Γράφει η Μαρία Αβραμίδου
Φωτογραφίες: Μαρία Γκρουμούτη
Η σχέση των ανθρώπων με τον χρόνο είναι πολύπλευρη, υποκειμενική και… αμείλικτη. Στις φετινές της εμφανίσεις στη μουσική σκηνή Σφίγγα, η Ρίτα Αντωνοπούλου αποφάσισε να τη διερευνήσει μέσα από αγαπημένα (της) τραγούδια, περνώντας «2 ώρες και 26 λεπτά με τον Χρόνο». Πώς μετριέται ο Χρόνος; Γραμμικά ή κυκλικά; Με τις μνήμες μας; Την ξεγνοιασιά των παιδικών μας χρόνων; Με αυτά που μας πλήγωσαν και θέλουμε να ξεχάσουμε, τις στιγμές που ευχόμαστε να κρατήσουν για πάντα ή μήπως με όσα εξακολουθούμε να ονειρευόμαστε; Η καλλιτέχνιδα δεν προσέγγισε το ζήτημα με διάθεση να δώσει απαντήσεις –άλλωστε, ο καθένας βιώνει πάντα τα δικά του συναισθήματα και βγάζει τα δικά του συμπεράσματα γι’ αυτό που παρακολουθεί κάθε φορά–, ωστόσο δημιούργησε ένα προσωπικό «ημερολόγιο» όσων η ίδια αγαπά, θυμάται, ελπίζει, ονειρεύεται…
Η έναρξη της παράστασης σηματοδοτήθηκε από ένα ατμοσφαιρικό ασπρόμαυρο βίντεο, δημιουργία του Άκη Χρήστου, το οποίο συνοψίζει ίσως την αρχή και τον κύκλο του χρόνου και της ζωής. Πρωταγωνίστριες του, η γυναίκα και η θάλασσα –και δεν είναι τυχαίο ότι πολλά από τα τραγούδια της βραδιάς αναφέρονταν στις δύο αυτές δυνάμεις τις φύσεως, με σημείο-κλειδί το «Καραντί» του Θάνου Μικρούτσικου που έπλευσε μέσα στη «Θαλασσογραφία» του Σαββόπουλου, αλλά και το «Μωρό» των Νίκου Αντύπα και Λίνας Νικολακοπούλου.
Όπως είπε και η ίδια η ερμηνεύτρια, «Κλείσαμε τον χρόνο σε ένα κουτί που το ονομάσαμε “ωρολόγιο”, όμως δεν έχουμε καταφέρει ακόμη να καταλάβουμε αν αυτό το τικ τακ που ακούγεται αποτελεί μέτρηση ή διαμαρτυρία». Στην όμορφη παράσταση που ξεδιπλώθηκε στη σκηνή της Σφίγγας, το τικ τακ του ρολογιού ξεθώριασε και έδωσε τη θέση του στο τικ τακ της καρδιάς. Γιατί πώς αλλιώς θα μετρήσεις τον χρόνο, αν όχι με το ερωτικό σμίξιμο («Ηλιόπετρα») ή με ένα φιλί που σου κλέβει την ανάσα («Το μόνο που σου ζήτησα»); Γιατί μόνο έτσι… ο κόσμος ξημερώνει και «Πάντα θα Ξημερώνει».
Για ηλικίες ούτε λόγος κι ας τραγούδησε η εξαιρετική μπάντα στην οικοδέσποινα το «Ρίτα Ριτάκι». Και με το timing τί γίνεται; Άλλο άλυτο ζήτημα κι αυτό, ειδικά όταν εύχεσαι «Να ‘χα μια πόλη για δύο». Ο χρόνος παρατείνεται ευχάριστα και νοσταλγικά όταν χορεύεις «Τα Λαϊκά» σ’ εκείνα τα σπίτια με μωσαϊκά και μοιάζει ακίνητος όταν ζεις «Μια Μέρα μιας Μαίρης». Σε όλους αυτούς τους ρόλους και τις διαδρομές, η Ρίτα Αντωνοπούλου έκανε κάθε τραγούδι αληθινά δικό της, τόσο με την ξεχωριστή χροιά της φωνής της, όσο και με τη μετρημένα θεατράλε παρουσία της. Στις στιγμές που ξεχώρισα, το αγαπημένο μου «Πίσω μη Μ’ Αφήνεις», η… ψυχεδελική της ερμηνεία στο «Καινούργια ζάλη» και η δωρικότητα με την οποία προσέγγισε το «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή».
Οι θαυμάσιες ενορχηστρώσεις του Μανόλη Ανδρουλιδάκη έκαναν κάθε τραγούδι αληθινά ξεχωριστό, δημιουργώντας παράλληλα ένα ενιαίο και πλήρες ηχητικό αποτέλεσμα, αν και υπήρχαν μόνο τρία όργανα: η δική του κλασική κιθάρα –που, κατά περίπτωση, το παίξιμό του μετέτρεπε τον ήχο της σε αυτόν του μπουζουκιού!–, το κοντραμπάσο του Σταύρου Καβαλιεράτου και η ακουστική κιθάρα του Μιχάλη Ατσάλη.
Αν υπάρχει κάτι που μου έλειψε από το πρόγραμμα, είναι ίσως ορισμένες επιλογές πιο λαϊκών τραγουδιών. Αλλά, πάλι, επειδή το ζήτημα του χρόνου στο λαϊκό τραγούδι ανοίγει άλλο μεγάλο κεφάλαιο, μπορεί και να χρειαζόταν να του αφιερώσουν μια δική του ξεχωριστή παράσταση.
Με τη νέα της αυτή πρόταση, πάντως, η Ρίτα Αντωνοπούλου επιβεβαίωσε ότι είναι μία εξαιρετική ερμηνεύτρια που καταθέτει σε κάθε της εμφάνιση ένα σαφές προσωπικό ποιοτικό στίγμα, το οποίο καταφέρνει να επικοινωνήσει με αμεσότητα στο κοινό. Επιλέγοντας να αναφερθεί μουσικά σε ζητήματα που απασχολούν όλους μας, μάς έκανε, μέσα από την παράστασή της, να λαχταρούμε να ζήσουμε το τώρα. Το αν η διάρκειά του θα είναι μια στιγμή, όσο κρατά ένα τραγούδι ή αιώνια, αυτό ο καθένας από εμάς θα το βιώσει και θα το επιλέξει προσωπικά. Ο χρόνος, άλλωστε, δεν γνωρίζει αληθινούς περιορισμούς –ειδικά στον νου και στην καρδιά του κάθε ανθρώπου. Και μπορεί να μη γυρίζει πίσω όταν θέλεις να κάνεις μια νέα αρχή, όμως, όπως επεσήμανε η οικοδέσποινα, «μπορείς πάντα να κάνεις ένα καινούργιο τέλος». Ακριβώς γιατί «Η πιο όμορφη θάλασσα» είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει. Ακόμη κι αν δεν ξέρουμε πού θα μας βγάλει το ταξίδι, το σίγουρο είναι ότι η διαδρομή συνεχίζεται αδιάκοπα, μ’ αυτό το τικ τακ από τον χτύπο της καρδιάς να αποτελεί την πιο σίγουρη πυξίδα για οδηγό…
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του MusicCorner.gr…