Γράφει η Μαρία Αβραμίδου
Φωτογραφίες: Ματίνα Φουντούλη

Τελευταία Δευτέρα του Ιανουαρίου και το club του Σταυρού του Νότου ήταν ασφυκτικά γεμάτο από νωρίς, για την πρεμιέρα της Τάνιας Τσανακλίδου, η οποία είχε να παίξει εκεί από το 2001. Λίγα λεπτά μετά τις 21:30, η ίδια και τα τέσσερα «αγόρια» της, όπως αγαπά να τους αποκαλεί, ανέβηκαν στη σκηνή υπό βροχή χειροκροτημάτων και επευφημιών. Μια μεγάλη ζεστή παρέα, που είχε καιρό να ιδωθεί, έσμιξε ξανά το βράδυ εκείνο κι ήταν σαν να συναντιούνται έπειτα από χρόνια φίλοι τόσο καλοί, που δεν χρειάζεται να πουν τα νέα τους –ακριβώς διότι, παρά την απόσταση, νιώθουν ότι γνωρίζουν ήδη όσα μεσολάβησαν το διάστημα που τους κράτησε μακριά.


Γι’ αυτήν την πολυαναμενόμενη επάνοδό της στις μουσικές σκηνές, έπειτα από μια δίχρονη σχεδόν περιπλάνηση στο θεατρικό σανίδι, η Τάνια Τσανακλίδου επέλεξε να φτιάξει μια προσωπική αφήγηση, κάπως σαν παραμύθι, όπου έχει εκδιώξει τον «κακό λύκο» από το δάσος και βαδίζει τώρα μόνη σε αυτό, ελπίζοντας κάποτε να φτάσει στο σπίτι, «όπου θα υπάρχει σ’ ένα παράθυρο ένα φωτάκι, σημάδι ότι κάποιος με περιμένει», όπως εξομολογήθηκε.


Σ’ αυτή τη διαδρομή, που λαχταρά να επικοινωνηθεί βλέμμα το βλέμμα και καρδιά την καρδιά, χωρίς την ενοχλητική «διαμεσολάβηση» από κινητά και οθόνες, ενώνονται μνήμες και μουσικές –οι τελευταίες συνήθως με μια διάθεση πιο blues και ηλεκτρική. Και η Τάνια, πάντοτε με τη θεατρικότητα και την αμεσότητα που χαρακτηρίζουν τις ερμηνείες της, τραγουδά για τον έρωτα, την απώλεια και το ίδιο το ταξίδι της ζωής. Γίνεται «Η Μαριάνθη των Ανέμων» και «Η Σουλτάνα η Φωφώ» που, ντυμένες με την αγαπημένη τους σκούρα «Ζελατίνα», οδηγήθηκαν από τις «Μοίρες» στους «Δρόμους του Βερολίνου» για να συναντήσουν κάποιο «Βράδυ» Τα παιδάκια που παίζουν στ’ ανοιξιάτικο δείλι κι έναν φτωχό, κουρασμένο, σκυφτό «Ανθρωπάκο». Πότε όμως θα ξημερώσει μια «Αλλιώτικη Μέρα;» Μόνο «Αν Μ’ Αγαπάς» αυτές οι «Δυο Ψυχές» θα γίνουν ένα, ακόμη κι αν βρίσκονται μακριά…

Πέρα από αγαπημένα τραγούδια, η Τάνια Τσανακλίδου επέλεξε να συμπεριλάβει σε αυτό το πρόγραμμα και κάποια πιο «παραπονεμένα», όπως τα χαρακτήρισε, και αφανή, τα οποία δεν έχει ξαναπεί ζωντανά και που αξίζει να ανακαλύψετε. Πιθανόν δεν θα μπορείτε να τα τραγουδήσετε λέξη προς λέξη, όλοι μαζί με μια φωνή, όπως το «Πάτωμα» ή τη «Μικρή Πατρίδα» και ίσως, ενίοτε, να αποδυναμώνουν την εξωστρέφεια του προγράμματος. Όμως σε αυτήν την περιπλάνηση συνυπάρχουν πολλά συναισθήματα και η σπουδαία μας ερμηνεύτρια φροντίζει να δίνει χώρο σε όλα.


Από τις ερμηνείες της στη βραδιά, προσωπικά κρατώ την ουσία και την απλότητα, την οποία μόνο η ίδια επιτυγχάνει σε αυτόν τον βαθμό, όποτε λέει το «Μαμά Γερνάω» και την, παιδική σχεδόν, τρυφερότητα με την οποία ερμήνευσε το «Απ’ τα Κουμπάκια Ανάμεσα».

Η παράσταση έκλεισε με μια έκπληξη, καθώς η οικοδέσποινα ανέβασε στη σκηνή την παρευρισκόμενη Μαρία Παπαγεωργίου, για να τραγουδήσουν μαζί «Τα Ήσυχα Βράδια» –άλλωστε η Αρλέτα και η Λένα Πλάτωνος είχαν την τιμητική τους σε αυτό το πρόγραμμα. Το φινάλε όμως δεν θα μπορούσε να έρθει χωρίς «Το Παπάκι», κατά γενική απαίτηση του κοινού, το οποίο η Τσανακλίδου τραγούδησε «ήσυχα», παρέα μόνο με την κιθάρα του σταθερού συνεργάτη της, Δημήτρη Μπαρμπαγάλα, και τις δικές μας φωνές.


Ακούγοντάς μας να λέμε τα τραγούδια έτσι όλοι μαζί, σκεφτόμουν πώς μπορεί ένας καλλιτέχνης να διαχειρίζεται και, κυρίως, να ανταποδίδει, την τόσο μεγάλη αγάπη που εισπράττει από τον κόσμο. Η Τάνια Τσανακλίδου την έχει βιώσει σίγουρα και την επιστρέφει στον καθέναν από εμάς, μεταδίδοντας την Αλήθεια της Ψυχής της, κάθε στιγμή, ακριβώς όπως τη νιώθει τη στιγμή που ερμηνεύει την ιστορία που διηγείται ένα τραγούδι. Κι αυτή η αμεσότητα, η ειλικρίνεια και η συγκίνηση που ξέρει να χαρίζει και να μοιράζεται, γίνονται οδηγός στο μουσικό της ταξίδι, εξασφαλίζοντας ότι ουδέποτε θα χαθεί μέσα στο δάσος –παρά μόνον εάν η ίδια το επιθυμήσει. Εμείς, πάντως, θα είμαστε κοντά της και εκεί, να την περιμένουμε στο μικρό φωτισμένο παράθυρο, με μια μεγάλη αγκαλιά, κάθε φορά που θα θέλει να γυρίσει σπίτι, μετά «τ’ ωραίο ταξείδι»…


Στην παράσταση έπαιξαν και τραγούδησαν οι εξαιρετικοί μουσικοί
:
Blaine L. Reininger – Βιολί
Βαγγέλης Κοντόπουλος – Μπάσο
Δημήτρης Μπαρμπαγάλας – Κιθάρες
Αναστάσιος Μισυρλής – Τσέλο

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here