Γράφει η Ειρήνη Ζαβιτσάνου
Φωτογραφίες: Ζέτα Χιώτη

Με το σύνθημα «Κάτω από τα τσιμέντα υπάρχει ο ήχος της πόλης», το πρώτο Urban Athens Festival πραγματοποιείται για τέσσερεις μέρες στην πόλη μας. Ενώ αρχικά ήταν προγραμματισμένο από 3-6 Ιουλίου, η τελευταία ημέρα μεταφέρθηκε στις 23 Ιουλίου, λόγω εκλογών (σημ: ακυρώθηκε εντελώς) Το φεστιβάλ διεξάγεται σε δύο σκηνές: μια αυτή της Τεχνόπολης και η άλλη στο Piraeus 117 Academy, ενώ 24 καλλιτέχνες συνολικά θα βάλουν τη σφραγίδα τους στο νεοσύστατο αυτό φεστιβάλ. Για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι είχε γίνει μια αντίστοιχη κίνηση (Urban Festival), τον Σεπτέμβριο του 2012, με χώρο διεξαγωγής το 6 D.O.G.S.

Σε αυτό το φεστιβάλ ακούστηκε «Ο ήχος της πόλης», ένας ήχος που μπορεί –και επιβάλλεται– να γίνει εκκωφαντικός, προκειμένου να ξυπνήσει και να ξαγρυπνήσει όσους βαδίζουν και όσους τρέχουν στους ρυθμούς της πόλης μας. Να γίνει καμπανάκι και σφύριγμα τρένου, που σε βγάζει από τη ματαιότητα που κυβερνά τις σκέψεις σου και τον κόσμο γύρω σου.

Την πρώτη μέρα του Φεστιβάλ, στις 3 Ιουλίου, παρά τον καύσωνα, βρεθήκαμε νωρίς στο Piraeus 117 Academy, όπου άρχισαν χαλαρά και νωχελικά να εμφανίζονται οι πρώτοι ακροατές. Στο stage, ο Πέτρος Μάλαμας και ο Φώτης Σιώτας. Μέχρι πρότινος, μάς ήταν γνωστοί ως γιος του Σωκράτη ο πρώτος, το βιολί του Θανάση (Παπακωσταντίνου) ο δεύτερος. Τους έχεις πετύχει σίγουρα να ανοίγουν κάποια συναυλία των Σωκράτη – Θανάση, ενώ τον χειμώνα που μας πέρασε έκαναν κάποιες κοινές –και πολύ πετυχημένες– εμφανίσεις στον Σταυρό του Νότου. Οι δύο νεαροί καλλιτέχνες έκαναν την εμφάνισή τους στη σκηνή και, ενώ χρειάστηκε να παίξουν αρκετά τραγούδια για να φύγει το πρώτο μούδιασμα, σιγά-σιγά ο κόσμος άρχισε να πληθαίνει –κόντρα στους 40ο που είχε έξω, δημιουργώντας μια χαλαρή, παρεΐστικη ατμόσφαιρα. Με τον Πέτρο στην κιθάρα και τον Φώτη στο βιολί, ταξιδέψαμε με τραγούδια, κυρίως από τους δίσκους «Καναδέζα» και «Σωτήρες», ενώ ακούσαμε ιστορίες για… ψυχιατρικές κλινικές στη Ρωσία με τον Πέτρο να ανεβάζει τους τόνους. Ακούσαμε, μεταξύ άλλων, το «Γκράντε», την «Αστροζάλη», «Σαν μικρό παιδί», ενώ μας άρεσε ιδιαίτερα η ερμηνεία του Φώτη Σιώτα στο τραγούδι «Τελώνια», κομμάτι που περιλαμβάνεται στο δίσκο «Σωτήρες» και ξεχωρίζει. Για φινάλε, μας άφησαν ένα πολυαγαπημένο τραγούδι του Θανάση, το «Αερικό», και μας αποχαιρέτησαν, για να πάρει θέση στη σκηνή ο Λεωνίδας Μπαλάφας, που έχει το δικό του «ταγμένο» κοινό, το οποίο τον ακολουθεί πιστά και δείχνει έμπρακτα την αδυναμία του στον καλλιτέχνη.

 

Στο άλλο stage, εκείνο της Τεχνόπολης, τα πράγματα ήταν από νωρίς έτοιμα, καθώς οι Active Member, ήταν εκείνοι που ανέβηκαν πρώτοι και, ενώ αρχικά η εισροή του κοινού δεν ήταν πολύ μεγάλη, χωρίς να το πολυκαταλάβουμε, ο χώρος γέμισε ασφυκτικά. Ο παλμός του Urban festival άρχισε να χτυπά δυνατά όταν οι Active Member με τη βροντερή και καταλυτική παρουσία τους, έδωσαν το σύνθημα και η συναυλία ξεκίνησε. Όπως είπε ο Μιχάλης Μυτακίδης «νιώθουμε λίγο παράξενα που παίζουμε στο φως της μέρας». Το ίδιο νιώθαμε και εμείς από κάτω, αλλά η καλή διάθεση και τα πρώτο τζαμάρισμα, ήταν αρκετά για να μας βάλουν στο κλίμα. Υπέροχες εικόνες, καθώς χαζεύω τα πιτσιρίκια που ραπάρουν και δείχνουν μαγεμένα, ενώ παράλληλα σε εμάς –που ανήκουμε σε άλλη γενιά (!)– έρχονται αναμνήσεις από τότε που τα τραγούδια του συγκροτήματος συντρόφευαν την εφηβεία μας. Από την ίδρυσή του, το μακρινό 1992, το Hip Hop/ Low bap συγκρότημα με τον Β.D. FOXMOOR (Μιχάλης Μυτακίδης) και την Sadahzinia (Γιολάντα Τσιαμπόκαλου), έχει κερδίσει επάξια, αφενός μεν τις καρδιές μας, αφετέρου μια σημαντική θέση στην εγχώρια μουσική σκηνή.

Με τα διαχρονικά πολιτικοποιημένα κομμάτια τους, με στίχους που τσακίζουν και λένε ωμές αλήθειες, ήρθαν και μας συμβούλεψαν «τραγούδα μου να φύγει το σκοτάδι» και μας μίλησαν για «μέρες παράξενες», ενώ μας αποχαιρέτησαν με –τι άλλο;– το «Φυσάει κόντρα». Σε έκαναν να νιώσεις ότι είναι αναγκαίο να «φυσάει» ένας δυνατός αέρας, κόντρα σε έναν κόσμο που μπορεί να θεωρούνται τα πάντα αυτονόητα, σε τραυματισμένους καιρούς και εποχές δύσκολες, εκεί που οι αξίες είναι εύθραυστες γιατί σε κουράζουν οι άνθρωποι που κρύβουν συναισθήματα και λόγια, που καμουφλάρουν τα θέλω και τις πεθυμιές τους, που κάτω από τη μάσκα του δήθεν και της διπλωματίας, αφήνουν να χαθούν όλα αυτά που θα έπρεπε να φωνάξουν, τα ουσιώδη και τα ζωτικά. Ξεχωρίσαμε το «Βάστα», όπου το ένθερμο κοινό είχε πραγματικά ξεσηκωθεί και υπό την προτροπή του Μυτακίδη με το «πάμε» όλοι πήγαιναν λίγο πιο ψηλά, όλοι ανέβαζαν τους τόνους και δημιουργούσαν αυτόν τον ωραίο πανικό που σε κάνει να μην μπορείς να σταματήσεις να τραγουδάς και να χορεύεις.

 

Όλοι ήταν έτοιμοι να υποδεχτούν τον Παύλο Παυλίδη, ο οποίος με ένα δυνατό set list μας χάρισε απίστευτες στιγμές και απογείωσε τη διάθεσή μας. Με τον Παύλο Παυλίδη και τους B-Movies, η «Νέα βαρβαρότητα» παίρνει μια άλλη μορφή, θαρρείς και έχει υπόσταση, μπορείς, τρόπον τινά, να τη «διακρίνεις» και τραγουδάς, αφήνεσαι, σκέφτεσαι και προβληματίζεσαι. Δεν είναι μόνο ο κοινωνικός ρατσισμός που σε κάνει να σκεφτείς λίγο παραπάνω, είναι ο κυκεώνας με τα κακώς κείμενα που έχει πλέον στηθεί στη μέση της κοινωνίας μας και σε κάθε γωνιά της, στους δρόμους και στα πάρκα. Εκεί που θα έπρεπε να παίζουν μουσική όμορφες μπάντες και να κατακλύζουν τους περαστικούς ουσιαστικά και γεμάτα ευγνωμοσύνη αισθήματα, εκεί ανθεί κάθε μέρα μια νέα βαρβαρότητα.

Για όσους τον έχουμε απολαύσει στο παρελθόν ως frontman των «Ξύλινων Σπαθιών», αναμέναμε τα αγαπημένα εκείνα «παλιά» κομμάτια που είχαν και διατηρούν ακόμη ξεχωριστή θέση στο ρεπερτόριο της καρδιάς μας. Εκεί που η ουσία κρύβεται σε ένα θλιμμένο μειδίαμα γιατί θυμόμαστε άλλες εποχές… Και όλη η αλήθεια, κρυμμένη σε κάποιος στίχους του Παυλίδη: «η διαδρομή πάντα μικρή, η απόσταση μεγάλη»… Εμείς εκεί, λοιπόν, σαν άλλοι βασιλιάδες της σκόνης με το «Λιωμένο παγωτό» να βρίσκεται στο χέρι μας κι αυτό το καλοκαίρι… Ποιος ξέρει άραγε πόσα καλοκαίρια θα μετράς ακόμη με αυτό το παγωτό και θα βρίσκεσαι ακόμη εδώ ενώ ήθελες να φύγεις, είχες πει θα φύγεις;

 

Η ώρα είχε φτάσει σχεδόν 22:45. Ήταν η ώρα του Γιάννη Αγγελάκα (τρόπος του λέγειν, ο Αγγελάκας δεν έχει ώρα!), ο οποίος με «Ένα κεφάλι γεμάτο χρυσάφι», όρμησε στη σκηνή και το κοινό άρχισε τις επευφημίες και τις ζητωκραυγές. Και μπορεί η μπύρα και το αλκοόλ να έρρεε άφθονο, εμείς τραγουδούσαμε σαν μεθυσμένοι «μονάχα από τη λύπη σου δεν θα ‘θελα με τίποτα να πιω» . Με τον Αγγελάκα να «προκαλεί» το κοινό με το χαρακτηριστικό του σφύριγμα, μας μίλησε για το «ερωτικό» και μας θύμισε εκείνο το παλιό παιχνίδι –που παραμένει πάντα επίκαιρο–, στο οποίο «ο χαμένος τα παίρνει όλα». Κρυφτήκαμε στα βαγόνια «εκείνου του τρένου» και μεταφερθήκαμε χρόνια πίσω, στην εποχή που οι «Τρύπες» με μια «ταξιδιάρα ψυχή» ορκίζονταν θαρρείς «σιγά μη κλάψω, σιγά μη φοβηθώ»… ακούγοντας την αγάπη…

Και επειδή, όσο κι αν το καθυστερείς, κάποτε έρχεται η στιγμή που βάζεις φωτιά σε ότι σε καίει, η φωτιά είχε «ανάψει» και στον συναυλιακό χώρο, καθώς τα καπνογόνα δημιουργούσαν ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και το κοινό έμοιαζε περισσότερο εκστασιασμένο από ποτέ.

 

Για όσους έζησαν την περσινή συναυλία Αγγελάκα – Παυλίδη στην Τεχνόπολη, δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί την πιο κρυφή – φανερή τους προσδοκία να δουν ξανά τους δύο καλλιτέχνες μαζί επί σκηνής. Έστω για ένα κομμάτι, έστω για λίγα λεπτά κοινής παρουσίας και ενός ντουέτου που θέλεις να σφραγίσει κι ετούτη τη βραδιά –δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε.

 

Η βραδιά τελείωσε σαν μια μεγάλη «Γιορτή», με οικοδεσπότη τον Γιάννη Αγγελάκα , τους υπόλοιπους καλλιτέχνες αλλά και το ένθερμο κοινό που γέμισε την Τεχνόπολη. Όμορφη βραδιά, καθώς είναι εκεί που κάποιες στιγμές σου νιώθεις να παίρνουν αξία και να μουτζουρώνεις τα πρέπει, δίνοντας στο συναίσθημα τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Και αφήνοντας πίσω την Τεχνόπολη, είναι οι μελωδίες που τριγυρνάνε στο μυαλό, οι στίχοι που βγαίνουν αυθόρμητα και τα χείλη που χαμογελάνε, γιατί ένα τέτοιο βράδυ μπορεί να κρύβει πολλές εκπλήξεις…

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του MusicCorner.gr…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here