Γράφει η Εύη Παπαγιάννη

Σύμφωνα με το ανακοινωθέν του ιδιωτικού θεραπευτηρίου Υγεία η ποιήτρια Κική Δημουλά…απεβίωσε στις 22/02/2020 λόγω καρδιακής ανακοπής σε έδαφος σοβαρής χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας και καρδιακής ανεπάρκειας”. Η φετινή χρονιά κάτι φαίνεται να έχει με τις ποιήτριες…

Η Κική Δημουλά είχε ράμματα για το θάνατο. Του το είχε πει κατάμουτρα με μια φράση που περιείχε τα κατάλληλα “γαλλικά”. Τουλάχιστον έτσι θυμάμαι να συζητάμε με κάτι φίλους μερικά χρόνια αφού είχαμε τελειώσει το σχολείο. Ήταν αυτή η ηλικία πριν αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι καλά το υλικό του χρόνου και το τι μπορούν να αναποδογυρισουν στο πέρασμα τους “αἰῶνες κοιλαράδες βραδυκίνητοι / μὲ τὶς ἐπαναλήψεις παλλακίδες τους”. Δεν είναι ότι συνηθίζαμε τις φιλολογικές συζητήσεις. Κάποιος συνομήλικος μας είχε φύγει και δεν το χωρούσε το μυαλό μας. Αυτή η φράση (που την είχε πει για κάποια ανάλογη περίπτωση) έλεγε ότι μπορούσε να ειπωθεί επί του θέματος. Είναι κάτι το αδιαχώρητο έτσι κι αλλιώς- δεν έχει διαδρόμους, διαφυγή, όρια. Είναι ένα “εὐρύχωρο ἀδιέξοδο”. Έχει τον παλμό του όμως, την παλινωδία του, το μηχανισμο του, μέσα στον οποίο πέρα από τη φυσική υποχρέωση σαλεύει και κάτι άλλο.

Το ήξερε καλά η κυρία Δημουλά αυτό. Εμοιαζε μόνιμα να ξέρει πολύ καλά κάτι που εμείς δεν ξέραμε και να μας το δίνει θρυμματίζοντας το πρώτα με τα δάχτυλα μπροστά μας. Η ειρωνεία και η εικονοποιία που διαπνέει την ποίηση της δεν συντρώγει εύθυμα με τη γραμματική και το συντακτικό, με την ορθή (παραδομένη) διατύπωση των πραγμάτων. Στο τραπέζι μαζί της κάθονται πάντα εκτός από τη σκόνη (την προαιώνια φιλεχθρό του οικιακού περιβάλλοντος), η απουσία, η φθορά, η απώλεια, η μοναξιά και ο χρόνος ο ίδιος. Από κάποια γωνία στήνουν αυτί -λίγο παραγκωνισμενες- και η φιλοκαλία και η νοσταλγία. Όλοι μαζί συμφωνούν: Αν η φθορά είναι δεδομένο μέγεθος, τότε η πιο έντιμη και αποτελεσματική αντίδραση είναι γρήγορη και διαυγής, είναι μια φραστική κινησιολογία που γνωρίζει ακριβώς την αιχμή του αναπόφευκτου (της επανάληψης, της απώλειας) και του ανεπανάληπτου- αυτού που φροντίζει να αφήνει “πάντα κάποια γύρη / στα τελειωμένα πράγματα / για την επικονίαση / της εμπειρίας, της λύπης / και της ποίησης”.

Η Κική Δημουλά (Βασιλική Ράδου, το πατρικό της όνομα) γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου 1931 στην Αθήνα. Το 1952 παντρεύτηκε τον ποιητή και πολιτικό μηχανικό Άθω Δημουλά, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, τον Δημήτρη (1956) και την Έλση (1957).

Η μόλις Τρίτη γυναίκα στην ιστορία της Ακαδημίας Αθηνών. Εργάστηκε σαν υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος από το 1949 έως και το 1973. Διετέλεσε πρόεδρος του ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη (κοινωφελές Ν.Π.Ι.Δ. υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών).
Τιμήθηκε το 1972 με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή “Το λίγο του κόσμου”, το 1989 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή “Χαίρε ποτέ” και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή “Η εφηβεία της λήθης”.

Ήταν επίσης η πρώτη γυναίκα που συμπεριλήφθηκε στην ποιητική σειρά του γαλλικού εκδοτικού οίκου Gallimard.

Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, στα Γαλλικά, στα Ισπανικά, στα Ιταλικά, στα Πολωνικά, στα Βουλγαρικά, στα Γερμανικά και στα Σουηδικά.

Τα έργα της είναι τα εξής:
Ποιήματα , 1952
Έρεβος, 1956
Ερήμην, 1958
Επί τα ίχνη, 1963
Το λίγο του κόσμου,1971
Το Τελευταίο Σώμα μου, 1981
Χαίρε ποτέ,1988
Η εφηβεία της Λήθης, 1996
Eνός λεπτού μαζί, 1998
Ήχος απομακρύνσεων, 2001
Χλόη θερμοκηπίου, 2005
Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως, 2007
Συνάντηση, 2007
Έρανος Σκεψεων, 2009
Τα εύρετρα, 2010
Δημόσιος Καιρός, 2014

Η ποίηση της απηχεί την υπαρξιακή διάλυση που διαπνέει τη μεταπολεμική Ελλάδα. Περνάει μέσα από την απελπισία, την ανασφάλεια, την απουσία και την απώλεια. Σ’ αυτόν τον φαινομενικά μελαγχολικό περίπατο το σαρκασμό και τη μοναξιά διαδέχονται η ήσυχη έκπληξη και ο κρυφός θαυμασμός: ενεργοποιείται μια κρυφή διεργασία-αταξία από κάποια (σίγουρα όχι θαυματουργό η σωτηρία) λεπτομέρεια. Γεννιέται μια αφορμή για παιχνίδι με τις λέξεις, και μια φειδωλή, πλάγια, ματιά προς εκείνο το επίμονο τυραννικό πραγματάκι που βγήκε τελευταίο απ’ τον πάτο του κουτιού της Πανδώρας.

Έτυχε και είχα μια πολύ σύντομη συναλλαγή με την κυρία Δημουλά πριν κάποια χρόνια. Είχα πάει να παρακολουθήσω μια ομιλία της στο Μέγαρο Μουσικής. Τη θυμάμαι στη σκηνή, μικρή και μεγάλη ταυτόχρονα, όπως κάθε σωστός “μόνος έμψυχος κάτοικος” που συνομιλεί με μια απουσία. Την παρακολούθησα με ένα περίεργο συνονθύλευμα δυσπιστίας και θαυμασμού. Κάτι μέσα μου κλωτσούσε. Διαφωνούσε ξεκάθαρα με αυτό που άκουγε. Αλλά αναρωτιόταν. “Μήπως ξέρει κάτι που δεν ξέρω;” Στο τέλος της ομιλίας αποφάσισα να μπω στη σειρά με τους αιτούντες αυτόγραφο και κάπου στη διάρκεια της αναμονής μου ήρθε η επιφοίτηση. Θα της δώσω και ένα γραπτό μου. Θα ρωτήσω τη γνώμη της. Όταν της πρότεινα το σκισμένο φύλλο από το τετράδιο που κουβαλούσα μαζί μου μαζί με την ερώτηση μου και το mail μου, με κοίταξε μάλλον ανέκφραστη. Η απάντηση που πήρα ήταν μια υπογραφή κι ένα φωνήεν. “Α”. Η λογική και η ενσυναίσθηση λένε ότι οι λόγοι θα μπορούσαν να είναι χίλιοι. Η κούραση, ο κορεσμός, η δική μου υπερβολική προσδοκία. Θύμωσα για πολύ καιρό παρόλα αυτά. Σε κανέναν δεν αρέσει κατά βάθος η Α-υτοσυντήρηση, η Α-πορία, η Α-πώλεια, η Α-πελπισία, το Α-νικανοποίητο. Κράτησα όμως το μπλε χαρτάκι της ελεύθερης εισόδου απ’ την εκδήλωση…

Σήμερα το πρωί είδα μια φωτογραφία της από μια βράβευση. Κοιτάζει μέσα στο κουτί με αυτό το υποψιασμένο πλάγιο βλέμμα το οποίο μόλις που ανεπαίσθητα πάει να το γυρίσει σε βροντερά γέλια. Μπορεί να κοίταζε μήπως κάτω από την τιμητική πλακέτα κρύβεται τίποτε άλλο. Κάτι που “Είναι μυστικό γι’ αυτό και πρέπει να μένει στα σκοτεινά”. Τη σκέφτηκα τώρα να κοιτάει με το ίδιο βλέμμα μέσα από την “κορυφαία στο ρόλο της τραγῳδὸ αὐλαία” και σκέφτηκα ότι το πρώτο φωνήεν της αλφαβήτου ίσως να μην είναι ευχάριστη απαντηση, άλλα είναι μια έντιμη απάντηση, αφού από “Α”, ξεκινάνε οι περισσότερες “λέξεις μεγάλης αντοχής”.

—————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here