Γράφουν η Πέννυ Γέρου και η Σοφία Τσεκούρα
www.musiccorner.gr
Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

FISH TANK

Στις γειτονιές του Essex μας φέρνει η ταινία Fish Tank της Andrea Arnold, εμφανιζόμενη στις κινηματογραφικές αίθουσες το 2009. Ο σκηνοθέτης, όντας ο ίδιος και ο σεναριογράφος, επικεντρώνεται στον τρόπο ζωής στις γειτονιές της ανατολικής Αγγλίας, μέσα από την καθημερινότητα και τις στιγμές μιας ιδιόρρυθμης οικογένειας, αλλά και τις επιρροές των διαπροσωπικών σχέσεων, της εφηβείας και των κοινωνικών συνθηκών σε ένα 15χρονο κορίτσι της περιοχής.

Γνωρίζοντας την πρωταγωνίστρια της ταινίας, Mia (Katie Jarvis), καταλαβαίνουμε από τις πρώτες σκηνές ότι πρόκειται για ένα αρκετά ιδιαίτερο κορίτσι, με ιδιοτροπίες, τσαμπουκά, θράσσος, τόλμη και χωρίς καμία πειθαρχία. Σύμβολο της ζωής της γίνεται ένα άλογο, ένα άλογο αλυσοδεμένο σε ένα άγονο και μουντό περιβάλλον. Στην αρχή της ταινίας, προσπαθεί η ίδια να σπάσει τις αλυσίδες του. Οι αλυσίδες για εκείνη, όπως φαίνεται, είναι μια πρόκληση, δε θέλει τίποτα και κανείς να βρίσκεται κάτω από τα δεσμά κανενός. Η ίδια είναι ένα κορίτσι «αλυσοδεμένο» στο πατρικό της σπίτι, με την απουσία ενός άγνωστου πατέρα, κάτω από τις φωνές, τις υστερίες και τις κραιπάλες της μητέρας της (Kierston Warein), αλλά και την αθυροστομία και την προκλητικότητα της μικρής της αδερφής.

Παρά τη συγκρουσιακή τους σχέση, μάνα και κόρη φαίνονται να συναντώνται σε πολλά σημεία από θέμα προσωπικότητας. Αυτό φαίνεται κυρίως όταν στις ζωές τους μπαίνει ο Connor (Michael Fassbender), ένας γοητευτικός άνδρας, ο οποίος εμφανίζεται ως σύντροφος της μητέρας. Η Mia ιντριγκάρεται ιδιαίτερα από την παρουσία του και ξεκινά να χτίζεται μια σχέση μεταξύ τους. Ο Connor είναι αρκετά ανεκτικός και υποστηρικτικός με τις δύο κόρες, ενώ προτρέπει τη Mia να κυνηγήσει το μοναδικό της πάθος που είναι ο hiphop χορός.

Κάνοντας πρόβες σε ένα άδειο διαμέρισμα, εξασκείται και περνάει από ακροάσεις για να το συνεχίσει σε επαγγελματικό επίπεδο. Όταν βλέπει ένα διαγωνισμό για χορευτές, αποφασίζει να δηλώσει συμμετοχή και αρχίζει να χορογραφεί και να προβάρει ένα δημιουργικό, αλλά κάπως αδέξιο ρετρό χορευτικό για το «California Dreaming» του Bobby Womack. Όταν η ώρα της ακρόασής της πλησιάζει, ο φόβος για το θεατή που έχει η Mia αυξάνεται και όταν περπατά στο αμυδρά φωτισμένο και πολυφορτωμένο μπαρ με τις φόρμες της, παρατηρεί τη διαφορά μεταξύ αυτής και των υπολοίπων διαγωνιζομένων, οπλίζεται με ένα αίσθημα αποφασιστικότητας και αυτοπεποίθησης, κάτι που πρωτύτερα δεν είχε, και αποχωρεί.

Στο μεταξύ, η μητέρα της την πιέζει έντονα για να εγγραφεί έγκλειστη σε ειδικό σχολείο, όπου «θα μάθει τρόπους». Η πίεση που βιώνει η 15χρονη είναι μεγάλη και η σχέση με το σύντροφο της μητέρας της γίνεται ιδιαίτερα περίπλοκη και ξεφεύγει από τα όρια.

Η επιθετικότητα και η προκλητικότητα της Mia τη φέρνει κοντά σε ένα νέο πρόσωπο, το Billy, με τον οποίο δημιουργεί μια σημαντική για εκείνη φιλία, καθώς ποτέ μέχρι πριν δεν είχε μια σταθερή προσωπική σχέση λόγω της παρορμητικότητας και της ευθιξίας της σε συζητήσεις με άλλους.

Η έγνοια της Mia για το αλυσοδεμένο άλογο και ο θάνατός του στη συνέχεια, αποτελούν κομβικά σημεία. Ίσως σε αυτό το ζώο βλέπει κάτι στον εαυτό της. Eίναι σχεδόν παγιδευμένο σε μια κατάσταση πέρα από τον έλεγχό του, αλλά αυτό το «σχεδόν» δεν είναι αρκετό για να παραιτηθεί από την ανικανότητα και η κατάσταση ηχεί στα αυτιά της και θυμίζει κάτι λίγο από τον εαυτό της. Αυτό υπαινίσσεται όμορφα προς το τέλος της ταινίας που η Mia ανακαλύπτει το θάνατο του ζώου. «Δεν είναι αυτό που νομίζεις», λέει ο ιδιοκτήτης, «Ήταν γέρικο». Στο άκουσμα αυτό, η Mia βυθίζεται στα γόνατά της. «Ήταν δεκάξι», συνεχίζει ο Billy, «Ήταν η ώρα της». Η ζωή της ανατρέπεται, όλα ξεκαθαρίζουν γύρω της, ενώ έρχεται η στιγμή που θα πάρει τη ζωή στα χέρια της και θα ξεφύγει από τη μιζέρια και την καταπίεση της καθημερινότητας. Στο σημείο αυτό, ίσως συνειδητοποιεί πως, μπορεί το δεσμευμένο άλογο να μην έζησε ποτέ μια στιγμή ελευθερίας ή να μη μπόρεσε η ίδια να του χαρίσει μια στιγμή απελευθέρωσης, αλλά αυτή τη στιγμή σίγουρα τη χρωστάει στον ίδιο της τον εαυτό.

H Mia «σπάει» τις δικές της αλυσίδες, δραπετεύει από τις αρρωστημένες σχέσεις της μέχρι τότε ζωής της και ακούει την αγάπη της για το χορό.

Το Fish Tank προβάλλει ακριβώς το πώς τα πρότυπα γύρω μας επηρεάζουν την προσωπικότητα και τις επιλογές μας, πώς μας διαμορφώνουν και πώς μπορούμε κάλλιστα να μισούμε ένα είδωλο του εαυτού μας, χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε. Το στοιχείο της μίμησης και της επιρροής από καταστάσεις αρρωστημένες που μας καταβαραθρώνουν στην ουσία, ενώ την ίδια στιγμή βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο σε αυτές, είναι έντονο σε όλη τη διάρκεια της ταινίας και σε διάφορες εκφάνσεις της ζωής όλων των πρωταγωνιστών της.

Η Andrea Arnorld, ωστόσο, μας αφήνει με μια αίσθηση ελπίδας στην τελευταία σκηνή, όπου η Mia και η μητέρα της συνδέονται με ένα αυτοσχέδιο χορό στο κομμάτι του Nas με τη συμμετοχή του Az «Life’s a bitch».

Η παράξενη αμφιθυμία της συγκινητικής συμφιλίωσης μεταξύ μάνας- κόρης αφήνει έξυπνα να εννοηθεί στο ρεφραίν : «Life’s a bitch, and then you die», εστιάζει στο γεγονός παρά στους στίχους και έτσι βαπτίζεται ένα τραγούδι για την ελπίδα και τη διαφυγή.

«Visualising the realism of life and actuality.
F**k, who’s the baddest? A person’s status depends on salary»

———-

***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή φωτογραφιών, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here