Φωτορεπορτάζ: Γιάννης Τσούμαλης

Άραγε πως είναι κάποιος άνθρωπος που σε όλη του τη ζωή μαζεύει επιθυμίες, φόβους, ανικανοποίητα ένστικτα και αγωνίες με μόνο έργο να κεντά όλα τούτα, με προσωπικό μόχθο, στα τοιχώματα της ψυχής του; Πότε αυτή φουσκώνει σε σημείο που φτάνει την έκρηξη και συνεπαίρνει αθώους και ενόχους; Το σημείο αυτό περιγράφει ο Ρομπέρτο Ατάιντε στο θεατρικό του έργο «Δεσποινίς Μαργαρίτα», ένα έργο που προσφέρει τεράστια ελευθερία στον ηθοποιό, που υποδύεται τον ρόλο, να αυτοσχεδιάσει, χωρίς να δεσμεύεται πολύ από το κείμενο, το οποίο είναι μεστό, γεμάτο νοήματα και ευέλικτο. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι είχε παιχτεί τόσο από άντρα ηθοποιό (τον Γιώργο Μαρίνο), όσο και από την Ανί Ζιραντό στη Γαλλία, η οποία ξανανέβασε τη παράσταση 27 χρόνια από τη πρώτη φορά που την είχε ανεβάσει η ίδια και μάλιστα χωρίς σκηνοθέτη. Πρόκειται, συνεπώς, για ένα έργο που επιτρέπει στον ηθοποιό να ξεδιπλώσει το ταλέντο και το μεράκι του με σχετική ελευθερία. Και αυτό κάνει και η Έφη Μουρίκη υπό τη σκηνοθετική ματιά του Πέτρου Ζούλια.

despoinis_margarita_zina_2016_10_001_mourikidespoinis_margarita_zina_2016_10_03_mouriki

Με θεατρικό χώρο τη τάξη ενός σχολείου η Δεσποινίς Μαργαρίτα μιλά στους θεατές που εκείνη τα στιγμή έχουν τη θέση των μαθητών. Σ’ ένα δίωρο αποκαλύπτεται ο τραγικός εσωτερικός κόσμος της ηρωίδας. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι ο αυταρχισμός της, αλλά θα ήταν τουλάχιστον αφελές να μείνουμε σε αυτή τη πρώτη ανάγνωση, η οποία είναι και η πιο διαδεδομένη, καθώς χρόνος συγγραφής του έργου είναι η δικτατορία στη Βραζιλία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να λάβει πολιτική διάσταση ( κι έτσι να λογοκριθεί από το τότε καθεστώς) και να υπερτονιστεί στη συνείδηση του κόσμου το τυρρανικό στοιχείο του ψυχισμού της.

Η Μαργαρίτα, όμως, είναι μια τραγικά ανασφαλής φιγούρα που ζητάει αγάπη και θέλει να καθοδηγήσει τους μαθητές της, αλλά τα αποθηκευμένα και φιμωμένα της συναισθήματα και ένστικτα παραφράζουν οποιαδήποτε καλή θέληση. Είναι «αγάμητη», μόνη, με τον έντονο φόβο του κακού που «καραδοκεί στο αύριο». Ταξιδεύει στις μνήμες της και τις ξαναζεί, βρίζει που θυμάται, και κανένα παιδί δε θεωρεί ικανό. «Συμβιβαστείτε με την ανικανότητά σας» λέει στους μαθητές της. Νομιμοποιεί άραγε (με την πλατωνική έννοια του ρήματος) με τη διδαχή στους επόμενους τα δικά της πάθη μήπως και νιώσει κάποια λύτρωση;

Το αδιέξοδο της ύπαρξης της αποκαλύπτεται μπροστά στους μαθητές της. Επιμένει στη Βιολογία «που μας θυμίζει» το βιολογικό μας τέλος. Αυτή γερνάει -το νιώθει!-  αλλά το ηφαίστειο του σεξουαλικού της πόθου πετάει αντί για λάβα, ρυτίδες και χρόνια, που περνούν αμείλικτα και ανυπόφορα γι’ αυτή. Κι έτσι εν μέσω εντόνου αισθήματος ματαιότητας, πετάει στους μαθητές της τραγικές αλήθειες για τη ζωή και τον θάνατο, για το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, για την αγάπη και τα ωραία συναισθήματα…Τις γράφει στον πίνακα με κιμωλία, για να μην τις ξεχάσουν.

Τα δάχτυλα της Έφης Μουρίκη συσπώνται, τα μάτια γουρλώνουν, φωνάζει, ωρύεται, κλαίει, γελάει, φέρνει στροφές, παίζει πονηρά με το φουστάνι της, συνδιαλέγεται με τη τραγική φιγούρα της Δεσποινίδας Μαργαρίτας, που τη μια προκαλεί το γέλιο και την άλλη τη λύπηση και τον θαυμασμό (που αντέχει σε αυτή τη πορεία που πήρε η ζωή της). Η Έφη Μουρίκη δίνει μια πολύ καλή εκδοχή του παγκόσμιου αυτού θεατρικού μονολόγου. Το υπέροχο είναι πως η σκηνοθεσία του Ζούλια και η ερμηνεία της Έφης δεν τονίζουν μόνο την αυταρχική Δεσποινίδα Μαργαρίτα, αλλά την τραγικά μόνη, τη ζητιάνα αγάπης, το καυτό και «αχρησιμοποίητο» θηλυκό, το παραπονεμένο παιδί. Δεν κουράζει, αλλά αντιθέτως η ηθοποιός σε οδηγεί σε όλες τις ψυχολογικές μεταπτώσεις τις ηρωίδας, σε φέρνει αντιμέτωπο με τα ερωτήματα και τα αδιέξοδά της μ’ ένα δραματικό τρόπο, που γελάς, συγκινείσαι, αναστενάζεις και ανακουφίζεσαι.

Οι φωτισμοί της Μαραγκουδάκη είναι ροζ, πορτοκαλί, μωβ σαν το σκηνικό να φανερώνει εκείνη την παραπονεμένη αθωότητα, που εξοβελίστηκε από έναν ψυχισμό με απωθημένα. Η παιδικότητα, με την καλή της έννοια, βαστάει μέσα στον καθένα, μόνο όταν σμίγει με την ωριμότητα του χορτάτου από ζωή και γνώση. Μόνη η γνώση, που θεωρεί και η ίδια η Μαργαρίτα ως ύψιστο αγαθό, φέρνει το αδιέξοδο του Φάουστ. Μόνο που εδώ ο Μεφιστοφελής δεν υπάρχει, παρά μόνο σε αυτό το σκηνικό, που φωτίζεται με σκούρο μπλε και με τα χρώματα μιας χαμένης ζωής.

despoinis_margarita_zina_2016_10_031_mouriki

Η «Δεσποινίς Μαργαρίτα» μιλάει για τον εαυτό της στο τρίτο ενικό πρόσωπο. Όπως εξηγεί –στο πλαίσιο του μαθήματος- , όμως, τα ρήματα στους μαθητές ξεκινώντας από τα πιο «αθώα» (τρώω, πίνω, σκέφτομαι κλπ.) περνάει στα πιο «καυτά» ρήματα κι εκεί είναι που η Έφη Μουρίκη δίνει ρέστα. «Θέλω, ζω, γερνάω, πεθαίνω, χύνω…» φωνάζει με φωνή που καίει. Α’ ενικό στα ρήματα που εν τέλει δεν την αντιπροσωπεύουν. Τραγική ειρωνεία του συγγραφέα που αποδόθηκε εξαιρετικά από την ηθοποιό!

Και κάπως έτσι το έργο τελειώνει. Με μια Δεσποινίδα να χορεύει μόνη της ζητώντας το πιο βασικό: να ξεφύγει από το άγχος του θανάτου με ηχηρή απάντηση ζωής. Τραγικός είναι ο χορός της, εν όψει των όσων μας είπε στη «τάξη», κι εμείς με μια λύπη για τούτο το χάρτινο πλάσμα, στο οποίο –για καλή τύχη ημών των θεατρόφιλων- έδωσαν σάρκα και οστά ο Πέτρος Ζούλιας και η Έφη Μουρίκη. Οι τελευταίοι καταχειροκροτηθήκαν από το κοινό και τους φίλους τους, που ήρθαν να απολαύσουν το πρώτο μάθημα της Δεσποινίδας Μαργαρίτας. Ανάμεσά τους ο Γιώργος Κωνσταντίνου, ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, η Χριστίνα Τσάφου, η Βάσω Γουλιελμάκη, ο Χρήστος Γιάνναρης και πολλοί άλλοι. Καλή αρχή, λοιπόν, στην Έφη Μουρίκη, που θα διδάσκει στο θέατρο «Ζίνα» κάθε Δευτέρα και Τρίτη.

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here