Γράφει η Μαρία Αβραμίδου

Ένα φτωχό λευκό αγόρι μεγαλώνει σε μία γειτονιά μαύρων και ονειρεύεται να γίνει σούπερ ήρωας. Συνειδητοποιεί από νωρίς ότι η δική του… υπερδύναμη είναι η μουσική και, όταν την απελευθερώνει μεγαλώνοντας, κερδίζει το ενδιαφέρον του Συνταγματάρχη Tom Parker (Tom Hanks) που πιστεύει ότι ανακάλυψε τον μεγαλύτερο σταρ όλων των εποχών. Το όνομα του νεαρού ήταν Elvis Presley (Austin Butler)…

Ο καταξιωμένος οραματιστής σκηνοθέτης Baz Luhrmann μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τη βιογραφία του «Βασιλιά», όπως δικαίως αποκαλούσαν τον Presley, χρησιμοποιώντας ως όχημα την οπτική του αμφιλεγόμενου μάνατζέρ του, Tom Parker. Το “Elvis” είναι ένα οπτικά απολαυστικό φιλμ –όπως συμβαίνει με όλα τα έργα του Αυστραλού δημιουργού–, με την κάμερα να βρίσκεται σε διαρκή κίνηση και το καταιγιστικό μοντάζ να δίνει στην ταινία ρυθμό σχεδόν χορευτικό. Η ιστορία που εκτυλίσσεται μέσα σε είκοσι και κάτι χρόνια και τρεις διαφορετικές δεκαετίες, δημιουργεί ένα οπτικά άρτιο, ποικίλο και πλουσιότατο σκηνικό περιβάλλον, ενώ την παράσταση κλέβουν τα iconic κοστούμια του Elvis, δια χειρός της βραβευμένης με τέσσερα Oscar, Catherine Martin.

Πέρα από όλα τα παραπάνω, ο Luhrmann καταφέρνει να συσχετίσει τα τραγούδια του Elvis με τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις μιας ταραγμένης εποχής, προσδίδοντάς τους νέες διαστάσεις και ερμηνείες. Το μικρό ξανθό αγόρι που ένιωσε την gospel μουσική στην εκκλησία της γειτονιάς του να τον διαπερνά σαν ηλεκτρικό ρεύμα και βρήκε τον προορισμό του στις αρμονίες της rhythm ‘n’ blues, συνένωσε αυτά τις μουσικές αυτές επιρροές και τις μετέτρεψε σε κάτι άλλο, εντελώς δικό του και μοναδικό, που ήταν η βάση γι’ αυτό που σήμερα αποκαλούμε rock ‘n’ roll. Και όλα αυτά, εν μέσω μίσους, κοινωνικών διακρίσεων και πολιτικών δολοφονιών, όπως αυτή του Martin Luther King, που σημαδεύουν και καθορίζουν ανεξίτηλα τον ίδιο και τη μουσική του.

Ο σαρωτικός Austin Butler γίνεται ο Elvis με τρόπο καταιγιστικό, καθώς έχει κατακτήσει τη μοναδική κινησιολογία του Presley, ο οποίος με κάθε κίνηση των γοφών του και το παραμικρό σπάσιμο της λεκάνης του έκανε τα πλήθη –κυριολεκτικά– να παραληρούν. Μεταδίδει, επίσης, τον έντονο μαγνητισμό που είχε στο βλέμμα του ο Elvis, αυτόν που τον μετέτρεπε από ένα ψηλό και αδύνατο, ανασφαλές αγόρι σε έναν χειμαρρώδη, λαμπερό καλλιτέχνη επί σκηνής. Ο πάντοτε αξιόπιστος Tom Hanks κρατά την ισορροπία που πρέπει απέναντι στη δύναμη της φύσης που εξαπολύει με τη φλογισμένη ερμηνεία του ο Butler, ενώ η χειριστική σχέση αγάπης και μίσους που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους δύο άνδρες κεντρίζει το ενδιαφέρον σεναριακά. Αν ο Luhrmann είχε αφήσει να φανούν ακόμη πιο έντονα οι «ραγισματιές» του Elvis και είχε επιλέξει να εμβαθύνει κι άλλο σε αυτές, νομίζω πως θα πετύχαινε το απόλυτο. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι, ότι μέσα σε ένα έργο όπου η ομορφιά και η φαντασμαγορία της εικόνας είναι διαρκείς, την παράσταση κλέβουν τα τραγούδια και η κατάθεση ψυχής που έκανε ο Elvis κάθε φορά που ερμήνευε μπροστά σε κοινό. Δεν ήξερε, άλλωστε, άλλον τρόπο να ανταποδίδει την τόση αγάπη που εισέπραττε από τον κόσμο –μια αγάπη, ωστόσο, που ίσως και να πίστευε ότι δεν αξίζει, καθώς αυτή ουδέποτε μπόρεσε να νικήσει τις πληγές που τον βασάνιζαν ώς το πρόωρο τέλος του…

*Η ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους σε διανομή από την Tanweer, από την Πέμπτη, 23 Ιουνίου.

—————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here