Γράφει η Τζίνα Παπαμιχαήλ
Φωτογραφίες: Ματίνα Φουντούλη

Δευτέρα 24 Ιουνίου και αν και μια από τις πιο ζεστές μέρες του μήνα φαίνεται πως δεν πτόησε κανέναν πωρωμένο ροκά, να το σκάσει απ το γραφείο, να δραπετεύσει από την μιζέρια της Δευτέρας και να κατέβει για μπύρες και χαμό, με σκοπό να απολαύσει punk, stoner και grunge ήχους με αποκορύφωση τους υπεραγαπημένους ηγέτες της Grunge/metal σκηνής του Seattle, Alice in Chains μια από τις μπαντάρες που στιγμάτισε την γενιά των 90’s!

Οι πόρτες στην πλατεία Νερού άνοιξαν για μια ακόμη φορά στις 17.00 ενώ μισή ώρα μόλις μετά, ανέβηκαν στην σκηνή οι Monovine, που παρόλο το λιοπύρι και τον καύσωνα στάθηκαν αντάξιοι των περιστάσεων με μια δυναμική παρουσία, σκορπώντας grungoπανκ ήχους και μια αισθητική να πλανάται στον αέρα θυμίζοντας άλλοτε λίγο Nirvana άλλοτε λίγο Radiohead, με φουλ πειραματισμούς στην κιθάρα, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερα εκρηκτικό μείγμα. Έπαιξαν για μισή περίπου ώρα παρουσιάζοντας κομμάτια από τα τρία άλμπουμ που βρίσκονται στο ενεργητικό τους. Ανάμεσά τους ακούστηκαν κομμάτια όπως το “Void”, “Mellow” και “Odd” γνωστά σε όσους ακολουθούν την πορεία της μπάντας.

Η προσέλευση του κόσμου ήταν ακόμα αρκετά χαλαρή και κάποιοι κρύβονταν κάτω από τον όποιο ίσκιο μπορεί να υπήρχε εκείνη την ώρα στον χώρο, αλλά σαν εμφανίστηκαν στις 18.30 οι Puta Volcano, οι περισσότεροι άφησαν τις μπύρες και τα σομπρέρο τους κάτω, πλαισίωσαν τη σκηνή και άρχισαν να «ξεμουδιάζουν», κάτω από δυνατούς rock-dessert ήχους που θα τους χαρακτήριζα γεμάτους ενέργεια και πυγμή. Εντυπωσιακή η frontwoman Άννα Παπαθανασίου, για ακόμη μια φορά έκλεψε την παράσταση με τις φωνητικές της ικανότητες και το μπρίο της. Η μπάντα έχει την εμπειρία σε αρκετά Live, τους είχαμε δει και παλιότερα στο Rockwave το 2015, και είναι ενεργή από το 2011. Έπαιξαν περίπου κανένα μισάωρο , γύρω στα επτά κομμάτια, ανάμεσά τους το “Dune”, το “The Sun” και “Jovian Winds” που το κοινό φαίνεται να γνώριζε.

Κι ενώ ο Αθηναϊκός ήλιος άρχισε να δύει γύρω στις 19.30, με ένα δυνατό τζαμάρισμα έγινε δυναμική η είσοδος των Fu Manchu, μιας από τις πρωτοπόρες μπάντες του Stoner Rock από την Καλιφόρνια, που ξεκίνησε την καριέρα της στα mid 80’s. Βρώμικα κιθαριστικά σόλο με εσάνς punk rock, το δυνατό παίξιμο του Reeder στα ντραμς, και η φωνή του αγέραστου Scott Hill, δεν άφησαν κανέναν ασυγκίνητο ενώ η πλατεία Νερού άρχισε να γεμίζει αξιοπρόσεκτα με κόσμο, o οποίος ανταποκρίθηκε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό στο κάλεσμα της μπάντας. Μάλιστα δεν ήταν λίγοι αυτοί που ήρθαν αποκλειστικά και μόνο για το συγκεκριμένο συγκρότημα, που φαίνεται πως η καριέρα του έχει περάσει δια πυρός και σιδήρου, όμως κατάφερε να αναγεννηθεί από τις στάχτες του και αυτό οι γνώστες και οι φανς της συγκεκριμένης μπάντας το γνωρίζουν πολύ καλά. Η μπάντα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στα riffs και φαίνονται έντονα οι επιρροές από άλλες hard rock 70’s μπάντες αν και έχουν ένα πολύ δικό τους στυλ με heavy προσανατολισμό. Ανάμεσα σε ό,τι παίξανε ξεχώρισαν το “Clone of the Universe”, “Hell on Wheels”, “King of the Roads”. Pick θα λέγαμε της παρουσίας τους ήταν η εξαιρετική διασκευή του “Godzilla” των Blue Oyster Cult. Κατάφεραν με σχετική ευκολία να πωρώσουν το κοινό, ενώ πολλοί ήταν αυτοί που χτυπιόντουσαν και άλλοι που αναρωτιόντουσαν ανάμεσα τους κι εγώ: «Μα καλά, γιατί βγήκαν τρίτοι σε σειρά και δεν εμφανίστηκαν πριν από τους Alice in Chains;» ‘Ίσως αυτό θα ήταν ένα εύλογο ερώτημα προς την παραγωγή του Release αν δεν υποπτευόμασταν ως λόγο την εμπορική επιτυχία των 1000 mods στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Κατά τα άλλα οι Fu Manchu είναι κλάσεις ανώτεροι και μουσικά και από θέμα ιστορικότητας αλλά τέλος πάντων…

Μαλλιά, μαλλούρες, head banging, ήχος στην τσίτα όπως προστάζει το Stoner, μπόλικος ιδρώτας και μπύρα οι Fu Manchu μας θύμισαν εκεί γύρω στο “California Crossing” πως χαίρονται ιδιαίτερα που βρίσκονται ξανά στην Ελλάδα μιας έπειτα από 17 ολόκληρα χρόνια. Οι παλιοί θυμούνται..εποχές ΡΟΔΟΝ.. Ο καύσωνας και ο ήλιος που έδυε έλουζε στην κυριολεξία την μπάντα που συνέχιζε απτόητα, στατικά  με ένα δυνατό και σκληροτράχηλο παίξιμο. Αυτό το rock  αγαπάμε το rock το αλήτικο, του δρόμου με ψυχή και λόγο. Άριστη λοιπόν η εμφάνισή τους η οποία έκλεισε με το “ Saturn III” και με ένα δυνατό σόλο στα ντραμς.

Η ώρα πέρασε ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται σχετικά ασφυκτικά μέχρι και αρκετά μέτρα μακριά από τη σκηνή και οι παρέες πηγαινo έρχονταν με «φορεία» από μπύρες σε μια προσπάθεια να σβήσουν τη δίψα τους. 21.15 και τη σκυτάλη παίρνουν από τους Καλιφορνέζους stoners οι δικοί μας εγχώριοι 1000mods από το Χιλιομόδι Κορινθίας. Τώρα  δεν θα το σχολιάσω αυτό άλλο εδώ νομίζω…

Η σκηνή γέμισε με ενισχυτές και retro εξοπλισμό στον οποίο φαίνεται πως έχουν αδυναμία. Έπειτα από την έναρξη του “Above All” άρχισε και η βιντεοπροβολή που κράτησε καθ όλη τη διάρκεια της συναυλίας και μπορώ να πως πως την βρήκα αρκετά διασπαστική και η θεματολογία της λίγο ασύνδετη από φυσικά τοπία, Αβορίγινες μέχρι και εικόνες από εργοστάσια στην Κίνα και μαζική παραγωγή. Στο “Electric Crave” o Dani εξέφρασε τα συλλυπητήρια του για τους Mother of Millions και τον ξαφνικό θάνατο του Μάκη Τσαμκόσογλου.

Το “The Son” λοιπόν το δεύτερο κομμάτι της βραδιάς, ξεκίνησε με βίντεο από εξωτικά μέρη, ενώ για να επικεντρωθούμε στη μουσική υπήρχαν αρκετά μουσικά διαστήματα progressive με μια αρκετά trippy και ψυχεδελική διάθεση. Η συγκεκριμένη μπάντα που δημιουργήθηκε το 2006 κουβαλάει στις πλάτες της εκατοντάδες live εμφανίσεις σε Ελλάδα και Εξωτερικό και φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αγαπητή. Έπαιξαν κομμάτια κυρίως από τον δίσκο τους “Repeated Exposure to…» με ποιο heavy διαθέσεις και απλωμένες μελωδίες.

Το στήσιμό τους γενικά λιτό και θα το έλεγα περισσότερο εκτελεστικό, χωρίς να έχει να δώσει κάτι ιδιαίτερο σαν performance ενώ ενισχύθηκε λίγο η εικόνα τους από τα παιχνιδιάρικα close ups της κάμερας που τραβούσε τη συναυλία. Το set list αποτελούνταν από 11 κομμάτια και ανάμεσά τους ακούστηκαν τα γνωστά “Claws” και “Vidage” . Οι αντιδράσεις του κόσμου ήταν ανάμικτες. Άλλοι φαίνονταν να το διασκεδάζουν, να ανάβουν καπνογόνα, να τραγουδούν και άλλοι φαινόταν απλά να παρακολουθούν κάποιοι ίσως και με μια αδημονία να περάσει η ώρα για να βγουν οι Alice. Το συγκρότημα έκλεισε την εμφάνισή του με το “Super Van Vacation”. Σε γενικές γραμμές είχαν μια αξιοπρεπή και φροντισμένη παρουσία, δεν πιστεύω όμως ότι ήταν ορθή η παρουσία τους ως support στους Alice.

Η ώρα επιτέλους έφτασε 23.00 και λίγα λεπτά αργότερα, και ενώ η αγωνία κορυφωνόταν, ανέβηκαν στην σκηνή οι πολυαναμενόμενοι οι Alice in Chains, έτοιμοι να μας συνεπάρουν σε ένα νοσταλγικό ταξίδι στον χρόνο. Η απουσία του Layne Staley πραγματικά αισθητή, δεν μπορεί κανείς να αντικαταστήσει στην ουσία αυτή την ιδιόρρυθμα φωνητική κλίση του που σε συνδυασμό με την κιθάρα του Jerry Cantrell ήταν ένα από τα ισχυρότερα αποτυπώματα, πάνω σε αυτό το είδος της μουσικής που ονομάστηκε Grunge.

Πολύ συγκινητικό ωστόσο ύστερα από τόσα χρόνια, να βλέπει κανείς τον ακόμη γοητευτικό Jerry, με μια κιθάρα ιδιαίτερη, όπως συνηθίζει, με ένα γυμνό pin up επάνω και τον Rooster σε tattoo πάνω στον ώμο του, να τα σπάει ακόμα κουβαλώντας στις πλάτες του δυο θανάτους που όμως δεν ανέκοψαν την καριέρα της μπάντας.

William DuVall, ως frontman ήταν αξιοπρεπέστατος και η παρουσία τους συνολικά ανταποκρίθηκε πλήρως στις προσδοκίες όλων μας. Το συγκρότημα μπήκε δυναμικά με το “Bleed the Freak” και ακολούθησε μια σειρά από πασίγνωστα κομμάτια που το κοινό δε σταμάτησε να τραγουδάει όπως το απόκοσμο “Check my Brains”,  το παρανοϊκό “Again”,  το σκληρό “Them Bones”,  το γλυκόπικρο “Down in a hole”, και σχεδόν όλο το set list. Με το “Nutshell” μνημονεύτηκαν οι Staley και Starr και αυτό προκάλεσε αίσθηση συγκίνησης στο κοινό.

Τα καθαριστικά σόλο του Jerry ήταν αψεγάδιαστα αυτός ο ιδιαίτερος ήχος που έδινε πάντα το στίγμα της μπάντας ακουγόταν εκείνο το βράδυ live στην πόλη μας. Η αλήθεια είναι πως είναι λίγο δύσκολο να περιγράψει κανείς τι ακούσαμε αφού τα μάτια και τα αυτιά μας προσπαθούσαν κυριολεκτικά να ρουφήξουν κάθε δευτερόλεπτο από αυτό που ζήσαμε εκείνο το βράδυ. Παίξανε γεμάτες δυο ώρες και το setlist ήταν «μπόμπα» πραγματική με ένα anthem από παλιά και νεότερα τραγούδια. Γενικά υπήρχαν κάποια κενά ανάμεσα στα κομμάτια και σε κάποιες περιπτώσεις τραβούσαν λίγο περισσότερο από το αναμενόμενο. Ο ήχος ήταν σε γενικές γραμμές καλός αν και χάνονταν σε κάποιες περιπτώσεις οι φωνές και η κιθάρα σε ορισμένες περιπτώσεις αν και μπορεί να φταίει το ότι βρισκόμουν αρκετά κοντά αλλά και δεξιά της σκηνής.

Η μπάντα ήταν αρκετά επικοινωνιακή με το κοινό και ο DuVall αρκετές φορές προσπάθησε να μιλήσει στα Ελληνικά. Ο Jerry σε κάποια φάση πήρε ένα μπουκάλι μπύρας και ήρθε πιο μπροστά στη σκηνή να χαιρετήσει τον κόσμο δείχνοντας κι αυτός με την σειρά του αρκετά συγκινημένος.Τελευταία τραγούδια που μας τρέλαναν όλους το “The one you know”, “Got me wrong” ενώ ο πανικός έγινε με το “Would?”και φυσικά το “Rooster”. Τρομερή συναυλία και πολύ τυχεροί όσοι ήμασταν εκεί και είχαμε την ευκαιρία να τους θαυμάσουμε!

*** Φωτογραφίες από τους Alice in Chains δεν υπάρχουν, καθώς απαγορεύτηκε η φωτογράφηση τους…
Όσο για την έλλειψη φωτογραφιών από Monovine, οφείλεται σε λάθος δικό μας, για το οποίο ζητούμε συγνώμη…

——————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του MusicCorner.gr…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here