περάσουν όμορφες στιγμές με οικογενειακά τους πρόσωπα ή να σημειώσουν κάποια επιτυχία που αφορά στα δικά τους ενδιαφέροντα, μιας και αυτά εκλείπουν συχνά από την καθημερινότητά τους. Ωστόσο, μετά από λίγα λεπτά αποφασίζει να κόψει την ηρωίνη, ακριβώς επειδή αντιλαμβάνεται τα πόσα έχει στερηθεί για χάρη της.

Ακόμα κι αν καταφέρει να διώξει την ηρωίνη από τη ζωή του και να ξεκινήσει μια νέα ζωή στο Λονδίνο, δεν του είναι εύκολο να ξεφορτωθεί τον κύκλο των παλιών του φίλων και ο Renton καταλήγει να εμπλακεί σε μια συμφωνία ναρκωτικών και να πωλεί 4 κιλά ηρωίνης με τους άσπονδους φίλους του. Προς το τέλος της ταινίας, προδίδει τους άλλους και δραπετεύει με τα χρήματα. Αυτό δείχνει στους θεατές ότι αποφάσισε να «επιλέξει τη ζωή», να γίνει «σαν κι εμάς», να μπει μέσα στο σύστημα, το οποίο κατέκρινε ζώντας για αρκετό καιρό στο περιθώριο και σε ένα φαντασιακό επίπεδο της καθημερινότητας.

Η ταινία καταφέρνει να μας σοκάρει, μας τρομοκρατεί και μας αηδιάζει για μια στιγμή και μας κάνει να γελάμε την επόμενη. Το Trainspotting, για την ακρίβεια δεν έχει μια συγκεκριμένη πλοκή, δεν προτείνει κάποια στάση ζωής, απλώς ακολουθεί την καθημερινή ζωή αυτής της ομάδας τοξικομανών, προβάλλοντας και το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίσσεται.

Τα ναρκωτικά είναι η κύρια εστίαση αυτής της ταινίας. Στη δεκαετία του ’90 ένα νέο κύμα μουσικής και ναρκωτικών άρχισαν να αναδύονται. Με την ταινία, η ηρωίνη δόθηκε στα φώτα της δημοσιότητας. Χαρακτήρες όπως ο Sick Boy και ο Renton έγιναν είδωλα για εξεγερμένους εφήβους, που είτε ήθελαν να πειραματιστούν με τα ναρκωτικά , είτε ένιωθαν απογοητευμένοι και αποκομμένοι από την κοινωνία. Είχαν ένα soundtrack και τα είδωλα να μιμηθούν. Από την άλλη πλευρά όμως, κάποιος θα μπορούσε να τη δει όπως είναι, ένα ειρωνικό και κυνικό τιτίβισμα στη ζωή των ναρκομανών. Η τραγωδία της ταινίας είναι εμφανής στο θεατή, αλλά από κει και πέρα είναι στο χέρι του θεατή το πώς θα το ερμηνεύσει.

Ο Mark είχε τη κρίση και την ευκαιρία να ξεφύγει από τη μοίρα του, αλλά και πάλι…

Ήθελε όντως να «διαλέξει ζωή»;

Αυτοί οι trainspotters, λοιπόν, φαίνονται να έχουν μια αστείρευτη λαγνεία για τη ζωή, όπως άλλωστε μας προδίδει και το soundtrack της ταινίας «Lust For Life» του καλλιτέχνη της rock σκηνής, Iggy Pop. Οι νέοι της ταινίας ζουν τη ζωή στα άκρα της. Με μόνιμη συντροφιά τσιγάρα, αλκοόλ και ναρκωτικά, περνούν, όπως και ο Iggy, τις μέρες τους στα βικτοριανά διαμερίσματα και στους δρόμους της Σκοτίας. Το αύριο δεν έχει σημασία γι’ αυτούς, ο χρόνος έχει χαθεί και υπάρχουν μέρες που αναρωτιούνται αν ο χρόνος που πέρασε ήταν μια ώρα, μια ημέρα ή ακόμα και μια ολόκληρη βδομάδα. Φλερτάρουν έντονα με τη ζωή και τη δέχονται στην ολότητά της. Έχουν αποφασίσει να μην διαλέξουν μια ζωή. Και ο λόγος είναι απλά ότι δεν υπάρχει λόγος.

Παράλληλα, ο πόθος αυτός για τη ζωή στο υπέρτατο ρίσκο της, καταλήγει να είναι και ένα φλερτ με το θάνατο. Μερικές φορές, ο πόθος για τη ζωή μας κάνει να ξεχνάμε πόσο ευάλωτοι είμαστε και πώς η ίδια η ζωή μπορεί να μας πετάξει από τα ψηλά στα χαμηλά. Τρανή απόδειξη στην προκειμένη ταινία, η ζωή ενός μωρού που χάνεται, που ξεχνιέται μέσα στην κούνια και βρίσκεται μετά από – ποιος ξέρει – πόσο καιρό νεκρό. Και μια μάνα που φωνάζει και θρηνεί για το χαμένο της παιδί, αλλά παρόλα αυτά δε λέει να ξεφύγει από τα ναρκωτικά. Η ειρωνεία τραγική, αν σκεφτούμε πως ο πόθος και η λαγνεία μιας νεαρής μητέρας να συνεχίσει να ζει τη ζωή της στο έπακρο, μπορεί να φέρει την ίδια την απώλεια μπροστά στην πόρτα της.

Στην ταινία, συναντάμε φυσικά ένα ακραίο παράδειγμα. Βλέπουμε μια μάνα που εξακολουθεί να παίρνει ναρκωτικά μετά τη γέννα και καταλήγει να χάνει ό,τι έδινε νόημα στη ζωή της, πέρα από την εξάρτησή της. Στην πραγματικότητα μια παρόμοια κατάσταση μπορεί να ζήσει ο καθένας μας, παρασυρμένος από κάποιο πάθος, από κάποια εμμονή, που τον οδηγεί στην απόλυτη τρέλα και απελπισία, μόνο και μόνο επειδή δεν είχε τα μάτια να δει έξω από το δικό του μικρόκοσμο.

Το τραγούδι, όμως, που κερδίζει το θεατή σε αυτή την ταινία, ήταν ένα από τα ωραιότερα κομμάτια του Lou Reed, με τίτλο «Perfect Day». Το τραγούδι αυτό παίζει σε ένα κομβικό σημείο της ταινίας, όταν ο Renton, ο πρωταγωνιστής της ταινίας, αποφασίζει να μπει στη διαδικασία της αποτοξίνωσης. Η μέρα του πρωταγωνιστή ήταν κάθε άλλο παρά μια τέλεια, εκ πρώτης όψεως. Λιποθυμάει από υπερβολική δόση, πηγαίνει στο νοσοκομείο και μπαίνει σε καραντίνα από τους γονείς του για να ξεκινήσει η αποτοξίνωση. Όλη αυτή η παρακμή της κατάστασης, ίσως, όμως, μπορεί να γεννήσει μια ελπίδα, κάτι όμορφο. Ο Renton ξεκινούσε μια καινούργια ζωή… (Τον Lou Reed με το «Perfect Day» συνατάμε επίσης σε μια από τις πιο συγκινητικές και δυνατές στιγμές της ταινίας «Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής σου», η οποία συνιστάται ανεπιφύλακτα, αν και διαπραγματεύεται μια διαφορετική ιστορία από αυτή του Trainspotting…)

Το κομμάτι αυτό λένε πως γράφτηκε από τον Lou Reed με αφορμή τα ναρκωτικά και την εξάρτησή του. Με λίγα λόγια το κομμάτι αυτό αντικατοπτρίζει τον ψυχισμό του κάθε φορά που βρίσκεται υπό την επήρεια κάποιας ουσίας. Γι’ αυτό εξάλλου επιλέχθηκε από τους παραγωγούς της ταινίας για μια τέτοια σκηνή. Άλλοι πάλι μένουν σε μια πιο επιφανειακή αντίληψη του κομματιού ως αφιέρωσης στη μέλλουσα γυναίκα του Lou Reed, Bettye Kronstadt.

Ας μου επιτραπεί να γίνω μια από τους επιφανειακούς αναγνώστες αυτών των στίχων. Αν και η τέχνη δεν πρέπει να εκτιμάται πέρα από τις πραγματικές της συνθήκες, δε μπορούμε να αρνηθούμε και το δικαίωμα του καθενός να έχει τις δικές του σκέψεις για ένα έργο.

Θέλω να πιστεύω πως ένας άνθρωπος ήταν η πραγματική αφορμή για να γραφτεί αυτό το κομμάτι. Ένας άνθρωπος ήταν αφορμή για να βιωθούν αυτά τα συναισθήματα. Μια υπέροχη μέρα με ένα αγαπημένο σου άτομο. Μια μέρα χωρίς εντυπωσιασμούς και μεγάλη προσπάθεια για να νιώσεις ευτυχισμένος, να κάνεις πέρα όλες σου τις έννοιες, να νιώσεις έστω και για λίγο άλλος άνθρωπος, άνθρωπος ιδιαίτερος και μοναδικός για κάποιον άλλον. Δυστυχώς για πολλούς ανθρώπους αυτό δε συμβαίνει κάθε μέρα…

Just A Perfect Day,
Problems All Left Alone,
Weekenders On Our Own.
It’s Such Fun.
Just A Perfect Day,
You Made Me Forget Myself.
I Thought I Was Someone Else,
Someone Good.

Το κομμάτι αυτό με κάνει να επιβεβαιώνω τη σκέψη πως για να φτιάξεις το ιδανικό σκηνικό στη ζωή σου δε χρειάζονται μεγάλα και χρονοβόρα σχέδια, ούτε σπατάλες και υπερβολική προσπάθεια. Αρκεί ένα ποτήρι σαγκριά, μια βόλτα στο πάρκο, μια ταινία σε ένα μικρό κινηματογράφο της πόλης ή ένας περίπατος χωρίς προορισμό. Δεν είναι ανάγκη όλη μας η ζωή να στοχεύει προς το απόλυτο, προς κάτι μεγάλο. Χρωστάμε στον εαυτό μας να τον αφήσουμε ελεύθερο και να του δώσουμε τις πιο όμορφες αναμνήσεις μέσα από τις πιο απλές στιγμές.

Μόνο έτσι θα μπορέσουμε, γυρνώντας σπίτι αργά το βράδυ, να κοιτάξουμε τον διπλανό μας στα μάτια και να πούμε «Ήταν μια υπέροχη μέρα, χαίρομαι που τη μοιράστηκα μαζί σου» … Έτσι θα βρούμε μικρές στιγμές για να κρατηθούμε και να αντέξουμε όσα δύσκολα έρχονται και φεύγουν. Με τη νοοτροπία αυτή ίσως δώσουμε μια άλλη χροιά στην καθημερινότητά μας. Γιατί, όπως κλείνει και ο Lou Reed αυτό το τραγούδι, «Θα θερίσεις, ό,τι έσπειρες» … Ας σπείρουμε, λοιπόν, μικρές απλές στιγμές με τα άτομα που αγαπάμε και ίσως θερίσουμε ακόμα μεγαλύτερες!

———-

***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή φωτογραφιών, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here