Γράφει η Πέννυ Γέρου
www.musiccorner.gr
Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2012
Δεκαπενταύγουστος
Επιστρέφοντας από διακοπές και υποδεχόμενη το φθινόπωρο με τη γλυκιά βραδινή του ψύχρα, σκέφτηκα ότι δε θα γινόταν να αποχαιρετήσω αυτό το καλοκαίρι χωρίς μια αναφορά σε μια ταινία που συνοδεύει πλέον τον ελληνικό Αύγουστο.
Ο Αύγουστος είναι συνήθως ένας πολύ περίεργος μήνας. Ζώντας στην Αθήνα, βλέπεις μια πόλη αναστατωμένη. Ο κόσμος ανυπομονεί να φύγει, ανυπομονεί να αποδράσει για μερικές μέρες. Όλα γίνονται βιαστικά κι όλα κινούνται προς τη μεγάλη αργία του καλοκαιριού: το Δεκαπενταύγουστο.
Τις μέρες πριν και μετά το Δεκαπενταύγουστο, η πόλη είναι άδεια. Σε μερικά σημεία της πόλης, θα λέγαμε ότι είναι σχεδόν τρομακτικό το πόσο άδεια μπορεί να είναι. Όλες τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου, η Πανεπιστημίου, η Ακαδημίας, η Κατεχάκη, η Μιχαλακοπούλου, είναι όλες ασφυκτικά γεμάτες από αμάξια και ανθρώπους βιαστικούς. Αυτό, όμως, αλλάζει όσο πλησιάζουν οι μέρες της μεγάλης αργίας.
Δεκαπενταύγουστος η μεγάλη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου…
Δεκαπενταύγουστος η τελευταία αργία του καλοκαιριού…
Δεκαπενταύγουστος η πιο αιματηρή έξοδος του έτους…
Με αυτές τις τρεις λεζάντες εισαγόμαστε στους τίτλους αρχής της ταινίας του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, «Δεκαπενταύγουστος». Πρόκειται για μια ταινία του 2001, ως χαρακτηριστική της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής της περιόδου.
Ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης ξεδιπλώνει μπροστά μας τρεις διαφορετικές ιστορίες, οι οποίες συναντώνται και συνδέονται με πολλούς και διάφορους τρόπους.
Η Μορφούλα, ο Φάνης και τα δυο τους παιδιά είναι μια τυπική ελληνική οικογένεια. Παρόλα αυτά, στο εσωτερικό της αντιμετωπίζει μια μεγάλη τραγωδία. Η μικρή της οικογένειας πάσχει από καρκίνο του αίματος. Μετά από χιλιάδες γιατρούς και θεραπείες, η οικογένεια εναποθέτει τις ελπίδες της σε ένα θρησκευτικό θαύμα. Ο Δεκαπενταύγουστος είναι ό,τι πρέπει για να ταξιδέψουν ως την Παναγία τη Σουμελά, μιας και το’ χουν τάξει…
Ο Κώστας και η Κάτια είναι ένα παντρεμένο ζευγάρι. Παντρεμένο μεν, χωρίς δεσμεύσεις δε… Αρχιτέκτονας και γυναικολόγος αντίστοιχα, αποφασίζουν κι αυτοί μια καλοκαιρινή εξόρμηση εν όψει Δεκαπενταύγουστου στο πλούσιο εξοχικό τους στο Πήλιο. Όσο ειρωνικό κι αν ακούγεται, η Κάτια, βοηθώντας χιλιάδες ζευγάρια να κάνουν το δικό τους παιδί, η ίδια δε μπορεί να βρει διέξοδο για να κάνει το δικό της: ένα παιδί που της στερεί ο Κώστας, λόγω ανικανότητας αλλά και άρνησης για οποιαδήποτε προσπάθεια.
Τέλος, η Σάντρα και ο Μιχάλης αποτελούν ιδιάζουσα περίπτωση. Ανύπαντροι, αλλά σύντροφοι στη ζωή. Ο Μιχάλης παραδομένος και εξαρτημένος από ουσίες και η Σάντρα χαμένη στο όνειρό της να φύγει μακριά. Αυτό ήθελε να κάνει πάντα η Σάντρα: να φεύγει… Με χίλια προβλήματα στα μπαγκάζια της σχέσης τους, ξεκινούν για κάποια ερημική παραλία της Πελοποννήσου.
Όλοι τρέχουν να φύγουν από το αποπνικτικό της πόλης.
Ο Μιχάλης παραμιλάει πάνω από το αυτοκίνητό του, καθώς το φορτώνει.
«Εξοχή. Επαρχία. Να ανοίξει το μάτι, να καταλάβουμε επιτέλους τι μας γίνεται.»
Τα άτομα αυτά μένουν στην ίδια πολυκατοικία. Τη μέρα, όμως, της εν λόγω μεγάλης θρησκευτικής γιορτής, συνδέονται και με έναν άλλον τρόπο, τον οποίο ξέρουμε μόνο εμείς, ως θεατές.
Ο Γιάννης, ένας νεαρός δραπέτης, διαρρηγνύει τα σπίτια των πρωταγωνιστών μας και μπαίνει μέσα στις ζωές τους. Κοιμάται στα κρεβάτια τους, τρώει το φαγητό τους, καπνίζει τα τσιγάρα τους. Μέσα από το ψαχούλεμα του Γιάννη, ανακαλύπτουμε τις ζωές των ηρωών μας: το φόβο της μοναξιάς του Μιχάλη, τη φυγή που κυνηγάει τη Σάντρα, το παράπονο της Κάτιας για το παιδί που δε μπορεί να έχει, τη δύναμη και την αποφασιστικότητα της μικρής Βανέσας για την ανίατη ασθένειά της, τον πόνο και την αγωνία της μάνας…
Μαζί με τους φόβους των άλλων, ανακαλύπτουμε και τους φόβους του ίδιου του Γιάννη: η διαταραγμένη σχέση με τη μητέρα του, το κυνηγητό, τα ναρκωτικά, η έλλειψη αγάπης και στοργής, η έλλειψη συντρόφου – μια ζωή στον αέρα…
Μια φυλακή και πώς να βγω μες από εκεί
ποια να ΄ναι η αρχή; έρωτας, λάθος ή αφορμή;
Πριν να χαθώ, μες απ΄ το τίποτα που ζω,
θα γεννηθώ σε άλλο κόσμο να βρεθώ
Όλοι οι ήρωές μας βρίσκονται σε μια τεράστια ψυχολογική σύγκρουση και ο καθένας αντιμετωπίζει τα δικά του αδιέξοδα, συχνά άγνωστα στους δικούς του ανθρώπους. Όλοι όμως περιμένουν ένα θαύμα, που θα τους ανεβάσει, θα τους δώσει ανάσα, θα τους λυτρώσει.
Κι όλο ζητώ πάνω στο νήμα να σταθώ, καρδιά μου,
Κι ακροβατώ από ένα θαύμα να πιαστώ Παναγιά μου,
Φεύγει η ζωή μονάχη δίχως γυρισμό
Με τον πιο κατάλληλο τρόπο ίσως, η φωνή της Γλυκερίας ντύνει το soundtrack της ταινίας, με τη συνοδεία μιας σχεδόν electro διάθεσης από τον Άκη Δαούτη. Η Γλυκερία, βέβαια, φροντίζει πάντα, με τη φωνή που μας θυμίζει κάτι από ανατολίτικο αμανέ, να δίνει μια χροιά αυθεντικότητας.
Κάπως έτσι, μέσα σε μια αυγουστιάτικη μέρα, κινηματογραφημένη από τον Κωνσταντίνο Γιάνναρη, έχουμε την εικόνα μιας τυπικής αργίας του Δεκαπενταύγουστου. Άδεια κορμιά στους δρόμους της Ελλάδας απο αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, ανάγκη για φυγή, απόγνωση, πίστη, ελπίδα και τέλος η λύτρωση, η κάθαρση, η πνοή της ζωής…
Κάθε χρόνο, η μέρα του Δεκαπενταύγουστου είναι ιδιαίτερα φορτισμένη. Ακόμα και για όσους δεν πιστεύουν σε ένα θαύμα της Παναγίας, ακόμα και για όσους δεν αισθάνονται το θρησκευτικό δέος της ημέρας. Ίσως οι περισσότεροι να βλέπουμε τη μέρα αυτή ως μια αργία, μια ευκαιρία για ξεκούραση. Κάποιοι άλλοι όμως, ζουν για εκείνη τη μέρα, περιμένοντας την αλλαγή, όσο ανεξήγητη κι αν είναι αυτή – όπως την ίαση μιας ασθένειας, όπως τον καρκίνο του αίματος…
Δε μπορούμε όμως να αδικήσουμε κανέναν. Άλλωστε, όλοι κάποτε στη ζωή μας έχουμε σταθεί μουδιασμένοι, ανήμποροι, περιμένοντας αυτό ακριβώς… Ένα θαύμα…
——
***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή φωτογραφιών, χωρίς την άδεια του Music Corner…