Γράφει ο Γιάννης Τσούμαλης

Ως γνωστόν πρόκειται για ένα εμβληματικό έργο βασισμένο στο βιβλίο του Gaston Leroux: «Le Fantome de l’ Opera», το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε Γαλλική Εφημερίδα από τον Σεπτέμβρη του 1909 ως τον Γενάρη του 1910. Οι στίχοι των τραγουδιών είναι των Charles Hart και Richard Stilgoe, ενώ τη μουσική υπογράφει ο Andrew Lloyd Webber. Πολλά μπορείτε να διαβάσετε για το συγκεκριμένο ανέβασμα, το οποίο θεωρείται παράσταση – φαινόμενο, λόγω της ενθουσιώδους αποδοχής εκατομμυρίων θεατών, αλλά κυρίως λόγω του ακριβού καλλιτεχνικά αποτελέσματος. Ακριβό από δυο όψεις: την κυριολεκτική (επιβλητικά σκηνικά, πληθώρα κοστουμιών, πολυπληθής θίασος, πλούσια ορχήστρα) και την μεταφορική (υψηλή αισθητική και προσεγμένη δόμηση της συγκίνησης). Δεν φιλοδοξώ να κάνω κριτική των όσων είδα, καθώς η παράσταση δεν έχει ανάγκη τη δημόσια καταγραφή της θέσης ενός πιστού θεατή, αλλά ούτε ο αναγνώστης ψάχνει λόγο να πάει ή να μην πάει. Η παράσταση έχει μια καλλιτεχνική αυταξία. Τα υπόλοιπα είναι θεωρίες.

Το «Φάντασμα» είναι ένας ταλαντούχος, ευφυής μουσικοσυνθέτης, εφευρέτης και ταχυδακτυλουργός, ο οποίος ήρθε μ’ έναν θίασο πριν χρόνια στην πόλη και χρησιμοποιεί από τότε το κτήριο της όπερας ως “σπίτι” του έχοντας φτιάξει κρύπτες, περάσματα, δωμάτια μυστικά, διαδρόμους κρυφούς και φυσικά ένα ορμητήριο του, με ένα δεσπόζον εκκλησιαστικό όργανο. Είναι χειριστικός, θεωρεί εαυτόν κύριο της Όπερας και απαιτεί πάντα ένα συγκεκριμένο θεωρείο, καθώς και αμοιβή. Δεν διστάζει να σκοτώσει, αν παραβούν τις εντολές του. Για την Κριστίν, μια χορεύτρια, η οποία αποδεικνύεται φωνητικό και ερμηνευτικό ταλέντο, το «Φάντασμα» είναι ο «Άγγελος της Μουσικής», που τη μύησε στη μαγική αυτή τέχνη. Νιώθει ότι του χρωστάει, όχι μόνο τα όσα έμαθε, αλλά κι αυτό το αίσθημα της έμπνευσης και μυστηρίου που της προκαλεί αυτή η αμφιλεγόμενη μορφή. Όταν η Κριστίν πλέον φανερά δηλώνει ερωτευμένη με τον παλιό της γνώριμο Ραούλ, το «Φάντασμα» αρχίζει να γίνεται ακόμη πιο χειριστικός και μυστηριώδης. Την απαγάγει, δολοφονεί, αποπειράται να σκοτώσει τον Ραούλ, αλλά και αγαπάει βαθειά και εξαρτάται απόλυτα από αυτή του την αγάπη για την Κριστίν.

Όλα ξεκινάν με έναν πολυέλαιο, ο οποίος πωλείται σε δημοπρασία χρόνια μετά. Μα αυτός ο πολυέλαιος έχει μιαν ιδιαίτερη ιστορία. Έτσι ξεκινάει και η παράσταση. Ήδη με τα πρώτα λεπτά ακούγεται το τραγούδι – θέμα του έργου και δεν αφήνει κανένα παράθυρο κλειστό στη φαντασία. Στην αρχή απλά θαυμάζεις. Στη συνέχεια η εμπειρία είναι τόσο επιβλητικά όμορφη και πρωτόγνωρη που δεν παίρνεις τα μάτια σου από τη σκηνή παρά μόνο να συμβουλευτείς τους υπότιτλους. Η γυριστή σκάλα στον πέτρινο πύργο της Όπερας, το παράθυρο – καθρέφτης του δωματίου της Κριστίν, η οροφή της Όπερας, το ψυχρό και μυστηριώδες κρησφύγετο του «Φαντάσματος», η σκηνή της όπερας του έργου με τα ποικίλα σκηνικά της, η ορχήστρα με τα τόσα –εκπληκτικά συντονισμένα– όργανα, ο πρωταγωνιστής, πολυτελής πολυέλαιος δημιουργούν την πιο γόνιμη συνθήκη για τους συντελεστές. Ανατριχιαστικές ερμηνείες, εκκωφαντικές σιωπές καθώς και προσεγμένες χορογραφίες, που υπηρετούν τη δράση.

Οι ιστορίες που εκτυλίσσονται γύρω από τη βασική ιστορία που συνοψίζεται στο τρίπτυχο «Φάντασμα» – Κριστίν – Ραούλ είναι δευτερεύουσες, αλλά χρήσιμες, γιατί δημιουργούν το απαραίτητο πλαίσιο. Ο πυρήνας του έργου είναι σε πρώτη ανάγνωση μια ιστορία ερωτικού τριγώνου, εκδίκησης και πολέμου επικράτησης του ισχυρότερου αρσενικού στην ψυχή μιας νέας. Πίσω από όλα αυτά, όμως, είναι η τραγωδία που ζει «ο Άγγελος της Μουσικής». Κάνει τη μοναξιά του ερωτική εξάρτηση, την ευφυΐα και την πολυπραγμοσύνη του λειτουργούς των εσωτερικών του αντιφάσεων. Πάνω από όλα είναι άριστος δημιουργός και υπηρέτης της τέχνης, αλλά και ταυτόχρονα αμαθής στα ανθρώπινα. Ούτε τέρας, ούτε άνθρωπος. Κάτι ανάμεσα. Φάντασμα. Καταδικασμένο από δική του επιλογή να ζει σε κρύπτες, να εμπνέει δέος και θαυμασμό, αλλά και ταυτόχρονα να αποδεικνύει πως είναι κούφια όλα αυτά χωρίς τον συν-άνθρωπο. Αλλά κι αυτή του την επιλογή δεν μπορείς να του την χρεώσεις απόλυτα. Αποκαλυπτική είναι η στάση του σώματος του ηθοποιού που υποδύεται το «Φάντασμα», όταν τον αγκαλιάζει και εν τέλει τον φιλάει η Κριστίν. Αποσβολωμένος ξεδιψά όλη την έρημό του. Παραδομένο παιδάκι που μαθαίνει πρώτη φορά την καρδιά του να περπατά. Καταλαβαίνει το άθλημα της σχέσης. Δεν μπορεί να κρατήσει την Κριστίν, ούτε , όμως, τον ίδιο στην επιφάνεια. Αυτοεξορίζεται για πάντα στα υπόγεια και στα κρυφά αγαπώντας μάταια την Κριστίν, η οποία τον εγκαταλείπει για πάντα και συντετριμμένος από τη μόνη αλήθεια στην Τέχνη: εν αρχή πάντα είναι ο άλλος ως συνωμότης στο μυστήριο της ύπαρξης, είτε ως έρως, είτε ως φιλία, είτε ως ένα όποιοδήποτε χρώμα από όλη την γκάμα των ανθρώπινων συνδέσεων.

Η εμπειρία μου ήταν μοναδική, πρωτόγνωρη κι είναι ακόμη νωπή. Ομολογώ πως χρειάζομαι χρόνο, για να γονιμοποιηθούν τα νοήματα που τόσο αριστοτεχνικά μου παρουσιάστηκαν. Αυτό, όμως, που με σιγουριά μπορώ να πω είναι πως η παράσταση λειτουργεί σαν το ίδιο το «Φάντασμα». Προχωράει στα υπόγεια ρεύματα των αισθημάτων, συλλέγει ό,τι του ταιριάζει, εξερευνά το μέσα σου για κρύπτες ανατριχίλας, ώσπου στο τέλος βγαίνει απρόοπτα στο κέντρο της καρδιάς και την καθηλώνει. Στο χειροκρότημα εξαφανίζεται και σε αφήνει αναπάντεχα σιωπηλό…

——————————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του MusicCorner.gr…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here