Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
Τηλεοπτικές στιγμές που μας έκαναν να γελάσουμε, να κλάψουμε, να μελαγχολήσουμε, να ταυτιστούμε με τους ήρωες και να πάσχουμε μαζί τους. Πόσα συναισθήματα δε γέννησαν σε όλους μας αξέχαστα σίριαλ της μικρής οθόνης. «Ασπρόμαυρα κι έγχρωμα», άφησαν το σημάδι τους στο μυαλό και στην καρδιά μας και τα θυμόμαστε με νοσταλγία μέσα σ’ αυτό το άθλιο τηλεοπτικό τοπίο του σήμερα…
Αυτή η στήλη λοιπόν, κάθε 15 ημέρες θα σας παρουσιάζει κι από μία σειρά που έγραψε τη δική της ξεχωριστή ιστορία στην ασπρόμαυρη ή στην έγχρωμη τηλεόραση στα πρώτα 20 χρόνια πορείας της. Φιλοδοξία της, να σας θυμίσει μοναδικές κι ανεπανάληπτες στιγμές που δε θα σβήσουν ποτέ ο χρόνος και η μνήμη!
———————————————————–
Σωτήριον έτος, 1971. «Ντάλα» χούντα, η Ελλάδα στο «γύψο» του Παπαδόπουλου και της παρέας του, τα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» στην ημερήσια διάταξη και μοναδική «φωτεινή» στιγμή της χρονιάς, η μεγαλειώδης πορεία του Παναθηναϊκού ως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ…
Όσο για τη «νεαρή» ελληνική τηλεόραση, κι αυτή όργανο των συνταγματαρχών. Ελεγχόμενες ειδήσεις και προβολή επικαίρων από τη Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών, δημοτικά τραγούδια, αλλά και «Αλάτι και πιπέρι» με το Φρέντυ Γερμανό και «Μπίνγκο» με το Νίκο Μαστοράκη.
Ως προς τις σειρές μυθοπλασίες, η ξένη αγορά να είναι καλά: Η θρυλική «Λάσσυ» για τα παιδιά και για τους μεγάλους τα «Πέϊτον πλέις», «Μπονάντσα», «Η μάχη» και «FBI». Αντίστοιχες ελληνικές, ουσιαστικά δεν υπάρχουν.
Όμως, ο Γιάννης Μιχαλόπουλος ήδη έχει γίνει ο πρώτος εγχώριος τηλεοπτικός» σταρ, υποδυόμενος το δικηγόρο Δημοσθένη Παρλάτο για δύο 15λεπτα σκετς την εβδομάδα στον «Κύριο συνήγορο» του Κώστα Πρετεντέρη, ο οποίος υπογράφει και την έτερη ελληνική παραγωγή, με τίτλο «Ο κύριος, η κυρία και η μαμά». Επίσης, υπάρχει και ο «Δόκτωρ Σοκ» με το Γιώργο Κωνσταντίνου…
Τα λιμνάζοντα έως…ελώδη νερά της εγχώριας τηλεοπτικής πραγματικότητας, θα ταράξει για τα καλά μια σειρά που έμελλε να δημιουργήσει ορισμένα ακατάρριπτα μέχρι και σήμερα ρεκόρ τηλεθέασης και να γίνει θρύλος στην ιστορία της μικρής οθόνης στην πατρίδα μας. Είναι «Ο άγνωστος πόλεμος», διά χειρός Νίκου Φώσκολου, σε σκηνοθεσία του ίδιου και του Κώστα Κουτσομύτη, που προβλήθηκε στην ΥΕΝΕΔ…
Από την Τρίτη 12 Οκτωβρίου 1971 έως την Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 1974 και για συνολικά 226 επεισόδια, δύο φορές την εβδομάδα κυριολεκτικά θα ερημώνει η Ελλάδα. Ελάχιστα αυτοκίνητα θα κυκλοφορούν στους δρόμους, τα καταστήματα θα κλείνουν νωρίτερα, ακόμα και στις εκκλησίες ο εσπερινός θα τελειώνει στα γρήγορα, ενώ όσοι δε διαθέτουν τηλεοπτική συσκευή, έχουνε δύο επιλογές:
Ή να συνωστίζονται μπροστά στις βιτρίνες των καταστημάτων ηλεκτρικών ειδών που πουλούν το «μαγικό κουτί», ή να μαζεύονται σε συγγενικά ή φιλικά σπίτια, που έχουν το προνόμιο (έτσι ήταν τότε…) να διαθέτουν τηλεόραση…
Κι όλα αυτά, για να παρακολουθούν με αγωνία τις περιπέτειες του συνταγματάρχη Βαρτάνη, του Έκτορα και της Χριστίνας Ψάχου και των άλλων ηρώων της σειράς, που είχε πλάσει ο Φώσκολος. Ο «σκελετός» του σεναρίου, ήταν η υπόθεση της ταινίας «Κοντσέρτο για πολυβόλα» που είχε γυριστεί το 1967, με πρωταγωνιστές τη Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο…
Μπορεί να μην υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τα ποσοστά θεαματικότητας, αλλά ασφαλέστατες πληροφορίες αναφέρουν ότι υπήρξαν περιπτώσεις που η τηλεθέαση του «Αγνώστου πολέμου» ξεπέρασε ακόμη και το 90%, ενώ σπανίως έπεφτε κάτω από το 80%. Αριθμοί ασύλληπτοι, που βεβαίως ουδέποτε πρόκειται να επαναληφθούν για σειρά συνεχείας…
Δυστυχώς, είμαστε υποχρεωμένοι να πούμε για πολλοστή φορά ότι δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα πλάνα της, καθώς αποτέλεσε ακόμα ένα «θύμα» της ασυλλόγιστης κι εγκληματικής πολιτικής των «φωστήρων» της ΕΡΤ, να εξοικονομούν κασέτες σβήνοντας προγράμματα που ήταν γραμμένα σ’ αυτές…
Η υπόθεση
Κεντρικό πρόσωπο του σίριαλ, είναι ο συνταγματάρχης Διαγόρας Βαρτάνης (Άγγελος Αντωνόπουλος), ο οποίος υπηρετεί στο Γενικό Επιτελείο Στρατού και συγκεκριμένα στο γραφείο αντικατασκοπείας, λίγο πριν ξεσπάσει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Δίπλα του, ο γαμπρός του, λοχαγός Έκτορας Ψάχος (Κώστας Καραγιώργης), ο οποίος έχει παντρευτεί σε δεύτερο γάμο την αδελφή του Χριστίνα (Γκέλυ Μαυροπούλου).
Σημειωτέον ότι αρχικώς, ο ρόλος του Βαρτάνη (ως στρατηγού) είχε δοθεί στο Βασίλη Διαμαντόπουλο κι εκείνος της Χριστίνας στη Σμαρούλα Γιούλη. Ωστόσο, αμφότεροι μετά από λίγες σκηνές που γύρισαν, αποφάσισαν ν’ αποχωρήσουν, καθώς έκριναν ότι δε θα μπορούσανε ν’ ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις απαιτήσεις μια τέτοιας σειράς. Έτσι, επελέγη ο Αντωνόπουλος, με χαμηλότερο βαθμό όμως (συνταγματάρχης), λόγω ηλικίας…
Ο «Άγνωστος πόλεμος», αποτελείται από πέντε ξεχωριστές ιστορίες – κύκλους, οι οποίες κατά σειρά είναι οι εξής:
«Καταδικασμένη σε θάνατο» (12/10/71 – Φεβρουάριος 1972): Η Χριστίνα Ψάχου, έχει ένα γιο που ονομάζεται Νίνο (ο μικρός Ανδρέας Συρογιάννης) από τον πρώτο της γάμο μ’ έναν Ιταλό, ο οποίος όμως πνίγηκε (στην πορεία αποδεικνύεται ότι ζει) και την άφησε χήρα σε πολύ μικρή ηλικία. Παντρεύεται τον Έκτορα Ψάχο και η ζωή της φαίνεται να κυλά ομαλά, μέχρι τις 15 Αυγούστου 1940, όταν τορπιλίζεται το καταδρομικό «Έλλη» στο λιμάνι της Τήνου από τους Ιταλούς. Η έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, είναι πλέον θέμα χρόνου…
Ο Νίνο απάγεται από τους εισβολείς, οι οποίοι απειλούν τη Χριστίνα ότι θα τον σκοτώσουν, αν εκείνη δεν τους δώσει τις πληροφορίες που χρειάζονται για τα ελληνικά σχέδια ως προς την αντιμετώπισή τους. Δηλαδή, της ζητούν να προδώσει την ίδια την πατρίδα της, εκμεταλλευόμενοι τις επιτελικές θέσεις που κατέχουν στο στράτευμα τόσο ο αδελφός της συνταγματάρχης Διαγόρας Βαρτάνης, όσο και ο άνδρας της…
Το δίλημμα είναι μεγάλο και τελικώς, αναγκάζεται να υποκύψει στον εκβιασμό. Ωστόσο, τα στοιχεία που δίνει στους Ιταλούς είναι ψεύτικα, χωρίς όμως η ίδια να το γνωρίζει. Στην πορεία, αποκαλύπτεται ότι όλο αυτό, ακόμα και η απαγωγή του παιδιού της, ήτανε σχέδιο του Βαρτάνη ώστε να ξεγελάσει τους εχθρούς, κάτι που καταφέρνει. Οι κατάσκοποι συλλαμβάνονται, το ίδιο όμως και η Χριστίνα, η οποία κατηγορείται για εσχάτη προδοσία σε καιρό πολέμου.
Περνά από στρατοδικείο και καταδικάζεται εις θάνατο, παρά το γεγονός ότι πια το κόλπο του Βαρτάνη είναι γνωστό στους ανώτερους αξιωματικούς. Η εκτέλεση της Χριστίνας είναι πλέον αποφασισμένη και θα γίνει, ώστε να ησυχάσει και η κοινή γνώμη. Ωστόσο, σκηνοθετείται μιαν εικονική εκτέλεσή της κι ενώ ο αδελφός και ο άνδρας της μαθαίνουν το θάνατό της, σε λίγο παρουσιάζεται μπροστά τους ζωντανή, καθώς η τελική ετυμηγορία του στρατοδικείου, ήτανε ποινή δέκα ετών με αναστολή…
«Ο άνθρωπος με τα δύο πρόσωπα» (Μάρτιος – Ιούνιος 1972): Η Χριστίνα μπαίνει σε νέες περιπέτειες, όταν εμφανίζεται ένας σωσίας του άνδρα της, ο οποίος δηλώνει ότι είναι ο Έκτορας Ψάχος. Αρχίζει λοιπόν μια νέα περιπέτεια, με στόχο ν’ αποκαλυφθεί ποιος είναι ο πραγματικός και ποιος ο κατάσκοπος που έχουν βάλει οι Ιταλοί, ώστε να συλλέξουν τις απαραίτητες πληροφορίες.
Όπως αποδεικνύεται, ο ψεύτικος λοχαγός Ψάχος είναι πολύ καλά δασκαλεμένος, καθώς γνωρίζει ακόμη και την πιο μικρή λεπτομέρεια για τη ζωή του αληθινού και της οικογένειάς του. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο πραγματικός υποφέρει από κρίσεις αμνησίας και συχνά δε θυμάται ακόμη και στοιχειώδη πράγματα, φαίνεται να κερδίζει την εμπιστοσύνη της Χριστίνας…
Ωστόσο, ο Βαρτάνης ως επικεφαλής της επιτροπής που διερευνά την υπόθεση, καταφέρνει μ’ ένα πολύ έξυπνο τέχνασμα ν’ αποκαλύψει την απάτη και την πλαστοπροσωπία, βοηθώντας τη Χριστίνα να βγει από το αδιέξοδο, αλλά και μην επιτρέποντας στους εχθρούς της Ελλάδας να πραγματοποιήσουν τα σχέδιά τους. Προκαλεί τον “δεύτερο” Ψάχο να τον πυροβολήσει, έχοντας φροντίσει προηγουμένως τα πυρά να είναι άσφαιρα και τον ξεσκεπάζει, καθώς ο αληθινός Ψάχος ήταν αριστερόχειρας, ενώ ο σωσίας του κράτησε το όπλο με το δεξί χέρι…
Να σημειώσουμε ότι σ’ αυτό το δεύτερο κύκλο, εμφανίζεται ο Γιώργος Τζώρτζης στο ρόλο του Χριστόφορου Νάσιου, ειδικού συμβούλου του υπουργείου εξωτερικών, ο οποίος είχε την αρμοδιότητα να ερευνήσει την ιστορία των «δύο Ψάχων» και βρισκόταν σε διαρκή κόντρα με το Βαρτάνη. Ωστόσο, αποδείχτηκε ότι ήταν πράκτορας των Ιταλών. Ο ίδιος ηθοποιός, στον τρίτο κύκλο της σειράς θα υποδυθεί το στρατηγό Βέργο…
«Διαταγή αυτοκτονίας» (Ιούλιος – Δεκέμβριος 1972): Ο συνταγματάρχης Βαρτάνης, παίρνει εντολή από το στρατηγό Ελευθέριο Βέργο να διεισδύσει στο κατασκοπευτικό δίκτυο των Γερμανών που ετοιμάζονται να εισβάλλουν στην Ελλάδα και να τους παραπλανήσει, αναφορικά με τις πληροφορίες που θέλουν να πάρουν για τη γραμμή Μεταξά.
Ωστόσο, για να το κάνει αυτό θέτει σε κίνδυνο την ίδια την καριέρα του. Ο Βέργος του ξεκαθαρίζει ότι θα πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Γερμανών, παριστάνοντας τον επίορκο στρατιωτικό που είναι ικανός να προδώσει την πατρίδα του, εισπράττοντας χρήματα. Το σχέδιο το γνωρίζουν μόνον οι δυο τους και ο στρατηγός τον προειδοποιεί ότι η συμπεριφορά του, είναι πιθανό να τον οδηγήσει εκτός στρατού…
Έτσι γίνεται, αφού ο Βαρτάνης καθαιρείται από το στράτευμα κι έτσι, πείθει πλέον τους Γερμανούς κατασκόπους ότι είναι «δικός τους». Με αντάλλαγμα ένα εκατομμύριο δραχμές, προσφέρεται να τους δώσει τις λεπτομέρειες που θέλουν, ενώ στην πραγματικότητα τους στήνει μια πρώτης τάξεως παγίδα.
Όταν τα πράγματα θα φτάσουν στα άκρα, θα περάσει ακόμα και από δίκη και θ’ αναγκαστεί ν’ αποκαλύψει ότι εκτελούσε εντολές του στρατηγού Βέργου, επικαλούμενος τη μαρτυρία του. Τότε όμως, θα γίνει γνωστό ότι ο Βέργος σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα και όλα δείχνουν ότι ο Βαρτάνης δεν έχει καμιάν ελπίδα ν’ αποδείξει ότι ενεργούσε προς το συμφέρον της Ελλάδας.
Η αλήθεια είναι ότι ο θάνατος του Βέργου, ήτανε μέρος του σχεδίου που ούτε ο ίδιος ο Βαρτάνης γνώριζε, προκειμένου η παγίδα στους Γερμανούς να στηθεί ακόμα πιο σίγουρα και αποτελεσματικά.
Στο τέλος, η αποστολή ολοκληρώνεται επιτυχώς, αποκαλύπτεται ότι ο Βέργος είναι ζωντανός κι επιπλέον, ο Βαρτάνης επιστρέφει θριαμβευτικά στο στράτευμα. Ωστόσο, αρνείται την επιτελική θέση που κατείχε και δηλώνει ότι θέλει να πολεμήσει στο μέτωπο, ως απλός στρατιώτης. Ουσιαστικά, ήταν η «προετοιμασία» αποχώρησης του Αντωνόπουλου από τον επόμενο κύκλο της σειράς…
Παράλληλα με όλα αυτά, η Χριστίνα μένει τυφλή για αρκετό καιρό, εξαιτίας θραυσμάτων από τα τζάμια του αυτοκινήτου που μπήκαν στα μάτια της, έπειτα από ρίψη χειροβομβίδας από τους Γερμανούς. Τελικώς, θα βρει το φως της…
Συν τοις άλλοις, πριν τη «διαταγή αυτοκτονίας», ο στρατηγός Βέργος αρραβωνιάζει το Βαρτάνη με την ανιψιά του, Ρεγγίνα Δραγούμη (Τόνια Καζιάνη)…
«Στην κόλαση δεν υπάρχουν σύνορα» (Δεκέμβριος 1972 – Μάιος 1973): Στον τέταρτο κύκλο της σειράς, ο Αντωνόπουλος δεν εμφανίζεται καθόλου, ενώ η Μαυροπούλου εκτάκτως σε μόνον ένα επεισόδιο. Η κεντρική ηρωίδα αυτής της ιστορίας, είναι η Βιργινία Δέρβου (Τζένη Ρουσσέα), σύζυγος του εκ των βασικών πρωταγωνιστών ταγματάρχη Δημήτρη Καβάση (Γιώργος Σίσκος).
Ενώ όλοι τη θεωρούν νεκρή, εκείνη φτάνει από το Βερολίνο στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1941 καταφέρνοντας να ξεφύγει από τα φρικτά βασανιστήρια στα οποία την υπέβαλλαν οι Γερμανοί. Μαζί της, κουβαλά απόρρητα έγγραφα της ναζιστικής αντικατασκοπείας, αναφορικά με την επικείμενη επίθεση των Γερμανών στην Κρήτη. Δηλαδή, ουσιαστικά είναι κατάσκοπος των Ελλήνων. Μεσολαβήτρια ώστε ν’ αναλάβει η Βιργινία τούτη την αποστολή, είναι η πεθερά της και μητέρα του Καβάση, Δέσποινα (Δάφνη Σκούρα).
Στην αρχή, αρνείται να τα παραδώσει πριν την οδηγήσουν στον άνδρα της, ζητώντας να την αφήσουν ήσυχη να συνεχίσει τη ζωή της. Ωστόσο, τελικώς πείθεται από την πεθερά της να το κάνει, προς όφελος της πατρίδας. Αλλά και πάλι τα βάσανά της δεν τελειώνουν, καθώς αποκαλύπτεται ότι έπεσε θύμα των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών, οι οποίες φρόντισαν να πάρει μαζί της πλαστά έγγραφα με τα δήθεν σχέδια απόβασής τους στην Κρήτη, ώστε να παραπλανήσουν τις αντίστοιχες ελληνικές.
Λίγο πριν αρχίσει η θρυλική μάχη στο νησί, στην προσπάθεια των αξιωματικών και της Δέρβου να μπούνε σε καράβι που θα τους οδηγήσει στην Αίγυπτο, εκείνη τραυματίζεται σοβαρά από σφαίρα και ο αντισυνταγματάρχης -πια- και σύζυγός της Καβάσης αποφασίζει να μείνει κοντά της και να μη φύγει μαζί με τους άλλους, παρά το ότι δεν υπάρχει η παραμικρή ελπίδα σωτηρίας της. Τότε, η Βιργινία δίνει τραγικό τέλος στη ζωή της, αυτοκτονώντας με μια χειροβομβίδα προκειμένου να τον αφήσει ελεύθερο ν’ ακολουθήσει τον υπόλοιπο στρατό στην Αφρική…
Σε τούτο τον κύκλο, καθοριστικούς ρόλους παίζουν και οι ναζί αξιωματικοί, συνταγματάρχης Πολ (ή Ματίας) Βίντερμαν (Γιώργος Βουτσίνος), υπολοχαγός Χάϊνριχ Στουρμ (Ντίνος Καρύδης) και ταγματάρχης Χέρμαν Βόιλερ (Νίκος Απέργης). Επίσης, συμμετέχουν μεταξύ άλλων και οι Γιώργος Βελέντζας (ναύαρχος Λιόσης), Τίμος Περλέγκας (ο μονόχειρας στρατηγός Πάτροκλος Τσιάρας), Νίκος Δενδρινός (στρατηγός Λιάπης ή Λιάτσης) κ.α.
«Φλεγόμενη έρημος: Νίκη στη Βόρειο Αφρική» (6/6/1973 – 26/2/1974): Η πέμπτη και τελευταία τηλεοπτική ενότητα του «Αγνώστου πολέμου», σημαδεύεται από την επιστροφή του Βαρτάνη και αναφέρεται σε μιαν ιστορία αντικατασκοπείας στη Βόρεια Αφρική, λίγο πριν την τελική νίκη των συμμάχων στο Ελ Αλαμέιν. Ολόκληρη η υπόθεση αυτού του κύκλου εξελίσσεται στο Κάιρο.
Εδώ, εμφανίζεται για πρώτη φορά στη σειρά η Ελένη Ερήμου, στο ρόλο της κατασκόπου των Γερμανών Ελίζαμπεθ φον Νόϊμαν, η οποία παρουσιάστηκε ως Ελληνίδα με το ονοματεπώνυμο Λίζα Βλαντή. Κατόπιν εντολής του Βίντερμαν, εστάλη στην Αίγυπτο για να προσπαθήσει ν’ αποσπάσει πληροφορίες από τους Έλληνες στρατιωτικούς που βρίσκονται εκεί.
Στόχος της, είναι η σύναψη στενών σχέσεων με κάποιον αξιωματικό του στρατού μας, ώστε να μπορεί να εκτελέσει πιο αποτελεσματικά την αποστολή της. Γνωρίζει το Βαρτάνη, ο οποίος έχει ένα σοβαρό τραύμα στη σπονδυλική στήλη κι αναλαμβάνει χρέη νοσοκόμας του, ενώ εκείνος αρχίζει σιγά-σιγά να την ερωτεύεται. Το ίδιο κι εκείνη, όμως από την άλλη υπάρχει και το “καθήκον” κι έτσι βρίσκεται σε δίλημμα.
Κάποια στιγμή, ο Βαρτάνης ανακαλύπτει την πραγματική ταυτότητά της και φαίνεται ότι τα πάντα τελειώνουν μεταξύ τους. Εκείνη πέφτει στα χέρια των Γερμανών που έχουνε πληροφορηθεί το διπλό παιχνίδι της, ενώ ο αγαπημένος της ειδοποιείται αιφνιδιαστικά ν’ αναχωρήσει για το Λονδίνο, για επαφές με τους εκεί πράκτορες κατασκοπείας.
Παράλληλα, στο Κάιρο οι Έλληνες αξιωματικοί αποφασίζουν να βάλουν σ’ εφαρμογή ένα παράτολμο κι επικίνδυνο σχέδιο. Να στείλουνε τον ταγματάρχη Χρήστο Κρέστα (Χρήστος Δαχτυλίδης) στη Βεγγάζη όπου βρίσκεται ο περιβόητος στρατηγός Έρβιν Ρόμελ (Γιώργος Κυρίτσης), στη θέση ενός Γερμανού πλωτάρχη που πέθανε μετά τη βύθιση ενός υποβρυχίου. Στόχος τους, να παίρνουν πληροφορίες αναφορικά με τις κινήσεις του εχθρού για την κατάληψη του Τομπρούκ.
Πράγματι, ο Κρέστας αναλαμβάνει αυτή την αποστολή και αμέσως καταφέρνει να ξεγελάσει τους πάντες, υποδυόμενος το ρόλο του με υποδειγματικό τρόπο. Ακόμα και ο πανούργος και σκληρός στρατηγός Ντίντριχ (Χρήστος Κωνσταντόπουλος) δεν αντιλαμβάνεται την πλαστοπροσωπία κι έτσι, ο Έλληνας στρατιωτικός καταφέρνει να διοχετεύει πολύτιμες πληροφορίες στους συναδέλφους του.
Ωστόσο, προς το τέλος αποκαλύπτεται ο ρόλος του και ο Βίντερμαν τον αναγκάζει να του πει όλη την αλήθεια, μέσω μιας ένεσης. Ο θάνατός του είναι θέμα ωρών, όμως την τελευταία στιγμή διασώζεται, καθώς συμφωνείται ανταλλαγή μεταξύ αυτού και της Λίζας Βλαντή (η οποία επίσης είναι αιχμάλωτη) με τον ταγματάρχη Βόιλερ, ο οποίος βρίσκεται στα χέρια των Ελλήνων.
Κάπου εκεί, η σειρά ολοκληρώθηκε εντελώς ξαφνικά και βιαστικά. Σύμφωνα με το Νίκο Φώσκολο, του ζητήθηκε από το δικτατορικό καθεστώς να γράψει άλλον ένα κύκλο με αναφορά στον Εμφύλιο κι εκείνος αρνήθηκε, οπότε δόθηκε εντολή για το τέλος του «Αγνώστου πολέμου».
Ο συγγραφέας είχε έτοιμο κι έναν έκτο, με τίτλο «Η ώρα της νίκης- Η επιστροφή του Βαρτάνη», ο οποίος δεν προβλήθηκε ποτέ. Όμως, δημοσιεύτηκε σε 15 συνέχειες στο περιοδικό «Ρομάντσο» από το Μάιο ως τον Αύγουστο του 1974, δηλαδή όταν ήδη είχε τελειώσει η τηλεοπτική προβολή της σειράς. Το ίδιο περιοδικό, δημοσίευσε σε μορφή μυθιστορήματος και τους υπόλοιπους κύκλους του θρυλικού σίριαλ σε συνολικά 124 τεύχη, από τον Απρίλιο του 1972 ως τον Αύγουστο του 1974…
Σύμφωνα με το σενάριο του έκτου κύκλου, η δράση εκτυλίσσεται και πάλι στην Αίγυπτο και βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 1942, λίγο πριν την καθοριστική μάχη του Ελ Αλαμέιν. Ο Βαρτάνης επιστρέφει στο Κάιρο από το Λονδίνο, όπου με τη βοήθεια των Άγγλων στρατιωτικών κατάφερε να οργανώσει το νέο ελληνικό στρατό, καθώς στην αγγλική πρωτεύουσα έφθαναν αρκετοί συμπατριώτες μας και κατατάσσονταν εθελοντικά.
Με την άφιξή του εκεί, γίνεται και πάλι στόχος εκβιασμού από τον αδίστακτο Βίντερμαν. Αρχικώς, απάγεται και βασανίζεται η αγαπημένη του συνταγματάρχη, η Λίζα Βλαντή, που πλέον έχει ταχθεί στην πλευρά των Ελλήνων. Εν συνεχεία, ο Γερμανός δήμιος ανακοινώνει στο Βαρτάνη ότι στην Αθήνα έχουν συλληφθεί η αδελφή του Χριστίνα και συγγενείς διαφόρων αξιωματικών του ελληνικού στρατού.
Του ζητά λοιπόν να γίνει πράκτοράς του, προκειμένου να μη δώσει εντολή εκτέλεσης των αιχμαλώτων και να τον εφοδιάζει με όσες πληροφορίες μαθαίνει. Βεβαίως ο Βαρτάνης αρνείται, αλλά στη συνέχεια συλλαμβάνει ένα σχέδιο για να παγιδεύσει το Βίντερμαν. Δέχεται λοιπόν δήθεν να συνεργαστεί μαζί του, ενώ παράλληλα με τη βοήθεια των συναδέλφων του προσπαθεί να βρει το κρησφύγετο του Γερμανού και των συνεργατών του, κάτι που καταφέρνει μ’ ένα πανέξυπνο τρόπο.
Αφού λοιπόν δίνει ορισμένες πληροφορίες που είναι ήδη γνωστές στους εχθρούς, προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και να οργανώσει την απαγωγή των φυλακισμένων στην Αθήνα, στέλνοντας εκεί τον ταγματάρχη Κρέστα, υπό την εποπτεία του οποίου θα προχωρήσει το σχέδιο.
Εν τω μεταξύ, η μάχη του Ελ Αλαμέιν και η συντριβή του Ρόμελ, αλλά και του χιτλερικού καθεστώτος, είναι πια θέμα χρόνου…
Το καστ
Εκτός των ήδη αναφερθέντων πρωταγωνιστών, στον «Άγνωστο πόλεμο» συμμετείχαν επιπλέον αρκετοί και διαλεχτοί ηθοποιοί. Μεταξύ αυτών, οι Θόδωρος Έξαρχος (στρατηγός Κοντογιάννης, υπαρχηγός του Επιτελείου), Μιράντα Κουνελάκη (Έρρικα), Νίκος Παπαχρήστος (συνταγματάρχης Τσόκρης), Νίκη Τσιγκάλου (Θάλεια Βαρτάνη, αδελφή του Έκτορα και της Χριστίνας), Κώστας Μεσσάρης (Χασάν Ασάφι, Αιγύπτιος υπαστυνόμος του παραρτήματος Καΐρου) κ.α.
Ωστόσο, ο μεγάλος πρωταγωνιστής δεν ήταν άλλος από τον Άγγελο Αντωνόπουλο. Ο ρόλος του Βαρτάνη τον σημάδεψε για πολλά χρόνια κι επί μια συνεχή τριετία, ανακηρυσσόταν ως ο δημοφιλέστερος Έλληνας σε σχετικό διαγωνισμό εβδομαδιαίου περιοδικού. Μάλιστα, στο δρόμο οι περισσότεροι τον χαιρετούσαν στρατιωτικά, δείγμα του πόσο επηρέαζε τους τηλεθεατές ένας ρόλος στη μικρή οθόνη…
Περίπου το ίδιο συνέβη και με τη Γκέλυ Μαυροπούλου, η οποία βρισκόταν συνεχώς μ’ ένα τηλέφωνο στο χέρι και με δάκρυα στα μάτια σε όλη τη σειρά, «αγγίζοντας» συναισθηματικά ένα μεγάλο μέρος του κοινού. Επίσης, ο Κώστας Καραγιώργης πορευόταν για αρκετά χρόνια με την «ταμπέλα» του «Ψάχου»…
Το remake
Περίπου 12 χρόνια μετά το τέλος της θρυλικής σειράς κι ενώ δεν είχε μείνει σχεδόν τίποτα από κείνη, το 1986 ο Νίκος Φώσκολος αποφάσισε να γυρίσει σε βιντεοκασέτες τους πρώτους δύο κύκλους της. Πρωταγωνιστής ήταν και πάλι ο Αντωνόπουλος ως Βαρτάνης, αλλά το ρόλο της Χριστίνας υποδύθηκε η Μαρία Αλιφέρη και του Ψάχου ο Νίκος Απέργης, ο οποίος συμμετείχε και στην πρώτη «βερσιόν» ως Γερμανός αξιωματικός Χέρμαν Βόιλερ.
Ουσιαστικά, ο δημιουργός της σειράς θέλησε να δώσει μιαν εικόνα της στο κοινό που είτε δεν την είχε δει στη μία και μοναδική προβολή της, είτε την είχε παρακολουθήσει και πιθανώς ήθελε να την ξαναδεί.
Μπορεί η απήχηση να μην ήταν εκείνη που ίσως προσδοκούσε, ωστόσο κυριολεκτικά σάρωσε τα βραβεία στη σχετική κατηγορία για το 1986: Πρώτου και δεύτερου ανδρικού ρόλου, πρώτου γυναικείου, καλύτερης παραγωγής, σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού και παλαίμαχου ηθοποιού…
Αργότερα, το remake του «Αγνώστου πολέμου» προβλήθηκε υπό τη μορφή μίνι σίριαλ στον ΑΝΤ1, την εποχή που ξεκινούσε τη διαδρομή του στα τηλεοπτικά πράγματα της χώρας μας. Ωστόσο, δεν κατάφερε να κερδίσει μεγάλο μέρος του κοινού…
Πάντως, δε θα ξεχάσω μια βραδιά που ξεκίνησε να παίζει η μουσική των τίτλων, η οποία ήταν ακριβώς η ίδια με της «αυθεντικής» σειράς (σύνθεση της Δανάης Ευαγγελίου). Η μητέρα μου -φανατική τηλεθεατής του «Αγνώστου πολέμου» στην πρώτη εκδοχή του- βρισκόταν στην κουζίνα και τινάχτηκε σαν ελατήριο όταν την άκουσε: «Ο άγνωστος πόλεμος» αναφώνησε κι έτρεξε να δει, πιστεύοντας ότι ήταν ο «κανονικός»…
Σχόλιο
Ο «Άγνωστος πόλεμος» είναι η πρώτη πολύ μεγάλη επιτυχία της ελληνικής τηλεόρασης, ίσως η μεγαλύτερη βάσει ποσοστών θεαματικότητας. Ο Φώσκολος, κατάφερε να καθηλώσει μιαν ολόκληρη χώρα μπροστά στη μικρή οθόνη, σε μιαν εποχή που οτιδήποτε στρατιωτικό γεννούσε το μίσος και την απέχθεια στο λαό, λόγω της χούντας των συνταγματαρχών…
Βεβαίως, οι δικτάτορες προσπάθησαν να καπηλευτούν την τεράστια δημοτικότητα της σειράς, θέλοντας να τονίσουν τη σημαντική συμβολή του ελληνικού στρατού στην Αντίσταση και στην Κατοχή. Επί τούτου και μετά τη μεταπολίτευση «κατηγορήθηκε» ο «Άγνωστος πόλεμος» ως ένα είδος «υπνωτικού» που έδωσε η χούντα στους Έλληνες, ώστε να ξεχάσουν όλα όσα έκανε εις βάρος τους.
Ωστόσο, δε νομίζω ότι τα πράγματα είναι έτσι. Ο ελληνικός λαός, είναι γνωστό ότι νιώθει περηφάνια και συγκίνηση για τα κατορθώματα των προγόνων του, τα οποία μάλιστα τότε ήταν ακόμα σχετικά πρόσφατα, μια και η σειρά πραγματευόταν την ηρωική περίοδο 1940-1941. Επομένως, ήτανε φυσικό ο «Άγνωστος πόλεμος» να του ξυπνήσει όλα αυτά τα συναισθήματα και να τον παρακολουθεί με αμείωτο ενδιαφέρον επί δυόμισι χρόνια…
———–
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…
Πολύ ωραία κριτική πάνω στην σειρά. Τα επεισόδια της σειρά του ’70 αλλά και του ’80 υπάρχουν; Έχω βρει μόνο μερικές σκηνές και μ’αρέσει ιδιαίτερα η παραγωγή της εν λόγω σειράς