Γράφει ο Δημήτρης Κονιδάρης

Σαν σήμερα, στις 7 Απριλίου 2005, έφυγε από κοντά μας ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο τραγουδιστής που σημάδεψε το Ελληνικό τραγούδι όσο κανένας, ίσως, άλλος. Ειδικά στο χώρο της έντεχνης μουσικής και της μελοποιημένης ποίησης, ο Μπιθικώτσης κατέχει την πρωτοκορυφαία θέση, μαζί με τον Νίκο Ξυλούρη, ύστερα από τις αξεπέραστες ερμηνείες του στα έργα των ποιητών.

Για την  απαράμιλλη αξία του Μπιθικώτση ως ερμηνευτή, έχουν αναφερθεί με τα κολακευτικότερα λόγια ποιητές, συνθέτες, τραγουδιστές και γενικότερα άνθρωποι της Τέχνης και του Πολιτισμού. Ασφαλώς  ο Μπιθικώτσης είναι μία από τις κορυφογραμμές στο Ελληνικό τραγούδι με ανυπολόγιστη προσφορά στη μουσική μας. Στο σημερινό μας, ωστόσο, αφιέρωμα θα ασχοληθούμε με τη συνθετική του δραστηριότητα η οποία είναι αξιοπρόσεκτη όχι μόνο ποσοτικά αλλά και ποιοτικά.

Η καταγωγή του ήταν από την Κάρυστο Ευβοίας αλλά τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο Περιστέρι, όπου γεννήθηκε, ως το τελευταίο  παιδί πολυμελούς οικογένειας. Εκεί τελείωσε το δημοτικό σχολείο και έμαθε την τέχνη του υδραυλικού ενώ παράλληλα προσπαθούσε να παίξει με την κιθάρα του μεγαλύτερου αδελφού του. Το πείσμα του μικρού Γρηγόρη και το ταλέντο του τον βοήθησαν να μάθει να παίζει κιθάρα ως αυτοδίδακτος. Στη διάρκεια της Κατοχής χρησιμοποίησε την τέχνη του οργανοπαίκτη. Μετά την Απελευθέρωση άρχισε να μαθαίνει μπουζούκι το οποίο τελικά τον σημάδεψε ανεξίτηλα.

Το 1947 γράφει το πρώτο του τραγούδι  «Το καντήλι τρεμοσβήνει» σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη το οποίο ηχογραφήθηκε δύο χρόνια αργότερα με ερμηνευτές τον Μάρκο Βαμβακάρη και την Σούλα Καλφοπούλου.

Σημειωτέον ότι  ο Μπιθικώτσης προερχόταν από τις τάξεις του λαϊκού τραγουδιού με έντονες επιρροές από το ρεμπέτικο και κυρίως από τον Μάρκο Βαμβακάρη. Αυτές οι καταβολές καθόρισαν την πορεία του σε μεγάλο βαθμό. Από εκείνα τα χαλεπά έτη της δεκαετίας του 1940 είχε αδυναμία στα τραγούδια του Βαμβακάρη που τα άκουγε από τους δίσκους γραμμοφώνου ενώ πήγαινε πολύ συχνά στην ταβέρνα του «Ηπειρώτη» στο Περιστέρι όπου τραγουδούσε ο Μάρκος. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Γρηγόρης, ακόμα κι όταν έφθασε στον κολοφώνα της δόξας του, πάντοτε αποκαλούσε τον Βαμβακάρη ως «Το δέντρο  της Ελληνικής λαϊκής μουσικής» και ως τον «Σωκράτη» της μουσικής μας αφού θεωρούσε ότι ο Μάρκος ήταν αυτός που επηρέασε στα ακούσματα τους μεγάλους λαϊκούς συνθέτες Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Χιώτη, Καλδάρα καθώς και τους Θεοδωράκη και Χατζιδάκι.

Μερικές από τις σημαντικότερες επιτυχίες του ως συνθέτης κατά τη δεκαετία του 1950 ήταν τα:

  • Άπονε τύραννε τι θα κερδίσεις με τη Ρένα Ντάλια
  • Έχει η ζωή γυρίσματα με τον Σταύρο Τζουανάκο
  • Απόψε ονειρεύτηκα με την Καίτη Γκρέυ και τον Στέλιο Καζαντζίδη
  • Ξένο σπίτι, ξένες πόρτες με τον Πρόδρομο Τσαουσάκη
  • Πήρα τη στράτα την κακιά με την Πόλυ Πάνου
  • Φεγγάρι χλωμό με τον Μανώλη Αγγελόπουλο
  • Σε τούτο το στενό και Το τρελοκόριτσο που τα τραγούδησε ο ίδιος.

Γενικώς κατά τη δεκαετία αυτή και μέχρι το 1960 αυτή δραστηριοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό ως συνθέτης με αρκετά ακόμα τραγούδια όπως: «Χαράματα θα φύγω», «Τύραννε, τι θα κερδίσεις», «Είσαι εκείνος που αγαπώ», «Απόψε ονειρεύτηκα», «Βρε πού πάμε», «Κούκλα μου εσύ», «Θα  ΄χουμε πλάκα», «Τι το έκανες άσπλαχνη το παιδί σου», «Αυτή θα ζήσει με άλλονε», «Τα σκανδαλιάρικά σου μάτια», «Έπιασες καινούργιο φίλο», «Στο στενό δρομάκι», «Το παλιόπαιδο», «Ήθελα να ΄μουνα πουλάκι», «Μάτια, ματάκια μου», «Ο Πατρινός», «Δεν υπάρχει άλλη λύσις», «Τώρα μαζί και αύριο χώρια», «Κομπαρσίτα», «Δεν φάνηκες ακόμα», «Να μην με κλάψεις μάνα μου», «Είναι πικρά τα χείλη μου», «Κι οι δυο βασανισμένοι», κ.α.

Από τη δεκαετία του 1960 ξεκίνησε η ιστορική συνεργασία του με τον Μίκη Θεοδωράκη που συνιστά και την πλέον κομβική σύμπραξη συνθέτη-τραγουδιστή στην ιστορία. Ο Μίκης κράτησε πολύ απασχολημένο τον Γρηγόρη στο διάστημα 1960-1967 με τις πολυάριθμες δισκογραφικές δουλειές του  και με τις συναυλίες του ανά την επικράτεια. Εντούτοις ο Μπιθικώτσης συνέχισε να γράφει τα δικά του τραγούδια όπως  «Το μεσημέρι καίει το μέτωπό σου», «Όταν πονάει ο άνθρωπος», «Πόσο γρήγορα με ξέχασες», «Το άσωτο παιδί», «Η αδικημένη», «Ας μη φέρθηκες καλά», «Το έρημο πουλί», «Το τραγούδι του μπαγλαμά», «Τα χρόνια μου περάσανε»,  «Χαμένη αγάπη», «Το ξυπνητήρι», «Η αλεπού», «Στο τιμόνι που κρατάω», «Έλα μια νύχτα στην Αθήνα».  Ωστόσο τα ομορφότερα της περιόδου αυτής είναι ίσως τα:

  • Είμαι παιδί φιλότιμο
  • Σπασμένα τριαντάφυλλα
  • Αν θέλεις να χωρίσουμε και …το διασημότερο όλων
  • Του Βοτανικού ο μάγκας που το επέλεξε στην αποχαιρετιστήρια συναυλία του το 2002 στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας.

Με την εγκαθίδρυση του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου και την απαγόρευση των τραγουδιών του Μίκη καθώς και τη φυλάκιση του κορυφαίου μουσουργού, η κατάσταση άλλαξε άρδην. Έτσι ο Γρηγόρης άρχισε να γράφει μουσική πολύ περισσότερο. Ουσιαστικά μετά το 1967 παρουσίασε τις περισσότερες από τις μεγάλες συνθετικές του δημιουργίες. Μερικές από αυτές ήταν: «Επίσημη αγαπημένη», «Εσύ  ‘σαι στα ψηλά», «Αμφιβολίες» που έγινε γνωστό με τη φωνή του Λευτέρη Μυτιληναίου, «Η βάρκα μου η Μαριωρή», «Ο έρωτας γεννήθηκε για δύο», «Ένα σπίρτο αναμμένο», «Η κουρελού», «Τα καραβάνια» με τη μεγαλειώδη φωνή της Βίκυς Μοσχολιού, «Μια γυναίκα φεύγει», «Ένα φτερό μου τσάκισες» και πολλά ακόμα.

Βασικότερος συνεργάτης του στο διάστημα αυτό ήταν ο σπουδαίος λαϊκός ποιητής Κώστας Βίρβος με τον οποίο συνυπέγραψαν οκτώ δίσκους και πάνω από εκατό τραγούδια. Αρχικά ξεκίνησαν με τα πολύ γνωστά: «Ο κυρ Θάνος» και «Στου Μπελαμή το ουζερί». Ειδικά το δεύτερο σημείωσε τεράστια επιτυχία.

Στη συνέχεια προχώρησαν στην πρώτη ολοκληρωμένη συνεργασία τους το 1971 με το δίσκο «Α-Ω» όπου, όμως, δεν αναφέρεται το όνομα του Βίρβου, ο οποίος ανήκε στην ΜΙΝΟΣ του Μάτσα. Από το δίσκο αυτό προέκυψαν αρκετά διάσημα κομμάτια όπως: «Ρίξε μια ζαριά καλή», «Σάντα Μαρία», «Το θύμα ο Νικόλας», «Ναυάγιο της ζωής» και, φυσικά, το ομότιτλο τραγούδι «Α-Ω».

Αξιολογότατος ήταν ο δεύτερος δίσκος τους την επόμενη χρονιά (1972) με τίτλο «Ουράνιο τόξο» από τον οποίο ακούστηκαν πολύ αρκετά τραγούδια όπως: «Ουράνιο τόξο», «Μια βαθιά υπόκλιση», «Ο μπατίρης ο Λουκάς», «Όσα έρθουν κι όσα πάνε», «Κατεβασμένα τα ρολά». Στους επόμενους έξι δίσκους της συνεργασίας τους  προέκυψαν πολλά ακόμα γνωστά κομμάτια που είτε ακούστηκαν μόνο εκείνη την περίοδο είτε έχουν διαγράψει μια μεγαλύτερη χρονική τροχιά και έχουν τραγουδηθεί περισσότερο. Μερικά από αυτά ήταν: «Καράβι με ξένη σημαία», «Εγνατίας 406», «Στη μεγάλη λεωφόρο», «Ο Θοδωρής», «Στην κολώνα της ΔΕΗ», «Η αλατιέρα», «Απαγορεύεται», «Τηλεφώνημα», «Ο παραβάτης», «Μεγαλοπρέπεια», «Η τραγουδίστρια», «Κατεδαφίζεται», «Τα παιδιά στην Ελευσίνα» και το πασίγνωστο «Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» που είναι, σίγουρα, από τις μετρημένες στα δάχτυλα πιο διαχρονικές του επιτυχίες.

Αναμφισβήτητα ο μέγας ερμηνευτής ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση ολοκληρωμένου καλλιτέχνη. Ξεκίνησε ως οργανοπαίκτης, συνθέτης και συγκροτηματάρχης. Έπειτα, συνέχισε ως ερμηνευτής σε αμιγώς λαϊκά των Τσιτσάνη, Μητσάκη, Καλδάρα, Παπαϊωάννου, Χιώτη και των Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Ξαρχάκου, Μούτση, Κηλαηδόνη ενώ από το 1967 έως και τη δεκαετία του 1980 έγραψε πολλές δικές του μελωδίες. Συμπερασματικά συνέθεσε περίπου 200 τραγούδια ορισμένα εκ των οποίων έγιναν μεγάλες επιτυχίες και παίζονται ακόμα και τώρα από λαϊκές ορχήστρες δείχνοντας τη δυναμική τους και την αντοχή τους στο χρόνο.

Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Μπιθικώτσης προτιμούσε να γράφει πάνω στους στίχους γιατί ο κάθε στίχος τον επηρέαζε στη γέννηση μιας μελωδίας. Είχε πει στην αυτοβιογραφία του «Προβληματίζομαι, πολλές φορές για το πώς γράφεται ένα τραγούδι κι ας είμαι μέσα στα πράγματα. Άλλοι λένε ότι γράφουν τη μουσική τους και τη δίνουν σ’ ένα στιχουργό να γράψει στίχους. Αυτόν τον τρόπο δεν τον βρίσκω σωστό. Και δεν έγραψα ποτέ έτσι τραγούδια. Ήθελα να έχω πάντα τους στίχους μπροστά μου. Να τους διαβάζω, να με αγγίζουν και να γράφω τη μουσική που θα μου έρθει εκείνη τη στιγμή…».

Εν κατακλείδι ο συνθέτης Γρηγόρης Μπιθικώτσης ομόρφυνε τη λαϊκή μας μουσική με τις μελωδίες του. Ακόμα και μόνο με τα τραγούδια που έγραψε ο ίδιος θα είχε σίγουρα μια πολύ καλή θέση στο ελληνικό μουσικό γίγνεσθαι. Ωστόσο η μοίρα επεφύλαξε στον Γρηγόρη διαφορετική πορεία αφού με τις ερμηνείες του στα έργα των ποιητών εκτοξεύτηκε στα ουράνια χαρίζοντας πολλές από τις συγκλονιστικότερες στιγμές στο ελληνικό τραγούδι.

Αναφορές

  • Αυτοβιογραφία, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Εγώ ο Σερ, επιμέλεια Πάνος Γεραμάνης, Εκδόσεις Κοχλίας, 2002

—————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ