Γράφει o Σοφιανός Καβακόπουλος
www.musiccorner.gr
Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Αφιερωμένο στον Δημήτρη και τον Χρήστο, φίλους πάνω από δέκα χρόνια

Ξημερώματα μετά από δουλειά βρεθήκαμε τρεις φίλοι, σε καντίνα σε άγνωστη περιοχή για να φάμε “βρώμικα” που μας ενημέρωσαν πως ήταν κα-τα-πλη-κτι-κά (έτσι ακριβώς μας το περιέγραψαν). Θα μου πείτε σιγά το πράγμα, όλοι το έχουμε κάνει. Το ζήτημα δεν είναι το που πήγαμε, ούτε καν το πώς πήγαμε. Ήταν η παρέα. Είχαμε καιρό να συναντηθούμε και μας έβλεπα πως δεν ήμασταν οι ίδιοι. Δεν πειράζαμε ο ένας τον άλλον, δεν γελούσαμε, δεν συζητούσαμε όπως παλιά. Δεν ήμασταν ο ένας για όλους και όλοι για ένα. Απλά από συνήθεια ήμασταν μαζί. Βρεθήκαμε ήπιαμε και η σωστή κατάληξη για τη νύχτα ήταν να γεμίσουμε με ότι βρούμε τα στομάχια μας.

vromiko

Σοβαροί παραγγείλαμε, αγέλαστοι πήραμε τις παντόφλες (ναι σάντουιτς παντόφλες) στα χέρια, αμίλητοι αρχίσαμε να τα καταβροχθίζουμε. Δεν μιλούσαμε, κοιτάζαμε απλά τα παπούτσια μας ή τον σκύλο. Κάθε καντίνα που σέβεται τον εαυτό της έχει έναν σκύλο. Αυτός πάντα από διαίσθηση πηγαίνει στην πιο δεμένη παρέα. Δε θα τον δεις ποτέ να κάθεται με κάποιον μοναχικό. Δε θα τον δεις ποτέ να κάθεται δίπλα σε κάποιο ζευγάρι. Πάντα στην παρέα θα πάει. Εμείς αφοσιωμένοι καταβροχθίζαμε σαν να θέλαμε να τελειώσουμε μια ώρα αρχύτερα. Να βγάλουμε την υποχρέωση και την ανάγκη των στομαχιών μας.

Αφορμή ήταν ο Δημήτρης. Πάντα αυτός ήταν η αφορμή τώρα που το σκέφτομαι. Ξετυλίγοντας το δεύτερο σάντουιτς, το λουκάνικο οι πατάτες, και όλο το περιεχόμενό του έπεσαν κάτω. Μείναμε ακίνητοι, ο Δημήτρης να κοιτάζει εμάς με απορία. Εμείς να κοιταζόμαστε μια μεταξύ μας, μια τον Δημήτρη και μια το λουκάνικο. Σχεδόν χαμογελούσαμε, το νιώθαμε όμως να έρχεται με φόρα από χαμηλά. Ορμητικά ανέβαινε και ερχόταν να βγει με δύναμη. Ο Σκύλος παραπέρα μας κοιτούσε σαν να το ένιωθε και αυτός. Ο Δημήτρης έκανε ένα βήμα πίσω νιώθοντας το να έρχεται. Στα μάτια ο φόβος, στο στόμα το χαμόγελο.

Έτσι ξαφνικά, βγήκε το γέλιο. Δυνατό χωρίς να μας νοιάζει τίποτα. Οι ατάκες έβγαιναν κατά ριπάς. Να μην αφήνουμε τον άλλον να τελειώσει και να πεταγόμαστε στην μέση. Οι άλλοι να μας κοιτάζουν περίεργα και εμάς να μη μας νοιάζει. Ήμασταν πάλι οι ΦΙΛΟΙ. Να πεταγόμαστε από το ένα θέμα στο άλλο, να μιλάμε για τα πάντα, να προσπαθούμε να πούμε όσα δεν είπαμε όλο το βράδυ. Να θέλουμε να μιλήσουμε για όσα είδαμε ή ακούσαμε όλο τον καιρό που ήμασταν χώρια. Ο κόσμος αραίωνε και εμείς γελούσαμε. Τα μάτια μας θολά. Το ξενύχτι δικαιολογηθήκαμε. Ο Σκύλος να μας κοιτάζει. Ένα χαμόγελο σαν να είχε και αυτός. Εμείς ήμασταν ξανά οι ΦΙΛΟΙ.

Η Αντροπαρέα όπως πρέπει να είναι. Απ’ έξω οι γκόμενες, οι γυναίκες, τα προβλήματα οι δουλειές, οι αφραγκιές. Ήμασταν μόνο εμείς. Όπως ακριβώς είναι οι ΦΙΛΟΙ. Προσπαθούσαμε να κάνουμε τα λεπτά να κυλούν πιο αργά για να μείνουμε λίγο παραπάνω μαζί. Δε θέλαμε να χαλάσουμε με τίποτα αυτό που πραγματικά μας είχε λείψει. Την αυθεντική παρέα. Ο Σκύλος πλησίασε, μύρισε διστακτικά το λουκάνικο και εμείς τον κοιτάζαμε.

“Δεν θα του αρέσει που έχει μουστάρδα”, είπα εγώ.
“Μάλλον θα φταίει που οι πατάτες είναι κρύες”, είπε ο Δημήτρης.
“Ρε ‘σεις, δεν ανησυχείτε που ο σκύλος δεν τρώει, αυτό που εμείς έχουμε ήδη στα στομάχια μας;”, είπε ο Χρήστος.

Ρίξαμε το τελευταίο δυνατό γέλιο και ο Σκύλος καταβρόχθισε το λουκάνικο. Η αλήθεια είναι πως αυτό με ανακούφισε αρκετά. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και συνεχίσαμε να είμαστε οι ΦΙΛΟΙ, και να πειραζόμαστε. Ευτυχώς υπάρχουμε μαζί ακόμη. Ο ήλιος ανέτειλε πίσω μας, και εμείς οδηγώντας Δυτικά γελούσαμε γιατί ήμασταν ΟΙ ΦΙΛΟΙ.

 ———————

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here