Γράφει ο Νίκος Τουλιάτος

Η κατάσταση που βιώνουμε είναι περίεργη. Έχουμε χάσει την ψυχή μας. Έχουμε χάσει τις αξίες μας.

Η αλαζονεία του ανθρὠπινου είδους είναι απίστευτη. Η βλακεία ακόμα πιο ισχυρἠ.

Κάθε μέρα όλο και κάτι συμβαίνει που σου αναιρεί κάθε όνειρο κάθε αισιόδοξη σκέψη.

Μόλις πας να χαμογελάσεις λίγο, φροντίζουν οι άλλοι να σε προσγειώνουν είτε με την στείρα λογική της ρεαλιστικής σκέψης είτε με την μιζέρια τους.

Και πέφτουμε στη παγίδα. Και κάνουμε πίσω. Και αρχίζουν οι φόβοι, δειλιάζουμε να κάνουμε το βήμα. Το βήμα που μας βασανίζει, που θέλουμε, αλλά τελικά δεν τολμάμε.

Γεννιόμαστε, ζούμε και πεθαίνουμε μόνοι μας. Δεν έχουμε παρέα στις σημαντικές στιγμές της ζωής μας. Στα δύσκολα όλοι καλούμαστε να αντιμετωπίζουμε τα προσωπικά μας θηρία.

Και τότε δεν υπάρχει κανείς. Είμαστε εμείς με τον εαυτό μας. Και είτε νικάμε είτε νικάει.

sea_man

Όποιον λύκο ταΐζουμε λένε οι δικοί μου οι Ινδιάνοι. Αυτός νικάει. Αυτός αναπτύσσεται. Αυτός μεγαλώνει.

Και τότε μόλις πάρουμε τις αποφάσεις μας, εάν μπορέσουμε να τις πάρουμε, εάν μπορέσουμε να καταλάβουμε τις αιτίες που μας εμποδίζουν να ζήσουμε, εάν προσπαθήσουμε να βάλουμε τη ζωή μας σε μια σειρά, τότε φροντίζουν οι άλλοι από γύρω να μας εμποδἰσουν. Με κάθε τρόπο. Γιατί όλοι θέλουν να δούνε στους άλλους το δικό τους είδωλο, αυτό το είδωλο που δεν αντέχουν να δουν στον εαυτὀ τους. Γιατί εάν το δούνε πραγματικά, τότε θα πρέπει ίσως να μπουν στην διαδικασία να το αλλάξουν. Και αυτό δεν είναι εύκολο. Αυτό θέλει δουλειά.

Και ποιος αντέχει να την κάνει. Ποιος έχει την δύναμη και τον επί της ουσίας “τσαμπουκά” για τόση προσωπική δουλειά. Για τόσο σκάψιμο μέσα του. Ποιος αντέχει να αντιμετωπίσει τα σκουλήκια του; τη βρώμα του; τους φόβους του;, τη βια του; τον ρατσισμό του; την βλακεία του; Πόσοι τολμάνε να αντιμετωπίσουν τα προσωπικά τους θηρία; Και πόσοι έχουν την δύναμη να παλέψουν μαζί τους; Η Αυτογνωσία είναι δύσκολο άθλημα και πολλές φορές τρομακτικό όταν αποκαλυφθεί και βγει στο φως.

Φοβόμαστε. Αυτό είναι το στοιχείο που διαμορφώνει την καθημερινότητα μας.

Φόβος για τα πάντα. Και κυρίως φόβος για τον εαυτό μας…

Και εάν δεν νικήσουμε τον φόβο μας δεν θα μπορέσουμε να κάνουμε ούτε βἠμα.

Εάν δεν μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τις σταθερές μας, τις σιγουριές μας που μας κρατάνε υποτίθεται με ασφάλεια στη ζωή, δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε τίποτα.

Και οι σταθερές είναι πολλές που μας έχουν διαμορφὠσει μια πραγματικά δήθεν ασφαλή ζωή.

Και τρέμουμε στην ιδέα ότι μπορούμε να τις αναιρέσουμε. Ότι θα είμαστε σε θέση να πούμε όχι και να χάσουμε τις υποτιθέμενες ισορροπίες μας. Να μάθουμε να λέμε όχι και σε κάποια πράγματα. Σε αυτά που μας εμποδίζουν να προχωρήσουμε. Σε αυτά που καταλαβαίνουμε ότι μας εμποδίζουν.  Εαν το καταλαβαίνουμε…

Και να μάθουμε να λέμε ΝΑΙ στα καινούργια, στα άγνωστα. Να μπορέσουμε να σπάσουμε τους ναρκισσισμούς μας, από όλα αυτά που νομίζουμε ότι ξέρουμε. Και που υπερασπιζόμαστε με τόση αφέλεια νομίζοντας ότι κατέχουμε την απόλυτη αλήθεια.

Χωρίς ρίσκο δεν υπάρχει ζωή…

Ο άνθρωπος είναι ασφαλής στην εντατική, αλλά είναι φυτό.

Χωρίς την δυνατότητα να ξεπερνάμε τις ασφαλιστικές δικλείδες, δεν υπάρχει περίπτωση να γευθούμε ούτε γεύσεις, ούτε αρώματα, ούτε καν την ίδια τη ζωή.

Και οι σταθερές είναι πολλές. Οι απόλυτες αλήθειες είναι πολλές. Και διαφορετικές.

Τρὀποι ζωής, Καθημερινότητα, Γούστα, Γεύσεις, Ιδεολογίες, Συμπεριφορές, Οικογένεια, Επιχειρηματικές δραστηριότητες, κλπ κλπ. Όλο το πολιτιστικό και πολιτισμικό περιβάλλον μας. Οι κουλτούρα μας σαν κοινωνία.

Σιγουριές, ανασφάλειες, φοβίες, αυτο-υποτίμηση είναι χαρακτηριστικά κοινωνιών φοβικών και συντηρητικών. Αμόρφωτοι, ακαλλιέργητοι άνθρωποι, που οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στον φασισμό και στην ξενοφοβία. Ο φόβος στο διαφορετικό που δεν είναι άλλο από την προσωπική μας ανασφάλεια. Η Βία σε κάθε της μορφή.

Άνθρωποι με σκοτεινά μάτια και άδεια κρανία κυκλοφορούν κατά χιλιάδες γύρω μας.

Και με φοβίζουν πραγματικά.

Πως να εμπιστευθείς ανθρώπους που κάνουν την μιζέρια τους σημαία και προσπαθούν με κάθε τρόπο να στην μεταδώσουν; Να σε τραβήξουν κάτω; Χρησιμοποιώντας όλα τα κλασικά επιχειρήματα του μπαμπούλα που θα ερχόταν να σε φάει εάν δεν έτρωγες το φαΐ σου όταν ήσουν μικρός.

Αυτός ο μπαμπούλας τελικά δεν πεθαίνει ποτέ. Απλώς αλλάζει μορφές.

Και δεν ζούμε, δεν προσπαθούμε, δεν ρισκάρουμε και στο τέλος μετανιώνουμε για όλα αυτά που δεν κάναμε. Τι άσχημο πράγμα να μετανιώνεις. Τι αδιέξοδα απίστευτα που δημιουργούν τα απωθημένα. Και πόσο απογοήτευση μπορούν να γεμίσουν την ζωή μας.

Αν δεν αγγίζουμε, εάν δεν γευόμαστε, εάν δεν ερωτευόμαστε, εάν δεν αφηνόμαστε, εάν δεν παραπατήσουμε έστω και μία στιγμή, τότε δεν θα δώσουμε ποτέ την ευκαιρία στον εαυτό μας να δει τι βρίσκεται πίσω από την κλειστή πόρτα που υπάρχει σε όλη μας τη ζωή μπροστά μας και που πιθανόν πεθαίνοντας θα αναρωτηθούμε γιατί δεν την ανοίξαμε; τι να έχει από πίσω… Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Και θα ζήσουμε και θα πεθάνουμε μίζεροι και φοβισμένοι. Ανασφαλείς και με το κεφάλι πάντα σκυμμένο.

Δεν θα έχουμε δει τον ήλιο ποτέ. Θα μας φωτίζει ο ήλιος αλλά δεν θα τον έχουμε νιώσει ποτέ.

“Όλοι είμαστε μέσα στον βούρκο με τα σκατά αλλά κἀποιοι από εμάς κοιτάμε τα αστέρια.”

Μπορούμε όμως να προχωρήσουμε; Μπορούμε να κάνουμε ένα έστω και μικρό άλμα μπροστά, χωρίς να φοβηθούμε τις συνέπειες;

Έχουμε πέσει τόσο χαμηλά που πια δεν είμαι σίγουρος ότι μπορούμε. Είναι αλήθεια ότι έχουμε χάσει τον στόχο. Για να πούμε την αλήθεια δεν είχαμε και ποτέ. Ούτε σαν χώρα ούτε σαν άτομα. Όπου φυσούσε ο άνεμος. Όπου μας παρέσερνε ο αέρας, εκεί πηγαίναμε. Καμία οργάνωση της ζωής μας. Ότι ξημερώσει και όπως ξημερώσει. Βολευόμασταν ή τουλάχιστον έτσι νομίζαμε.

Έτσι μάθαμε στο προσωρινό. Στο έχει ο θεός. Μια χώρα μπάχαλο. Μια χώρα γεμάτη Γκρούεζες. Μια χώρα που την έφτιαξαν οι χαμηλότερου επιπέδου άνθρωποι.

Οι προδότες, οι Χύτες, οι Ταγματασφαλίτες, οι Γερμανοτσολιάδες. Ακόμα και τα αφεντικά τους δυσανασχετούσαν με τις συμπεριφορές και την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα ακριβώς μετά τον εμφύλιο. Οι περίφημοι νικητές. Όλοι οι αμόρφωτοι. Άνθρωποι που δεν ήξεραν καν να διαβάζουν. Άνθρωποι χωρίς περιεχόμενο, με τα χαμηλότερα των ενστίκτων. Αυτοί έφτιαξαν, τον μηχανισμό αυτού του κράτους. Κατ εικόνα και ομοίωση. Το απόλυτο μηδέν. Και τα σοβαρά μπουρδέλα έχουν οργάνωση.

Εμείς ήμασταν και είμαστε ότι να’ναι. Εδώ κυριάρχησε το ρουσφέτι, το μικροσυμφέρον ή το μεγαλοσυμφέρον κατά περίπτωση, η καταπάτηση περιουσιών ιδιωτικών και δημοσίων, η χώρα των κάθε είδους κομματόσκυλων, οι αυθαιρεσίες, τα λαδώματα, οι κλεψιές κλπ. Τα χειρότερα, από τα άσχημα. Και η σκέψη ήταν εξορισμένη, φυλακισμένη, εκτελεσμένη. Οι ικανοί έφυγαν  μετανάστες. Όπως και τώρα…

Οι υπόλοιποι φυγάδες. Σε άρρωστες νοοτροπίες μεγαλώσαμε. Μέσα στην αδιαφορία και στον φόβο. Στον φόβο της ζωής, της τἐχνης, της σκέψης, της δημιουργικότητας, των οραμάτων, του χωροφύλακα. Και απο άνθρωποι μετατραπήκαμε σε δίποδα με σκυμμένο το κεφάλι και κρυμμένες τις σκέψεις. Διπλώναμε τις σκέψεις μας όπως την αριστερή εφημερἰδα ανάποδα για να μην φανεί. Κυνηγημένοι άνθρωποι.

Και γύρω κυνηγοί, θηρία, κτήνη…

Αυτά τα 50 χρόνια τέτοιων αντιλήψεων, ατομισμού, αδιαφορίας, φόβου δεν σπάνε σε 5 χρόνια. Ο φόβος κυριαρχεί. Η αδιαφορία κυριαρχεί. Δεν ξέρεις τι θα ξημερώσει αύριο. Και φοβάσαι. Στήνονται ουρές τα γερόντια για να πληρώσουν ότι τους ζητάνε. Όχι γιατί θέλουν ή γιατί μπορούν αλλά γιατί φοβούνται. Αλλά δεν το παραδέχονται. Γιατί εάν το παραδεχτούν θα πρέπει να αναιρέσουν ζωή, στάση, σκέψεις. Και αυτό θέλει ψυχή. Και κάποιοι δεν μπορούν να δώσουν άλλη και κάποιοι άλλοι δεν θέλουν…

Μπορούμε εμείς όλοι να αλλάξουμε τον κόσμο; Μπορούμε εμείς να διαμορφώσουμε τις συνθήκες μιας άλλης πραγματικότητας;

Το γνωστό 2–3% που πάντα ξεχώριζε, που πάντα μπορούσε, που οραματιζόταν, που ήθελε και θα πάλευε για να αλλάξουν οι όροι αυτής της καθημερινότητας, πάντα ήταν μπροστά, πάντα ήθελε, και ακόμα θέλει. Το υπόλοιπο 97% δεν θέλει. Δεν έχει σημασία πια θέση παίρνουν πολιτικά ή τι ψηφίζουν. Δεν έχει σημασία εάν θα μπορούσαν να αλλάξουν την καθημερινότητα. Αυτό θα μπορούσαν να το παλέψουν, να το προσπαθήσουν. Σημασία έχει εάν θέλουν να το κάνουν. Εάν ξέρουν τον τρόπο να το κάνουν.

Πως να βρουν τον τρόπο όταν οι ίδιοι δεν έχουν κάνει καμία προσπάθεια να αλλάξουν; Να ψαχτούν; Να ξεφύγουν από το κοινό γούστο; Από την κυρίαρχη ιδεολογία, από την κυρίαρχη αντίληψη; Δεν έχουν αλλάξει για να μπορέσουν. Και το πιθανότερο δεν θέλουν να αλλάξουν.

Και αυτό είναι το επικίνδυνο. Πως να οραματιστείς καινούργια πράγματα με παλιές νοοτροπίες. Με κολλήματα, με φανατισμούς, με κουταμαρούλες. Πως να ψαχτείς με τις καινούργιες ιδέες όταν κάνεις το κοινό σου γούστο σημαία. Όταν δεν δέχεσαι κανέναν και τίποτα διαφορετικό από εσένα και από την άγνοια σου. Όταν όλοι έχουν άδικο εκτός από εσένα. Που θα πάμε έτσι; Πώς θα πάμε έτσι;. Πόσο μακρυά μπορούμε να φτάσουμε; Θα μας φρενάρουν οι αγκυλώσεις μας. Δεν θα υπάρξει επιστροφή. Όπως χτίσουμε έτσι θα κοιμηθούμε. Ας φροντίσουμε να βάλουμε καλά υλικά στην οικοδομή που πάμε να φτιάξουμε, στην πολιτική οικοδομή, στην πολιτιστική οικοδομή, στην οικοδομή της καθημερινότητας μας, στην οικοδομή της ψυχής μας εντέλει, γιατί εάν την αφήσουμε χαμένη είναι θέμα χρόνου να χαθούμε και εμείς…

Ο Νίκος Τουλιάτος έχει παίξει παντού, τα πάντα, με όλους, σε όλα τα είδη τέχνης τα τελευταία 43 χρόνια. Έχει: 22 cd, 6 βιβλία, 3 dvd, δημιούργησε σχολές, συγκροτήματα, ομάδες, festivals.

Δίδαξε: Σεμινάρια, μαθήματα, εργαστήρια, από παιδικό σταθμό μέχρι πανεπιστήμιο, ιδιωτικά σχολεία, ωδεία, δραματικές σχολές.

Έχει συνδικαλιστική, κοινωνική, πολιτική δραστηριότητα από πολλές θέσεις επί πολλά χρόνια.

“Δεν παραιτείται της τιμής να είναι στόχος!”

touliatos_2014_11_01

———————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ