Γράφει ο Δημήτρης Κονιδάρης

Σαν σήμερα πριν ογδόντα χρόνια, στις 14 Μαρτίου 1939, γεννήθηκε στην Αθήνα ο Σταύρος Ξαρχάκος, ένας από τους κορυφαίους συνθέτες που έχει αναδείξει η χώρα μας. Δεν είναι λίγες οι φορές στις οποίες ο Ξαρχάκος αναφέρεται ως  ο τρίτος μεγάλος δημιουργός του έντεχνου, συμπληρώνοντας την πρώτη τριάδα μετά τους Μίκη Θεοδωράκη και Μάνο Χατζιδάκι, αφού χάρισε στην Ελληνική μουσική υπέροχες μελωδίες που έχουν κερδίσει την αθανασία και έχουν αγκαλιαστεί από τον Ελληνικό λαό.

Τα αρχικά ερεθίσματα, από τα παιδικά και νεανικά του χρόνια, καθορίστηκαν, ασφαλώς, από τα λαϊκά και τα ρεμπέτικα τραγούδια αλλά δεν πρέπει να αγνοηθεί η επίδραση της Επτανησιώτικης και της  Βυζαντινής μουσικής που του έδωσαν άφθονο υλικό για να διαμορφώσει το δικό του μουσικό κόσμο. Αποκτώντας, μάλιστα, γνώση της κλασικής μουσικής και γενικότερα, της Ευρωπαϊκής, κατάφερε να συνδυάσει Ελληνικούς με δυτικότροπους ρυθμούς παράγοντας πρωτότυπες μελωδίες οι οποίες, σε συνδυασμό με τη δεινή και αξιομνημόνευτη ενορχηστρωτική ικανότητά του, έντυσαν καταλλήλως πλήθος θεατρικών έργων και κινηματογραφικών ταινιών, συμβάλλοντας στην επιτυχία τους.

Στο σημερινό αφιέρωμα για τα γενέθλια του εξέχοντα μουσικοσυνθέτη δεν γίνεται βέβαια προσπάθεια να προσεγγιστεί το σύνολο του έργου του αφού ένα τέτοιο εγχείρημα θα ήταν υπέρμετρα φιλόδοξο και θα κατέληγε υπερβολικά μακροσκελές. Σκοπός μας είναι να παρατεθούν κάποια κομβικά στοιχεία της καριέρας του, αφού το έργο του σημάδεψε την Ελληνική μουσική σε κολοσσιαίο βαθμό.

Η αρχική πρόθεση του Ξαρχάκου ήταν, πιθανώς, να σπουδάσει κλασική μουσική και αυτό φαίνεται από το ότι γράφτηκε στο Ωδείο Αθηνών το 1957 στην τάξη του συνθέτη Μενέλαου Παλλάντιου. Ωστόσο, όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία για κάτι διαφορετικό, ήτοι τη λαϊκή μουσική και μάλιστα σε κινηματογραφικές ταινίες, ο νεαρός Σταύρος άδραξε την ευκαιρία. Άλλωστε έχει παραδεχτεί ότι η δύναμη της κινηματογραφικής εικόνας στάθηκε κινητήριος μοχλός στις προσπάθειές του. Αποτέλεσμα ήταν να γράψει πολλά από τα γνωστότερα τραγούδια του για θεατρικά ή κινηματογραφικά έργα, δείχνοντας μια αξιοθαύμαστη ικανότητα να γράφει καταπληκτική μουσική έχοντας ένα συγκεκριμένο θέμα στο μυαλό του.

Έτσι  εμφανίστηκε στο μουσικό στερέωμα της χώρας μας το 1962 υπογράφοντας τις συνθέσεις στην ταινία «Το ταξίδι» του Ντίνου Δημόπουλου αλλά το μεγάλο βήμα, ή καλύτερα άλμα, έγινε την επόμενη χρονιά (1963) με τα Κόκκινα φανάρια του Βασίλη Γεωργιάδη. Στην ταινία αυτή ακούστηκαν μερικά από τα γνωστότερα και διαχρονικότερα κομμάτια του υπερταλαντούχου αυτού δημιουργού όπως Φτωχολογιά και Άπονη ζωή, τραγουδισμένα ιδανικά από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.

Το 1964 ακολούθησε η Λόλα με τη Βίκυ Μοσχολιού να συγκλονίζει με το Χάθηκε το φεγγάρι ενώ Ο χορός του Σάκαινα έγινε ένα από τα κλασικότερα και διασημότερα ορχηστρικά του Ελληνικού κινηματογράφου.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πορεία κινηματογραφικών ταινιών όπως τα Κόκκινα φανάρια και η Λόλα βοήθησαν στην αποδοχή της μουσικής του, ειδικά κατά το ξεκίνημα της σταδιοδρομίας του που είναι και το δυσκολότερο στάδιο για ένα νέο καλλιτέχνη. Από την άλλη πλευρά η εξαίσια μουσική του Ξαρχάκου ομόρφυνε τις ταινίες αυτές, όπως και πολλές άλλες στη συνέχεια, που κατέστησε σχεδόν αδύνατο να τις φανταστούμε χωρίς τα τραγούδια του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη Κορίτσια στον ήλιο όπου η εκπληκτική μουσική του καλύπτει ένα όχι ιδιαιτέρως καλό σενάριο. Γενικά, πάντως, η σχέση του Ξαρχάκου με κινηματογράφο και θέατρο είναι αμφίδρομη ωφελώντας συνολικά την Τέχνη και το κοινό.

Παρόλο που η επιτυχία ήλθε πολύ γρήγορα, ο συνθέτης δεν επαναπαύτηκε σε αυτές τις δάφνες, επιλέγοντας να συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές στο Παρίσι (1967) και, αργότερα στη Νέα Υόρκη (1979-1982) όπου έδωσε έμφαση στην κλασική μουσική και τη διεύθυνση ορχήστρας. Βλέποντας τη συνολική του πορεία, δεν μπορεί να μας εκπλήξει η στάση αυτή. Όντας τελειομανής έδινε  σημασία ακόμα και στην παραμικρή λεπτομέρεια επιτυγχάνοντας να απογειώσει τα τραγούδια του. Άλλωστε η εξονυχιστική ενασχόλησή του με το κάθε κομμάτι, διαδραμάτισε κεφαλαιώδη ρόλο στην αποδοχή τους από το κοινό.

Αξίζει να αναφερθεί ότι αν και η ποίηση είχε εισέλθει στη μουσική από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, με τον Θεοδωράκη επικεφαλής σε αυτήν την προσπάθεια, ο Ξαρχάκος απέφευγε επιμελώς να επιλέγει στίχους από ποιήματα εκτός από κάποιες εξαιρέσεις όπως τον Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας (1969) του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και το O Δείπνος ο Μυστικός του Ματθαίου Μουντέ που ηχογραφήθηκε το 1978 αλλά κυκλοφόρησε το 1984, τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο του τραγουδιστή του έργου Νίκου Ξυλούρη.

Μουσικά είδη και μεγάλα έργα

Ο Σταύρος Ξαρχάκος έγραψε  σπουδαίες συνθέσεις για πολλά και διαφορετικά είδη όπως: Λαϊκά τραγούδια και κύκλους τραγουδιών, μουσική για κινηματογραφικές ταινίες, την τηλεόραση, το θέατρο καθώς και για όπερες ενώ ασχολήθηκε και με το Αρχαίο Δράμα.

Παρόλα αυτά θα μπορούσαμε εύκολα να ξεχωρίσουμε κάποια έργα των οποίων η διαδρομή στο χρόνο υπήρξε λίαν επιτυχημένη και αγαπήθηκαν ιδιαιτέρως από το κοινό όπως:

  • Το μεγάλο μας τσίρκο
  • Διόνυσε καλοκαίρι μας
  • Συλλογή
  • Ένα μεσημέρι
  • Κόκκινα φανάρια
  • Νυν και αεί
  • Ο Δείπνος ο Μυστικός
  • Η συμφωνία της Γιάλτας και της πικρής αγάπης τα τραγούδια
  • Ρεμπέτικο
  • Η Ελλάδα της Μελίνας.

Καταφανώς για καθένα από τα προαναφερόμενα έργα χρειάζεται ξεχωριστό αφιέρωμα κάτι για το οποίο επιφυλασσόμαστε στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον.

Μεγάλες επιτυχίες και τραγουδιστές με τους οποίους συνεργάστηκε

Μερικές από τις πλέον χαρακτηριστικές επιτυχίες του ήταν:
Άπονη ζωή, Φτωχολογιά, Μάτια βουρκωμένα, Σαββατόβραδο στην Καισαριανή, Άσπρη μέρα και για μας, Χάθηκε το φεγγάρι, Τα ρολόγια, Υπομονή, Στου Όθωνα τα χρόνια,  Νυν και αεί, Ήτανε μια φορά, Πώς να σωπάσω, Ο Λευτέρης, Αποχαιρετισμός (Με τι καρδιά να σ’ αποχαιρετίσω), Να με θυμάσαι, Γεια σου χαρά σου Βενετιά, Αυτόν τον κόσμο τον καλό, Παλληκάρι στα Σφακιά, Μπάρμπα Γιάννη Μακρυγιάννη, Μάνα μου Ελλάς, Φίλοι κι αδέλφια, Ένα πρωινό και πάρα πολλές ακόμα.

Συνεργάστηκε με μερικούς από τους σημαντικότερους τραγουδιστές και τραγουδίστριές μας όπως τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον Νίκο Ξυλούρη, την Βίκυ Μοσχολιού, τον Σταμάτη Κόκκοτα, την Μαρία Δημητριάδη, τον Νίκο Δημητράτο, την Δήμητρα Γαλάνη, την Νάνα Μούσχουρη, την Σωτηρία Λεονάρδου και άλλους ακόμα.

Κατά κοινή ομολογία ο εκλεκτός αυτός δημιουργός υπήρξε και παραμένει εσωστρεφής με ελάχιστες συνεντεύξεις στην τηλεόραση και τα έντυπα μέσα. Προφανώς θεωρεί πως, οτιδήποτε έχει να πει, εκφράζεται μέσω της μουσικής του και νιώθει την ανάγκη να επικοινωνήσει με το κοινό μόνο μέσω των δίσκων του και των συναυλιών του. Ενώ ο κόσμος πάντοτε ήθελε (και θέλει) να γνωρίσει καλύτερα τον άνθρωπο Ξαρχάκο, ο χαρισματικός συνθέτης παραμένει  αυστηρά προσηλωμένος στο έργο του καταφέρνοντας να μεγαλουργεί για περισσότερο από πενήντα χρόνια. Δεν είναι καθόλου εσφαλμένο να ισχυριστούμε ότι η ισχνή παρουσία του στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης είναι αντιστρόφως ανάλογη με το πλουσιότατο και πολυσχιδές έργο του. Ίσως τελικά ο άνθρωπος Σταύρος Ξαρχάκος να παραμένει ένα μυστήριο για το ευρύ κοινό. Εντούτοις το έργο του  έχει τρομερό εύρος και απαράμιλλη ποιότητα, ασκώντας ισχυρότατη επίδραση σε όσους αγαπούν την καλή μουσική.

Αναφορές
Περιοδικό Μετρονόμος, τεύχος 56, Απρίλιος-Ιούνιος 2015 με αφιέρωμα στον Σταύρο Ξαρχάκο

 —————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here