Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
http://vinylmaniac.madblog.gr

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

“Η σημασία αυτής της στήλης του musiccorner είναι ακριβώς ότι λέει ο τίτλος της: “Αφιερωμένη εξαιρετικά” σε ανθρώπους που προσέφεραν στο ελληνικό τραγούδι, αλλά μένοντας ηθελημένα στην “οπισθοφυλακή” και χωρίς ποτέ να ζητήσουν κάτι περισσότερο από το να κάνουν αυτό που αγαπούσαν.

Η δουλειά τους περιορίστηκε στην πίστα, στο στούντιο, στη γραφή μουσικής και στίχου και πουθενά αλλού. Άλλοι έκαναν μεγάλη επιτυχία, άλλοι μικρότερη. Άλλοι συνεχίζουν την πορεία τους και παλεύουν, άλλοι έχουν αποχωρήσει. Άλλοι έχουν φύγει από τη ζωή.

Όμως, όλοι τους ανεξαιρέτως έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στην ελληνική μουσική σκηνή και δικαιούνται αυτό που τους προσφέρουμε: Μια γωνιά “αφιερωμένη εξαιρετικά”…!

———————————————————–

Στέλιος Καζαντζίδης: στη μεγάλη οθόνη

 

Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και τις αρχές εκείνης του ’70, ο κινηματογράφος ήταν η συνηθέστερη, δημοφιλέστερη, αλλά και …οικονομικότερη διασκέδαση των Ελλήνων. Με λίγα χρήματα κι ένα σακουλάκι πασατέμπο, μπορούσες να δεις να ζωντανεύουν στο πανί όλοι οι «ήρωες» που είχες κρεμασμένους σε πόστερ στο δωμάτιό σου και να βρεθείς δίπλα τους έστω και νοερά…

Ωστόσο, οι ταινίες της εποχής έδιναν και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στις δισκογραφικές εταιρείες να «διαφημίσουν» τα καινούργια τραγούδια που κυκλοφορούσαν ή να «πλασάρουν» νέους ερμηνευτές εκμεταλλευόμενες τη δύναμη της εικόνας που έδινε η μεγάλη οθόνη. Επιπλέον, οι κινηματογραφικοί παραγωγοί φρόντιζαν συχνά-πυκνά να εξασφαλίζουν στις ταινίες τους τη συμμετοχή γνωστών και δημοφιλών ερμηνευτών, το όνομά των οποίων θα χρησίμευε ως «κράχτης» για παραπάνω εισιτήρια!

Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει ασφαλώς ο Στέλιος Καζαντζίδης. Έχοντας κατακτήσει τα σκήπτρα του λαϊκού τραγουδιού από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 και ύστερα, οι προτάσεις να εμφανιστεί στα φιλμ που σωρηδόν -κι ως επί το πλείστον πρόχειρα- γυρίζονταν εκείνη την εποχή έπεφταν βροχή. Αποφάσισε για πρώτη φορά να δεχτεί το 1960 και μέχρι το τέλος της δεκαετίας έκανε ουκ ολίγα «περάσματα» από το σελιλόιντ, πότε ερμηνεύοντας νέες ή ήδη γνωστές επιτυχίες του και πότε τραγούδια που είχαν γραφτεί ειδικά για τις ταινίες που εμφανιζόταν (μόνο σε μια περίπτωση).

«Αφιερωμένο εξαιρετικά» λοιπόν στον «κινηματογραφικό» Καζαντζίδη το σημερινό ταξίδι μας στο χρόνο. Πάρτε λίγο πασατέμπο, καθίστε μπροστά στην οθόνη σας και ταξιδέψτε μαζί μας σε μια εποχή που δεν είχε καμία σχέση με τη σημερινή…

Από την κωμωδία στο μελό…

Το 1960 ο Ροβήρος Μανθούλης γυρίζει τη θρυλική «Κυρία δήμαρχο» με πρωταγωνιστές τους αξέχαστους Γεωργία Βασιλειάδου και Βασίλη Αυλωνίτη. Είναι η περίοδος που έχει αρχίσει η χειραφέτηση των γυναικών, οι οποίες διεκδικούν κι άλλους ρόλους εκτός από τις δουλειές του σπιτιού και το μεγάλωμα των παιδιών. Η Βασιλειάδου λοιπόν ως «Ασπασία Ζομπαρλά» θέτει υποψηφιότητα για δήμαρχος και σε μια προεκλογική «συνεστίαση» στη ταβέρνα που διατηρεί, εμφανίζονται για πρώτη φορά στο πανί ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα, όντες το δημοφιλέστερο ντουέτο της εποχής. Ακούγονται να τραγουδάνε δύο από τις πιο γνωστές και μεγαλύτερες επιτυχίες τους που είχαν κυκλοφορήσει σχετικά πρόσφατα: «Για μας ποτέ μη ξημερώσει» και τη θρυλική «Ζιγκουάλα» που ήταν το «σουξέ» της χρονιάς ως συνέχεια της «Μαντουμπάλας» …

Μάλιστα, η Μαρινέλλα στην εν λόγω ταινία τραγουδά μόνη της το «Αλλάξανε τα πράγματα», ένα κομμάτι ειδικά γραμμένο για το φιλμ και γενικότερα για τα νέα δεδομένα που αφορούσαν τη γυναικεία υπόσταση.

Η επόμενη εμφάνιση του δημοφιλούς ζευγαριού στο πανί θα λάβει χώρα το 1962, σ’ ένα από τα «μελό» της εποχής που γυρίζονταν κατά κόρον εκείνα τα χρόνια και που αρκετά από αυτά ήταν πραγματικά για κλάματα. Πρόκειται για το «Κλάψε φτωχή μου καρδιά» του Κώστα Στράντζαλη, όπου Καζαντζίδης και Μαρινέλλα εμφανίζονται να τραγουδούν το πασίγνωστο «Φεύγω με πίκρα στα ξένα» που είχαν ηχογραφήσει το 1958.

Η …δακρύβρεχτη συνέχεια

Το 1965 ήταν μια καθοριστική χρονιά αναφορικά με τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, καθώς τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκειά της αποτέλεσαν τον προθάλαμο για τη δικτατορία του 1967. Κατά τη διάρκεια του έτους, το ντουέτο Καζαντζίδη-Μαρινέλλας θα εμφανιστεί ούτε λίγο ούτε πολύ σε επτά ταινίες, οι έξι εκ των οποίων «δακρύβρεχτες» (κυριολεκτικά και μεταφορικά!)…

Η μοναδική κωμωδία, θα είναι το «Παίξε μπουζούκι μου γλυκό» από την οποία θα παρελάσουν τα μεγαλύτερα ονόματα του τραγουδιού της εποχής: Λίντα-Χιώτης, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκρέυ, Τζένη Βάνου, Γιώργος Ζαμπέτας κ.α. Φυσικά, δε θα μπορούσαν να λείψουν ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα που ερμηνεύουν και πάλι το «Φεύγω με πίκρα στα ξένα» …

Από εκεί και πέρα, το 1965 θα είναι κινηματογραφικά γι’ αυτούς «σπαραξικάρδιο»: «Αφήστε με να ζήσω» (τραγουδούν το «Εμείς μαζί θα ζήσουμε»), «Προδομένη» («Τώρα που σ’ έχω ανάγκη» και το υπέροχο «Μεσ’ στης αγάπης μας το τζάκι» με τις εκπληκτικές διφωνίες τους), «Τιμωρία» («Να φύγω-να φύγω» και «Προδομένες καρδιές»), «Οι καταφρονεμένοι» («Ορκίζομαι στην αντρική τιμή μου»), «Δε μπορούν να μας χωρίσουν» («Με το βοριά» και «Τα μουτζουρωμένα χέρια»).

Όμως, η μεγάλη κινηματογραφική στιγμή του ’65 για το «δίδυμο» θα έλθει με το φιλμ «Οι αδίστακτοι» του Ντίνου Κατσουρίδη. Ο Καζαντζίδης συνεργάζεται για πρώτη και τελευταία φορά με τον Γιάννη Μαρκόπουλο κι εμφανίζεται στην ταινία μαζί με τη Μαρινέλλα αλλά και τον Νίκο Κούρκουλο να τραγουδά το μοναδικό «Ποιος δρόμος είναι ανοιχτός».

Ένα καταπληκτικό κομμάτι, το οποίο ωστόσο δεν κυκλοφόρησε ποτέ στις 45 στροφές κι εκδόθηκε για πρώτη φορά σε δίσκο το …1988, μέσα από το άλμπουμ «Ο Γιάννης Μαρκόπουλος στον ελληνικό κινηματογράφο» με ακυκλοφόρητα ως τότε μουσικά θέματα και τραγούδια που είχε γράψει ο συνθέτης για το σινεμά.

Καζαντζίδης και Μαρινέλλα θα εμφανιστούν μαζί για τελευταία φορά στο πανί το 1966, με το «Να φύγω-να φύγω» στο φιλμ του Ανδρέα Κατσημιτσούλια «Άγγελοι της αμαρτίας». Λίγο αργότερα θα χωρίσουν και προσωπικά και καλλιτεχνικά…

Στη σφαίρα του μύθου…

Ο χωρισμός αλλά και η οριστική απόφαση ν’ αποσυρθεί από τα νυχτερινά κέντρα, θα οδηγήσουν τον Στέλιο Καζαντζίδη να «χρησιμοποιήσει» τον κινηματογράφο ως αποκλειστικό μέσο «επικοινωνίας» με το πολυπληθές και φανατικό κοινό του, αλλά και ως μέσο διαφήμισης των νέων τραγουδιών που συνεχίζει να ηχογραφεί.

Η αρχή γίνεται το 1967, όταν εμφανίζεται σε μια από τις πιο γνωστές κι επιτυχημένες εισπρακτικά «μελό» ταινίες με πρωταγωνιστή «το παιδί του λαού» Νίκο Ξανθόπουλο: «Άδικη κατάρα» ο τίτλος και ο Καζαντζίδης ερμηνεύει το «Με ξυπνάς χαράματα» …

Την ίδια χρονιά, τον βλέπουμε στη «Σαπίλα και αριστοκρατία» του Κώστα Καραγιάννη να τραγουδά το πασίγνωστο «Έφυγε-έφυγε», αλλά και στον «Γεροντοκόρο» με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα» με το επίσης πολύ γνωστό «Δεν σε πιστεύω». Λεπτομέρεια: Αμφότερα τα τραγούδια είχαν κυκλοφορήσει στο ίδιο δισκάκι 45 στροφών…

Πλέον, ο Καζαντζίδης έχει αναγορευτεί σε μύθο για τον κόσμο και το όνομά του παίζει σημαντικό ρόλο για την προσέλευσή του στις κινηματογραφικές αίθουσες. Από τη στιγμή που οι θαυμαστές του δε μπορούσαν να τον δούν «ζωντανό» στο πάλκο, τρέχουν να τον απολαύσουν στο σινεμά!

Οι τελευταίες εμφανίσεις

Το 1968 ο μεγάλος λαϊκός ερμηνευτής θα πραγματοποιήσει άλλες τρεις εμφανίσεις σε ταινίες. Τον βλέπουμε και τον ακούμε λοιπόν στα «Ψίχουλα του κόσμου» (άλλο ένα «μελό» του Απόστολου Τεγόπουλου με τον Ξανθόπουλο) με το «Τι φταίω εγώ» και σε δύο φιλμ του Κώστα Καραγιάννη: «Οι άντρες δε λυγίζουν ποτέ» με τον Γιάννη Βόγλη όπου τραγουδά τα πασίγνωστα «Βράχια της Πειραϊκής» και «Ο γίγας της Κυψέλης» που ακούγεται στην «Πιο μεγάλη αμαρτία».

Εδώ θα τον δούμε για πρώτη φορά να «παίζει» κιόλας, αφού έχει μείνει παροιμιώδης ο σύντομος διάλογός του με τον αξέχαστο πρωταγωνιστή της ταινίας Νίκο Ρίζο, ο οποίος τον παρακαλά να τον κάνει λαϊκό τραγουδιστή κι εκείνος του απαντά «άσε φαβορίτες κι έλα να τα ξαναπούμε»!

Οι δυο τους θα συναντηθούν ξανά στα κινηματογραφικά πλατό το 1970, για τις ανάγκες της ταινίας «Φουκαράδες και λεφτάδες». Εκεί, θα έχουμε ουσιαστικά τη συνέχεια του διαλόγου τους από το προηγούμενο φιλμ και ο Καζαντζίδης θα ερμηνεύσει το «Κι οι άντρες κλαίνε»…

Κάπου εκεί ολοκληρώνεται η παρουσία του μεγάλου κι αξέχαστου λαϊκού καλλιτέχνη στον ελληνικό κινηματογράφο. Έκτοτε και ως το θάνατό του το 2001, θα επικοινωνεί με το κοινό του μόνο μέσω δίσκων (κι όχι τακτικά, αφού από το 1975 ως το 1987 θα σιωπήσει…) και θα κάνει και κάποιες εμφανίσεις στην τηλεόραση, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της ζωής του κι όχι πάντα με θετικά σχόλια…

———————

***Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here