stou_xronou_ton_kathrefti_logo_500

Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
Πέμπτη, 20 Μαρτίου 2014

Η δεκαετία του ’60 θεωρείται από πολλούς ως εκείνη που άλλαξε τα πάντα στη μουσική της πατρίδας μας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις κι εν συνεχεία ο Σταύρος Ξαρχάκος και οι «επίγονοί» τους, άνοιξαν νέους δρόμους στο τραγούδι με τις δημιουργίες τους. Παράλληλα όμως, αυτές ευτύχησαν να ερμηνευθούν από μια γενιά σπουδαίων τραγουδιστών που είτε ξεκίνησε τότε, είτε προϋπήρχε αλλά άκμασε στη συγκεκριμένη περίοδο.

Με αφετηρία λοιπόν το 1960, θα σταθούμε «στου χρόνου τον καθρέφτη» και θα γυρίσουμε το ρολόι στο «τότε». Ανά 15 ημέρες, η στήλη θα παρουσιάζει τα σημαντικότερα μουσικά γεγονότα στην Ελλάδα χρόνο με το χρόνο και παράλληλα, συχνά θα κάνει μια «βόλτα» στα νυχτερινά κέντρα της εποχής, παρουσιάζοντας τα «σχήματα» που έγραψαν ιστορία…

———————————————————–

stou_xronou_ton_kathrefti_1972

 

1972: «Μεγάλος ερωτικός», «Μικρά Ασία» και «Μαύρος Σεπτέμβρης»…

Γεμάτο γεγονότα -ως επί το πλείστον δυσάρεστα- το 1972. Η Ελλάδα θρηνεί περισσότερους από διακόσιους νεκρούς σε πρωτοφανούς συχνότητας δυστυχήματα σε στεριά, θάλασσα και αέρα. Ο Βασίλης Λυμπέρης είναι ο τελευταίος εκτελεσθείς θανατοποινίτης στη χώρα μας, μετά τη σχετική απόφαση για το φρικώδες έγκλημά του να κάψει ζωντανές τη σύζυγο και την πεθερά του, καθώς και τα δύο μικρά παιδιά του.

Στον κόσμο, ο Ρίτσαρντ Νίξον θριαμβεύει στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, ωστόσο η νίκη του θ’ αποδειχτεί πύρρειος καθώς ήδη από την προεκλογική περίοδο έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη του σκανδάλου Γουότεργκέϊτ. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Μόναχο βάφονται με το αίμα Ισραηλινών αθλητών που εκτελούνται από την παλαιστινιακή τρομοκρατική οργάνωση «Μαύρος Σεπτέμβρης», έπειτα από κάκιστο χειρισμό της γερμανικής αστυνομίας.

stou_xronou_ton_kathrefti_logo_1972_olympic_massacre
Μαύρες στιγμές στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου…

Στα εντός συνόρων καλλιτεχνικά πράγματα, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Το 1972 είναι μια πλούσια χρονιά όσον αφορά το τραγούδι, καθώς κυκλοφορούν σπουδαία και «μυθικά» πλέον έργα. Η «Μικρά Ασία» των Καλδάρα-Πυθαγόρα, ο «Συνοικισμός Α» του Μούτση, το «Να ‘χαμε τι να ‘χαμε» των Λοΐζου-Παπαδόπουλου, «Το θαλασσινό τριφύλλι» σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, η «Ιθαγένεια» των Μαρκόπουλου-Μύρη, το «Διόνυσε καλοκαίρι μας» του Ξαρχάκου και πάνω απ’ όλα «Ο μεγάλος ερωτικός» του Μάνου Χατζιδάκι, έχουν πλέον περάσει στην αθανασία και συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες στιγμές της ελληνικής μουσικής…

Στο λαϊκό τραγούδι, το μεγάλο γεγονός είναι ο «Γυρισμός» του Στέλιου Καζαντζίδη με τον ομότιτλο δίσκο. Στο «ελαφρολαϊκό» ο Γιάννης Πάριος συνεχίζει τη σταθερή άνοδό του, ενώ οι ήδη καθιερωμένοι ερμηνευτές του είδους (Βοσκόπουλος, Καλατζής, Διαμάντη, Κόκοτας κ.α.) εξακολουθούν και το ’72 να πρωταγωνιστούν. Παράλληλα, ο Γιώργος Χατζηνάσιος κυκλοφορεί τον πρώτο «μεγάλο» δίσκο του. Στο «έντεχνο», ο Διονύσης Σαββόπουλος προκαλεί αίσθηση με το «Βρώμικο ψωμί» (“Άγγελος εξάγγελος”, “Ζεϊμπέκικο”, “Η Δημοσθένους λέξις”), ενώ ο Κώστας Χατζής αποδεικνύει ότι το ποιοτικό τραγούδι μπορεί να είναι κι εμπορικό, με το διπλό άλμπουμ του «Πέτρα και φως» που γίνεται «χρυσό».

Επιπλέον, είναι η χρονιά που ο Πασχάλης ξεκινά τη σόλο πορεία του στην ποπ δισκογραφία και στις “ζωντανές” εμφανίσεις” μετά την οριστική διάλυση των Olympians…

Στον αντίποδα, μέσα στη χρονιά φεύγουν από τη ζωή τρεις κορυφαίες μορφές του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού. Ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου και η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου…

stou_xronou_ton_kathrefti_logo_1972_vamvakaris
Μάρκος Βαμβακάρης

Ας δούμε αναλυτικά λοιπόν τα κυριότερα μουσικά γεγονότα του 1972…

«Ο μεγάλος ερωτικός» του μεγάλου Μάνου…

Η ελληνική γλώσσα μπορεί να είναι ίσως η πιο πλούσια του κόσμου, όμως κι αυτή σε ορισμένες περιπτώσεις είναι τόσο φτωχή για να περιγράψει κάποια πράγματα. Ακριβώς ετούτο συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού δεν υπάρχουν λόγια για να μιλήσει ή να γράψει ο οποιοσδήποτε για έναν από τους κορυφαίους δίσκους στην ιστορία της ελληνικής (και τολμώ να πω όχι μόνο) μουσικής.

Να τον χαρακτηρίσει «αριστούργημα»; Κοινότοπο και «πολυφορεμένο». Πραγματικά, δεν υπάρχουν ουσιαστικά ή επίθετα για να περιγραφεί αυτό το μαγικό συναίσθημα που με διαπερνά από τη στιγμή που η βελόνα θα πέσει πάνω στο δίσκο και θ’ ακουστούν οι πρώτες νότες…

Ο Μάνος Χατζιδάκις ξεκίνησε να γράφει το έργο στη Νέα Υόρκη τον Ιούνιο του 1972 πάνω σε ποίηση αρχαίων και σύγχρονων ποιητών και το ολοκλήρωσε στην Αθήνα τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ενώ είχαν ήδη ξεκινήσει οι ηχογραφήσεις.

Για ερμηνευτές επέλεξε δυο ουσιαστικά πρωτοεμφανιζόμενους και άγνωστους στο ευρύ κοινό καλλιτέχνες: Την Φλέρυ Νταντωνάκη που ίσως είναι η μεγαλύτερη φωνή που έβγαλε ποτέ η χώρα μας και τον Δημήτρη Ψαριανό, ο οποίος στα πρώτα του βήματα είχε ασχοληθεί με τη ροκ μουσική και δεν είχε συνηθίσει εκείνους που γνώριζαν τη δουλειά του σε τέτοιου είδους «απόπειρες».

Αμφότεροι δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας κι ακόμη κι αν δεν εμφανίζονταν ποτέ ξανά έκτοτε, η συμμετοχή τους σ’ αυτό το δίσκο θα ήταν αρκετή για να περάσουν στην αθανασία. Επίσης, συμμετέχει χορωδία υπό τη διεύθυνση της Έλλης Νικολαΐδου.

Θεωρώ περιττό να αναφερθώ στα τραγούδια και γενικότερα να σχολιάσω το μουσικό ύφος, τις ερμηνείες κ.τ.λ., αφού η ιστορία έχει δώσει από μόνη της στον «Μεγάλο ερωτικό» τη θέση που του αξίζει. Φοβάμαι ότι αν το κάνω, θα αδικήσω κάποιο από αυτά και δεν υπάρχει κανένας λόγος, αφού μιλάμε για πραγματικά αριστουργήματα.

Η θρυλική «Μικρά Ασία»

Τι μπορεί να γράψει κάποιος άραγε γι’ αυτό το δίσκο που περιλαμβάνεται στους πιο «κλασικούς» στην ιστορία της ελληνικής μουσικής; Έχουν περάσει 42 ολόκληρα χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε (μέσα του 1972), αλλά μέχρι τις μέρες μας εξακολουθεί και παραμένει «φρέσκος» και «ζωντανός». Αποτελεί σημείο αναφοράς για τη δισκογραφία στη χώρα μας και δικαίως, αφού όσοι συμμετείχαν σ’ αυτόν έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και η επιβράβευση του κοινού ήταν άμεση, αφού το άλμπουμ ξεπέρασε τότε τις 50.000 πωλήσεις και σήμερα θα πρέπει να πλησιάζει στο …ένα εκατομμύριο!

Η δουλειά «γεννήθηκε» με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή, μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της πατρίδας μας. Ο Απόστολος Καλδάρας γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Τρίκαλα, όπου είχαν καταφύγει χιλιάδες πρόσφυγες και ζώντας από κοντά το δράμα και τις προσπάθειες να σταθούν ξανά στα πόδια τους, έκλεισε μέσα στην ψυχή του όλες αυτές τις εικόνες. Σχεδόν μισό αιώνα μετά, τις αποτύπωσε ηχητικά στο πεντάγραμμο και σημάδεψε ανεξίτηλα την ελληνική δισκογραφία.

Οι στίχοι του Πυθαγόρα είναι κυριολεκτικά και χωρίς την παραμικρή υπερβολή συγκλονιστικοί. Ακόμη κι εκείνοι που υποτιμούσαν το μέχρι τότε έργο του, κατηγορώντας τον ότι έγραφε μόνο «ελαφρά και απλοϊκά τραγουδάκια», αναγκάστηκαν να τον παραδεχτούν και ουσιαστικά με αυτό το δίσκο καθιερώθηκε οριστικά και αμετάκλητα στο χώρο μέχρι το πρόωρο τέλος του.

Όσο για τους ερμηνευτές, τα λόγια είναι περιττά. Ο Γιώργος Νταλάρας και η ουσιαστικά πρωτοεμφανιζόμενη Χάρις Αλεξίου ερμηνεύουν ιδανικά αυτό το έργο και κάνουν ένα τεράστιο άλμα προς τα εμπρός στην καριέρα τους. Σύμφωνα με πληροφορίες της εποχής, αρχικά τα τραγούδια που λέει ο Νταλάρας ήταν προορισμένα για τον Στέλιο Καζαντζίδη, όμως η δουλειά δεν προχώρησε κι εν συνεχεία ακούστηκε το όνομα του Κώστα Σμοκοβίτη, ωστόσο προτιμήθηκε τελικώς ο Νταλάρας όχι απαραιτήτως λόγω αξίας, αλλά προφανώς για λόγους εμπορικότητας.

Για τα τραγούδια δεν θα κάνω το παραμικρό σχόλιο, αφού όλα είναι πασίγνωστα, αγαπημένα κι έχουν περάσει στην ιστορία της ελληνικής μουσικής. Θα αναφέρω μόνο ότι στο «Τι να θυμηθώ τι να ξεχάσω» η επιβλητική και μοναδική φωνή του Γιάννη Φέρτη που ακούγεται ν’ απαγγέλει στην αρχή του κομματιού δίνει άλλη οντότητα σ’ αυτό κι εκφράζει μέσα σε λίγα λόγια όλο τον Γολγοθά που πέρασαν οι συμπατριώτες μας.

Επίσης, στην πρώτη έκδοση του δίσκου στο δεύτερο κουπλέ της «Γιορτής ζεϊμπέκηδων» ο Νταλάρας τραγουδά «Κράτα ρε καρδιά λένε τα παιδιά, μέχρι να λευτερωθούμε απ’ τον Κεχαγιά». Η φράση αυτή κόπηκε στη συνέχεια από τη λογοκρισία της χούντας για ευνόητους λόγους και σε όλες τις επανεκδόσεις μέχρι σήμερα είτε σε βινύλιο είτε σε CD, περιέργως δεν περιλήφθηκε ποτέ η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού…

«Ιθαγένεια» με τον «αρχάγγελο» Ξυλούρη

Από τα πιο σπουδαία έργα του Γιάννη Μαρκόπουλου, πάνω σε στίχους του Κ. Χ. Μύρη (Κώστα Γεωργουσόπουλου) το οποίο κυκλοφόρησε στα τέλη του 1972 με ερμηνευτές τον Νίκο Ξυλούρη και τη Μέμη Σπυράτου. Ο συνθέτης στηρίζεται και πάλι στην παραδοσιακή μουσική, βασισμένος στη λύρα, το σαντούρι, το λαούτο και το κανονάκι, δημιουργώντας μοναδικές μελωδίες που δεν είναι εύκολο για τον καθένα να τις αποδώσει.

Φυσικά, πιο ιδανικός για κάτι τέτοιο από τον αξέχαστο Ξυλούρη δεν υπήρχε και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά συγκλονιστικό. Δεν είναι δυνατό να ακούσει κάποιος τον μεγάλο λυράρη να τραγουδά το «Γεννήθηκα» ή το «Χίλια μύρια κύματα» και να μην ανατριχιάσει…

Αυτά τα δύο είναι και τα πιο γνωστά τραγούδια του δίσκου, ωστόσο και τα υπόλοιπα δεν πάνε πίσω σε ποιότητα και αξία. Για παράδειγμα, το «Είδα τον παππούλη μου», το «Ερωτικό τραγούδι» («Παλληκαρού-Παλληκαρού») όπου ακούγονται και ο συνθέτης με τον στιχουργό, «Ο καλόγερος» και «Τη μέρα της πεντηκοστής» αποτελούν «διαμάντια» για την ελληνική δισκογραφία.

Όσο για τη Μέμη Σπυράτου, θα τη χαρακτήριζα «Ιέρεια» για τον τρόπο ερμηνείας της και ειδικά οι «παρεμβολές» της στο «Μάνα» είναι συγκλονιστικές. Τα τραγούδια παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 1972 σε συναυλία που έγινε στο θέατρο «Διονύσια» με γνωστά ή – ακόμη – ανέκδοτα έργα του συνθέτη.

«Να ‘χαμε, τι να ‘χαμε» και λογοκρισία

Ο τρίτος και τελευταίος «μεγάλος» δίσκος που κάνουν οι «Διόσκουροι» Μάνος Λοΐζος και Λευτέρης Παπαδόπουλος κυκλοφορεί τον Δεκέμβριο του 1972, με ερμηνευτές τους βασικούς των προηγούμενων δύο Γιώργο Νταλάρα και Γιάννη Καλατζή. Αποτελεί τη συνέχεια του «Σταθμού» και των «Θαλασσογραφιών» και γνωρίζει την ίδια επιτυχία, αφού βγάζει πολλά γνωστά κι αγαπημένα μέχρι σήμερα τραγούδια.

Εδώ ο Λευτέρης Παπαδόπουλος προσπαθεί να περάσει πιο έντονα πολιτικά μηνύματα, κάνοντας λόγο για «τον Λιόντα το ληστή», τους «χαροκαμένους» και τους «προδομένους» μέσα από το «Ήλιε μου σε παρακαλώ» και τον «Κουταλιανό», όπου μπορεί μεν να αναφέρεται κατ’ επίφαση στον «Τζίμη τον τίγρη», αλλά ουσιαστικά μιλά για τον δικτάτορα Παπαδόπουλο που ακουγόταν τότε ότι στεκόταν «σούζα» μπροστά στη γυναίκα του…

Μια τέτοια προσπάθεια φυσικά και είχε αντίπαλό της τη λογοκρισία. Στον «Λιόντα», το «Απρίλη στην Αργαλαστή» έγινε «Στο Πήλιο στην Αργαλαστή» και ο «κοτζάμπασης ο κλέφτης» έγινε «ο γενίτσαρος ο κλέφτης». Στο ίδιο τραγούδι, το ρυθμικό χτύπημα που ακούγεται στην εισαγωγή οφείλεται στο …παπούτσι του Γιώργου Νταλάρα, ο οποίος σε κάποιο διάλειμμα των ηχογραφήσεων έπαιζε κάτι στην κιθάρα και χτυπούσε το πόδι του σ’ αυτό το ρυθμό.

Ακούγοντάς το, ο Λοΐζος του ζήτησε να το βάλει στο κομμάτι κι έτσι έγινε. Όσον αφορά το …βρυχηθμό του «Λιόντα», ο συνθέτης έβαλε …εφημερίδες μέσα στο πιάνο και δημιουργήθηκε αυτός ο παράξενος ήχος!

Τη δική του ιστορία έχει και το «Παποράκι», το πρώτο δίστιχο του οποίου τραγουδούσαν οι Έλληνες στρατιώτες στη Μικρά Ασία το 1922. Το κομμάτι ήταν αρχικά προορισμένο για τον Νταλάρα ο οποίος μόλις το άκουσε, είπε στους δύο δημιουργούς ότι το γνώριζε εξαιτίας αυτού που αναφέραμε παραπάνω. Ο συνθέτης εκνευρίστηκε επειδή πίστεψε ότι εμμέσως πλην σαφώς ο ερμηνευτής του έλεγε ότι το έκλεψε κι έτσι αποφάσισε να το δώσει στον Καλατζή.

Εξάλλου, υπάρχει σε δεύτερη εκτέλεση το «Πάνε να πεις» που είχε ερμηνεύσει λίγους μήνες νωρίτερα πάλι ο Νταλάρας στο δίσκο του «Ο μέτοικος» και με νέα ενορχήστρωση το περίφημο «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» που υπήρχε στο soundtrack της πασίγνωστης ταινίας.

Από τη μουσική του ίδιου φιλμ, ο Λοΐζος πήρε το ορχηστρικό «Τσιφτετέλι» και με τους στίχους του Παπαδόπουλου έγινε «Ο Κουταλιανός». Όσον αφορά γενικά τα τραγούδια του άλμπουμ δε χρειάζεται να πούμε τίποτε, καθώς οι τίτλοι μιλούν από μόνοι τους. Στο ομότιτλο, μεταξύ άλλων ακούγεται και ο στιχουργός…

Ο …επεισοδιακός «Συνοικισμός Α»

Ο δεύτερος κατά σειρά από τους τέσσερις πιο γνωστούς και – κατά τη γνώμη μου – πιο σημαντικούς δίσκους του Δήμου Μούτση στη δεκαετία του ’70, καθώς είχε προηγηθεί ο «Άγιος Φεβρουάριος» (1971) κι ακολούθησαν οι «Στροφές» (1973) και η «Τετραλογία» (1975). Πιστεύω ότι αυτή η «τετράδα» είναι ότι καλύτερο έγραψε ο συνθέτης στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, χωρίς ν’ αφήνω απέξω τις «Μαρτυρίες» (1974) και «Το δρομολόγιο» (1979) που ωστόσο δεν ακούστηκαν τόσο όσο οι παραπάνω.

Ο «Συνοικισμός Α» πρωτοπαρουσιάστηκε σε συναυλία στη μπουάτ Zoom στην Πλάκα τον Ιούλιο του 1972 με ερμηνευτές τον Αντώνη Καλογιάννη και την Πετρή Σαλπέα, η οποία συμμετείχε με τις εξαιρετικές ερμηνείες της στον «Άγιο Φεβρουάριο» ένα χρόνο νωρίτερα.

Μάλιστα, η ίδια ηχογράφησε τα «γυναικεία» τραγούδια» του άλμπουμ, το οποίο ήταν έτοιμο να κυκλοφορήσει (και) με τη δική της φωνή. Ωστόσο, την τελευταία στιγμή ανατράπηκαν όλα και τελικώς μαζί με τον Καλογιάννη αποφασίστηκε η συμμετοχή της αξέχαστης Βίκυς Μοσχολιού -προφανώς ως μεγαλύτερο «όνομα», άρα μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία και περισσότερα χρήματα στα ταμεία της εταιρείας.

Πράγματι, ο δίσκος γνώρισε μεγάλη αποδοχή από πλευράς κοινού αλλά και γενικότερα, αφού οι πωλήσεις του ξεπέρασαν το «χρυσό» όριο των 50.000 αντιτύπων. Μάλιστα, οι δύο τραγουδιστές με αφορμή αυτή τη δουλειά βρέθηκαν μαζί τη χειμερινή σεζόν 1972-73 στο Zoom με την καλλιτεχνική επιμέλεια του Μούτση και τους Αντώνη Βαρδή και Ελένη Ροδά να συμπληρώνουν το σχήμα.

Για τα τραγούδια, δεν έχω και πολλά να πω. «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε», «Έτσι ειν’ η ζωή», «Η κορδέλα», «Στο παράθυρο αγναντεύοντας», «Ο Στέφανος» κ.α. μιλούν από μόνα τους…

«Το θαλασσινό τριφύλλι» του Ελύτη

Από τους ωραιότερους δίσκους της «μετανεοκυματικής» εποχής, ο οποίος περιλαμβάνει ορισμένα πολύ γνωστά μέχρι και σήμερα τραγούδια με ερμηνευτές τον Μιχάλη Βιολάρη και τη Ρένα Κουμιώτη, δυο κατεξοχήν εκπροσώπους του «νέου κύματος» (ειδικά ο πρώτος), όπως άλλωστε ήταν και ο συνθέτης του άλμπουμ Λίνος Κόκοτος.

Η καινοτομία ως προς αυτό το έργο έχει να κάνει με το γεγονός ότι είναι η πρώτη φορά που ένας ποιητής γράφει στίχους προκειμένου να μελοποιηθούν απευθείας. Τα ποιήματα που υπάρχουν στο δίσκο δεν ανήκαν σε καμία συλλογή του Ελύτη κι απλώς γράφτηκαν αποκλειστικά γι’ αυτόν. Αργότερα βεβαίως περιλήφθηκαν στα «Ρω του έρωτα», όπου συγκεντρώθηκαν όλοι οι κύκλοι τραγουδιών του σπουδαίου ποιητή μας.

Να σημειώσουμε ότι επειδή το «Θαλασσινό τριφύλλι» αποτελούταν μόνον από επτά ποιήματα κι έτσι δε γινόταν να βγει ένας μεγάλος δίσκος μόνο με αυτά, μελοποιήθηκαν άλλα δύο από τον κύκλο «Ο χαμαιλέων» (πρόκειται για τον «Αύγουστο» και «Το χρυσό κλειδί»).

Τα τραγούδια του Κόκοτου είναι ευχάριστα, δροσερά και θυμίζουν καλοκαίρι, κάτι που άλλωστε φαίνεται κι από τη θεματολογία του Ελύτη που έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τούτη την υπέροχη και γεμάτη ξενοιασιά εποχή. Ακούστηκαν πολύ κι έμειναν κλασικά «Τα τζιτζίκια», «Το δελφινοκόριτσο» και φυσικά το ομότιτλο…

Λαϊκό κι «ελαφρολαϊκό»

Ο Στέλιος Καζαντζίδης επιστρέφει στη δισκογραφία έπειτα από δύο χρόνια αποχής, καθώς υπογράφει νέο συμβόλαιο με την εταιρεία του -αυτό που τρία χρόνια μετά θα τον οδηγήσει σε δωδεκαετή «σιωπή». Έτσι, η κυκλοφορία του «Γυρισμού» είναι το γεγονός του 1972 για το λαϊκό τραγούδι και ο δίσκος γίνεται κυριολεκτικά ανάρπαστος. Περιλαμβάνει ορισμένα εξαιρετικά και πολύ γνωστά τραγούδια («Την Παρασκευή το βράδυ», «Γυρίζω απ’ τη νύχτα», «Ο μπαρμπα-Γιάννης» -στη μνήμη του Γ. Παπαϊωάννου-, «Η καρδιά μου ας όψεται» κ.α.), με τα οποία «ξεδιψούν» οι εκατομμύρια φίλοι του μεγάλου λαϊκού βάρδου.

Ο «έτερος πόλος» Γρηγόρης Μπιθικώτσης γράφει το «Ουράνιο τόξο» σε στίχους Κώστα Βίρβου και κάνει νέες μεγάλες επιτυχίες («Μια βαθιά υπόκλιση», «Ο μπατίρης ο Λουκάς», το ομότιτλο κ.α.), αλλά το «γκραν σουξέ» της χρονιάς ανήκει στη Ρίτα Σακελλαρίου με το πασίγνωστο «Ιστορία μου» από τον ομώνυμο δίσκο.

Από εκεί και πέρα, η τελευταία συνεργασία Άκη Πάνου-Στράτου Διονυσίου «γεννά» το «Εγώ καλά σου τα ‘λεγα», ενώ εντυπωσιάζει ο Γιάννης Ντουνιάς με λαϊκές διασκευές τραγουδιών του Γιάννη Μαρκόπουλου όπως «Του άντρα του πολλά βαρύ» και «Ο Ταρζάν».Παράλληλα, μεγάλη επιτυχία γνωρίζει και ο Αντώνης Ρεπάνης με την περίφημη και διαχρονική «Διπρόσωπη».

Ο Γιώργος Ζαμπέτας αποφασίζει για πρώτη φορά να ηχογραφήσει έναν ολόκληρο δίσκο με τη δική του φωνή κι έτσι ετοιμάζει τη «Λεωφόρο Ζαμπέτα» με κορυφαίες στιγμές τα «Οι θαλασσινοί» και «Το κοκοράκι». Επιπλέον, μοιράζεται με τη Βίκυ Μοσχολιού τις «Περιπέτειες»…

Αυτή τη χρονιά ξεκινά η πρώτη προσπάθεια «επαναφοράς» του ρεμπέτικου τραγουδιού στο προσκήνιο, με τους δίσκους «Αθάνατα ρεμπέτικα» της Μαρινέλλας και «12 φύλλα της καρδιάς» του Σταμάτη Κόκοτα, οι οποίοι ξαναφέρνουν στην επικαιρότητα παλιές και ξεχασμένες στιγμές του είδους («Μάρω», «Καρδιά παραπονιάρα» κ.α.).

Στο «ελαφρολαϊκό» είδος, ο Γιάννης Πάριος αρχίζει σιγά-σιγά την πορεία προς την κορυφή. Μέσα στο 1972 ηχογραφεί το «Τι θέλεις να κάνω» που αμέσως ακούγεται παντού και δίνει και τον τίτλο στο δεύτερο προσωπικό άλμπουμ του που κυκλοφορεί το φθινόπωρο.

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης κυκλοφορεί το δεύτερο δίσκο του ως συνθέτης. Είναι «Η κόκκινη κλωστή» με στίχους του Νίκου Γκάτσου κι ερμηνευτές τους Μανώλη Μητσιά και Δήμητρα Γαλάνη. «Μια Κεφαλονίτισσα», «Ήρθατε σαν κύματα», «Μια Κυριακή του Μάρτη» και «Με γαρύφαλλο στο πέτο» είναι τα τραγούδια που ακούγονται περισσότερο…

Πρώτος «μεγάλος» δίσκος για τον Γιώργο Χατζηνάσιο, με τίτλο «4.5.3.» που απορρέει από τον αριθμό των τραγουδιών που ερμηνεύουν οι Σταμάτης Κόκοτας, Στράτος Διονυσίου και Δήμητρα Γαλάνη αντιστοίχως. Ένα άλμπουμ γεμάτο επιτυχίες όπως «Αφιλότιμη», «Μια παρένθεση και μόνο», «Ήταν μια φορά κι ένα καιρό»…

Επιπλέον, ο Γιώργος Κατσαρός σε στίχους Πυθαγόρα γράφει τις «Μικρές ώρες» με τους Γρηγόρη Μπιθικώτση, Σταμάτη Κόκοτα και Αφροδίτη Μάνου. Πιο γνωστή στιγμή, το «Έσβησε το κερί Μαρία»…

Η Λίτσα Διαμάντη τραγουδά «Νύχτα στάσου», ο Γιάννης Καλατζής «Μη γαρύφαλλό μου», ενώ το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης της χρονιάς συζητιέται πολύ για διαφορετικούς λόγους.

Ο πρώτος, έχει να κάνει με το νικητή Δώρο Γεωργιάδη ο οποίος ερμηνεύει το «Αν ήμουν πλούσιος» που έγραψε ο ίδιος σε στίχους Σώτιας Τσώτου και γίνεται το πρόσωπο της επικαιρότητας. Είναι ίσως η τελευταία μεγάλη επιτυχία που «βγάζει» το Φεστιβάλ της συμπρωτεύουσας…

Ο δεύτερος έχει στο επίκεντρο τον Τόλη Βοσκόπουλο και την παταγώδη αποτυχία του να τραγουδήσει επί σκηνής την περιβόητη «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά» (εύλογες οι…παραπομπές στην τότε σύντροφό του Ζωή Λάσκαρη…). Προσπαθεί τρεις φορές, αλλά δεν καταφέρνει ούτε καν να φτάσει στα μισά του τραγουδιού κι αποσύρεται εν μέσω έντονων αποδοκιμασιών…

Πάντως, αυτό το συμβάν ουδόλως θα επηρεάσει την καριέρα του. Ήδη από το καλοκαίρι του ’72 πρωταγωνιστεί μαζί με τη Λάσκαρη στο θεατρικό μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη «Οι ερασταί του ονείρου» που κυριολεκτικά σπάει ταμεία, ενώ και στη δισκογραφία οι επιτυχίες του συνεχίζονται («Στοιχηματίζω», «Πώς το ‘κανε Θεέ μου», καθώς και το «Ας είχα κι άλλη μια ζωή» από την προαναφερθείσα παράσταση…).

Σινεμά και τραγούδι

Ο κινηματογράφος έχει αρχίσει να παίρνει την κάτω βόλτα, αφού η τηλεόραση είναι πλέον το κύριο μέσο ψυχαγωγίας του Έλληνα που δε σηκώνεται πλέον τόσο εύκολα από την πολυθρόνα του για να πάει σινεμά. Ωστόσο, το 1972 φέρνει κάποιες από τις τελευταίες τραγουδιστικές επιτυχίες στη μεγάλη οθόνη.

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη πρωταγωνιστεί στο φιλμ «Η Αλίκη δικτάτωρ» και τραγουδά «Πόσο σ’ αγαπώ» των Μάνου Λοΐζου-Λευτέρη Παπαδόπουλου, ενώ η Ρένα Βλαχοπούλου στην «κόμισσα της Κέρκυρας» όπου σε μουσική Γιώργου Κατσαρού την ακούμε στα πασίγνωστα «Το πετεινάρι» και «Κέρκυρα-Κέρκυρα».

Ο Τόλης Βοσκόπουλος γυρίζει την τελευταία ταινία της καριέρας του -«Ο άγνωστος εκείνης της νύχτας»- , η οποία είναι γεμάτη από τραγούδια του Μίμη Πλέσσα που γίνονται αμέσως μεγάλες επιτυχίες («Γεννήθηκα να δίνω», «Λάθος δρόμο πήραμε καρδιά» κ.α.)

————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ