Συνέντευξη στον Θανάση Παπαζαφειρόπουλο
Φωτογραφίες: Χαρά Γερασιμοπούλου

Το όνομά του και το μουσικό του έργο δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι με διαφορά ένας από τους κορυφαίους δημιουργούς των νεότερων μουσικών χρόνων. Ο ήχος του χαρακτηριστικός, φέρει την ταυτότητα και τη βαριά κληρονομιά των Πυξ-Λαξ.

Γνωστός από τη συμμετοχή του στους «Πρίγκιπες της Δυτικής Όχθης» αλλά και με μια αξιόλογη προσωπική πορεία, δηλώνει έτοιμος για τα επόμενα καλλιτεχνικά του βήματα, παίρνει θέση απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας και θυμάται τον Μάνο και το συγκρότημα.

Με οργή αλλά και αισιοδοξία. Με ωριμότητα και ενδοσκόπηση. Ελπίζει πως την «άνοιξη θα φέρει», όπως λέει και το πρόσφατο τραγούδι του.

Κυρίες και κύριοι, ο Φίλιππος Πλιάτσικας!

pliatsikas_filippos_interview_2017_03_011

Αρχικά θα ήθελα να σας ευχαριστήσω πάρα πολύ για τη συγκεκριμένη συνάντηση γιατί ξέρω ότι δεν δίνετε συχνά συνεντεύξεις. Πώς αντιμετωπίζετε το κομμάτι των δημοσίων σχέσεων και της προβολής του καλλιτέχνη;
Το θεωρώ απαραίτητο. Δεν είμαι από αυτούς που το απαξιώνουν ή κρύβονται στο καβούκι τους επί τούτου. Απλώς προσπαθώ να μιλάω όταν υπάρχει λόγος να μιλήσω και σε μέσα που αισθάνομαι ότι μπορεί να γίνει ένας διάλογος και όπου υπάρχει ένας ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας και θα μπορούσε να γίνει μια κουβέντα εποικοδομητική και γι’ αυτά που σκέφτομαι εγώ και γι’ αυτά που θέλει να με ρωτήσει ο «απέναντι».

Δεν είναι δηλαδή ένα αναγκαίο κακό.
Δεν το βρίσκω σαν κακό. Επειδή γίνεται μια μεγάλη κουβέντα για τα μέσα, ακόμα και για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που έχουν γιγαντωθεί στις μέρες μας, θεωρώ ότι το μέσο είναι ένα απρόσωπο πράγμα. Δεν έχει πρόσημο θετικό ή αρνητικό. Εξαρτάται πάντοτε από το πως κανείς από εμάς το χειρίζεται και το μεταχειρίζεται. Εάν ο τρόπος που προσεγγίζεις τα μέσα είναι ένας τρόπος που ταιριάζει στη δική σου αισθητική και μιλάς για τα πράγματα που σε αφορούν, δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς. Είναι βέβαια τοξικό το περιβάλλον, είναι ένα περιβάλλον troll με ανώνυμους χρήστες πίσω από τις οθόνες των υπολογιστών που έχουν βρει ένα τρόπο να βγάζουν το μένος τους, τις κακίες τους, τους παραλογισμούς τους. Όπως και να τοποθετηθείς, είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν αυτά τα φαινόμενα αλλά σε ό,τι αφορά τη δικιά σου ψυχή και τον δικό σου δρόμο, τη δικιά σου ιστορία και αξιοπρέπεια, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα.

…είμαι σε πολύ καλή φάση γιατί μετά από πέντε χρόνια περίπου έβγαλα έναν εντελώς καινούριο δίσκο. Αυτό είναι πάντα μια λύτρωση, μια βοήθεια για να ισορροπώ…

Σε τι καλλιτεχνική φάση σας βρίσκουμε αυτή την περίοδο;
Είμαι σε πολύ καλή φάση γιατί μετά από πέντε χρόνια περίπου έβγαλα έναν εντελώς καινούριο δίσκο. Μεταξύ του δίσκου που είχα βγάλει το ’11-’12 και αυτού που θα κυκλοφορήσει τώρα, μεσολάβησαν κάποιες δουλειές που ήταν project. Μετά από 5-6 χρόνια είχα την όρεξη να ξαναγράψω εντελώς καινούρια τραγούδια και να βγάλω ένα καινούριο δίσκο. Αυτό είναι πάντα μια λύτρωση, μια βοήθεια για να ισορροπώ. Αυτή η ανάγκη συνδυάστηκε και με τον ήχο που προέκυψε από το δίσκο και οφείλεται στην παρέα που έχω. Σχεδόν παίξαμε live τα τραγούδια. Πρόκειται για τον ήχο που έχουμε και στις ζωντανές μας εμφανίσεις. Η παρέα αυτή είναι ο Νίκος Σάλτας στο πιάνο, ο Γιώργος Λιβαδάς στα τύμπανα και ηλεκτρική κιθάρα και φωνητικά, ο Χάρης Μιχαηλίδης από το συγκρότημα της Δραμαμίνης. Στην ενορχήστρωση βοήθησαν όλα τα παιδιά και πρόκειται για κάτι που τέσσερις άνθρωποι το κάναμε να είναι ζωντανό και αυτό ακούγεται στο δίσκο. Η κυκλοφορία αναμένεται μέσα στο Μάρτιο και ο δίσκος λέγεται «Βάλε φωτιά». Το πρώτο κομμάτι που επιλέξαμε να κυκλοφορήσει σαν single από το δίσκο λέγεται «Την άνοιξη θα φέρει» γιατί αισθανόμαστε ότι προσμένουμε μια άνοιξη. Ξεκινάμε συναυλίες στη Σφίγγα από τις 11 Μαρτίου μέχρι τις 8 Απριλίου, για πέντε Σάββατα.

Αυτό λοιπόν θα είναι και το πλαίσιο των εμφανίσεων.
Αυτό ακριβώς. Όχι μόνο με τα καινούρια τραγούδια αλλά και από τα πρώτα μου τραγούδια στους Πυξ-Λαξ και την υπόλοιπη προσωπική μου πορεία, τα οποία είναι φτιαγμένα με έναν άλλον τρόπο από αυτούς τους μουσικούς. Όσοι μας έχουν δει live θα έχουν καταλάβει ότι τα τραγούδια έχουν πάρει μια καινούρια ανάσα.

Ο επερχόμενος δίσκος ονομάζεται «Βάλε φωτιά». Σε τι μας προτείνει να «βάλουμε φωτιά» αυτός ο συμβολικός τίτλος;
Είναι συμβολικός, βέβαια. Δείχνει εμπρηστικός ενώ δεν είναι. Στην ουσία λέει να βάλεις φωτιά στα εμπόδια και στα βαρίδια που σε κρατάνε πίσω και δεν εξελίσσεσαι. Στον εαυτό μου μιλάω αλλά όποιος θέλει, μπορεί να το πάρει και για τον δικό του εαυτό.

Θα μπορούσε να είναι και μια συζήτηση του Πλιάτσικα με τον Πλιάτσικα υπό μια σκοπιά δημιουργίας; Να βάλεις, δηλαδή, φωτιά σε αυτά που σε κρατάνε από το να δημιουργήσεις νέα πράγματα;
Το πρώτο τραγούδι που κυκλοφόρησε είναι ένας τέτοιος προσωπικός διάλογος. Ακριβώς γι’ αυτό μιλάει. Για διάφορα ερωτήματα που γεννιούνται, γιατί αντιμετωπίζω έτσι τη ζωή. Κατά ένα τρόπο, αυτός ο δίσκος σε μεγάλο βαθμό είναι και ένας προσωπικός απολογισμός. Υπάρχει ένα τραγούδι στο δίσκο, «Ο λογαριασμός», που έχουμε φτιάξει με τον πολύ μεγάλο καλλιτέχνη για μένα, το Μιχάλη Μυτακίδη από τους Active Member, με τον οποίο είχα τη χαρά και την τιμή να συνεργαστώ και θα συνεργαστούμε και το καλοκαίρι. Είναι ένας προσωπικός μας απολογισμός αυτό.

…θέλαμε να λειτουργήσουμε πάντα ως μια πολύχρωμη κολεκτίβα με ανοιχτή αγκαλιά προς διάφορα είδη μουσικής τα οποία αγαπούσαμε και μεγαλώσαμε με αυτά και προς καλλιτέχνες που σεβόμασταν και μας άρεσε ο τρόπος τους ακόμη κι αν δεν ανήκαν στο στενό φάσμα της μουσικής που εμείς παίζαμε…

Ακριβώς εκεί ήθελα να πάμε. Θυμάμαι στη συνέντευξη τύπου για τις κοινές σας εμφανίσεις, να εκφράζεστε και οι δυο με διάθεση ενωτική απέναντι στις εμμονές που μπορεί να είχατε στο παρελθόν. Ποιές ήταν αυτές οι εμμονές; Έγινε ένα βήμα ώστε να ξεπεραστούν;
Αρχικά, εγώ δεν είχα εμμονές. Από τη συνέντευξη τύπου ήταν ευκρινές αυτό. (γέλια) Αν μπορεί κανείς, ακόμα κι αν δε γουστάρει τα τραγούδια μας, να μας καταμαρτυρήσει κάτι θετικό, και σαν μπάντα (Πυξ-Λαξ) και στην προσωπική μας πορεία, είναι ότι δεν είχαμε ποτέ εμμονές. Θέλαμε να λειτουργήσουμε πάντα ως μια πολύχρωμη κολεκτίβα με ανοιχτή αγκαλιά προς διάφορα είδη μουσικής τα οποία αγαπούσαμε και μεγαλώσαμε με αυτά και προς καλλιτέχνες που σεβόμασταν και μας άρεσε ο τρόπος τους ακόμη κι αν δεν ανήκαν στο στενό φάσμα της μουσικής που εμείς παίζαμε. Το έχουμε κάνει πράξη αυτό από πολύ νωρίς. Θα θυμάται κανείς από τη συνεργασία μας με το Βασίλη Καρρά το ’93 μέχρι τη συνεργασία μας με το Sting, τον Eric Burdon, τον Ψαραντώνη, τον Πετρολούκα Χαλκιά, υπέροχες φωνές της λυρικής σκηνής, ανοίγματα, δηλαδή, που για την εποχή που τα κάναμε, ήταν φοβερό ρίσκο. Ας μην ξεχνάμε ότι μας «πετροβολούσαν» από παντού. Κάποια στιγμή γελούσαμε μόνοι μας με αυτά που ακούγαμε να λένε συνάδελφοί μας στις συνεντεύξεις, έμοιαζαν να φταίνε οι Πυξ-Λαξ μέχρι και για την τρύπα του όζοντος! (γέλια) Έλεγαν ότι φταίγαμε για την κατάντια της κουλτούρας στην Ελλάδα. Τελικά, απεδείχθη ότι αυτό που κάναμε εμείς 24 χρόνια πριν έχει γίνει μόδα και ευτυχώς το κάνουν παιδιά όπως ο Χαρούλης, οι VIC και άλλοι, που ευτυχώς γι’ αυτούς και για εμάς, δε «λιθοβολούνται».


Είχε προετοιμαστεί το έδαφος…
Ευτυχώς! Και δε μείναμε στο αποστειρωμένο των κομπλεξικών και των δογματικών ότι μπαίνουμε σε ένα μαντρί και δε βγαίνουμε ποτέ και δεν κοιτάμε τη μουσική όπως πραγματικά είναι, δηλαδή σαν ένα ανοιχτό πεδίο, σαν ένα όλον. Η μουσική είναι το σύμπαν κι εμείς θέλαμε να την κλείσουμε σε κουτάκια και να απαγορεύεται να πας λίγο δεξιά ή λίγο αριστερά. Αυτό ακριβώς ξεκινήσαμε να κάνουμε με το Μιχάλη. Επειδή εγώ δεν είχα ποτέ παρωπίδες, αισθάνομαι ότι το μεγάλο βήμα και η μεγάλη μαγκιά στη συνεργασία μας, ανήκει στο Μιχάλη. Διότι ο Μιχάλης είχε τοποθετηθεί στο παρελθόν με δηλώσεις πιο περιχαρακωμένες και δογματικές, τις οποίες είχε το σθένος και το θάρρος να βγει και να πει ότι αλλάζουμε και έλεγα βλακείες! Αυτό θέλει πολλά κότσια για να το κάνει κάποιος. Πρέπει να του αναγνωριστεί αυτό. Επίσης γνώρισα έναν υπέροχο άνθρωπο, έναν εξαιρετικό καλλιτέχνη. Έχω πει και άλλες φορές ότι είναι ένας από τους σύγχρονους ποιητές που έχουμε. Αυτό που έγινε στο Γυάλινο νομίζω θα μείνει χαραγμένο σε όσους το είδαν και ξέρουν πολύ καλά ότι δεν ήταν μια τυπική συνεργασία. Ήμασταν μαζί στη σκηνή 90% στο πρόγραμμα και μοιραζόμασταν πράγματα. Όπου μας παίρνει, θα το κάνουμε και το καλοκαίρι.

Πόσο εύκολο είναι να βάλει κανείς «νερό στο κρασί» του και τι χρειάζεται;
Εξαρτάται πότε βάζεις το νερό στο κρασί. Αυτοί που πίνουν κρασί ξέρουν ότι υπάρχει ένας συγκεκριμένος μήνας, μια συγκεκριμένη περίοδος, που χρειάζεται να βάλεις και λίγο νερό στο κρασί για να το πιείς καλά. Αν βάζεις τότε νερό στο κρασί, αξίζει τον κόπο. Αν βάζεις γενικά, δεν αξίζει τον κόπο. Νομίζω ότι αυτή την ισορροπία, εδώ και πολλά χρόνια την έχουμε βρει. Την έχουμε κάνει για προσωπικούς λόγους γιατί ξέρουμε ότι αυτό είναι ανεξάρτητο από το αν θα αναγνωριστεί ή όχι. Τα όχι που έχουμε πει δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι είναι πολλοί αυτοί, που σε αντίστοιχη περίπτωση, θα λέγανε όχι. Ακόμα και αυτοί που έχουνε μια κριτική διάθεση απέναντι σε όλα. Ενδεχομένως να μην τους έχουν γίνει ποτέ οι προτάσεις αυτές και να μιλάνε εκ του ασφαλούς. Υπήρξαν στιγμές που μας έχουν γίνει κάποιες προτάσεις που νομίζω ότι λίγοι θα έλεγαν όχι.

…ο Μάνος Ξυδούς μου λείπει κάθε μέρα. Ήταν ο καλύτερος μου φίλος με ό,τι σημαίνει αυτό και εν γνώσει του τι σημαίνει. Για μένα είχε πάρει το ρόλο όχι μόνο του καλού μου φίλου αλλά και ένα μέρος του πατέρα μου που τον έχασα νωρίς, και γενικά είχε έναν πολύ κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μου…

Θα ήθελα να πάμε σε αυτή τη μεγάλη περίοδο των Πυξ-Λαξ. Υπάρχουν πλέον στιγμές που σας λείπει όλο αυτό αλλά και ο ίδιος ο Μάνος;
Αυτά είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Ο Μάνος Ξυδούς μου λείπει κάθε μέρα. Ήταν ο καλύτερος μου φίλος με ό,τι σημαίνει αυτό και εν γνώσει του τι σημαίνει. Για μένα είχε πάρει το ρόλο όχι μόνο του καλού μου φίλου αλλά και ένα μέρος του πατέρα μου που τον έχασα νωρίς, και γενικά είχε έναν πολύ κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μου. Έφυγε ξαφνικά και κλυδωνίστηκαν πολλά πράγματα για όλους μας. Νομίζω ότι απώλειες τέτοιου τύπου ποτέ δε θα πάψουν να υπάρχουν απλώς ο χρόνος καταλαγιάζει την απώλεια και τον πόνο. Σε ό,τι αφορά το συγκρότημα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με εμάς. Είμαστε αυτοί που το ιδρύσαμε, εμείς το γεννήσαμε, τα τραγούδια μας είναι. Και χρονικά αν το βάλεις, είναι μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο κομμάτι της μουσικής μας ζωής. Εγώ το κουβαλάω με έναν πολύ ωραίο τρόπο και γι’ αυτό δεν λείπει ποτέ από τα live που κάνω γιατί αισθάνομαι ότι είμαι εγώ, ότι είναι ένα μεγάλο μέρος του εαυτού μου.

Στο βιβλίο του Μάκη Μάτσα, «Πίσω απ’ τη Μαρκίζα», υπάρχει ένα κεφάλαιο για τους Πυξ-Λαξ, όπου μεταφέρονται τα εξής λόγια του Μάνου προς τον ίδιο: «Κύριε Μάτσα, ξέρω ότι σκέφτεστε να διώξουμε τους Πυξ-Λαξ και ζήτησα να σας δω γιατί θέλω να σας παρακαλέσω να τους δώσετε άλλη μια ευκαιρία». Η συνέχεια είναι σε όλους γνωστή. Αλλά θα ήθελα να μου πείτε τι θυμάστε από εκείνη τη δύσκολη περίοδο καθώς και πόσο καταλυτικός ήταν ο ρόλος του Μάνου ως παραγωγού, ώστε το συγκρότημα να διαγράψει τη γνωστή του πορεία.
pliatsikas_filippos_interview_2017_03_008Ο Μάνος ήταν από τους λίγους που ήταν πραγματικός “δισκάς”, που ήξερε τι σημαίνει δισκογραφία. Είναι άτυχη η δισκογραφία που δεν έχει τέτοιους ανθρώπους και κατέληξε να μην πουλάει τίποτα. Είχε ακούσει πολύ μουσική. Ήξερε ποιος είναι ο David Bowie, οι Pink Floyd, οι Jethro Tull, ο Ian Anderson, ο Van Morrison… δε συζητάμε τώρα για Rolling Stones κ.ά. Ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε να ακούει, λάτρευε την ακρόαση και άκουγε πραγματικά. Του έφερναν νέοι άνθρωποι τραγούδια και καθόταν και τα άκουγε σαν παλαβός. Πραγματικά τα άκουγε! Νομίζω ότι η δισκογραφία χάνοντας τέτοιους ανθρώπους έχασε και την αίγλη της και αυτό που είναι πραγματικά οι δίσκοι. Εμείς όταν πρωτοπήγαμε στην εταιρεία, στην Columbia-ΕΜΙ στον Περισσό, γνωρίσαμε το Μάνο πρώτη φορά δια ζώσης. Είχαμε ακούσει γι’ αυτόν ότι είναι μουσικός από τους Αγίους Αναργύρους αλλά δεν τον ξέραμε προσωπικά, ήμασταν πιτσιρικάδες. Εκεί, λοιπόν, έμπαινες μέσα και άκουγες μουσική από όλα τα γραφεία. Τώρα μπαίνεις στις δισκογραφικές και δεν ακούς πουθενά μουσική. Βασικό χαρακτηριστικό που θα πρέπει να μας ανησυχήσει. Ο Μάνος, όντως, από την αρχή της μπάντας, έπαιξε καταλυτικό ρόλο, μας καθοδήγησε, άλλες φορές λάθος και άλλες σωστά -δεν έχει σημασία- ήταν όμως μια προσπάθεια υγιής και με καλές προθέσεις. Κάποια στιγμή τα πράγματα ήταν δύσκολα και σκεφτόμασταν να φύγουμε ενδεχομένως και εκτός Ελλάδας γιατί ψάχναμε δουλειά και παίζαμε για 17 άτομα, για 12, για 8, για κανένα και επειδή δεν υπήρχαν χρήματα κάναμε διάφορες δουλειές για να τα βγάλουμε πέρα. Ο Μάνος εκεί, όπως είπε και ο Μάτσας, έκανε αυτή την κίνηση. Πίστευε πολύ στη μπάντα αυτή και ο τρίτος δίσκος βγήκε γιατί έβαλε πλάτη ο Μάνος. Αυτός ο δίσκος, «Ο ήλιος του χειμώνα με μελαγχολεί» πήγε πολύ καλά και έτσι έγινε η καινούρια αρχή. Το σημαντικό με αυτή τη μπάντα είναι το εξής: μπορεί ο προηγούμενός της δίσκος να γινόταν διπλά πλατινένιος αλλά επειδή δεν ήταν προσφιλής στα μέσα και στο marketing, κάθε δίσκος που βγάζαμε ήταν υπό αμφισβήτηση από όλους. Μπορεί να είχαμε πουλήσει στον προηγούμενο 200.000 και ερχόταν ο επόμενος, που είχε μέσα τις «Παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο» και λέγανε «ωχ, τι είναι αυτό τώρα, δε θα πουλήσει τίποτα, τη βάψαμε»! Σε κάθε δίσκο, λοιπόν, υπήρχε αυτή η φράση! Τη βάψαμε! Αλλά κάθε φορά ερχόταν αυτή η μπάντα και εξέπληττε ακόμα και εμάς τους ίδιους. Ξεκινούσαμε στο Λυκαβηττό για μια συναυλία, γίνεται sold out και μένει και κόσμος έξω. Ανακοινώνεται και δεύτερη! Βρίζαμε εμείς τις διοργανώτριες εταιρείες γιατί ήταν υπερφίαλες και φοβόμασταν ότι θα ξεφτιλιστούμε! Και τελικά οι δύο συναυλίες δεν ήταν αρκετές. Την άλλη χρονιά ανακοίνωναν τρεις συναυλίες στο Λυκαβηττό, ξαναβρίζαμε εμείς! Πάλι η μπάντα μας εξέπληττε! Όχι η μπάντα ακριβώς, αλλά η σχέση που είχε με τον κόσμο. Γίνονταν sold out οι τρεις συναυλίες και αναγκαζόμασταν και κάναμε άλλες δύο! Νομίζω ότι πρέπει να είμαστε το μοναδικό συγκρότημα που έχει κάνει πέντε συναυλίες σε ένα καλοκαίρι στο Λυκαβηττό. Το 2011 το Ολυμπιακό Στάδιο μας φάνταζε επίσης υπερφίαλο. Ήρθε ο κόσμος πάλι και μας εξέπληξε! Πάντα το κάνει αυτή η μπάντα. Έχει αποκτήσει μια σχέση με τον κόσμο τόσο έντονη, βαθιά και διαχρονική που πάντα μας εκπλήττει.


…με αφορμή τα 30 χρόνια από τη γέννηση της μπάντας είπαμε ότι δικαιούμαστε να το γιορτάσουμε. Αν μας βγουν και καλά τραγούδια μπορεί να κάνουμε και δίσκο ώστε να είναι μια γιορτινή χρονιά ουσιαστική και όχι απλά να βγούμε να παίξουμε μια-δυο συναυλίες…

Έχετε ανακοινώσει και την επετειακή συναυλία για τα 30 χρόνια στις 12 Ιουλίου του 2018. Οι παλιές συνήθειες δεν κόβονται, έτσι;
Με αφορμή τα 30 χρόνια από τη γέννηση της μπάντας είπαμε ότι δικαιούμαστε να το γιορτάσουμε. Αν μας βγουν και καλά τραγούδια μπορεί να κάνουμε και δίσκο ώστε να είναι μια γιορτινή χρονιά ουσιαστική και όχι απλά να βγούμε να παίξουμε μια-δυο συναυλίες. Η αλήθεια είναι ότι εμείς το ’11 δεν το πολυκαταλάβαμε. Ήμασταν σε άλλη φάση. Ήταν άλλος ο λόγος που μαζευτήκαμε. Ήμασταν αλλού. Το μισό μας κομμάτι χαιρόταν γι’ αυτό που συνέβαινε και το άλλο μισό μας πενθούσε. Οπότε τώρα αποφασίσαμε να κάνουμε μια γιορτή και να το χαρούμε κι εμείς και ο κόσμος για μια ακόμη φορά γιατί τα αιτήματα και τα παράπονα είναι συνεχή. Το καταλαβαίνω γιατί πολλοί άνθρωποι είχαν συνδέσει τη ζωή τους με αυτή τη μπάντα. Και επειδή έχουμε αυτό το μεγάλο προνόμιο που μας έχει δώσει ο κόσμος, την ευλογία να μπορούμε να μαζευτούμε δύο άνθρωποι όλοι κι όλοι σε ένα τραπέζι χωρίς μέντορες, συμβουλάτορες, δεσμεύσεις, χορηγούς και να πούμε πάμε να το κάνουμε, λέμε ας το κάνουμε! Κι άλλος ένας τρίτος, που ήταν πάντα μαζί μας, ο Νίκος ο Λώρης, που μας έχει βοηθήσει στις συναυλίες από το 95′ και μετά και αισθανόταν πάντοτε μέλος της μπάντας. Αυτός μας έκανε την πρόταση και μπορούσε να μας μιλήσει.

Έστω και τώρα, χωρίς το Μάνο, οι Πυξ-Λαξ διατηρούν τη «Στίλβη» τους;
Είναι μια ερώτηση που υποκειμενικά δεν απαντιέται. Μπορεί να απαντηθεί μόνο στην πράξη. Να ‘μαστε καλά, θα το δούμε στη σκηνή σε ενάμιση χρόνο από τώρα.


Τα πρώτα προσωπικά σας βήματα ήταν μια αρχή από το μηδέν;
Ναι, εγώ το πήρα τελείως έτσι και με βοήθησε. Δεν ήμασταν αφελείς. Ξέραμε ότι μόλις σταματήσει η μπάντα δε θα είναι το ίδιο. Απ’ την αρχή όλα. Ξεκίνησα απ’ την αρχή και ευτυχώς μου πήγαν καλά τα πράγματα. Δεν έχω παράπονο. Μάλιστα τρία χρόνια μετά το σταμάτημα της μπάντας έζησα σε προσωπικό επίπεδο μια μικρογραφία αυτών που ζούσα και στους Πυξ-Λαξ: έπαιξα τρεις «Λυκαβηττούς» σερί, βγήκε το «Omnia» που έγινε πλατινένιο, ήρθε το Ηρώδειο… γενικά έζησα πράγματα αντίστοιχα που δεν περίμενα ότι θα τα ζούσα. Σε καλό μου βγήκε και είναι και κάτι που έχω να μεταφέρω ως εμπειρία και σε πιο νέους ανθρώπους. Ενδεχομένως αυτός είναι ο τρόπος. Να ξεκινάς σιγά-σιγά πάλι απ’ το μηδέν σε οτιδήποτε κάνεις και να μη βιάζεσαι να γίνεις γρήγορα αναγνωρίσιμος. Να πηγαίνεις βήμα-βήμα, να παίζεις σε μικρά live, όπου μπορείς, με demo… όλα αυτά που κάναμε κι εμείς.

«Μια γειτονιά με λίγο φως και πόθοι στα Καμίνια». Πού σας ταξιδεύει η εικόνα αυτή;
Είναι μια περίοδος τη ζωή μου απ’ όταν ήμουνα πιτσιρίκι. Από τα 4 μέχρι τα 8. Ήταν δύσκολη κι αυτή η γειτονιά, διαφορετική απ’ το Μενίδι που μεγάλωσα, αλλά με τις δικές τις δυσκολίες, σε πιο αστικό κλοιό και πλαίσιο.

…τώρα βιώνουμε μια μόδα που νομίζω ότι είναι ευτυχές γεγονός, γύρω από ένα παραδοσιακό πανηγύρι και μια μεταστροφή στην παράδοση. Όσο αυτό κρατιέται στα επίπεδα της αγάπης και της προσέγγισης της παράδοσης είναι ευχής έργον. Τις στιγμές που μεταβάλλεται σε ένα βουκολικό-νεοπλουτιστικό υποκατάστατο των σκυλάδικων, έχω τις αντιρρήσεις μου. Αυτή τη λεπτή ισορροπία θα πρέπει κανείς να τη διαχωρίζει…

«Το ροκ της δυτικής όχθης» γεννήθηκε σε αυτές τις γειτονιές. Τί θέση έχει όμως στη σύγχρονη μουσική πραγματικότητα;
Τώρα βιώνουμε μια μόδα που νομίζω ότι είναι ευτυχές γεγονός, γύρω από ένα παραδοσιακό πανηγύρι και μια μεταστροφή στην παράδοση. Όσο αυτό κρατιέται στα επίπεδα της αγάπης και της προσέγγισης της παράδοσης είναι ευχής έργον. Τις στιγμές που μεταβάλλεται σε ένα βουκολικό-νεοπλουτιστικό υποκατάστατο των σκυλάδικων, έχω τις αντιρρήσεις μου. Αυτή τη λεπτή ισορροπία θα πρέπει κανείς να τη διαχωρίζει. Αν δε θέλει μπορεί αντί να πάει στα σκυλάδικα να πηγαίνει σε συναυλίες και να παίρνει το χάπι του και να αισθάνεται ότι είναι σε ένα βουκολικό διονυσιασμό. Το ροκ της δυτικής όχθης, όμως, είναι μια μουσική ταυτότητα που εκφράστηκε μέσα από τους Πυξ-Λαξ αλλά και από άλλα συγκροτήματα. Είναι η ανάγκη για συνένωση, συναίνεση, αγκαλιά, αναγνώριση των καλών που κουβαλάει ο άλλος απέναντί σου, σεβασμό και της παράδοσης και του λαϊκού χώρου και του ροκ και όλων αυτών των στοιχείων που περάσανε στη ζωή μας και είναι μέσα στα ακούσματά μας. Αυτό το μπόλιασμα περιγράφεται με αυτό τον όρο. Νομίζω ότι εξακολουθεί με ένα τρόπο να είναι ενεργό, άλλες φορές να σιγοκαίει και άλλες φορές να γίνεται πυρκαγιά. Όπως και η ζωή δεν είναι πάντα μια πυρκαγιά. Κάποιες φορές σβήνει και μένουν στάχτες που σιγοκαίνε. Επειδή είμαι αρκετά χρόνια στο χώρο αυτό έχω δει πολλούς «κύκλους». Αυτός ο συγκεκριμένος ήχος και η συγκεκριμένη προσέγγιση δε σβήνει ποτέ. Μπορεί να σιγοκαίει όταν η μόδα βρίσκεται αλλού αλλά είναι πάντα έτοιμο να ξαναδώσει φλόγα. Γι ‘αυτό έβαλα και τον τίτλο «Βάλε φωτιά»! (γέλια)

Το ρεύμα των νέων καλλιτεχνών πώς το βλέπετε και τι σχέση έχετε με αυτό;
Πολύ θετικά. Μ’ αρέσει να υπάρχουν νέοι που σηκώνουν το δικό τους μπαϊράκι, τη δική τους σημαία και αυτό να αναγνωρίζεται και να αγαπιέται απ’ τον κόσμο. Αυτό είναι μια υγιής εξέλιξη. Είμαι ακροατής. Δεν είχα ποτέ, ίσως και λόγω της αγάπης του κόσμου, τάση αρνητική απέναντι σε ωραία πράγματα. Όταν τα άκουγα, τα αναγνώριζα και τα έλεγα και δημόσια. Υπάρχουν και σήμερα ωραία πράγματα που ακούγονται φρέσκα. Το πρόβλημα σε αυτή τη φάση είναι η αμετροέπεια που χαρακτηρίζει λαούς σαν κι εμάς. Η αμετροέπεια των γύρω, είτε λέγονται media είτε λέγονται άνθρωποι της μουσικής βιομηχανίας, ο Θεός να την κάνει! Οτιδήποτε είναι της μόδας και πουλάει έχουμε μια τάση να καθόμαστε και να του κάνουμε τεμενάδες και να μην αφουγκραζόμαστε και να μην αναγνωρίζουμε διαχρονικά πράγματα τα οποία μένουνε με έναν τρόπο σε μια σταθερή τροχιά. Αυτό είναι μια ιδιότητα του λαού μας, δεν αλλάζει.

Πρόσφατα ανακοινώθηκε ως μέλος κριτικής επιτροπής γνωστού τηλεοπτικού διαγωνισμού τραγουδιού, ο Μπάμπης Στόκας. Εσείς πως αντιμετωπίζετε την έξαρση των εκπομπών αυτών;
Η έξαρση οφείλεται στην ανάγκη πολλών ανθρώπων με ταλέντο, να βρουν ένα τρόπο να το βγάλουν προς τα έξω. Οι εκπομπές αυτές δίνουν το δικαίωμα να γίνουν τα παιδιά αυτά γρήγορα γνωστά. Μέχρι εδώ είναι τα θετικά στοιχεία. Ο λόγος που εγώ προσωπικά δε μπορώ να συμμετέχω σε τέτοιου είδους εκπομπές -και στο παρελθόν έχω αρνηθεί τη συμμετοχή μου- είναι ότι ο τρόπος που αισθάνομαι ότι είναι ο σωστός για τα παιδιά αυτά είναι ένας άλλος. Είναι αυτός που ακολουθήσαμε κι εμείς και ας φαίνεται πιο δύσκολος στις μέρες μας. Πιστεύω ότι εξακολουθεί να είναι ο μόνος τρόπος. Το ευεργετικό γι’ αυτά τα παιδιά, αν ακολουθήσουν αυτό τον δύσκολο τρόπο, είναι ότι όταν θα φτάσουν κάπου, δε θα μπορούν πολύ εύκολα να ξαναφύγουν από το σημείο αυτό και να γκρεμιστούν. Στα talent show πολλά παιδιά γίνονται πολύ γρήγορα αναγνωρίσιμα αλλά είναι και σχεδόν βέβαιο ότι πολύ γρήγορα θα ξεχαστούν. Αυτός είναι και ο λόγος που αισθάνομαι ότι ο κόπος τους δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα πιάσει τόπο. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι η αισθητική μου δεν ταιριάζει τόσο πολύ σε αυτά τα παιχνίδια και αυτά σε μένα. Πιο πολύ κακό θα έκανα παρά καλό.


Οι πρόσφατες αποκαλύψεις για τη ΑΕΠΙ ταρακούνησαν το μουσικό κόσμο. Ήταν μια ιστορία με αναμενόμενη κατάληξη;
Όλοι στο μουσικό χώρο ξέραμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Αν πει κάποιος το αντίθετο, θα λέει ψέματα. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε σε αυτή τη φάση οι δημιουργοί είναι μήπως μέσα από αυτό το ταρακούνημα και τη δημοσιοποίηση του τι συνέβαινε, βρουν την ευκαιρία διάφοροι άλλοι τύποι που βολεύονται από αυτή την εξέλιξη και δε θέλουν να πληρώνουν τίποτα για να χρησιμοποιούν τα τραγούδια μας. Αυτή την ισορροπία πρέπει να την προσέξουμε. Είναι άλλο πράγμα η κακοδιαχείριση που γινόταν τόσα χρόνια για λογαριασμό μας, την οποία πρέπει οι ίδιοι οι δημιουργοί μαζί με το Υπουργείο και όσους έχουν τη νομική και θεσμική ευθύνη να τη διορθώσουμε και άλλο αυτό που με άλλοθι αυτά που μάθαμε, λέει ο άλλος «δεν πληρώνω». Αυτή ασυδοσία είναι προβληματική. Είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα.

Οι δημιουργοί τι μερίδιο ευθύνης έχουν σε αυτή την υπόθεση;
Μεγάλο! Είμαστε σαν παιδιά που ψάχναμε πάντα το μεγάλο μέντορα, αυτόν που θα μας ενημερώσει και ξέρει πριν από μας για μας και αυτόν που τελικά στο τέλος θα φταίει για να μη φταίμε εμείς ποτέ! Να ξαναβρισκόμαστε πάλι μετά από χρόνια και να μας φταίει κάποιος άλλος. Ακόμα και σήμερα, μετά από όλα αυτά, υπάρχουν δημιουργοί που θέλουν να βάλουν ένα τύπο που να είναι αυτός που ξέρει πάλι πριν από μας για μας. Μια μεγάλη μερίδα δημιουργών θέλει αυτό. Πρέπει να το κυνηγήσουμε εμείς οι ίδιοι μέσα από το επικείμενο νομοσχέδιο που πρέπει άμμεσα να ψηφιστεί, τώρα που είναι η χρυσή ευκαιρία, με ανθρώπους δικιάς μας επιλογής και όχι του εκάστοτε Υπουργού και της πολιτικής εξουσίας. Αυτός που θα κάνει κουμάντο, πρέπει να είναι επιλογή δικιά μας. Σε αυτό το αυτονόητο δε συμφωνούμε μεταξύ μας. Ε δεν έχουμε ευθύνη; Φυσικά και έχουμε!

Να φανταστώ ότι όλοι οι λόγοι που μου αναφέρατε είναι και αυτοί για τους οποίους δεν υπογράψατε την κοινή επιστολή των 200+ δημιουργών προς τον Πρωθυπουργό.
Βεβαίως και δεν υπέγραψα! Τώρα κυκλοφορεί μια άλλη επιστολή που λέει αυτά που σας μεταφέρω εδώ και τη διαβάζω πολύ αναλυτικά και είμαι έτοιμος να υπογράψω αυτή την επιστολή. Πόσο ακόμα «σφάξε με αγά μου να αγιάσω»; Ξέρει, δηλαδή, κάποιος άλλος πριν από μας για μας; Όχι! Κάποια στιγμή πρέπει να ξέρουμε εμείς για μας. Δε συμφωνώ καθόλου! Και θα συνυπογράψω κατά πάσα πιθανότητα την καινούρια επιστολή που λέει ακριβώς αυτό. Δε διαφωνεί με τους υπόλοιπους. Στα περισσότερα μαζί είμαστε, έχουμε τις ίδιες ανησυχίες. Στο συγκεκριμένο διαφωνούμε. Πρέπει να πάρουμε την ευθύνη αυτή τη φορά. Είμαστε ευθυνόφοβοι οι δημιουργοί και λυπάμαι που το λέω. Πρέπει να υπάρξει μια αντιμετώπιση λογική και ανθρώπινη. Αυτή είναι η γνώμη μου. Τη λέω ευθέως ξέροντας ότι σε μια τοξική εποχή με το να λες τη γνώμη σου μπορεί να βρεθείς στο τέλος και κατηγορούμενος. Αλλά δε μπορώ να λέω πράγματα που δεν πιστεύω.

…νομίζω ότι η κρίση ξεκίνησε εδώ και 30 χρόνια. Η ασυδοσία, η ρεμούλα, ο ωχαδερφισμός, η έλλειψη αισθητικής, το να επικροτούμε το λαμόγιο στις παρέες… όλη αυτή η αισθητική με τα περιοδικά που είχαν κάνει τους μισούς Έλληνες «in» και τους άλλους μισούς «out»…

Πώς ερμηνεύετε τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας και πώς τα εισπράττετε;
Πάντα υπήρχαν κακώς κείμενα. Νομίζω ότι η κρίση ξεκίνησε εδώ και 30 χρόνια. Η ασυδοσία, η ρεμούλα, ο ωχαδερφισμός, η έλλειψη αισθητικής, το να επικροτούμε το λαμόγιο στις παρέες… όλη αυτή η αισθητική με τα περιοδικά που είχαν κάνει τους μισούς Έλληνες «in» και τους άλλους μισούς «out». Ήσουν in αν πήγες στα μεγάλα μαγαζιά της νύχτας, χαλούσες πολλά λεφτά, είχες στο τραπέζι σου κορίτσια που δούλευαν ως μοντέλα και χόρευαν με ψηλοτάκουνα στα τραπέζια. Αυτό ήταν το «in». Αυτά τα τριάντα χρόνια οδήγησαν σε μια καταστροφή. Προσωπικά την αισθανόμουν ότι έρχεται με φόρα. Τα κακώς κείμενα πάντοτε υπήρχαν με διαφορετικό τρόπο αλλά την ίδια αιτία. Ίσως τώρα έχουμε μια χρυσή ευκαιρία. Περί αποφάσεων πρόκειται…

pliatsikas_filippos_interview_2017_03_016

Θα ήθελα να κλείσουμε ευχάριστα με έναν στίχο από τραγούδι σας προς όσους θα μας διαβάσουν.
Ευχάριστο; (γέλια) Αυτό που μπορώ να πω είναι από τον καινούριο δίσκο. «Πάντα η ψυχή θα ψάχνει καλοκαίρι»!

Ευχαριστώ πολύ! Καλοτάξιδος ο δίσκος και καλή επιτυχία στις επερχόμενες εμφανίσεις!
Και εσείς να είστε καλοτάξιδοι και όλα να σας πάνε καλά!

————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here