Συνέντευξη στη Μαρία Αβραμίδου
Φωτογραφίες: Μελίνα Δοσίου

Η Ηρώ Σαΐα χρησιμοποιεί πολύ συχνά τη λέξη «χαρά», αλλά δεν το κάνει καταχρηστικά –την εννοεί και έχει ανάγκη να την απολαμβάνει. Και έχει κάθε λόγο να είναι χαρούμενη, καθώς, πέρα από την ευτυχία που βιώνει στην προσωπική της ζωή, ανεβαίνει ξανά στη σκηνή… για χατίρι μας –και δικό της– για ακόμη δύο Σάββατα (13 και 20 Μαΐου), στη μουσική σκηνή «Σφίγγα».

Με αυτήν την αφορμή τη συναντήσαμε και, περπατώντας μαζί της ένα ζεστό, ευωδιαστό, ανοιξιάτικο απόγευμα στα στενά της Πλάκας, επιβεβαιώσαμε την αγάπη της για τη μουσική, το πόσο ώριμη και ήρεμη είναι και νιώθει –παρά τους έντονους ρυθμούς της καθημερινότητάς της–, καθώς και το γεγονός ότι «γεύεται» αληθινά κι αυθόρμητα κάθε στιγμή στη διαδρομή της ζωής της…

saia_interview_2017_05_006

Σε συναντάμε μία μέρα πριν από την πρεμιέρα των εμφανίσεών σου στη «Σφίγγα». Ποια είναι τα συναισθήματά σου εν όψει της επανόδου σου στη σκηνή, μετά από σχεδόν έναν χρόνο;
Ένα είναι το συναίσθημά μου, χαρά! Χαίρομαι πάρα πολύ που βγαίνω να ξανατραγουδήσω –μου έλειψε! Στο διάστημα κατά το οποίο δεν τραγούδησα, κατάλαβα γι’ άλλη μια φορά το πόσο αγαπώ τη δουλειά μου. Έχω, λοιπόν, πολλή χαρά και προσμονή.


Έχεις και εξαιρετικούς μουσικούς στην παρέα σου. Θα μας αποκαλύψεις λίγα πράγματα για το πρόγραμμα αυτό, που έχει τον τίτλο «Για Χατίρι σου»;
Αυτό το live έχει έναν πιο μεσογειακό ήχο, γι’ αυτό και επέλεξα να έχω δύο κιθάρες. Ακόμη και γνωστά μας τραγούδια, δηλαδή, παιγμένα με δύο κιθάρες από τους Παντελή Ντζιάλα και Χριστόφορο Καραλή και το πιάνο του Νεοκλή Νεοφυτίδη, παίρνουν έναν ήχο λίγο πιο μεσογειακό. Έχουμε κι έναν καλεσμένο μουσικό, έναν φίλο και εξαιρετικό ακορντεονίστα, τον Βασίλη Δρογκάρη.

…Κάποια στιγμή, θυμάμαι, ο Σταμάτης Κραουνάκης μου είχε πει πως είχα αυτό που λέμε «τσαγανό». Μάλλον με βοήθησε αυτό, αλλά και μπορεί να ήταν και θέμα τύχης, τι να σου πω…

Όταν προσεγγίζεις μία διασκευή, όπως την πρόσφατη του αγαπημένου «Για Χατίρι σου», το οποίο έδωσε και τον τίτλο σε αυτές τις παραστάσεις σου, έχεις στο μυαλό σου ότι πρέπει να αναμετρηθείς με την πρωτότυπη ερμηνεία;
Όχι, καθόλου. Νομίζω ότι, αν πήγαινα με αυτήν τη λογική, θα έχανα έτσι κι αλλιώς. Διότι, ας μην ξεχνάμε, ότι η πρώτη ερμηνεία του οποιουδήποτε τραγουδιού δεν συγκρίνεται με οποιαδήποτε άλλη επανεκτέλεση. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια άλλη ματιά πάνω στο τραγούδι.

Είναι αυτό κάτι που σε ενδιαφέρει γενικότερα; Να φωτίζεις, δηλαδή, κρυμμένες πτυχές των τραγουδιών και να τα βλέπεις υπό διαφορετικές οπτικές γωνίες;
Με ενδιαφέρει να τα «διαβάζω» μέσα από τη δική μου οπτική, την προσωπική μου αισθητική. Στην περίπτωση των διασκευών, σε κάποιους αρέσουν και σε κάποιους όχι, γιατί μπορεί να τις συγκρίνουν με την πρώτη εκτέλεση. Εμένα στις διασκευές με αφορά να υπάρχουν τα βασικά στοιχεία του πρωτότυπου και ύστερα, μαζί με τον ενορχηστρωτή μου, τον Νεοκλή Νεοφυτίδη, να δημιουργούμε μια σημερινή ματιά του εκάστοτε κομματιού.

Τί είναι αυτό που σε οδηγεί στο να επιλέξεις να ερμηνεύσεις ένα τραγούδι;
Να το αγαπώ πολύ και να μην είναι απαραίτητα ένα τραγούδι που, κατά έναν τρόπο θα το ακούσουμε παντού, χωρίς αυτό να είναι αυτοσκοπός. Αναζητώ στα προγράμματά μου να «αποκαλύπτω», αν μπορώ να το πω έτσι, τραγούδια που δεν παίζονται παντού. Αυτό είχε γίνει, για παράδειγμα, στο «Γυναίκα Τριαντάφυλλο», με αρκετά κομμάτια, όπως το «Καναρίνι» ή το «Μείνε Κοντά Μου Απόψε». Υπάρχουν τραγούδια που δεν τα ακούμε εύκολα στα ραδιόφωνα, ούτε παίζονται συχνά στα μαγαζιά. Είναι όμως διαμάντια που τα αγαπάμε και αυτά ακριβώς τα τραγούδια θέλω με έναν τρόπο να τα ξαναφωτίζω.

…Είμαι σοβαρή εκεί που πρέπει και αφήνω την τρέλα μου να εκφραστεί όπου το έχω ανάγκη. Νιώθω, και είμαι, ελεύθερη…

Όσες φορές σε έχω ακούσει να τραγουδάς, έχω την αίσθηση ότι ένα από τα μεγαλύτερα ατού σου είναι η ψυχή και η θεατρικότητα που βάζεις στις ερμηνείες σου. Ένα προσόν, το οποίο θεωρώ ότι δεν είναι απόρροια μόνο των θεατρικών σου σπουδών, αλλά είναι ολόκληρη η προσωπικότητά σου που μπαίνει μέσα σε κάθε τραγούδι.
Τα λες καλά. Ακριβώς αυτό είναι –είναι η ζωή μου, η ψυχή μου, η θητεία μου στη «Σπείρα Σπείρα» και η θητεία μου πλάι σε σπουδαίους δασκάλους, όπως είναι ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Σταμάτης Κραουνάκης, και είναι και η προσωπική μου ματιά στα πράγματα.


Στον τελευταίο προσωπικό σου δίσκο, το «Λευκό Χαρτί», είδαμε αυτή τη ματιά να εκφράζεται και μέσα από στίχους, γεγονός που προφανώς πηγάζει από την ανάγκη σου να εκφραστείς πληρέστερα…
Αυτό ήταν μόνο, γι’ αυτό και μέχρι ώρας έχουν υπάρξει απλώς δύο στιχουργικές απόπειρες. Δεν έχω νιώσει, έκτοτε, την ανάγκη να εκφραστώ και πάλι γράφοντας, αλλά να είσαι σίγουρη ότι, εάν γράψω κάποια στιγμή ξανά στίχους, αυτοί θα προκύψουν από την ανάγκη μου να εκφραστώ και όχι απλά να φτιάξω ένα τραγούδι, έτσι για να υπάρχει.

…Με ενδιαφέρει να «διαβάζω» τα τραγούδια μέσα από τη δική μου οπτική, την προσωπική μου αισθητική. Στην περίπτωση των διασκευών, σε κάποιους αρέσουν και σε κάποιους όχι, γιατί μπορεί να τις συγκρίνουν με την πρώτη εκτέλεση…

Όση ώρα μιλάμε, μου δίνεις την εντύπωση ότι έχεις πολύ ξεκάθαρα στο μυαλό σου τί θέλεις να κάνεις και τί σου αρέσει. Να υποθέσω ότι δεν σε απασχολεί και πολύ να ταυτιστείς με κάποια «ταμπέλα», προκειμένου να είσαι πιο αναγνωρίσιμη;
Αν και, απ’ ό,τι λένε, αυτό βοηθάει, εμένα δεν με ενδιαφέρει καθόλου κάτι τέτοιο. Εμένα αυτό που με νοιάζει είναι να παίρνω χαρά απ’ αυτό που κάνω. Τώρα, αν θα τραγουδάω μόνο λαϊκά ή μόνο έθνικ ή μόνο ελαφρά τραγούδια, μόνο και μόνο για να με ταυτίσουν με κάποιο συγκεκριμένο είδος, και να ‘θελα, δεν μπορώ να το κάνω. Με ποια έννοια: σε ένα πρόγραμμα που ορίζω εγώ, από τη στιγμή που θεωρώ ότι η φωνή μου μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά αρκετά είδη, θέλω να χαρώ με όλα αυτά που τραγουδάω.

Το γεγονός ότι έχεις γίνει μητέρα, σε κάνει να είσαι ακόμη πιο προσεκτική με τις επιλογές σου; Με την έννοια πως μπορεί να σκέφτεσαι ότι «Αυτό που κάνω τώρα, θα το δουν κάποια στιγμή τα παιδιά μου»;
Ό,τι έχω κάνει και πριν τα παιδιά μου και τώρα, με κάνει υπερήφανη. Οπότε, δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε, πέρα από την ευαισθησία μου πάνω σε θέματα που έχουν να κάνουν με τα παιδιά. Μια ευαισθησία που είχα και από πριν, απλώς τώρα είναι ακόμη πιο έντονη. Έχει αλλάξει επίσης η δύναμή μου απέναντι στη ζωή –το γεγονός ότι τα καταφέρνω με δυο παιδιά και με τη δουλειά μου και με ό,τι άλλο καταπιαστώ με κάνει να αισθάνομαι καλά. Ως προς την κοσμοθεωρία μου, όμως, δεν θεωρώ ότι έχει αλλάξει κάτι. Ήμουν περήφανη γι’ αυτά που έκανα πριν και γι’ αυτά που κάνω τώρα και εξακολουθώ να είμαι θεότρελη, όπως και πριν!

Αυτό το χαρακτηριστικό είναι κοντά στην παιδικότητα, άλλωστε…
Αυτό νομίζω ότι είναι κάτι που δεν το αλλάζει ο ερχομός ενός παιδιού. Είμαι σοβαρή εκεί που πρέπει και αφήνω την τρέλα μου να εκφραστεί όπου το έχω ανάγκη. Νιώθω –και είμαι– ελεύθερη. Είναι κάτι που κατακτάται αυτό, δεν έρχεται από τη μια μέρα στην άλλη, να ξέρεις…

…εάν γράψω κάποια στιγμή ξανά στίχους, αυτοί θα προκύψουν από την ανάγκη μου να εκφραστώ και όχι απλά να φτιάξω ένα τραγούδι, έτσι για να υπάρχει…

Σε μια εποχή όπου η δισκογραφία περνάει κρίση, τα talent shows καλά κρατούν. Πώς εξηγείς αυτό το μάλλον παράδοξο φαινόμενο;
Από τη στιγμή που δεν υπάρχει δισκογραφία, δεν υπάρχουν και άτομα που θα ασχοληθούν σοβαρά με έναν καλλιτέχνη. Οπότε ένας νέος καλλιτέχνης πού να στραφεί; Δεν θα πάει και σε κάποιο τέτοιο show, αφού του δίνει έναν τρόπο προβολής; Όμως νομίζω ότι τελικά αυτές οι εκπομπές δεν βοηθάνε και πάρα πολύ, διότι η αναγνωρισιμότητα και η διασημότητα που σου προσφέρουν είναι παροδική, δεν πατάει κάπου σταθερά. Για να φτάσεις να έχεις μια καριέρα και για να κρατήσεις κάποια χρόνια, χρειάζεται πάρα πολλή δουλειά και προσπάθεια –και αυτό δεν νομίζω ότι απασχολεί ένα talent show.

Όταν εσύ ξεκινούσες, φανταζόσουν ότι θα φτάσεις να κάνεις αυτές τις σημαντικές συνεργασίες; Τις ονειρευόσουν, πιθανόν…
Κάποιες, ναι. Στα πρώτα μου βήματα όμως είχα όνειρα που δεν τολμούσα να τα πω ούτε στον εαυτό μου, να σου πω την αλήθεια. Ότι μου άρεσε το τραγούδι, αυτό ισχύει. Αλλά δεν ήξερα, όταν πρωτοξεκίνησα, ότι τελικά θα ακολουθήσω τον δρόμο της μουσικής, δεν το είχα πιστέψει. Μου είχαν μπει στο μυαλό ιδέες, όπως συμβαίνει στα περισσότερα παιδιά, ότι θα πρέπει να βρω μια δουλειά για να μπορώ να βιοποριστώ. Αυτό με πήγε και λίγο πίσω την πρώτη δεκαετία που ασχολήθηκα με το τραγούδι. Στα 28-29 μου χρόνια, όταν έκανα το «Γυναίκα Τριαντάφυλλο» είπα για πρώτη φορά να δω λίγο πιο σοβαρά επαγγελματικά τον εαυτό μου και τι κάνω μέσα στον χώρο αυτό πιο κατασταλαγμένα. Ήξερα πια και καλύτερα τί πραγματικά θέλω να κάνω. Άλλωστε, από την αγάπη μου για το τραγούδι, μόνη μου «έστρωσα» τον δρόμο μου στη μουσική, παρακολουθώντας σεμινάρια κι αργότερα πηγαίνοντας στο ωδείο. Κάποια στιγμή, θυμάμαι, ο Σταμάτης Κραουνάκης μου είχε πει πως είχα αυτό που λέμε «τσαγανό». Μάλλον με βοήθησε αυτό, αλλά και μπορεί να ήταν και θέμα τύχης, τι να σου πω…

…Ό,τι έχω κάνει και πριν τα παιδιά μου και τώρα, με κάνει υπερήφανη…

Το σημαντικό είναι να ξέρεις τί θέλεις και να το αγαπάς…
Εγώ άργησα να βρω τί θέλω. Το μυαλό μου μοιραζόταν ανάμεσα στις σπουδές μου και τους τότε παιδικούς μου έρωτες –όπως ήταν φυσιολογικό για ένα κορίτσι 20 χρονών. Δεν είχα προσανατολισμό σε κάτι, αλλά η ζωή μου μού έδωσε τελικά παραπάνω πράγματα απ’ όσα ζήτησα ή θα μπορούσα να ονειρευτώ.


Επόμενα σχέδια που να είναι ανακοινώσιμα υπάρχουν;
Θα κάνω δύο συναυλίες στην Κύπρο και θα ακολουθήσουν και κάποιες καλοκαιρινές συναυλίες με τον Νεοκλή Νεοφυτίδη. Δισκογραφικά, θα πούμε νεώτερα από τον Οκτώβριο.

Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πεις ποιο τραγούδι σε κάνει να χαμογελάς αυτόν τον καιρό…
Το «Χαρωπά τα Δυο μου Χέρια τα Χτυπώ»! (γέλια) Αυτό λέω τώρα στα μωρά και γελάνε –κι εγώ μαζί, πολύ!

saia_interview_2017_05_008

*** Περισσότερα για την εμφάνισή της Ηρώς Σαΐα στη “Σφίγγα”, μπορείτε να δείτε εδώ

————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here