Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
Τηλεοπτικές στιγμές που μας έκαναν να γελάσουμε, να κλάψουμε, να μελαγχολήσουμε, να ταυτιστούμε με τους ήρωες και να πάσχουμε μαζί τους. Πόσα συναισθήματα δε γέννησαν σε όλους μας αξέχαστα σίριαλ της μικρής οθόνης. «Ασπρόμαυρα κι έγχρωμα», άφησαν το σημάδι τους στο μυαλό και στην καρδιά μας και τα θυμόμαστε με νοσταλγία μέσα σ’ αυτό το άθλιο τηλεοπτικό τοπίο του σήμερα…
Αυτή η στήλη λοιπόν, κάθε 15 ημέρες θα σας παρουσιάζει κι από μία σειρά που έγραψε τη δική της ξεχωριστή ιστορία στην ασπρόμαυρη ή στην έγχρωμη τηλεόραση στα πρώτα 20 χρόνια πορείας της. Φιλοδοξία της, να σας θυμίσει μοναδικές κι ανεπανάληπτες στιγμές που δε θα σβήσουν ποτέ ο χρόνος και η μνήμη!
———————————————————
Από τον Ιούνιο του 1972 και μετά, ουσιαστικά ξεκίνησε η μεγάλη εποχή της ελληνικής τηλεόρασης. Οι εγχώριες σειρές αυξήθηκαν και η τηλεθέασή τους, κυριολεκτικά χτυπούσε κόκκινο. Μέχρι τότε, οι «τοπ» επιτυχίες ήταν φυσικά «Ο άγνωστος πόλεμος» και «Η γειτονιά μας», με τον «Κύριο συνήγορο» και την «Κοκορόμυαλη» ν’ ακολουθούν…
Ωστόσο, μέσα σ’ ένα τριήμερο του Ιουνίου ξεκίνησαν ισάριθμες σειρές, οι οποίες αμέσως εκτινάχθηκαν στα ύψη της θεαματικότητας. Δευτέρα 19 του μηνός, «Εκείνος κι εκείνος». Τετάρτη 21, «Ο παράξενος ταξιδιώτης». Και στο ενδιάμεσο, την Τρίτη 20 του μηνός, «Το κορίτσι της Κυριακής», όλα από τη συχνότητα του τότε ΕΙΡΤ.
Αυτό το τελευταίο σίριαλ, βγήκε στον αέρα με στόχο να «χτυπήσει» τη «Γειτονιά», που κυριαρχούσε στην προτίμηση του κοινού. Κι εν μέρει τα κατάφερε, αφού μπόρεσε να κερδίσει την προτίμηση μεγάλου αριθμού τηλεθεατών. Είχε κι αυτό «οικογενειακό» χαρακτήρα, αλλά σε πιο δραματικούς τόνους απ’ ότι η σειρά του Πρετεντέρη. Ήταν γραμμένη από το Βαγγέλη Γκούφα, σκηνοθετημένη από το Μιχάλη Παπανικολάου (ο οποίος για ένα διάστημα σκηνοθετούσε παράλληλα τόσο το «Κορίτσι», όσο και τους «Θησαυρούς της Βέρμαχτ») και παραγωγή του «συνεργάτη δίχως όνομα» Νίκου Νικολαρέα.
Από τις 20 Ιουνίου 1972 ως τις 31 Μαΐου 1973, το σίριαλ προβαλλόταν κάθε Τρίτη και Πέμπτη στις 20:00. Έκτοτε και μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου 1973 που ολοκληρώθηκε, μόνο κάθε Τρίτη στις 21:00, σε συνολικά περίπου 110 ημίωρα επεισόδια. Φυσικά, είναι περιττό να πούμε ότι δεν έχει μείνει ούτε ένα δευτερόλεπτο από αυτά στο αρχείο της δημόσιας τηλεόρασης…
Επιπλέον, μέχρι σήμερα δεν υπήρξε κάπου καταγεγραμμένη η υπόθεση και τα ονόματα των χαρακτήρων της σειράς. Και λέω «μέχρι σήμερα», γιατί πριν λίγο καιρό ανακάλυψα ότι «Το κορίτσι της Κυριακής» δημοσιεύτηκε ως «φωτο-μυθιστόρημα» στο πασίγνωστο περιοδικό της εποχής «Φαντάζιο», σε συνολικά 31 τεύχη (210-240), από τις 6 Μαρτίου ως τις 2 Οκτωβρίου 1973, μια εβδομάδα μετά την προβολή του τελευταίου επεισοδίου του.
Βρέθηκαν στα χέρια μου αρκετά από αυτά τα τεύχη, οπότε κατάφερα ν’ «αποκρυπτογραφήσω» σε γενικές γραμμές την ιστορία που εξελισσόταν, με «αποδείξεις και ονόματα». Έτσι, θεώρησα χρέος μου να παρουσιάσω την περίληψη της σειράς -με βάση όσα δημοσιεύτηκαν στο «Φαντάζιο»-, ως φόρο τιμής στους ζώντες συντελεστές της και μνήμης σ’ εκείνους που «έφυγαν». Αυτό γίνεται για πρώτη φορά μετά από 43 χρόνια, καθώς μέχρι τώρα ουδέποτε ασχολήθηκε κάποιος με την καταγραφή-παρουσίαση ενός σίριαλ που αν μη τι άλλο, είχε μεγάλη επιτυχία στην εποχή του!
Η υπόθεση
Η ιστορία κινείται μεταξύ δύο οικογενειών, διαφορετικού κοινωνικού και οικονομικού επιπέδου: Αυτής του Γιάγκου Γεραλή (Λαυρέντης Διανέλλος) και του Παύλου Ζαφειρίδη (Ανδρέας Φιλιππίδης).
Ο πρώτος, ήλθε στην Ελλάδα ως πρόσφυγας μετά τη μικρασιατική καταστροφή και με χίλιες δυο δυσκολίες, κατάφερε να στήσει το σπιτικό του και ν’ ανοίξει ένα μαγαζάκι, που πουλά εφημερίδες και περιοδικά. Παντρεύτηκε την επίσης προσφυγοπούλα Μαρία (Λουίζα Ποδηματά) κι έκανε δύο παιδιά, τη Ρένα (Βέρα Κρούσκα) και το Νίκο (Νίκος Δαδινόπουλος).
Η κόρη του είναι υπάλληλος σε τράπεζα, αλλά κι εξαιρετική πιανίστρια, έχοντας πάρει και υποτροφία. Ο γιος βρίσκεται στο τελευταίο έτος της Νομικής, όμως τον έχει απορροφήσει το ποδόσφαιρο, καθώς είναι ο «σταρ» και το «καμάρι» της γειτονιάς, αγωνιζόμενος στην τοπική ομάδα «Κρόνος».
Από την άλλη, ο Ζαφειρίδης είναι ένας μικροβιομήχανος, έχοντας την εταιρεία «Κρίνος βαμβακουργική». Αν έγινε κάτι, το οφείλει κυρίως στην περιουσία της συζύγου του Λίας (Καίτη Πάνου), η οποία έχει όλα τα «τυπικά προσόντα» μιας φαντασμένης και μεγαλοπιασμένης γυναίκας.
Το σίριαλ ξεκινά με την επιστροφή στην Ελλάδα του γιου των Ζαφειρίδη, Θάνου (Φαίδων Γεωργίτσης), ο οποίος βρισκόταν πέντε χρόνια στο Παρίσι για σπουδές στη διοίκηση επιχειρήσεων και τώρα, γυρίζει για ν’ ασχοληθεί με την εταιρεία του πατέρα του.
Εκτός των γονέων του, τον περιμένουν και δύο γυναίκες εκ διαμέτρου αντίθετων χαρακτήρων. Η παιδική του φίλη Ρένα Γεραλή, καθώς και η γραμματέας του Ζαφειρίδη, Έλλη Παπαδάκη (Νόρα Κατσέλη). Η πρώτη, βλέπει τον Θάνο ως ένα «άπιαστο όνειρο» και τον αγαπά μ’ ένα σιωπηλό, αγνό και τρυφερό τρόπο. Η δεύτερη, τον έχει βάλει στο μάτι κυρίως για να ικανοποιήσει τον εγωισμό της, αλλά και για να επωφεληθεί από το όνομα και την οικονομική άνεσή του. Παράλληλα, έχει ξελογιάσει και τον Νίκο Γεραλή, ο οποίος την αγαπά και τη ζηλεύει παθολογικά. Βλέπει λοιπόν ότι η επιστροφή του Θάνου (παιδικού φίλου του) αποτελεί γι’ αυτόν απειλή.
Και πραγματικά, δεν αργεί να επιβεβαιωθεί. Η Έλλη «προσκολλάται» από την αρχή στον νεαρό Ζαφειρίδη, γεγονός που κάνει έξαλλο τον Νίκο. Η Ρένα εξακολουθεί να τον αγαπά, αλλά χωρίς να του το έχει πει και συνεχίζει να σωπαίνει, καθώς δε θέλει να μπει ανάμεσα στο ζευγάρι. Οι συναντήσεις τους είναι καθαρά φιλικές και περιορίζονται σε σχετικές συζητήσεις.
Όλα αυτά, μέχρι την οικονομική καταστροφή του «Κρίνου». Κάποιος άγνωστος (στην αρχή) προκαλεί τεράστια ζημιά στην επιχείρηση και ο Θάνος φεύγει εσπευσμένα για το Παρίσι, προσπαθώντας ν’ ανακαλύψει τι συμβαίνει. Μαζί του πηγαίνει και η Έλλη, η οποία όμως θα τον εγκαταλείψει γρήγορα, βλέποντας ότι δεν έχει να κερδίσει κάτι απ’ αυτόν μετά από τούτο το περιστατικό. Επιπλέον, αποκαλύπτεται ότι κληρονόμος της επιχείρησης είναι κάποιος Έλληνας, που κρατά πεισματικά την ανωνυμία του.
Μετά από όλα αυτά, η Έλλη θα ξαναπλησιάσει τον Νίκο κι εκείνος θα πιστέψει ότι την κέρδισε, όμως για να την εντυπωσιάσει, θα βρεθεί μπλεγμένος σε υπόθεση αρχαιοκαπηλίας και θα οδηγηθεί στις φυλακές. Ο πατέρας του τον απαρνιέται και τον ξεγράφει, ενώ του συμπαρίστανται μόνον η μητέρα και η αδελφή του. Αργότερα, θ’ αποφυλακιστεί με εγγύηση.
Έτσι, η ατίθαση Έλλη θα βρεθεί ξανά στην αγκαλιά του Θάνου και θ’ αποφασίσουν να παντρευτούν, ζητώντας μάλιστα από τη Ρένα να γίνει κουμπάρα τους. Εκείνη δέχεται, όμως ένα απρόοπτο περιστατικό θ’ ανατρέψει την κατάσταση. Ο πατέρας της Έλλης, ο μαστρο-Μηνάς (Γιώργος Νέζος), μαθαίνοντας για τα σχέδια της κόρης του, θα εισβάλλει στην κάμαρα όπου ζει με το μέλλοντα σύζυγό της, κρατώντας ένα όπλο με σκοπό να τη σκοτώσει. Η Ρένα που βρίσκεται εκεί, θα μπει στη μέση και θα δεχτεί τη σφαίρα, η οποία σφηνώνεται στη σπονδυλική στήλη της και της προκαλεί παραλυσία των κάτω άκρων.
Ο μαστρο-Μηνάς συλλαμβάνεται και ο γιατρός ζητά από τον Θάνο να συμπαρασταθεί ψυχολογικά και ηθικά στη Ρένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η Έλλη να τον εγκαταλείψει, λέγοντάς του ότι πρέπει να ξεκαθαρίσει μέσα του τι θέλει. Εκείνος αισθάνεται υπεύθυνος για το ατύχημα και σκέφτεται να μείνει κοντά στη Ρένα, όμως και πάλι όλα θ’ ανατραπούν.
Εκείνη, μετά την αναπηρία της αλλάζει χαρακτήρα. Γίνεται σκληρή και αποφασίζει από πείσμα ν’ αρραβωνιαστεί τον Αντώνη Μιχάλογλου (Τάσος Μασμανίδης), γιο ενός περίεργου ηλικιωμένου πρόσφυγα, ο οποίος επίσης λέγεται Αντώνης Μιχάλογλου (Μιχάλης Κωστόπουλος). Τη βραδιά των αρραβώνων, αποκαλύπτεται ότι ο νεαρός Αντώνης είναι υιοθετημένος και πραγματικός πατέρας του είναι ο Παύλος Ζαφειρίδης, ο οποίος παθαίνει καρδιακή προσβολή μετά την αποκάλυψη ενός μυστικού πολλών ετών.
Το παιδί αυτό, προέκυψε από μια εφήμερη σχέση του με τη νεαρή Ελένη Μανέτα κατά τη διάρκεια της κατοχής, η οποία αυτοκτόνησε μετά την εγκατάλειψή του και ήταν ο μεγάλος έρωτας του γερο-Αντώνη Μιχάλογλου, ο οποίος ορκίστηκε εκδίκηση. Έτσι, δίνεται και η απάντηση για το ποιος προκάλεσε την οικονομική καταστροφή του Ζαφειρίδη…
Από τη στιγμή λοιπόν που ο Θάνος μαθαίνει την αλήθεια, ανακαλύπτει ότι αγαπά τη Ρένα κι αποφασίζει να τη διεκδικήσει από τον αδελφό του, όπως είναι πια ο Αντώνης. Εν τω μεταξύ, ο Γιάγκος βλέποντας ότι η κόρη του θα γίνει δυστυχισμένη, αποφασίζει να πουλήσει το σπίτι και να φύγει από τη γειτονιά, μαζί με τη γυναίκα του…
Το καστ
Όπως μπορέσατε να διαπιστώσετε, το καστ της σειράς είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικό. Πολύ καλοί κι εκλεκτοί πρωταγωνιστές, που άπαντες έκαναν το τηλεοπτικό ντεμπούτο τους στο «Κορίτσι της Κυριακής». Η Βέρα Κρούσκα κέρδισε τη συμπάθεια του κοινού, έχοντας το ρόλο μιας κοπέλας που αποφασίζει να θυσιάσει τη ζωή και την ευτυχία της, φτάνει να είναι χαρούμενος ο άνδρας που αγαπά. Δυστυχώς, δε μπορούμε να κάνουμε το παραμικρό σχόλιο για την παρουσία των υπολοίπων ηθοποιών, καθώς όπως ήδη αναφέραμε, δεν υπάρχει ούτε ένα πλάνο της σειράς…
Εκτός των προαναφερθέντων πρωταγωνιστών, συμμετείχαν επίσης οι Ντίνος Καρύδης (Μιχάλης Αναγνώστου, προϊστάμενος της Ρένας στην τράπεζα και υποψήφιος -αλλά αποτυχών- γαμπρός των Γεραλήδων), Κάκια Παναγιώτου (Κατερίνα, μητέρα της Έλλης), Καίτη Ιμπροχώρη (Φώφη Δριμάρη, κόρη ενός Έλληνα εφοπλιστή, με όλα τα χαρακτηριστικά ενός κακομαθημένου πλουσιοκόριτσου), Τζένη Ζαχαροπούλου (Λόλα, υπηρέτρια στο σπίτι των Ζαφειρίδη), Άντα Πατρέλη (Δήμητρα, φίλη και συνάδελφος της Ρένας) κ.α.
Σχόλιο
Δυστυχώς, ούτε εδώ μπορούμε να γράψουμε κάτι σχετικά με τη σειρά. Οι «φωστήρες» της δημόσιας τηλεόρασης «φρόντισαν» για τούτο, καθώς την έσβησαν ολόκληρη και μόνο μέσα από φωτογραφίες της εποχής μπορούμε να πάρουμε μια «γεύση» απ’ αυτή. Κι ευτυχώς που βρέθηκαν και δαύτες σε περιοδικά εκείνης της περιόδου («Φαντάζιο», «Ρομάντζο» κλπ), αλλιώς δε θα υπήρχε το παραμικρό από «Το κορίτσι της Κυριακής». Μια αισθηματική σειρά που κέρδισε μια αρκετά μεγάλη μερίδα του κόσμου και αγαπήθηκε πολύ την περίοδο 1972-73, ούσα στις πρώτες θέσεις τηλεθέασης…
———–
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…