Γράφει ο Δημήτρης Κονιδάρης

Σαν σήμερα πριν εκατό χρόνια, στις 11-12-1922, γεννήθηκε στο Περιστέρι ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης (1922-2005), που έφθασε να χαρακτηρίζεται, πέρα από κάθε αμφιβολία, ως ένας από τους σπουδαιότερους ανθρώπους στη μουσική της χώρας μας, είτε ως λαϊκός συνθέτης είτε ως οργανοπαίκτης του μπουζουκιού αλλά, κυρίως ως ερμηνευτής.

Η πορεία του μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί ως μυθιστορηματική αφού από τις δυσκολίες της Κατοχής και την υπηρέτηση της θητείας του στη Μακρόνησο, όπου γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη, εξελίχθηκε τη δεκαετία του 1950 σε οργανοπαίκτη του μπουζουκιού, συγκροτηματάρχη και λαϊκό συνθέτη. Σιγά σιγά άρχισε να τραγουδά κι ο ίδιος κάποια δικά του τραγούδια όπως και άλλων λαϊκών συνθετών σημειώνοντας αξιόλογες επιτυχίες σε μια εποχή που είχε επικρατήσει η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη. Εν συνεχεία συναντήθηκε το 1960 με τον Μίκη Θεοδωράκη στον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου και ξεκίνησε η σημαντικότερη συνεργασία συνθέτη ερμηνευτή στην ελληνική μουσική. Ωστόσο, ο Μπιθικώτσης τραγούδησε κι άλλους έντεχνους συνθέτες όπως Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μούτση, Κηλαηδόνη, κ.α.  συν, φυσικά, τους λαϊκούς όπως Τσιτσάνη, Καλδάρα, Παπαϊωάννου, Μητσάκη, Χιώτη, κ.α. Αναντιλέκτως, περίοπτη θέση στην καριέρα του κατέχουν οι συγκλονιστικές ερμηνείες του στα τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη, χάριν των οποίων ο πατριάρχης του ρεμπέτικου είχε πει ότι «Ο Μπιθικώτης είναι ο μόνος που μπορεί να τραγουδήσει αληθινό ρεμπέτικο. Ο μόνος δηλαδή που τραγούδησε τα τραγούδια μου μάγκικα, όπως τα έγραψα».

Για το σημερινό αφιέρωμα αρχικώς σκέφτηκα να συμπεριλάβω στοιχεία της συνεργασίας του με τον Μίκη, τον Χατζιδάκι και τον Ξαρχάκο αλλά, τελικώς, αποφάσισα να παραθέσω τις γνώμες κολοσσιαίων μορφών του πνεύματος και της Τέχνης  που καταδεικνύουν το αξεπέραστο μεγαλείο αυτού του ερμηνευτή μύθου. Σημειώνεται ότι δεν θα παρατεθούν λόγια του Μίκη Θεοδωράκη αφενός διότι είχε εκφραστεί με τα καλύτερα λόγια για τον Μπιθικώτση πάρα πολλές φορές και αφετέρου η συνεργασία τους μίλησε με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο. Πάμε λοιπόν:

Οδυσσέας Ελύτης: «Χωρίς αμφιβολία η φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση έχει σφραγίσει μιαν ολόκληρη εποχή. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ακμή του ελληνικού τραγουδιού στο διάστημα μιας 25ετίας και αυτό δείχνει πόσο μοναδική εστάθηκε στην ερμηνεία και στην απόδοση του Νεοελληνικού ψυχισμού. Προσωπικά, εστάθηκα, πιστεύω, τυχερός που βρέθηκε ο Μπιθικώτσης σε μιαν απ’ τις καλύτερες στιγμές του όταν έγινε ο δίσκος τού «Άξιον Εστί». Ταυτίστηκε μαζί του. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί, παραδείγματος χάριν, το τραγούδι «Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» τραγουδισμένο από άλλη φωνή. Χαίρομαι λοιπόν που μπορώ απόψε να βεβαιώσω πως ο Μπιθικώτσης είναι μια στιγμή που ξεπέρασε το χρόνο και θα αντηχεί πάντα στ’ αυτιά μας και στην καρδιά μας».

Μιχάλης Κατσαρός: «Είναι η φωνή του Μπιθικώτση που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια ερμηνεύοντας ποιητές. Ερμήνευσε όλους σχεδόν τους ποιητές τους Έλληνες: Σεφέρη, Βάρναλη, Ελύτη, Ρίτσο, Κατσαρό, Λειβαδίτη και πολλούς άλλους. Είναι μια φωνή που ανακάλυψε ο Θεοδωράκης και είναι πράγματι εκπληκτικό που έλαβα κι εγώ μέρος σε αυτήν την ιστορία. Ο Τάκης ο Λαμπρόπουλος πήρε εμένα και τον Θεοδωράκη και μας πήγε στο Περιστέρι σε ένα σπίτι όπου ο Μπιθικώτσης εκατοικούσε τότε. Τον πήραμε και τον πήγαμε στο στούντιο Λαμπροπούλου όπου άρχισε την εγγραφή των τραγουδιών και την εργασία με τον μεγάλο μας Θεοδωράκη και, μπορώ να πω και τώρα, με τη μεγάλη του και ωραία φωνή. Το τραγούδι που ακούστηκε εκείνη την εποχή ήταν η ποίηση.  Πρώτη φορά έμπαινε στην ελληνική δισκογραφία ο Έλλην ποιητής. Μπήκε για να ακουστεί κάτι παραπάνω από τους στιχουργούς, κάτι παραπάνω από τον ρομαντισμό των παλαιών τανγκό.  Οι μουσικοί κατευθύνθηκαν προς αυτήν την κατεύθυνση. Να μπάσουν μέσα στο ελληνικό τραγούδι ποίηση Ελλήνων ποιητών».

Ιάκωβος Καμπανέλλης: «Ήταν ένας βασικός παράγοντας η φωνή του Μπιθικώτση την εποχή, μάλιστα, εκείνη και δεν αναφέρομαι στο τραγούδι αυτό ή σε κάποια τραγούδια που έχει τύχει να έχω γράψει εγώ τους στίχους αλλά αναφέρομαι σε όλη τη δουλειά που έγινε με τη φωνή του Μπιθικώτση. Η φωνή του Μπιθικώτση ήτανε μία συγκυρία καταπληκτική  γιατί εκτός από την ποιότητά της, τη θέρμη της, τη μουσικότητά της είχε αυτό το άφτιαχτο και αστόλιστο. Ήταν μια λαϊκή φωνή, ήτανε η ποιότητα της λαϊκής μούσας. Ήταν φτιαγμένη, ταμένη,  θα ‘λεγε κανείς, να γεφυρώσει τον στίχο και τη μελωδία με τον πολύ λαό. Αυτό νομίζω ότι είναι το πάρα πολύ ωραίο της φωνής του Μπιθικώτση».

Λευτέρης Παπαδόπουλος: «Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι σίγουρα ένας από τους πιο μεγάλους τραγουδιστές που έβγαλε αυτός ο τόπος. Και δεν μιλάω μόνο για τη φωνή του γιατί φωνή έχουν πάρα πολλοί. Μιλάω για ένα ήθος που εξέπεμπε αυτή η φωνή, για μια Ελληνικότητα, για ένα δωρικό χαρακτήρα που ενέπνεε. Επανειλημμένως μου είχε πει ο Μίκης ο Θεοδωράκης ότι πάρα πολλά από τα τραγούδια του τα έχει γράψει εμπνεόμενος από τη φωνή του Μπιθικώτση την οποία θεωρεί απαράμιλλη. Επίσης, θυμάμαι ότι ο συγχωρεμένος ο Μάνος ο Λοΐζος μου έλεγε, επειδή αυτός  ανήκε σε άλλη εταιρεία και ο Μπιθικώτσης σε άλλη: «Για σκέψου τι δράμα είναι αυτό το δικό μου, να μην γράψω ποτέ ένα τραγούδι για τον Γρηγόρη Μπιθικώτση». Η προσωπική μου εμπειρία από τη συνεργασία με τον Γρηγόρη είναι ότι, πραγματικά αυτός ο τραγουδιστής με ενέπνεε, τον σκεπτόμουν πάντοτε, ό,τι έγραφα  εκείνη την περίοδο ήταν βασισμένο πάνω στη φωνή του. Αίφνης η «Άπονη ζωή», η «Φτωχολογιά» με κατάληξη το «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή» και, πρέπει να πω, ότι  αυτό ειδικά το τραγούδι  είχε τέτοιες δυνατότητες και τέτοια αγάπη για κάποια πράγματα ο Γρηγόρης που μπήκε μέσα στο στούντιο και το έβγαλε μέσα σε ένα πεντάλεπτο, μια και έξω. Νομίζω ότι η απουσία του Μπιθικώτση από το σημερινό τραγούδι είναι μία από τις αιτίες που το τραγούδι δεν βρίσκεται στην ακμή που βρισκόταν στη δεκαετία του 1960 διότι, ενώ όλοι οι τραγουδιστές είναι συνήθως το τέλος του τραγουδιού, κατά κανόνα ο Μπιθικώτσης ήταν η αφετηρία».

Οπωσδήποτε κολοσσιαίας σημασίας ήταν η δήλωση του Μάνου Χατζιδάκι με το πέρας της παρουσίασης της Ρωμιοσύνης στο θέατρο «Κεντρικό» το 1966  όταν του είπε εντυπωσιασμένος από τις απίστευτες ερμηνείες του «Γρηγόρη, είσαι ο μεγαλύτερος τραγουδιστής του αιώνα μας» ενώ κι ο Θάνος Μικρούτσικος είχε εκφράσει κατ’ επανάληψη τον θαυμασμό του για τον Γρηγόρη θεωρώντας τον ως τον κορυφαίο τραγουδιστή όλων των εποχών.

Παρόλα αυτά, ίσως τα πιο χαρακτηριστικά λόγια για τον Μπιθικώτση προέρχονται από τους Γιάννη Ρίτσο, Δημήτρη Χριστοδούλου, Δήμο Μούτση.

Γιάννης Ρίτσος: «Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι ένας μεγάλος τραγουδιστής, ένας πολύ μεγάλος τραγουδιστής, ένας έξοχος, γνήσιος λαϊκός τραγουδιστής. Η φωνή του διαθέτει ένα καταπληκτικό, ένα εξαίσιο τίμπρο, μια μεγάλη εκφραστική κλίμακα. Διαθέτει δύναμη και διαύγεια. Η φωνή του Μπιθικώτση έλαμψε στα τραγούδια του Θεοδωράκη αλλά και η μουσική του Θεοδωράκη έλαμψε με τη φωνή του Μπιθικώτση. Η φωνή του Μπιθικώτση δεν διαθέτει μονάχα τα τεράστια μουσικά προσόντα, αλλά διαθέτει και μίαν άρθρωση μοναδική που δεν τη διαθέτουν ούτε μεγάλοι ηθοποιοί. Ποτέ δεν χάνεται, δεν σβήνει, δεν θαμπώνει ούτε μία συλλαβή, ούτε ένα φωνήεν, ούτε ένα σύμφωνο. Ακόμα και το τελικό «σίγμα» στο τέλος μιας μουσικής φράσης που εξαφανίζεται πλήρως στους περισσότερους τραγουδιστές, στον Μπιθικώτση ακούγεται με απόλυτη καθαρότητα. Έτσι ο μεγάλος ποιητικός λόγος με τη μουσική του Θεοδωράκη και με τη φωνή του Μπιθικώτση, βρίσκει, μπορώ να πω, τη μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη εκφραστική του δικαίωση.
 Ο Μπιθικώτσης έχει στο ενεργητικό του τεράστιες επιτυχίες τραγουδώντας ποίηση μεγάλων ποιητών, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Λειβαδίτη και άλλων ακόμα αλλά μέσα σ’ αυτές τις μεγάλες του επιτυχίες νομίζω πως η κορυφαία του επιτυχία ήταν η «Ρωμιοσύνη», μια ερμηνεία μοναδική, ασύγκριτη, ανεπανάληπτη. Μέσα στη φωνή του, όλος ο καημός του ελληνικού λαού, όλο του το μεράκι και όλη του η λεβεντιά φαίνεται σ’ όλο τους το μεγαλείο! Θα ήθελα αυτή τη στιγμή να ευχαριστήσω τον Γρηγόρη Μπιθικώτση που με τη λαμπρότητα της φωνής του έφερε την ελληνική ποίηση κοντά στον ελληνικό λαό, από όπου και προήλθε. Θυμάμαι ότι σε μεγάλα γεγονότα της Νεοελληνικής μας ιστορίας εδώ και 15 χρόνια, σε κρίσιμες αγωνιστικές στιγμές του ελληνικού λαού η φωνή του βρισκόταν πάντοτε μπροστά τραγουδώντας τη «Ρωμιοσύνη».

Δημήτρης Χριστοδούλου: «…Ήθελα να ‘μουν όμορφος, να ‘μουν και παλληκάρι και να τραγούδαγα καλά, δεν ήθελα άλλη χάρη. Ο λαός μας, όταν δίνει αυτό το τρίπτυχο σε αυτό το ποίημα, ουσιαστικά καθορίζει τα όρια της ομορφιάς, της ζωής, της αξιοσύνης. Ο Μπιθικώτσης είχε και τα τρία αλλά, πάνω απ’ όλα, τραγούδαγε με χάρη. Και τραγούδησε με χάρη πράγματα πάρα πολύ σκληρά. Θα ‘λεγε κανείς αυτό το έθνος έχει κάποιες στιγμές όπου, ενώ όλα φαίνονται ότι έχουν χαθεί και έχουν γίνει, χωρίς να θέλω να το προσβάλω, τανγκό είναι μια φωνή και ειδοποιεί για τη μοίρα.  Σκέφτομαι πως ο Μπιθικώτσης και ο ελληνικός λαός είχε μια τόσο μεγάλη τύχη. Με τις χάρες του να συναντηθεί με τον λαό αυτό και να τον εκφράσει. Καμιά φορά συλλογίζομαι αυτό το έθνος  μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς, πόσα χρωστάει όχι μόνο στα εκκλησιαστικά κείμενα που διατήρησαν τη γλώσσα του αλλά  στο μεγαλείο των ψαλτών του!  Κι όχι μόνο των ψαλτάδων των λαϊκών αλλά  και των ιερωμένων! Έτσι, λοιπόν, αυτή η ξύλινη φωνή, που είπανε οι κριτικοί για τον Μπιθικώτση, που είναι τόσο Βυζαντινή, τόσο άμεση, τόσο Ελληνική, που έχει μέσα  και τη Μικρά Ασία, που έχει μέσα και τον αγώνα στην  Αλβανία, που έχει μέσα και τον πόνο της Αντίστασης, που έχει αυτή την ξύλινη υφή που θυμίζει καμιά φορά τα ξύλινα καμπαναριά του Αγίου Όρους. Αυτή η περίεργη μοίρα να λέμε τα πράγματα χωρίς καλλιέπειες πέρασε μέσα από τον μεγάλο Μπιθικώτση. Νομίζω ότι είναι μια στιγμή που ο Γρηγόρης ο  Μπιθικώτσης θα πρέπει, όχι πια,  να αντιμετωπιστεί, πολύ ωραία βέβαια,  σε ένα αφιέρωμα αλλά σαν κάτι άλλο, σαν συνέχεια των μεγάλων ψαλμωδών του Έθνους! Εν πάση περιπτώσει, αυτά τα λίγα για τον Γρηγόρη, για τον μεγάλο Γρηγόρη, που τον αγαπήσαμε όλοι και ό,τι και να πω εγώ πάλι θα υπολείπομαι της ουσίας και της σημασίας της φωνής του Γρηγόρη Μπιθικώτση…»

Και κλείνουμε με τα λόγια του Δήμου Μούτση το 2001 «Αν κάποιος τώρα με ρωτούσε τι έμεινε ανεξίτηλο στη μνήμη μου από τη δεκαετία του ’60 θα του απαντούσα: Η μορφή του Βαμβακάρη να περιμένει στην ίδια σειρά μ’ εμένα να πάρει τα ποσοστά του και η εικόνα του Μπιθικώτση να τραγουδάει. Εκεί, σε μια συναυλία του ’60, σε κάποιο θέατρο, άκουσα τον Μπιθικώτση να τραγουδάει «Τα περιβόλια». Μπιθικώτσης δεν πρόκειται να ξαναπεράσει ποτέ. Ο Καζαντζίδης είναι καλός τραγουδιστής, ο Μπιθικώτσης είναι άλλο πράγμα. Είναι η Ελλάδα. Πετάς ένα σπόρο και ξαφνικά φυτρώνει ένα δέντρο που σκεπάζει όλη την Ελλάδα. Καμία προσπάθεια δεν έκανες να το ποτίσεις και να το καλλιεργήσεις. Άκουσα τον Μπιθικώτση να τραγουδάει Βαμβακάρη και ξέχασα ποιος είναι ο συνθέτης και ποιος ο τραγουδιστής. Είχα την τύχη να δω τραγούδια μου να ερμηνεύει ο Μπιθικώτσης, όπως το «Αύριο πάλι», το «Μ’ ένα παράπονο» ή το «Μέσα απ’ το παλιό μου σπίτι». Για τον Θεοδωράκη είμαι ικανός ν’ αντιληφθώ τι έκανε. Για όλους τους άλλους αντιλαμβάνομαι τι έκαναν. Για τον Μπιθικώτση και τον Βαμβακάρη δεν μπορούσες να καταλάβεις τίποτα. Ήταν ένα κομμάτι χρυσάφι που βγήκε από τη γη. Δεν ήξεραν τι έκαναν γιατί αν το μάθαιναν θα τρελαίνονταν».

Συνεπώς, μετά από αυτά τα διθυραμβικά λόγια αυτών των γιγάντων του πνεύματος,  νομίζω ότι οποιαδήποτε προσπάθεια προσωπικής κρίσης ή προσθήκη κάποιου σχολίου είναι καταδικασμένη σε αποτυχία ή θα μοιάζει σαν στείρα επανάληψη.

Πηγές-βιβλιογραφία

  1. Από το ημερολόγιό μου, Γρηγόρης Μπιθικώτσης 1922-2005, Άννα Μπιθικώτση εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» , 2006
  2. Φύλλο Ελευθεροτυπίας, 22-7-2001 (συνέντευξη Δήμου Μούτση)
  3. Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγουδά Έλληνες ποιητές , αφιέρωμα από την ΕΡΤ, 1983 από όπου αντλήθηκαν τα λόγια των Οδ. Ελύτη, Γ. Ρίτσου, Ιάκ. Καμπανέλλη, Λ. Παπαδόπουλου, Δ. Χριστοδούλου,Μ. Κατσαρού

—————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here