21/5/2014
www.musiccorner.gr

O Νίκος Πορτοκάλογλου διασκευάζει όσα αγαπά. Εικοσιπέντε παλιά ελληνικά τραγούδια που έρχονται από το μέλλον, σε «Λιμάνια Ξένα», ένα album με ρεμπέτικα, λαϊκά, σμυρναίικα και άλλα αγαπημένα του.

Σε αυτό το διπλό άλμπουμ, που αναμένεται να κυκλοφορήσει στις 26 Μαΐου, o Νίκος Πορτοκάλογου επιλέγει τραγούδια που αγάπησε απ’ την «Ανατολή» και τα σμιλεύει με όργανα, γραμμές και χρώματα της Δύσης. Μοιάζει σαν φόρος τιμής σε όσα έχει αγαπήσει και μ’ ένα δικό του, μοναδικό τρόπο τα παντρεύει όλα αρμονικά. Τον Τσιτσάνη με τον Jimi Hendrix, τον Γιοβάν Τσαούς με τους Τhe Beatles, τον Παναγιώτη Τούντα με τον Johnny Cash, τους ανατολίτικους αμανέδες με τις slide κιθάρες της δύσης.

Τα «Λιμάνια Ξένα» ήταν μια προσωπική και μοναχική υπόθεση. Οι ηχογραφήσεις ξεκίνησαν πέρυσι τον Απρίλη. Ο Νίκος Πορτοκάλογλου το ηχογράφησε ολόκληρο στο δικό του στούντιο, παίζοντας ο ίδιος το κάθε όργανο. Ένα χρόνο μετά, ο Νίκος Πορτοκάλογου «σαλπάρει» για «Λιμάνια Ξένα».

To εικαστικό της έκδοσης επιμελήθηκε ο Γιάννης Κουρούδης (Κ2 Design)

portokaloglou_limania_xena_cover_2014_05

Σημείωμα του Νίκου Πορτοκάλογου:
Πώς να αρχίσω / τι να σου πω γι’ αυτή τη δουλειά / ό,τι κι αν γράφω είναι λίγο / κρύο και άψυχο / στο’ πα και στο ξαναλέω μη μου γράφεις γράμματα / γιατί γράμματα δεν ξέρω και με πιάνουν κλάμματα / delete / κενό / πάλι απ’ την αρχή / μόνο σκόρπιοι στίχοι και σκόρπιες σκέψεις / σαν το κολάζ απέναντί μου / το πλοίο θα σαλπάρει για λιμάνια ξένα / μαζί του θα σε πάρει αγάπη μου και σένα / ένα χρόνο τώρα μόνος εδώ στο υπόγειο / με τα τραγούδια του παππού και του πατέρα μου / και τις φτερωτές κιθάρες μου / μες του Αιγαίου τα νερά άγγελοι φτερουγίζουν / και μέσα στο φτερούγισμά τους τριαντάφυλλα σκορπίζουν / φόρος τιμής στους προγόνους και δασκάλους / ανώνυμους και επώνυμους / ίσως όχι «έντεχνους» αλλά σίγουρα ιδιοφυείς / φόρος τιμής και στον εφηβικό μου έρωτα που κρατάει ακόμα, την κιθάρα / ότι κι αν πω δε σε ξεχνώ και μπρος στην πόρτα σου περνώ / σου λέω λόγια μαγικά με την κιθάρα μου γλυκά / Τσιτσάνης και Χέντριξ / ψυχεδελικά ηπειρώτικα μπλουζ / Γιοβάν Τσαούς, Abbey Road, Ζαμπέτας και Φατμέ / δυο αγάπες πολεμάνε μέσα μου βαθιά / μη μ’ αφήσουν πως φοβάμαι μα δεν αφήνω και καμιά / γιατί το κάνω αυτό / γιατί αυτή η μανία / απ’ τον περσινό Απρίλη να ηχογραφώ ατελείωτες ώρες / παίζοντας μόνος όλα τα όργανα / το πλήρωσα με εγχείρηση στη μέση το καλοκαίρι / αλλά συνέχισα μέχρι τον φετινό Απρίλη / κι ας μη μου ‘χεις χαρίσει ποτέ ένα χάδι ως τώρα / με ρωτάς κι εσύ για το κάνω / τι νόημα έχει / τραγούδια που έρχονται από άλλοτε και ήχοι που έρχονται από αλλού συναντιούνται εδώ και τώρα / πρώτη φορά δουλεύω τόσο μόνος / πρώτη φορά με τόσο μεγάλη παρέα / μάτια σαν και τα δικά σου δεν υπάρχουν στον ντουνιά / κι όποιος τα γλυκοφιλήσει χάρο δε φοβάται πια / χάνομαι μεσ’ τις φωτογραφίες / τα πιο δικά μας πράγματα, τα δικά μας μέρη, οι δικοί μας άνθρωποι / ίσως να ‘ναι τελικά οι πιο άγνωστοι, οι πιο ξένοι / εγώ ο ξένος / εγώ ο ξένος / κοιτάζω το εξώφυλλο που μου έστειλε ο φίλος μου ο Γιάννης / χαίρομαι σαν παιδί / η κιθάρα, ο ήλιος, ο γαλάζιος ορίζοντας, το καραβάκι / το κρεμάω κι αυτό μέσα στο κολάζ / είναι’ οι θάλασσες μεγάλες και το πλοίο μου μικρό / κάποια μέρα σας τις άλλες θα μ’ ακούσεις να χτυπώ / η Μαρίνα σ’ αυτή τη φωτογραφία απ’ τα πρώτα ραντεβού μας / μικρότερη απ’ ότι είναι τώρα η κόρη μας / το φεγγάρι κάνει κύκλο στης αγάπης μας τον κήπο / το κορίτσι μας είναι πια γυναίκα που δεν σταματά να με εκπλήσσει / το τραγούδι που τη συγκίνησε είναι της εποχής της γιαγιάς της / χθες το βράδυ ονειρεύτηκα πως ήσουνα κοντά μου / οι γονείς μου νέοι, ερωτευμένοι ατενίζουν με ενθουσιασμό το μέλλον / και φιλώ γλυκά τα δυο σου χείλη / που ‘ναι σα τριαντάφυλλα του Απρίλη / ο γιος μου γυρνάει απ’ το σχολείο με ακουστικά στα αυτιά και λοξό χαμόγελο / ακούει κάτι όσο γίνεται πιο θορυβώδες / εκείνος ο αλήτης του ’60 μαζί με τον άσωτο υιό του ’80 σήμερα μάλλον ακούνε Black Keys / μπορεί και Arctic Monkeys / απ’ τον τόπο που είμαι εγώ ξέρουν ν’ αγαπούν / ξέρουν τον καϋμό να κρύβουν, ξέρουν να γλεντούν / θα μάθω κι εγώ ποτέ; / απ’ τη Σμύρνη στη Νέα Σμύρνη μέσω Βόλου / θυμάμαι τη γιαγιά Σοφία και τις ιστορίες της για την προσφυγιά / για τον χαμένο παράδεισο / για τον παππού που πέθανε στην κατοχή / κι όμως την θυμάμαι γελαστή / ελπίζω να μ’ έχει συγχωρέσει για τα καψόνια που της έκανα στην εφηβεία / οι κακές αναμνήσεις να γίνουν φιλιά / και ας παν στην ευχή τα παλιά / στα χρόνια του λυκείου μισούσα τα δημοτικά και τα λαϊκά / ήταν το σάουντρακ της χούντας / η μεγάλη μας απόδραση το ροκ κι ο Σαββόπουλος / μήλο μου κόκκινο ρόιδο βαμμένο / γιατί με μάρανες τον πικραμένο / 21 χρονώ στις Βρυξέλλες / Σχολή Καλών Τεχνών / στη δισκοθήκη του θείου Άλκη, η Μπέλλου να τραγουδά / σας απόκληρος γυρίζω στην κακούργα ξενιτιά / 4 μήνες που έμεινα εκεί μόνο αυτό άκουγα / το άλλο ροκ / μετά επέστρεψα με το τρένο / ακόμα επιστρέφω / από πείσμα και τρέλα / παράδοση; Μεγάλο ψέμα / τίποτα δε σου παραδίδεται δωρεάν / πρέπει να τα κερδίσεις όλα μόνος σου ξανά / με ταξίδι μακρύ και δύσκολο / σαν τον παππού όλων μας, τον Οδυσσέα / Αιγαίο μου γαλήνεψε τα γαλανά νερά σου / να’ ρθούνε τα ξενάκια σου στα ποθητά νησιά σου / πάμε λοιπόν μια βόλτα στην άγνωστη πατρίδα / δε θέλω μόνος / θέλω με σένα / πάμε να δούμε απ’ την αρχή τα πιο δικά μας μέρη σαν λιμάνια ξένα…

Νίκος Πορτοκάλογλου / Πρώτες μέρες της άνοιξης 2014

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ