Γράφουν η Πέννυ Γέρου και η Σοφία Τσεκούρα
www.musiccorner.gr
Μ. Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Hiroshima, mon amour

Επικρατώντας κυρίως με τη γαλλική ονομασία της, η ταινία «Hiroshima, mon amour» («Χιροσίμα, αγάπη μου») είναι ένα ακόμη εξαιρετικό δείγμα της κινηματογραφικής παραγωγής του γαλλικού νέου κύματος. Μια ταινία του 1959, με σκηνοθέτη τον μεγάλο Alain Resnais και σεναριογράφο τη Marguerite Duras, έρχεται να ταράξει, όχι μόνο τα νερά του γαλλικού νέου κύματος, καθώς φαίνεται να ξεφεύγει από το κυρίαρχο μοτίβο της τότε παραγωγής, αλλά και την αντίληψή μας για τα γεγονότα, για τον τρόπο που αντιδρούμε απέναντι στην Ιστορία.

Μια Γαλλίδα ηθοποιός βρίσκεται στη Χιροσίμα για τα γυρίσματα μιας ταινίας για την ειρήνη. Εκεί, συναντά έναν Γιαπωνέζο αρχιτέκτονα. Αν και παντρεμένοι, τα μονοπάτια τους διασταυρώνονται. Περνούν τη νύχτα μαζί, αγκαλιασμένοι. Τα πλάνα αρνούνται να δείξουν τα πρόσωπά τους. Τα λόγια αρνούνται να πουν τα ονόματά τους. Δεν έχουν σημασία. Βλέπουμε μόνο αγκαλιασμένα κορμιά, χέρια να στριφογυρίζουν γύρω από το γυμνό σώμα.

«Είδα τα πάντα». Η φωνή της γυναίκας ακούγεται πίσω από την πλάτη του γυμνού άντρα. Η γυναίκα είδε όλη την ιστορία της Χιροσίμα. Τέσσερις μέρες στο μουσείο της Χιροσίμα της έδειξαν την ιστορία της. Είδε ποδήλατα να έχουν γίνει ένα κουβάρι, είδε συσκευασίες να μαζεύονται σωρό, είδε ανθρώπινα μέλη να διατηρούνται σαν εκθέματα, είδε τούφες από μαλλιά γυναικών που βρίσκονταν στα μαξιλάρια τους κάθε πρωί που ξυπνούσαν. Είδε τις πληγές αλλά και την επούλωσή τους με τα χρόνια, είδε όλες τις αναπαραστάσεις που πρόδιδαν την ιστορία της Χιροσίμα μετά την 6η Αυγούστου 1945, μετά τη ρίψη της ατομικής βόμβας, κοντά στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

«Δεν είδες τίποτα» απαντά ο άντρας. Όντως, δεν είδε τίποτα. Όποιος δεν έζησε τις στιγμές του πολέμου και τον φόβο τις επιβίωσης, δεν είδε τίποτα. Όποιος δε βγήκε μέσα από τα ερείπια, δε φοβήθηκε τους καρπούς της φύσης, τη βροχή, το νερό, το ίδιο του το σώμα, δεν είδε πραγματικά τίποτα. Οι τουρίστες μιας πόλης μπορούν να νιώθουν οίκτο ή συμπόνια για αυτή, αλλά ποτέ δε μπορούν να την καταλάβουν. Ο άντρας δεν είδε επίσης τίποτα. Η κλήση του για να υπηρετήσει στον πόλεμο τον κράτησε μακριά από τη Χιροσίμα, μακριά από την οικογένειά του, η οποία παρέμεινε για να ζήσει τον όλεθρο που άφησε πίσω του ο βομβαρδισμός της πόλης από τις Η.Π.Α.

Σκοπός δεν είναι να αναλυθεί ιστορικά και πολιτικά ο πόλεμος και ο βομβαρδισμός της Χιροσίμα, αλλά και του Ναγκασάκι λίγες μέρες αργότερα. Παρόλα αυτά, η ταινία μας δίνει μια εξαιρετική σύνοψη των όσων σκεφτόμαστε για αυτά.

«Αυτό το αποτέλεσμα είναι μεγάλη τιμητική διάκριση για την επιστημονική ευφυΐα του ανθρώπου…
Αλλά είναι λυπηρό το γεγονός ότι η πολιτική ευφυΐα του είναι 100 φορές λιγότερο αναπτυγμένη από την επιστημονική του ευφυΐα…
Και σε αυτό το σημείο στερούμε όταν θαυμάζουμε τον άνθρωπο»

Επιστρέφοντας στην περιπέτεια του ζευγαριού, φαίνεται σαν αυτοί οι δύο άνθρωποι να παλεύουν με το φόβο της λήθης. Κάθε μέρα, με όλη τους τη δύναμη μάχονται ενάντια στο να ξεχάσουν το παρελθόν. Καμιά φορά οι άνθρωποι ξεχνάνε την ανάγκη της μνήμης. Κι έτσι ξεχνούν το παρελθόν, ξεχνούν ποιοι είναι, ξεχνούν όσα τους προσδιορίζουν και τους βοηθούν να προχωρήσουν. Μέσα από πλάνα με την τεχνική του traveling, προχωράμε στους δρόμους της Χιροσίμα, στους δρόμους που ξαναγεννιούνται. Έτσι μαθαίνουμε για αυτούς και ταυτόχρονα μυούμαστε κι εμείς στον αγώνα ενάντια στη λήθη.

Η γυναίκα γοητεύεται από το ταξίδι της στη Χιροσίμα και από τον άγνωστο Γιαπωνέζο με τον οποίο πέρασε τη νύχτα. Την ίδια στιγμή, η γοητεία αυτή την τρομάζει. «Με καταστρέφεις. Μου κάνεις καλό». Η γυναίκα αυτή νιώθει πως η πόλη της Χιροσίμα της ταιριάζει, σαν ένα γάντι άψογα σχεδιασμένο για το σώμα της. Ίσως μέσα στο χαλασμό αυτής της πόλης, βρίσκει τον εαυτό της. Ίσως μέσα από το χαλασμό αυτό, βρίσκει τη δική της εξιλέωση.

Πώς όμως ένας άνθρωπος μπορεί να βρει τον εαυτό του σε μια πόλη; Πώς μπορεί να ταυτιστεί με κάτι τόσο μεγάλο, τόσο αχανές, τόσο ετερογενές; Κι όμως, οι αναμνήσεις της Γαλλίδας ηθοποιού, έρχονται σα χείμαρρος να εξηγήσουν αυτή της τη συμπεριφορά απέναντι στη Χιροσίμα. Ο έρωτας της για έναν Γερμανό στρατιώτη, πίσω στο 1945, ήταν η αιτία για να στιγματιστεί μπροστά σε μια ολόκληρη κοινωνία, όπως αυτή της Nevers, ενός προαστίου της Γαλλίας. Ο στρατιώτης σκοτώνεται και ο θάνατός του έρχεται να στιγματίσει τη νεότητα της Γαλλίδας ηθοποιού. Κλεισμένη σε κελάρι, κατηγορούμενη για εθνική προδοσία, εξόριστη από γονείς και φίλους προσπαθεί να ανακτήσει τον εαυτό της, τη φωνή της, τη ζωή της.

Οι περιπέτειες της ηθοποιού με τον χαμένο της εραστή εξιστορούνται στο Γιαπωνέζο αρχιτέκτονα. Δεν είχε τολμήσει ποτέ ως τότε να ξεστομίσει όλο αυτό το παρελθόν. Γυρνώντας στο δωμάτιο της, λέει στον καθρέφτη της, σα να μιλάει στο χαμένο της στρατιώτη: «Σε απάτησα σήμερα με έναν άγνωστο. Είπα την ιστορία μας». Δε τον απάτησε γιατί μοιράστηκε το ίδιο κρεβάτι μαζί του. Τον απάτησε γιατί είπε σε κάποιον ξένο την ιστορία τους, την ιστορία που επί 14 χρόνια κρυβόταν τόσο καλά και η ίδια νόμιζε πως είχε ξεχάσει.

«Κοίτα με πώς σε ξεχνάω. Κοίτα με πώς σε ξέχασα. Κοίτα με»

Όμως η ιστορία ήταν εκεί.  Η εμπειρία ήταν έτοιμη να γίνει έκφραση. Οι αναμνήσεις ήταν όλες εκεί και μετά από 14 χρόνια δε βρήκαν εμπόδια για να βγουν στην επιφάνεια. Η πτήση για επιστροφή στη Γαλλία είναι σε λίγες ώρες. «Θα μείνω εδώ», αποφασίζει. Θα μείνει εκεί γιατί η Χιροσίμα την έκανε να νιώσει, να θυμηθεί και να εκφράσει όσα κανένας και τίποτα δεν κατάφερε. Μια πληγωμένη γυναίκα συνάντησε μια πληγωμένη πόλη. Μια στιγματισμένη γυναίκα κούρνιασε στο κέντρο μιας πόλης που για χρόνια μαστίζεται από τα σημάδια του παρελθόντος, τα σημάδια του αμερικάνικου βομβαρδισμού.

Η γυναίκα παραδίνεται στην πόλη και την ανάμνηση. Ο άντρας την κυνηγά με κίνητρο την επιθυμία του να τη σώσει από το ντελίριο των αναμνήσεων στο οποίο έχει παραδοθεί. Μετά από ένα μικρό κυνηγητό σε ολόκληρη την πόλη, όπου το ζευγάρι βρίσκει πάντα τρόπο να συναντιέται στα πιο μικρά καφέ και bars της πόλης, επιστρέφουν στο ξενοδοχείο.

«Κοίτα με πώς σε ξεχνάω. Κοίτα με πώς σε ξέχασα. Κοίτα με!» φωνάζει η γυναίκα στο πρόσωπό του. «Χιροσίμα…» ψιθυρίζει. Εκείνος προσπαθεί να της κλείσει το στόμα. Εκείνη επιμένει. «Χιροσίμα… Αυτό είναι το όνομά σου».

Η Χιροσίμα είναι κάτι πέρα από μια πόλη. Κάθε πόλη είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Καθεμιά φέρει τα σημάδια της, φέρει το παρελθόν της. Ακόμα κι αν κοιτούσαμε την πόλη της Χιροσίμα και σήμερα, εν έτει 2012, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τα σημάδια της συμφοράς της. Δεν ήταν μόνο το 1959 που ο Alain Resnais μπόρεσε να τα εντοπίσει. Η πόλη αυτή θα κουβαλά για πάντα τις πληγές της και θα ξαναγεννιέται από αυτές. Ίσως ποτέ να μην καταφέρει να τις ξεχάσει. Έστω κι ασυνείδητα, οι άνθρωποι τείνουν να κρατάνε το παρελθόν τους. Μπορεί συχνά να ξεχνάνε το «γιατί» ή να μην το ομολογούν, αλλά θυμούνται. Μπορεί επίσης να φαίνονται ότι προχωρούν, ότι ξεπερνούν ένα οποιοδήποτε «χτύπημα» της ζωής, αλλά πάντα κάτι τους προδίδει.

Αυτή ίσως να είναι η κατάρα και η ευλογία των ανθρώπων και των πόλεων: η μνήμη

———-

***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή φωτογραφιών, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here