Συνέντευξη στη Μάρω Παναγή
Φωτογραφίες: Χαρά Γερασιμοπούλου

Λίγες μέρες μετά την πρώτη τους εμφάνιση στον Σταυρό του Νότου, συναντήσαμε τον Πέτρο Μάλαμα και τον Φώτη Σιώτα και συζητήσαμε για τη μεταξύ τους σχέση, το θέατρο, την Αθήνα, τη μουσική τους πορεία και πολλά άλλα ενδιαφέροντα!

Θα εμφανίζονται για άλλες δύο Τετάρτες στον Σταυρό του Νότου club σε ένα πρόγραμμα με τραγούδια δικά τους αλλά και άλλα που αγαπάνε, παρέα με τον Νίκο Παπαϊωάννου και τον Νίκο Μαγνήσαλη.


Εκτός από την προφανή σας σχέση (ο ένας γιος του Σωκράτη Μάλαμα, ο άλλος φίλος και συνεργάτης του χρόνια), τι άλλο σας δένει;
Φ.Σ:
Πέρα από τη σχέση που έχω με τον πατέρα του, έχω και με τον ίδιο τον Πέτρο σχέση από παλιά. Η μουσική και ο τρόπος που φτιάχνουμε τα τραγούδια, μας δένει αλλά και μας έκανε να παίξουμε μαζί. Παλιότερα, στάθηκε αφορμή να καταλάβω τον τρόπο του όταν ενορχήστρωσα έναν δίσκο του που όμως δεν κυκλοφόρησε γιατί δεν πήραμε τα δικαιώματα από τους κληρονόμους. Ήταν σε στίχους του Γκάτσου από την «Παγωμένη θεατρίνα».
Π.Μ: Το κάναμε για ιδία χρήση. Η αληθινή μου ευχή για εκείνον τον δίσκο ήταν να μάθω να φτιάχνω τραγούδια. Όταν συνάντησα τα στιχάκια της «Παγωμένης θεατρίνας» έπαιζα στο θέατρο και με κάποιο τρόπο μου είχε παγώσει αυτή η διάθεση για το θέατρο και κάπως ταυτίστηκα. Ήθελα να μάθω να φτιάχνω τραγούδια σε αυτό το τέλεια ζυγισμένο μέτρο του Γκάτσου. Και όντως αυτό το κατάφερα. Τα δώρα που ζητούσα τα βρήκα. Δεν ήταν η κυκλοφορία το θέμα. Ήταν κάτι που με τον Φώτη μάς έφερε πιο κοντά.

Μιας που πιάσαμε το θέατρο… Την εμφάνιση σας στον Σταυρό την χαρακτηρίσατε ως παράσταση και όχι ως συναυλία.
Φ.Σ:
Νομίζω το είπαμε πιο πολύ ειρωνικά… Μια κατάσταση είναι περισσότερο που ο στόχος είναι να είμαστε πιο άμεσοι σχετικά με αυτό που είμαστε, πιο αληθινοί. Να έχει όλα αυτά τα στοιχεία που έχει και η παρέα μας, με αυτοσαρκασμό και κουβέντες για πράγματα που μας συγκινούν.
Π.Μ: Και ετερόκλητα τραγούδια. Οι περιπτώσεις μας μοιάζουν επειδή έχουμε πολλά διαφορετικά κομμάτια. Το θέατρο, τα ρεμπέτικα, τη σύγχρονη σκηνή και τη δική μας τραγουδοποιία. Αυτό θέλαμε να μοιραστούμε και με το πρόγραμμα, να παρουσιάσουμε τραγούδια που επειδή αγαπάμε είναι και δικά μας.

Φώτη είχες πει σε μια συνέντευξη σου ότι «η μουσική είναι παρηγορητική. Δεν ξέρω αν μπορεί να σε σώσει». Εσύ Πέτρο θεωρείς ότι είναι παρηγορητική ή λυτρωτική για τον δημιουργό;
Π.Μ:
Είχα ακούσει κάτι και μου άρεσε πολύ, ότι η μουσική αποκαλύπτει. Μου αποκαλύπτει πτυχές μου που συγκινούνται με αυτό. Δηλαδή, στους έξω μπορεί να θέλεις να κρατάς ένα διαφορετικό προφίλ, αλλά τα τραγούδια εκεί που ανατριχιάζεις και συγκινείσαι σου αποκαλύπτουν έναν πυρήνα ευαισθησίας που έχεις. Εκθέτεις ένα κομμάτι σου που μπορεί να συγκινείται με κάτι και να είναι διαφορετικό από αυτό που θέλεις να προβάλλεις. Η μουσική, λοιπόν, αισθάνομαι πως είναι αποκαλυπτική.


Εκτός από τον δημιουργό… Για το κοινό τι είναι η μουσική;
Π.Μ:
Το ίδιο. Όταν ακούς ένα τραγούδι που σε συγκινεί, κάτι αποκαλύπτει αυτό για ‘σένα. Παίζουμε τραγούδια που κανονικά μπορεί να νιώθαμε συστολή. Αλλά κάτι αποκαλύπτει για ‘σένα το ότι έρχεσαι στην παρέα. Γιατί είμαστε παρέα με τον Νίκο και τον Νίκο. Όταν φέρνεις σε αυτή την παρέα ένα τραγούδι της Lady Gaga ας πούμε και λες «αυτό κάτι μου λέει», πάλι εκτίθεσαι. Το ρήμα «αποκαλύπτω» ισχύει και για αυτόν που φτιάχνει τραγούδια και για αυτόν που τα ακούει και τα παίζει.

«Νιώθω ξένος στην πόλη» είναι μια χιλιοειπωμένη έκφραση, παρόλ’ αυτά τη συναντάμε και στο «Πάντα ξένοι» των Σωτήρων και στο τραγούδι «Μόνη» του Πέτρου. Γιατί είχατε αυτή την ανάγκη να ξαναπείτε κάτι τέτοιο;
Φ.Σ:
Ειδικά στις πόλεις είναι πιο έντονο αυτό το συναίσθημα γιατί η πόλη είναι ένα πλαίσιο, ένα αυστηρό σχήμα. Οι παθογένειες που έχει το άστυ από τη δεκαετία του 60’ έχουν μεταλλαχθεί στη σημερινή εποχή. Οι άνθρωποι αισθάνονται μόνοι και όσο περνάνε τα χρόνια οι παθογένειες μεταλλάσσονται σε κάτι πιο «άρρωστο». Με την τεχνολογία αυτό έχει διογκωθεί γιατί οι άνθρωποι δεν επικοινωνούν, όπως επικοινωνούν στην επαρχία και τα χωριά. Αυτό υπάρχει γύρω και το παρατηρείς κυκλοφορώντας. Οπότε είναι πάντα ένα θέμα πολύ ξεκάθαρο κοντά μας που το ζούμε και συμμετέχουμε και οι ίδιοι σε αυτό.

Δεν είστε από την Αθήνα αλλά τα τελευταία χρόνια μένετε εδώ μόνιμα. Τι είναι τελικά αυτή η πόλη..;
Π.Μ:
Η Αθήνα αισθάνομαι ότι είναι η μόνη μητρόπολη της Ελλάδας. Πραγματικά χάνεσαι. Στη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει περίπτωση να πας κάπου που να μην είναι γνωστοί σου. Είναι όλα ένα κέντρο και θα βρεις τους πάντες. Εδώ είναι όλα μοιρασμένα λίγο περίεργα και ταξικά.
Φ.Σ: Για ‘μένα που κατέβηκα μεγάλος στην Αθήνα στην αρχή δυσκολεύτηκα αλλά μετά μου φανερώθηκε πολύ όμορφα η πόλη. Έχει πολλά ανοίγματα, ακόμα και η φύση της Αττικής γύρω γύρω και οι βόλτες μες στην πόλη. Το τοπίο είναι ανεπανάληπτο.
Π.Μ: Απ’ την άλλη η Αθήνα είναι και ένα τερατούργημα. Τα τελευταία πενήντα χρόνια ερημώνει η επαρχία και όλα συγκεντρώνονται εδώ. Το έχει γράψει και ο Γκάτσος στην «Ελλαδογραφία» ότι η Αττική καταβροχθίζει την υπόλοιπη Ελλάδα όπως ο ήλιος τους πλανήτες στο απώτατο μέλλον.


Φαντάζεστε τους εαυτούς σας σε δέκα είκοσι χρόνια σε ένα χωριό;
Φ.Σ:
Εγώ έχω φανταστεί να είμαι κάπου που να είναι τέλεια, αλλά δεν ξέρω πώς θα είμαι μέχρι τότε… Όταν νιώσεις την ανάγκη να το κάνεις θα το κάνεις σίγουρα. Σαν εικόνα ιδεατή είναι στο μυαλό του καθενός.
Π.Μ: Είναι δύο ταχυτήτων η ζωή που κάνουμε, απ’ τη μία μπορεί να βγαίνεις και να συνωστίζεσαι, από την άλλη για να φτιάξεις κάτι πρέπει να μείνεις μόνος σου. Κάπως έτσι εγώ το κάνω ήδη. Ζω εδώ και κάνω πράγματα, όταν δεν θα έχω θα φύγω, θα πάω στο χωριό μου, θα ανάψω τη σόμπα και θα καθίσω ένα μήνα εκεί. Δεν θα τ’ αντέξω όμως και παραπάνω. Στην παρούσα φάση έχω και μια εσωτερική μούρλα. Αργότερα ίσως φτάσω στα ζεν επίπεδα που φαντασιώνομαι.

Νιώθω πως έχετε ένα κοινό. Κουβαλάτε ένα αντίστοιχο «βάρος» ονόματος. Ο Πέτρος είναι ο γιος του Σωκράτη Μάλαμα και τον Φώτη τον γνωρίσαμε ως το βιολί του Σωκράτη και του Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Π.Μ:
Εμείς συνέχεια αυτοϋπονομευόμαστε. Αλλά είναι και πολύ φυσιολογικό. Δηλαδή, αν ήξερες τη μάνα μου και ήταν διάσημη θα ήξερες ότι είμαι ο γιος της μάνας μου.
Φ.Σ: Στην τέχνη αυτό υπάρχει πολύ. Πολλά παιδιά καλλιτεχνών ασχολούνται μετά κι αυτά με την τέχνη. Του Πέτρου του πήρε πιο πολύ χρόνο να επεξεργαστεί αυτό που κάνει γιατί είχε αυτό το βάρος, απ’ όσο θα το έκανε κάποιος άλλος. Θα ήθελε να είναι σίγουρος, ασφαλής. Αλλά απ’ την άλλη έχει κερδίσει και πολλά από αυτή την επιρροή. Το ίδιο ισχύει και για ‘μένα. Είμαι πολύ τυχερός που βρέθηκα στις αρχές του 2000 σε μια παρέα η οποία έκανε κάτι καινούργιο. Με τον Θανάση, τον Μπάμπη τον Παπαδόπουλο, τους Λαϊκεδέλικα… Αυτά συμβαίνουν μία φορά στη ζωή σου και σε σημαδεύουν. Οπότε δεκτό είναι και αυτό που συμβαίνει.
Π.Μ: Το αυτοϋπονομεύουμε όλο αυτό. Ο «Σαν αερικό» και ο «γιος της πριγκιπέσσας». Εγώ είχα μια προσωπική αμφιβολία αν αυτός είναι ο δρόμος που θέλω να επιλέξω. Γι’ αυτό ασχολήθηκα και με το θέατρο και πήγα και στον Καναδά. Μέσα μου κάπως τερματίστηκε αυτό και ήταν προφανές ότι εμένα μου αρέσει να λέω τραγουδιστά τα όνειρα και τους εφιάλτες μου.

Πέτρο εσύ ξεκίνησες με έναν πιο ήσυχο και τρυφερό ήχο, με διασκευές ρεμπέτικων και παραδοσιακών, ενώ τώρα έγινε πιο ηλεκτρονικός και παιχνιδιάρικος. Κι εσύ Φώτη κάνεις πολύ διαφορετικά πράγματα· από τη μία οι Σωτήρες και απ’ την άλλη οι Sancho 003, δύο σχήματα που μοιάζουν και διαφέρουν ταυτόχρονα και τώρα ασχολείσαι με τα λαϊκά. Πώς ένας καλλιτέχνης οδηγείται σε αυτές τις αλλαγές;
Φ.Σ:
Αυτά είναι διαδρομές… Για τον μουσικό υπάρχει πολλές φορές ένα συγκεκριμένο δρομολόγιο. Ας πούμε με την κλασική μουσική τελειώνεις το ωδείο και μετά αρχίζεις να το ψάχνεις. Στη δικιά μου περίπτωση τα πράγματα είναι λίγο ό,τι να ‘ναι. Ξεκίνησα με μια κλασική παιδεία και μετά μου άρεσαν πιο σκληρές μουσικές. Με το βιολί δεν ήξερα τι να κάνω… Δεν θεωρούμαι δεξιοτέχνης στο βιολί, πιο πολύ το χρησιμοποιώ συνθετικά για να εκφράζομαι. Ξεκίνησα να πειραματίζομαι και μετά επέστρεψα στις ρίζες μιας γλώσσας όπως είναι το λαϊκό. Πάντα με εντυπωσιάζει κάτι καινούργιο.
Π.Μ: Έτσι είναι σε όλα. Άμα τρως κάθε μέρα μπέργκερ σε πιάνει η όρεξη να φας και φασολάκια. Γι’ αυτό κάνουμε παρέα. Δεν μπορείς να ησυχάσεις με κάτι που έμαθες να κάνεις γιατί αισθάνεσαι να βουλιάζεις. Στην αρχή μόνος μου με την κιθάρα ψιθυρίζοντας στο δωμάτιο βγήκαν έτσι κάποιες διασκευές. Μετά όμως βγαίνεις σε μια σκηνή με κόσμο από κάτω και γεννιέται η ανάγκη να στείλεις περισσότερη ενέργεια. Περνάς σε κάτι άλλο. Πηγαίνεις από μέρος σε μέρος, από ανθρώπους σε ανθρώπους, από συνθήκη σε συνθήκη ψάχνοντας να μπεις εκεί όπου είναι η υψηλότερη θερμοκρασία και σε καίει πιο πολύ.


Τι καινούργιο μας ετοιμάζετε;
Φ.Σ:
Εγώ ολοκληρώνω την επεξεργασία ενός δίσκου σε στίχους του Θοδωρή Γκόνη και μουσική δική μου. Τραγουδά η Ιουλία Καραπατάκη, ο Σωκράτης Μάλαμας, η Δήμητρα Γαλάνη και ο Γιάννης ο Διονυσίου και θα λέγεται «Τα δεύτερα (γιατί κουράστηκαν τα πρώτα)». Επίσης, μαζί με τους Sancho 003 ετοιμάζουμε και μια παράσταση της Μαργαρίτας Τρίκκα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών τους επόμενους μήνες.
Π.Μ: Στις επόμενες βδομάδες θα κυκλοφορήσει ένας δίσκος που έχουμε κάνει σε στίχους του Άλκη Αλκαίου και μουσική δική μου, θα λέγεται «Οδηγίες προς ναυτιλλομένους» και θα περιέχει ερωτικά τραγούδια από παλιά συλλογή του. Βρήκα μια συγκίνηση εκεί και συγγένεια με τη δουλειά που είχα κάνει του Γκάτσου. Με ενδιαφέρουν αυτές οι ιστορίες, έχουν κάτι παιδικό και σαρκαστικό, σα χαλασμένα παιχνίδια…

Εύχομαι να είναι καλοτάξιδα και τα δύο! Σας ευχαριστώ πολύ για την ωραία μας κουβέντα..!
Ευχαριστούμε και τον όμορφο χώρο του «Καμπεθόν» στον Κεραμεικό που μας φιλοξένησε!

————–

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here