Φωτορεπορτάζ: Γιάννης Τσούμαλης

Σε τέτοιες αφιερωματικές βραδιές, όπως αυτή που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή στον Ιανό προς τιμήν του στιχουργού Κώστα Φασουλά, συμβαίνει με το τραγούδι ό,τι και με τον αθλητισμό, όπως περιγράφει ο Umberto Eco στη «Σημειολογία στην καθημερινή Ζωή» («Η αθλητική φλυαρία», σελ. 93 επ., εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία). Με τον αθλητισμό, περιγράφει ο Eco μέσες άκρες, ασχολείται ο αθλητής, ο προπονητής, ο θεατής, ο τηλεθεατής, ο διαφημιστής, ο επενδυτής, ο επιχειρηματίας, ο στοιχηματίας, ο επενδυτής στον στοιχηματία κ.λπ. Όλοι ασχολούνται. Όσο απομακρυνόμαστε από τον αθλητή, από την ουσία δηλαδή, από το κέντρο, τόσο πιο ανούσιοι γινόμαστε στο θέμα. Η γνώριμη φιγούρα σε κατάστημα ΟΠΑΠ δεν σημαίνει ότι αθλείται καθημερινά, επειδή έχει αγωνία πώς θα πάει η ομάδα του.

Έτσι και στην Τέχνη και στο τραγούδι. Για τούτο νιώθω την οφειλή να κινήσω από έξω προς το κέντρο, όταν γράφω για μια τέτοια βραδιά. Για τον λόγο αυτό το κείμενο δεν είναι απλή αποτύπωση της βραδιάς (άλλωστε οι βραδιές του Ιανού απέχουν ένα κλικ από τον ενδιαφερόμενο), αλλά υπηρετεί δύο σκοπούς: πρώτον, να δώσει την προσωπική εντύπωση του γράφοντος για τον τιμώμενο εκείνη τη βραδιά, αλλά και δεύτερον, σε συνδυασμό με όσα ειπώθηκαν, να αποτυπωθούν –πάντα με τον κίνδυνο της υποκειμενικότητας– κάποια πράγματα που θα βοηθήσουν να προσεγγίσουμε το έργο του.

Εκείνος, λοιπόν, κινείται ήρεμα στον χώρο με φανερή μια ανησυχία του: να χωρέσουν όλοι αυτοί που ήρθαν. Φιλάει, αγκαλιάζει, απλώνει χέρια με παιδικό ενθουσιασμό, αν σε ξέρει. Χαιρετάει ευγενικά όποιον του χαμογελά, σαν παιδί που κάνει γιορτή στον κήπο του σπιτιού του απόγευμα άνοιξης. Ύστερα, αφοσιωμένος στο τραγούδι που ακούει. Δεν μιλά πολύ. Ακούει την ψυχή του, που πια μιλά με ρυθμό, διπλά συγκινημένος που αυτή η έκφραση κουβαλά πλέον τη συγκίνηση συνανθρώπων. Εντός του κόσμου, μα κι ίσως κάποιες φορές με το αναγκαίο καμάρι, εκείνο του παγονιού, που σε οδηγεί στο μοίρασμα. Συγκινείται.

fasoulas_event_2019_01_030_fasoulas

Σε αυτό βοηθούν κι οι φίλοι του καλλιτέχνες και η εξαιρετική ορχήστρα υπό την ενορχήστρωση του ταλαντούχου Χρυσόστομου Καραντωνίου. Κρυστάλλινη η Καλλιόπη Βέττα είναι το καλύτερο καλωσόρισμα. Ξεκλειδώθηκα. Ανέκδοτοι στίχοι με τρυπούν : «άλλαζα φιλμ, όμως, δεν άλλαζε το πλάνο» και «μιας πατρίδας το ποτάμι και το σπίτι της». Ο Γιάννης Μήτσης έκπληξη. Με συνεπήρε μια αναρχία που φορούσε. Μια μουσική αναρχία από παλιά. Το ανέκδοτο «Δέντρο» με κέντρισε: «το δέντρο που έχω μέσα μου, αυτό που σημαδεύεις, να γίνει δάσος σε βουνό, να μη μπορείς ν’ ανέβεις». Η μουσική του Κώστα Λειβαδά μ’ αυτόν στον πιάνο, καθώς και το «ψιθυριστό του» τραγούδι, η ηχηρή απουσία από τη σκηνή του Δημήτρη Παπαδημητρίου, η Ψιλορείτικη χροιά του Βασίλη Σκουλά κι εκείνο το «Θα σε φιλέψω στεναγμέ» με την αχνιστή συνοδευτική του ιστορία (έφτασε μέχρι τη Γερμανία και έγινε τραγούδι σε νεκρώσιμη ακολουθία αλλόγλωσσων. Φαίνεται κατάλαβαν). Ο Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης, που έντυσε μουσικά το σεμνό τραγούδι για τον Μάνο Ελευθερίου («Λάθος διευθύνσεις») , το ερμήνευσε απ’ την ψυχή. Εκεί ήταν και τα «Δίδυμα φεγγάρια», το «Φτερωτό τραγουδάκι», ο Παντελής Θαλασσινός σαν κιβωτός ιδανική του λόγου αυτού, ο «Κατάδικος» Μπάμπης Στόκας, η ταιριαστή και αιθέρια Κορίνα Λεγάκη και ένας ανανεωμένος Μανώλης Λιδάκης. Πρώτη φορά είδα να σιγοτραγουδά ο κόσμος ένα τραγούδι που καλά-καλά δεν έχει βγει ακόμα. Στο τελευταίο ρεφρέν του νέου «Για να ‘χω λόγο να υπάρχω» αφήνει το μικρόφωνο και παραχωρεί τη θέση της μεταλλικής του φωνής στον κόσμο. Άριστα.

 

Οι καλλιτέχνες παρελαύνουν στη σκηνή και αφήνουν ένα κομμάτι ψυχής, ένα πετραδάκι πολύτιμο «ευχαριστώ» και μια ευχή σε τούτον εδώ τον δημιουργό. Ο Γιώργος Ανδρέου θα πει πως σε αυτές τις άχαρες πόλεις, τις μακριά από τη φύση, υπάρχει ένας σημερινός άνθρωπος, ο Κώστας Φασουλάς, που περνάει μέσα από την παράδοση της Κρήτης, μέσα από τους μεγάλους μελοποιημένους μας ποιητές, αλλά και από τον Γκάτσο, τον Κορνάρο και τον Χορτάτση, το δημοτικό τραγούδι και τον λαϊκό άνθρωπο που ανακάλυψε το τρίλεπτο αυτό, για να παρηγορηθεί, επειδή νοστάλγησε τον παράδεισο μέσα στο βιομηχανικό τοπίο. Ο Κώστας Λειβαδάς θα πει ότι «ο Κώστας έχει ένα μοναδικό χάρισμα. Πάντα γράφει και εμπιστεύεται το τραγούδι σαν μήνυμα. Σαν να το βάζει σε ένα μπουκάλι στην ακτή και είναι σίγουρος πως το τραγούδι, αψηφώντας τις ταχύτητες της εποχής και τις εμπορικές επιταγές, θα φτάσει εκεί που πρέπει». Κι ύστερα ο Δημήτρης Παπαδημητρίου θα τον παρομοιάσει «σαν εκείνα τα μυρωδικά που φυτρώνουν στην άκρη του γκρεμού στην Κρήτη, που δεν περίμενες να φυτρώσει τίποτα. Μαζί με τον αντίλαλο από έναν πυροβολισμό που δεν ξέρεις αν είναι όντως έτσι ή απλά μια μπαλοθιά». Αυτό στην αρχή. Τώρα « συμβαίνει σε αυτόν το παράδοξο ότι οδεύει προς τη σύνθετη στιχουργική, προς την ποίηση. Διαβάζει, μελετάει και βαθαίνει. Αλλά το φως της παράδοσης και της άδολης γλώσσας παραμένει».

 

Οι ωραίοι καλλιτέχνες μάς θυμίζουν από πού ερχόμαστε και προς τα πού πρέπει να δούμε. Αλίμονο αν μας έλεγαν και τι ακριβώς να δούμε. Τότε θα αναιρούσαν το ίδιο τους το έργο που πάνω από όλα είναι μια προσωπική αναζήτηση κι ύστερα έκφραση. Για να τον καταλάβεις καλά δεν θες τίποτε παραπάνω από την απλότητα. Και τούτο είναι το πιο δύσκολο. Γιατί η απλότητα ίσως και να είναι σαν μια καλή βόλτα: με την κατάλληλη ταχύτητα, με αβίαστο αίσθημα, με διάθεση εξερεύνησης και ταξιδιού, με έρωτα στα φωτεινά και στα σκοτεινά δρομάκια και φυσικά με άνθρωπο(υς) που συν-κινούμαστε.

 

Έκλεισε με δυο λόγια: «Η συγκίνηση εξαφανίζει τις λέξεις και πρέπει να μαζέψω κάποιες. Θα δω τώρα ποιες θα βρω. Κατ’ αρχάς για ‘μένα η παρουσία σας ήταν κάτι το οποίο και χόρτασα και απόλαυσα και είχα αγωνία να περάσετε καλά. Είχα την έγνοια σας δηλαδή. Σας ευχαριστώ πολύ απ’ την καρδιά μου. Θέλω να πω ότι αυτή η βραδιά για ‘μένα έχει μια σημειολογία. Αισθάνομαι ότι κλείνει ένας κύκλος και ανοίγει ένας άλλος. Δεύτερος. Αυτός ο νέος κύκλος ανοίγει σε μια στιγμή, ακούστε εμάς τους δημιουργούς, που το πνευματικό δικαίωμα είναι σμπαράλια. Δεν υπάρχει πνευματικό δικαίωμα αυτή τη στιγμή. Η μουσική βιομηχανία είναι κι αυτή σμπαράλια. Και κάτι βασικό: αυτό που ξέραμε κάποτε ως κώδικα επικοινωνίας του τραγουδιού έχει χαθεί. Υπάρχουν πολύ σοβαρά θέματα για εμάς που γράφουμε τραγούδια και έχουμε την αγωνία γι’ αυτό που λέμε τραγούδι. Αυτό, όμως, που θα πω το πιστεύουν κι άλλοι φίλοι και συνομιλητές μου. Έχω πιστέψει εδώ και καιρό ότι ιδανική απάντηση σε όλα είναι η δημιουργία. Πιστεύω ότι μόνο μέσω αυτού του δρόμου μπορούμε να γλιτώσουμε σε ό, τι κάνουμε. Ποτέ δεν με γοήτευσαν οι ηττημένοι όσο οι νικημένοι. Και νικημένοι είναι όσοι πάλεψαν ακόμα και αν χάσανε. Αν δεν είχα μέσα μου τον αισιόδοξο κόσμο, δεν θα μπορούσα και να δημιουργήσω. Άφησα για το τέλος αυτό που ήθελα να πω από την αρχή. Η βραδιά απόψε είναι αφιερωμένη σ’ έναν άνθρωπο, ο οποίος με τίμησε με τη φιλία και την εκτίμησή του. Δε συνηθίζεται ένα αφιέρωμα σ’ έναν στιχουργό να κλείνει με έναν άλλο στιχουργό. Λίγο με νοιάζει. Προτείνω, λοιπόν, σεμνά και ταπεινά, όπως ήταν σεμνός και ταπεινός ο Μάνος (Ελευθερίου) να τελειώσει αυτή η εκδήλωση με τα “Παραπονεμένα λόγια”».

fasoulas_event_2019_01_031_fasoulas

Κάπως έτσι η βραδιά φτάνει στο τέλος της. Αποχωρώ σιωπηλός και χορτάτος. Όχι τόσο από την –αδιαπραγμάτευτη– αρτιότητα της καλλιτεχνικής βραδιάς, όσο από το αίσθημα που μου δώρισε: τη ζεστασιά της δημιουργίας, τη συγκίνηση του μοιράσματος και την ουσία της ανθρώπινης σχέσης και του κόσμου, τη συναίρεση της στην ψυχή ενός ανθρώπου και τη μετέπειτα ρυθμική της διαίρεση σε προϊόν ψυχής εύληπτο, καθότι παραμυθία, μα και βαθύ, καθότι ζωής φιλοσοφία.

Κύριε Κώστα, εύχομαι «το γιασεμί στη μέση αυτού του πολέμου» που φροντίζετε με τον λόγο σας και την προσωπική σας στάση να συνεχίζει να ευωδιάζει και να φλερτάρει πάντα με την ουσία του κόσμου μας εντός και εκτός. Για εμάς… εύχομαι καλή ακρόαση!

 

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here