Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
Τηλεοπτικές στιγμές που μας έκαναν να γελάσουμε, να κλάψουμε, να μελαγχολήσουμε, να ταυτιστούμε με τους ήρωες και να πάσχουμε μαζί τους. Πόσα συναισθήματα δε γέννησαν σε όλους μας αξέχαστα σίριαλ της μικρής οθόνης. «Ασπρόμαυρα κι έγχρωμα», άφησαν το σημάδι τους στο μυαλό και στην καρδιά μας και τα θυμόμαστε με νοσταλγία μέσα σ’ αυτό το άθλιο τηλεοπτικό τοπίο του σήμερα…
Αυτή η στήλη λοιπόν, από φέτος κάθε εβδομάδα, θα σας παρουσιάζει εναλλάξ μία σειρά και μία εκπομπή που έγραψαν τη δική τους ξεχωριστή ιστορία στην ασπρόμαυρη ή στην έγχρωμη τηλεόραση στα πρώτα 20 χρόνια πορείας της. Φιλοδοξία της, να σας θυμίσει μοναδικές κι ανεπανάληπτες στιγμές που δε θα σβήσουν ποτέ ο χρόνος και η μνήμη!
———————————————–
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και τουλάχιστον μέχρι το 1981, η ελληνική τηλεόραση επένδυε ένα μεγάλο μέρος του ψυχαγωγικού προγράμματός της στον πλούτο της λογοτεχνίας μας. Στη συγκεκριμένη περίοδο, οι τηλεθεατές είχανε τη δυνατότητα να γνωρίσουν ορισμένα από τα ωραιότερα έργα των σπουδαιότερων συγγραφέων, διασκευασμένα για τη μικρή οθόνη.
Βρισκόμαστε στην τηλεοπτική σεζόν 1979-80, η οποία δίχως αμφιβολία ήταν από τις καλύτερες στην πενηντάχρονη και πλέον ιστορία της εγχώριας TV. Σειρές όπως «Ο συμβολαιογράφος», οι «Μυστικοί αρραβώνες», ο «Συνταγματάρχης Λιάπκιν» (έστω κι αν ολοκληρώθηκε νωρίς, καθώς είχε αρχίσει την προηγούμενη περίοδο) και «Οι παραστρατημένοι», έμειναν αξέχαστες στο κοινό και σημείωσαν υψηλότατα ποσοστά τηλεθέασης.
Όμως, κάποια στιγμή ορισμένες από αυτές τελείωσαν πριν τη λήξη της σεζόν. Έτσι, στη θέση τους ξεκίνησαν καινούργιες, βασισμένες και πάλι ως επί το πλείστον σε έργα της ελληνικής λογοτεχνίας.
Στη νέα «σοδιά» που προαναφέραμε, περιλαμβάνεται και «Η τελευταία νύχτα της Γης». Πρόκειται για μια σειρά διηγημάτων του Πέτρου Χάρη (Ιωάννης Μαρμαριάδης το πραγματικό ονοματεπώνυμό του), η οποία είχε προκαλέσει μεγάλη αίσθηση το 1924 που δημοσιεύτηκε. Σημειωτέον ότι ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη συγγραφική δουλειά του.
Την τηλεοπτική διασκευή ανέλαβε ο Τάκης Χατζηαναγνώστου, τη σκηνοθεσία ο Βασίλης Γεωργιάδης και την παραγωγή η «Αστήρ TV», ένα «τρίπτυχο» που είχε χαρίσει σπουδαίες στιγμές στη μικρή οθόνη της πατρίδας μας στο παρελθόν.
Το πρώτο επεισόδιο μεταδόθηκε από την ΥΕΝΕΔ την Πέμπτη του Πάσχα, 10 Απριλίου 1980, στις 22:00. Την ίδια μέρα και την ίδια ώρα, στην ΕΡΤ ξεκινούσε η «Αργώ» του Γιώργου Θεοτοκά (από τις πρώτες έγχρωμες παραγωγές) και κάπως έτσι, άρχισε ένας «πόλεμος» μεταξύ τηλεθεατών.
Με επιστολές τους που στέλνανε κάθε εβδομάδα στο περιοδικό «Ραδιοτηλεόραση», διαμαρτύρονταν εντόνως για το γεγονός ότι τα δύο σίριαλ συνέπιπταν χρονικά και δεν υπήρχε η δυνατότητα να τα παρακολουθήσουνε ξεχωριστά.
Αρχικώς, η λύση που δόθηκε από την ΕΡΤ, ήτανε να μεταδίδει κάθε Κυριακή στις 14:30 σε επανάληψη το επεισόδιο της Πέμπτης από την «Αργώ», ώστε να το δουν κι όσοι προτιμούσανε το «αντίπαλο» πρόγραμμα.
Όταν τελείωσαν οι «Μυστικοί αρραβώνες» στις 6 Ιουνίου, από τις 13 του μήνα η ΥΕΝΕΔ μετέθεσε την «Τελευταία νύχτα» κάθε Παρασκευή στις 20:45, για τα τελευταία τέσσερα από τα συνολικά 13 επεισόδια, που όλα γυρίστηκαν ασπρόμαυρα.
Η σειρά ολοκληρώθηκε στις 4 Ιουλίου 1980 κι όχι μόνον ουδέποτε μεταδόθηκε σε επανάληψη, αλλά σχεδόν αμέσως διαγράφηκε ολόκληρη από το αρχείο της δημόσιας τηλεόρασης κι ελάχιστα πλάνα έχουνε σωθεί. Νομίζουμε ότι κάθε σχόλιο περιττεύει…
Η υπόθεση
Βρισκόμαστε στην Αθήνα του 1910. Επίκεντρο της ιστορίας, είναι δύο «καθώς πρέπει» και σχετικά ευκατάστατες οικογένειες. Ξεκινάμε από εκείνη του εμπόρου Ραλλίδη (Θόδωρος Έξαρχος), η οποία περιλαμβάνει τη σύζυγό του Ερατώ (Λουίζα Ποδηματά), την κόρη του Αριάδνη (Τόνια Καζιάνη), την πεθερά του Ευτέρπη (Μαρία Φωκά) και τον κουνιάδο του Γεράσιμο (Γιώργος Κυρίτσης), ο οποίος ενδιαφέρεται μόνο για την καλοπέραση και την καλή ζωή. Επιπλέον, στο σπίτι εργάζεται ως μαγείρισσα η νεαρή Αργυρώ (Μαρία Τζομπανάκη).
Από την άλλη, έχουμε την οικογένεια του επίσης εμπόρου Τιμοθέου (Νίκος Κούρος), με τη γυναίκα του (Άλκηστις Γάσπαρη) και το γιο του Παύλο (Τάκης Χρυσικάκος), τον οποίον «έχει βάλει στο μάτι» για άντρα της εγγονής της η κυρία Ευτέρπη, καθώς πιστεύει ότι είναι ο καταλληλότερος γι’ αυτήν.
Η ηλικιωμένη γυναίκα διαθέτει μιαν αρκετά μεγάλη περιουσία, με την οποία πρόκειται να προικίσει την Αριάδνη κι έτσι, πιστεύει ότι εκείνη έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο όσον αφορά το ποιον θα παντρευτεί η δεσποινίς Ραλλίδη.
Συνεπώς, προσπαθεί με κάθε τρόπο να προσεγγίσει την οικογένεια Τιμοθέου, μέσω προσκλήσεων για ανταλλαγή επισκέψεων και γενικότερα συναναστροφών μαζί της, φυσικά χωρίς να ζητά τη γνώμη της άμεσα ενδιαφερομένης…
Ωστόσο, οι πληροφορίες που φτάνουνε στ’ αυτιά της για τον Παύλο μόνο θετικές δεν είναι. Μαθαίνει λοιπόν ότι είναι «μπερμπάντης» και βάζει το γιο της Γεράσιμο να ψάξει σχετικώς. Πράγματι, εκείνος ανακαλύπτει ότι ο νεαρός Τιμοθέου έχει «στενές επαφές» με τη Μηλίτσα (Άννα Γεραλή), μια φτωχή μοδίστρα.
Ενημερώνει τη μητέρα του κι εκείνη του ζητά να την πλησιάσει και να την πείσει να φύγει από τη ζωή του Παύλου, δίνοντάς της ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, το οποίο βεβαίως θα πληρώσει η ίδια.
Και όντως, η νεαρή κοπέλα φαίνεται να πείθεται κι αρχίζει ν’ απομακρύνεται από τον Τιμοθέου ενώ πιο πολύ φαίνεται ικανοποιημένος ο αδελφός της Στρατής (Χρήστος Νομικός), ένας ρέμπελος του λιμανιού, που το έχει ρίξει στο ποτό.
Προσπαθεί λοιπόν να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι στο φτωχόσπιτό τους μπαίνουνε δυο κύριοι «του καλού κόσμου», λέγοντας στην αδελφή του να συνεχίσει τις συναναστροφές μαζί τους, για να κερδίσει περισσότερα χρήματα τόσο εκείνη, όσο και ο ίδιος.
Όταν ο Γεράσιμος αρχίζει να επισκέπτεται τακτικά τη μοδίστρα λόγω του ότι φαίνεται πως αισθάνεται κάτι παραπάνω για κείνη, η οικογένεια Ραλλίδη γίνεται έξαλλη, καθώς πιστεύει ότι ένα πιθανό σκάνδαλο θ’ αμαυρώσει το όνομά της και θα χαλάσει την τύχη της Αριάδνης.
Με τα πολλά, η γιαγιά Ευτέρπη καταφέρνει να προχωρήσει το συνοικέσιο και ξεκινούν οι πρώτες επισκέψεις της μιας οικογένειας στο σπίτι της άλλης. Αμφότερες βιάζονται να επισημοποιηθούν οι σχέσεις των παιδιών τους, καθώς αντιμετωπίζουν ορισμένες οικονομικές δυσκολίες και βλέπουν αυτό το γάμο ως μια πρώτης τάξεως λύση, ώστε να «ξελασπώσουν».
Όμως, κάπου εκεί αρχίζει να διαδίδεται η φήμη ότι ένας κομήτης ονόματι Χάλεϊ πρόκειται να πέσει στη γη και να την καταστρέψει ολοσχερώς. Όσο περνά ο καιρός, τόσο μεγαλώνει η καταστροφολογία και τούτο έχει ως αποτέλεσμα την κάμψη στην οικονομία και δυσχέρειες στην αγορά. Συνεπώς, πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα των δύο οικογενειών και προσπαθούνε να επισπεύσουνε την «ένωση» του Παύλου και της Αριάδνης.
Όταν πια οι φήμες περί καταστροφής γίνονται σχεδόν βεβαιότητα, η γιαγιά Ευτέρπη αλλάζει τακτική. Σκεπτόμενη ότι σε περίπτωση που σωθεί από τον επερχόμενο αφανισμό έχει ως μοναδικό στήριγμα την περιουσία της, κάνει πίσω ως προς την επιθυμία της για το γάμο της εγγονής της κι αποφασίζει να μη προχωρήσει στην παραμικρή ενέργεια αν δεν τελειώσει το θέμα του κομήτη.
Αυτό προκαλεί εκνευρισμό τόσο στην οικογένειά της, όσο και σ’ εκείνη των Τιμοθέου, η οποία θέλει να βάλει στο χέρι την προίκα της Αριάδνης και τώρα αντιμετωπίζει την κάθετη άρνηση της ηλικιωμένης γυναίκας.
Και φτάνουμε στο σημείο που πλέον όλες οι εφημερίδες γράφουνε με λεπτομέρειες για την ακριβή ημέρα που ο κομήτης θα καταστρέψει στη γη. Επικρατεί πανικός, η αγορά «παγώνει» ολοκληρωτικά και όλοι ψάχνουνε να βρούνε τρόπους σωτηρίας. Η οικογένεια Ραλλίδη αποφασίζει να εγκαταλείψει το σπίτι της και να καταφύγει στα βουνά (όπως και πολλές άλλες) κι όπως φαίνεται, το συνοικέσιο βαίνει προς ματαίωση…
Παράλληλα με την ιστορία των δύο οικογενειών, παρακολουθούμε και την αντίστοιχη της μαγείρισσας Αργυρώς με το Γιάννη (Κώστας Σιμενός), ο οποίος είναι υπηρέτης στο σπίτι της γεροντοκόρης Θελξιώνης (Αθηνά Μιχαηλίδου) που βρίσκεται απέναντι από εκείνο των Ραλλίδη.
Οι δύο νέοι αισθάνονται κάτι δυνατό από την πρώτη στιγμή, ωστόσο δεν τολμούν ούτε να κοιτάξουνε στα μάτια ο ένας τον άλλον. Όμως, στην πορεία θα ομολογήσουνε τα αισθήματά τους και θ’ αποφασίζουνε να ζήσουνε μαζί. Μάλιστα, όταν η υποτιθέμενη καταστροφή πλησιάζει, ο Γιάννης προσπαθεί να πείσει την Αργυρώ να εγκαταλείψουνε τα αφεντικά τους και να πάνε στο χωριό του, κάτι που εκείνη δε δέχεται.
Μόλις φτάνει η μέρα της πτώσης του κομήτη, υποχρεώνονται από αυτά να παραμείνουνε στα σπίτια που δουλεύουν, εξαιτίας του φόβου πιθανών λεηλασιών. Έτσι, περνάνε μαζί την «τελευταία νύχτα της γης»…
Το καστ
Όπως αντιληφθήκατε από τα ονόματα των πρωταγωνιστών που αναφέραμε, πρόκειται για εξαιρετικούς ηθοποιούς, εκ των οποίων άλλοι είχαν ήδη μεγάλη ιστορία και πορεία στο χώρο της υποκριτικής, ενώ υπάρχουνε κι εκείνοι που τότε σχεδόν ξεκινούσανε την καριέρα τους, αν και είχανε διαγράψει μια πορεία στο θέατρο.
Για παράδειγμα, ο Τάκης Χρυσικάκος εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως πρωταγωνιστής σε τηλεοπτική σειρά, καθώς ως τότε είχε συμμετάσχει μόνο σε κάποιες παραστάσεις του «Θεάτρου της Δευτέρας» και στον πρώτο κύκλο της «Ετυμηγορίας» το 1978, με τίτλο «Το χρέος». Όμως, «κουβαλούσε» πίσω του μια δεκαετία θεατρικής πορείας, δίπλα στον Κάρολο Κουν και το Λεωνίδα Τριβιζά…
Επίσης, ουσιαστικά πρωτοεμφανιζόμενη στη μικρή οθόνη ήτανε και η Μαρία Τζομπανάκη, καθώς μόλις είχε τελειώσει τη δραματική σχολή και ως τότε, η παρουσία της στην τηλεόραση περιοριζότανε σε μια μικρή συμμετοχή στα τελευταία επεισόδια των «Πανθέων» το 1979. Λίγους μήνες μετά την «Τελευταία νύχτα», θα γινότανε πρωταγωνίστρια ως «Λάουρα»…
Όσο για τους υπόλοιπους ηθοποιούς, όλοι ήτανε γνωστοί και είχανε πάρει μέρος σε αρκετές τηλεοπτικές παραγωγές. Η Μαρία Φωκά ήτανε πασίγνωστη ως η «κυρία Δελακοβία» της θρυλικής «Γειτονιάς» κι αργότερα ως «Μάγδα Αντωνίου» στο «Μεθοριακό σταθμό».
Ακόμη, ο Θόδωρος Έξαρχος συμμετείχε στον «Άγνωστο πόλεμο» και πρωταγωνιστούσε στο «Εν Αθήναις», η Τόνια Καζιάνη είχε «πίσω της» τους «Γιους του Κάιν» και τη «Γειτονιά» στην τελευταία φάση της, ενώ η Λουίζα Ποδηματά ήταν ίσως η πιο «τηλεοπτική» φυσιογνωμία της σειράς, αφού είχε παίξει σε πλήθος επιτυχημένων σίριαλ: «Το κορίτσι της Κυριακής», «Στησιχόρου 73», «Γιούγκερμαν», «Οι Πανθέοι» και φυσικά στο αξέχαστο «Λούνα παρκ», στο ρόλο της μητέρας του Νίκου Δαδινόπουλου…
Όσο για το Γιώργο Κυρίτση, ήτανε γνωστός ως «στρατηγός Ρόμελ» στον «Άγνωστο πόλεμο» και ως «Λουίτζι» ή «απλοχέρης» στον «Παράξενο ταξιδιώτη», ενώ παράλληλα με την «Τελευταία νύχτα», πρωταγωνιστούσε και στη «Λωξάντρα» (όπως και η Άννα Γεραλή).
Σχόλιο
Για ακόμη μια φορά, βρισκόμαστε μπροστά σε αδιέξοδο. Από τη στιγμή που η σειρά έχει διαγραφεί, τι είδους σχόλιο μπορεί να γίνει; Το μόνο που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, είναι ότι και μόνο τα ονόματα των συντελεστών της, είναι αρκετά ώστε να υποστηρίξουμε ότι στην «Τελευταία νύχτα της γης» έγινε εξαιρετική δουλειά.
Μπορεί να μην είχε μεγάλη απήχηση από πλευράς τηλεθέασης (λόγω των «ανωμαλιών» που αναφέραμε στην αρχή του αφιερώματος), όμως αυτό δεν αναιρεί τη σιγουριά μας ότι επρόκειτο για μια πολύ καλή σειρά.
Ο Τάκης Χατζηαναγνώστου «άπλωσε» τη θεματολογία του βιβλίου, το οποίο είναι αρκετά μικρό, παρουσιάζοντας με αναλυτικό τρόπο ορισμένα από τα γεγονότα που περιγράφει. Βεβαίως, όλα αυτά υπό την έγκριση και την άδεια του ίδιου του Πέτρου Χάρη, ο οποίος τότε βρισκότανε στη ζωή και σίγουρα θα ένιωσε ικανοποιημένος από την τηλεοπτική μεταφορά του έργου του…
Το συμπέρασμα που βγαίνει από την υπόθεση της «Τελευταίας νύχτας», είναι ότι αφενός η κοινωνία της εποχής ήταν εξαιρετικά αφελής και πίστευε άκριτα τις όποιες φήμες άκουγε ή διάβαζε κι αφετέρου περιέχει κι ένα διαχρονικό μήνυμα: Όλοι είναι καλοί, αρκεί να έχεις κάτι να κερδίσεις απ’ αυτούς. Κι όταν έρχεται ο κίνδυνος, κοιτάς μόνο να σώσεις τον εαυτό σου και τους δικούς σου, αδιαφορώντας για τους άλλους…
—————
* Οι φωτογραφίες προέρχονται από τεύχη του περιοδικού “Ραδιοτηλεόραση”, που υπάρχουν στο αρχείο του συντάκτη της στήλης.
———–
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…