Γράφει η Ευαγγελία Βασιλείου
Φωτογραφίες: Ιωάννα Τζετζούμη

Όταν έμαθα για την παράσταση, σε κείμενο – σκηνοθεσία Μιμής Ντενίση, είχα μεγάλο ενδιαφέρον να την παρακολουθήσω. Ο συνδυασμός Καζαντζίδης-Ντενίση κάπως «κλώτσαγε» στο μυαλό μου, δεν «έδενε» καλά. «Τι δουλειά έχει η αστική τάξη με τη λαϊκή, έστω και σε ένα τέτοιο συναπάντημα;».

Κακά τα ψέματα! Ο Καζαντζίδης ήταν η φωνή του λαού, ο πόνος και τα βάσανα μιας γενιάς χαρακωμένης από τις δυσκολίες της εποχής της και η φωνή του ήταν «λες και κουβάλαγε όλο τον πόνο του κόσμου στις πλάτες του». Συναισθήματα τα οποία δεν νομίζω πως θα μπορούσαν να είναι γνώριμα στην δημιουργό της παράστασης, καθώς δεν συνάδουν με το κοινωνικό της status, σκέφτηκα. Εκείνος ήταν παιδί της ορφάνιας και της προσφυγιάς. Έχασε τον πατέρα του μικρός, μόνος με τη μάνα του ένιωσε στο ζενίθ πόνο, φτώχεια, πείνα, εξορία, αδικία… κι ύστερα επιτυχία, δόξα, καταξίωση… και μετά απομόνωση, μοναξιά… Η ζωή του μου μοιάζει σαν μια βόλτα πάνω σε ρόλερ κόστερ.
Για να δούμε…


Εντυπωσιακή η επιβλητικότητα του χώρου. Η σκηνή είναι τεράστια σε όλες τις διαστάσεις της, με ένα τραμπουκέτο και πανύψηλα συρόμενα παραπετάσματα που διευκολύνουν την εναλλαγή των σκηνικών και φέρνουν την εικόνα που προβάλλεται στο βάθος σε παράλληλη προβολή εγγύτερα στους θεατές.
Πρώτη εικόνα ο Χίτλερ που φαινομενικά μπορεί να είναι μια άμεση δήλωση της σκληρότητας του πολέμου και των συνεπειών του στον ελληνισμό. Κι έτσι, η ζωή του Στέλιου αρχινά να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας με ερεθίσματα πρόσφορα για όλες τις αισθήσεις.


Η παράσταση, έτσι όπως εξελίσσεται, αποτελεί ένα πολύχρωμο μωσαϊκό συναισθημάτων, μουσικής, όμορφων εικόνων, ωραίων ερμηνειών, με στοιχεία που προκαλούν άλλοτε γέλιο κι άλλοτε συγκίνηση. Ολόκληρη η ιστορία του ελληνικού τραγουδιού της εποχής παρελαύνει επί σκηνής με πολύ επιτυχημένες στιλιστικές επιλογές και προσεγμένα ρούχα, χτενίσματα και αξεσουάρ. Οι χαρακτήρες που υποδύονται οι ηθοποιοί έχουν αποδοθεί με κάθε λεπτομέρεια τόσο όσον αφορά στην εξωτερική τους εμφάνιση όσο και στις ιδιαιτερότητες της ομιλίας, της έκφρασης και των κινήσεων (Χιώτης, Πάνου κ.ά.). Ρίγη προκαλεί η μουσική και ο κόσμος τραγουδάει μαζί τους και χειροκροτά σε κάποια τραγούδια.


Όλα συμβαίνουν γρήγορα. Η ζωή του Στέλιου είναι τεράστια ιστορία, πώς να χωρέσει σε μια παράσταση, θα μου πεις. Δίκιο έχεις! Κι όντως, δεν χώρεσε…

Το έργο παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις από την ιστορία του Καζαντζίδη. Ένα σημείο ενοχλητικό που εντοπίζεται είναι ότι τα ονόματα των γυναικών που σημάδεψαν τη ζωή του δεν αναφέρονται επίτηδες, αφήνονται όμως να εννοηθούν από κάποια οπτικά και λεκτικά στοιχεία που φανερώνονται διακριτικά. Η δημιουργός του έργου μπορεί να δικαιολογεί πως η παράσταση είναι μια μυθιστορία, δεν βασίστηκε σε κουτσομπολιά αλλά «στην ψυχοσύνθεση του Καζαντζίδη». Όμως, αφού ολόκληρο το έργο δεν έχει κανένα σημείο που να παραπέμπει σε «κλειδαρότρυπα», γιατί άραγε η απλή αναφορά στα ονόματα αυτά θα αποτελούσε «κουτσομπολιό»; Από τη στιγμή κιόλας που είναι παγκοίνως γνωστά τα κομμάτια αυτά της ζωής του Στέλιου Καζαντζίδη. Ίσως λοιπόν η αιτία να είναι κάπου αλλού, ίσως σε κάποιους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί.


Πέρα από αυτό το στοιχείο, υπάρχει και κάτι άλλο. Η παράσταση δίνει την εντύπωση ότι ο Καζαντζίδης έζησε μέχρι τα σαράντα του σχεδόν. Με πολύ συνοπτικές διαδικασίες το έργο παρουσιάζει ότι από τη στιγμή που αποφασίζει ότι δεν θέλει να εμφανίζεται πλέον στα νυχτερινά κέντρα, γνωρίζει την κα Βάσω και αποσύρεται στον Άγιο Κωνσταντίνο όπου τελειώνει και η ζωή του. Το «Υπάρχω» δεν ακούγεται ποτέ! Η ζωή του μετά την Columbia, απλά δεν υπάρχει! Δεν αναφέρονται -ούτε καν σκιαγραφούνται- σημαντικά σημεία της ιστορίας του όπως, η κόντρα με τον Νικολόπουλο, η διαφορά με την δισκογραφική ΜΙΝΩΣ, οι σύγχρονες συνεργασίες του και το come back που έκανε. Γιατί; Αναρωτιέμαι…

Στην πλοκή μιας τέτοιας παράστασης καταναλώνεται θεατρικός χρόνος για ένα γεγονός ήσσονος σημασίας που αφορά στον τραυματισμό του από ένα άλογο στους όρχεις, αλλά δεν βρίσκουν θέση τα 2/3 της καλλιτεχνικής του καριέρας;;; Είναι να απορεί κανείς και ίσως και εδώ θα πρέπει οι λόγοι να αναζητηθούν αλλού…


Πέρα από τις επισημάνσεις που έθεσα παραπάνω, θεωρώ ότι το έργο αυτό έχει προσεγγίσει τον μύθο του Στέλιο Καζαντζίδη με αξιοπρέπεια, αλλά επιφανειακά, στοχεύοντας σε μια ακόμη εισπρακτική επιτυχία. Αυτό το θεατρικό δρώμενο μπορεί ωστόσο να γίνει το έναυσμα να ξεκινήσει ο κάθε ένας την προσωπική ανακάλυψη του μύθου «Στέλιος Καζαντζίδης», αναζητώντας δημοσιεύματα, βιβλία κλπ. Εδώ παρουσιάζονται πολλά από τα στοιχεία του χαρακτήρα του, στα οποία δεν θα ήθελα να σταθώ, γιατί είναι προσωπικές απόψεις και κριτικές υπό το πρίσμα της υποκειμενικής κρίσης. Τα επίθετα που συνοδεύουν τον θρύλο του Καζαντζίδη είναι γνωστά άλλωστε, λίγο έως πολύ σε όλους.

Σε αυτό όμως που θέλω πολύ να σταθώ είναι ότι, ο Στέλιος Καζαντζίδης έγραψε ιστορία όσον αφορά στη σχέση αμοιβής των καλλιτεχνών από τις δισκογραφικές. Όλοι οι μετέπειτα τραγουδιστές, τραγουδοποιοί, συνθέτες, στιχουργοί κλπ., οφείλουν σε εκείνον το ότι σήμερα πληρώνονται με ποσοστά αντί πάγιας αμοιβής κι αυτός είναι ένας αγώνας που χρεώθηκε ο ίδιος με μεγάλο τίμημα, αλλά δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς λόγω της ιδιοσυγκρασίας του.


Ως παράσταση έχει πάρα πολύ καλούς ηθοποιούς και συντελεστές, εξαιρετικές ερμηνείες και πολύ καλή σκηνοθεσία. Ο χαρακτήρας-έκπληξη του έργου είναι ο αφηγητής και επιστήθιος φίλος του Καζαντζίδη -ο οποίος μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί και το alter ego του- Γιορδάνης, τον οποίο ενσαρκώνει ο απίθανος Αντώνης Λουδάρος. Η ηγεμονική μητέρα του, Γεσθημανή είναι η απολαυστική Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, ενώ ο ταλαντούχος Ηλίας Μελέτης υποδύεται με ώριμη υποκριτική δεινότητα τον θρύλο Στέλιο Καζαντζίδη.


Αν με ρωτήσετε, αν άκουγα Καζαντζίδη θα σας πω ευθέως και χωρίς υπεκφυγές, όχι. Ούτε άκουγα τα τραγούδια του, ούτε και μου άρεσε το στυλ του και η μουσική του. Ωστόσο, δεν υπάρχει νομίζω Έλληνας που να μην έχει σιγοψιθυρίσει το «Υπάρχω» ή να μην έχει αναρωτηθεί ποια είναι αυτή η «Μαντουμπάλα» κι ίσως όλοι μας, γυναίκες κι άντρες, να έχουμε πάρει έστω και μια νοερή στροφή με το «Δυο πόρτες έχει η ζωή». Τα τραγούδια του, η μουσική του, η φωνή του «χτύπαγαν» έστω κι αμυδρά ένα κομμάτι της ψυχής αν όχι όλων, τουλάχιστον της πλειοψηφίας των Ελλήνων. Και ξέρετε γιατί; Επειδή οι Έλληνες έχουμε τραβήξει τόσα και τόσα ως λαός, που ο πόνος είναι «γραμμένος» στο DNA μας και δεν μπορούμε να μην ανταποκρινόμαστε –συνειδητά ή ασυνείδητα- στο άκουσμά του.


Ο Στέλιος Καζαντζίδης, είναι μύθος, θρύλος κι ιστορία. Μια προσωπικότητα σεβαστή και παραδεκτή απ’όλους για την πορεία του στο μουσικό στερέωμα της Ελλάδας. Αγάπησε πολύ τον κόσμο που τον ανέβασε, ίσως με υπερβολή κάποιες φορές θέλησε να περιφρουρήσει αυτή την αγάπη και την αποδοχή που ένιωσε από το κοινό του, αλλά αυτό δεν θα το κρίνω εγώ. Πιστεύω πως ο σεβασμός είναι αυτό που του αξίζει και είναι ένα στοιχείο που αναμφίβολα διαπνέει όλο το έργο…

ΚΕΙΜΕΝΟ: Μιμή Ντενίση, Κωνσταντίνα Γιαχαλή
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μιμή Ντενίση
ΣΚΗΝΙΚΑ – ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Γιώργος Πάτσας

Πρωταγωνιστούν
Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, Μελέτης Ηλίας, Δημήτρης Σταρόβας, Νίκη Παλληκαράκη, Σταύρος Νικολαΐδης, Σπύρος Μεριανός, Κώστας Βελέντζας, Αναστασία Σκοπελίτη, Μαριλένα Δήμα, Χρήστος Βελιάνος

Μαζί τους η Νεφέλη Ορφανού και ο Μιχάλης Μητρούσης

«Γιορδάνης» ο Αντώνης Λουδάρος

Παίζουν (με αλφαβητική σειρά)
Ελένη Ζιάνα, Εβελίνα Κυπραίου, Δήμητρα Μιχαηλίδου, Άγγελος Μπέσσας, Ηλίας Νομικός, Νίκος Πολοζιάνης, Έφη Σταυροπούλου, Γιώργος Τάτσης

——————–

Ευχαριστούμε για τις φωτογραφίες την Ιωάννα Τζετζούμη

Αναλυτικότερα στοιχεία της παράστασης μπορείτε να δείτε στο σχετικό δελτίο τύπου

——————–

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Ωραίο άρθρο, ευχαριστούμε, αλλά σας παρακαλούμε διορθώστε το “στο “Θέατρον”, στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού”, στο σωστό ” στο “Θέατρον”, στον «Ελληνικό Κόσμο»”.

    Το ΙΜΕ, όπως μπορείτε να δείτε και από το χάρτη στη διεύθυνση maps.ime.gr είναι στο Θησείο.
    Το Θέατρον είναι στον «Ελληνικό Κόσμο», στην Πειραιώς 254 –> maps.hellenic-cosmos.gr

    Το λέω γιατί μας έρχονται (στο ΙΜΕ) επισκέπτες που θέλουνε να πάνε στον «Ελληνικό Κόσμο» και ταλαιπωρούνται…

  2. Επίσης: Το πρόβλημα με τα ονόματα των γυναικών έχει λυθεί και αναφέρονται κανονικά.
    Παραμένει το πρόβλημα με τα δικαιώματα των τραγουδιών του που δεν
    *μας αφήνουνε* να τα αναφέρουμε.
    (π.χ. τα τραγούδια του Α. Πάνου που οι έχοντες τα
    δικαιώματα -οι κληρονόμοι του- *δεν θέλουν*
    να ακούγονται – Εδώ δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα!)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here