Γράφει ο Δημήτρης Κονιδάρης

Σαν σήμερα στις 14 Μαρτίου 1939, γεννήθηκε στην Αθήνα ο Σταύρος Ξαρχάκος, ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες που έχει αναδείξει η χώρα μας. Ο Ξαρχάκος  κατάφερε να παράγει πλούσιο και υψηλότατης ποιότητας έργο το οποίο αγκαλιάστηκε με θέρμη από τον Ελληνικό λαό και χάρη σε αυτό έχει κερδίσει, από νεαρή ηλικία, πλατιά αναγνωρισιμότητα και ευρύτατη αποδοχή.

Τα αρχικά ερεθίσματα του Ξαρχάκου, από τα παιδικά και νεανικά του χρόνια, καθορίστηκαν,  από τα λαϊκά και τα ρεμπέτικα τραγούδια αλλά δεν πρέπει να αγνοηθεί η επίδραση της Eπτανησιώτικης και της  Βυζαντινής Εκκλησιαστικής μουσικής που του έδωσαν άφθονο υλικό για να διαμορφώσει το δικό του μουσικό κόσμο. Αποκτώντας, μάλιστα, γνώση κλασικής μουσικής κατάφερε να συνδυάσει Ελληνικούς με δυτικότροπους ρυθμούς παράγοντας έξοχες μελωδίες οι οποίες, σε συνδυασμό με την εκπληκτική και αξιομνημόνευτη ενορχηστρωτική ικανότητά του, επένδυσαν άριστα πλήθος θεατρικών έργων και κινηματογραφικών ταινιών.

Σαφέστατα η πιο παραγωγική περίοδος του συνθέτη ήταν η εικοσαετία 1963-1983 χωρίς, βεβαίως, να αγνοηθεί η υπόλοιπη δημιουργία του. Κατά την  εικοσαετία αυτή χάρισε στην Ελληνική μουσική αριστουργήματα τέτοιας αξίας και ομορφιάς με τα οποία δικαίως κατατάσσεται στις κολοσσιαίες μορφές του πολιτισμού της χώρας μας.

Το 1957 γράφτηκε στο Ωδείο Αθηνών αλλά όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία να γράψει λαϊκή μουσική στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο εκ Μάνης καταγόμενος νεαρός μουσικός δεν την άφησε να πάει χαμένη. Έτσι πρωτοεμφανίστηκε στο μουσικό στερέωμα της χώρας μας το 1962 υπογράφοντας τις συνθέσεις στην ταινία «Το ταξίδι» του Ντίνου Δημόπουλου αλλά το μεγάλο βήμα  έγινε την επόμενη χρονιά (1963) με τα «Κόκκινα φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη. Στην ταινία αυτή ακούστηκαν μερικά από τα γνωστότερα και διαχρονικότερα κομμάτια του ταλαντούχου δημιουργού όπως «Φτωχολογιά» και «Άπονη ζωή», τραγουδισμένα μοναδικά από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση που εκείνη την περίοδο η φωνή του βρισκόταν στον κολοφώνα της. Αποτέλεσμα ήταν τα εξαιρετικά αυτά τραγούδια με τη φωνή του Μπιθικώτση να σημειώσουν τεράστια επιτυχία και εξάπλωση σε όλη τη χώρα.

Το 1964 ακολούθησε η περίφημη ταινία «Λόλα» με την  Βίκυ Μοσχολιού να ερμηνεύει συγκλονιστικά  το «Χάθηκε το φεγγάρι»  ενώ «Ο χορός του Σάκαινα» έμεινε στην ιστορία ως ένα από τα κλασικότερα ορχηστρικά του Ελληνικού κινηματογράφου. Ακολούθησαν αρκετές ταινίες και ενδεικτικά αναφέρουμε μερικές όπως:

  • Ζητιάνος μιας αγάπης (1964)
  • Μοντέρνα Σταχτοπούτα (1965) όπου ο Μπιθικώτσης τραγουδά, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, το πασίγνωστο «Υπομονή»
  • Μια εβδομάδα στον παράδεισο (1964)
  • Πυρετός (1965)
  • Διπλοπενιές (1966) όπου ακούγονται γνωστά τραγούδια όπως «Μάτια βουρκωμένα», «Λευτέρης», «Αποχαιρετισμός» (Με τι καρδιά), «Στου Όθωνα τα χρόνια»
  • Ο ζεστός μήνας Αύγουστος (1966)
  • Εις θάνατον (1967)
  • Κορίτσια στον ήλιο (1968) με το λίαν επιτυχημένο «Ένα πρωινό» που ακούστηκε από τη φωνή της Μαρίας Δημητριάδη
  • Γυμνοί στο δρόμο (1969) όπου ακούγονται τραγούδια όπως «Τα ρολόγια», «Αστέρι στο παράθυρο» και «Δυο αδέλφια»
  • Η ανταρσία των δέκα (1970)
  • Λυσιστράτη (1972)

Οπωσδήποτε οι μελωδίες του βοήθησαν στην επιτυχία κάποιων από αυτές τις ταινίες  αλλά η σπουδαιότερη, ίσως,  κινηματογραφική δημιουργία του ήταν για την βραβευμένη ταινία «Ρεμπέτικο» (1983) του Κώστα Φέρρη που είχαμε αναλύσει σε παλαιότερο αφιέρωμα. Στο «Ρεμπέτικο» ο Ξαρχάκος με τον μεγάλο Νίκο Γκάτσο κατάφεραν να δημιουργήσουν καινούργια ρεμπέτικα με παλαιά συνταγή που αποτελεί ένα εξόχως εντυπωσιακό επίτευγμα.

Γενικά,  η δύναμη της κινηματογραφικής εικόνας στάθηκε κινητήριος μοχλός στις προσπάθειές του Ξαρχάκου, κάτι που το έχει παραδεχτεί ο ίδιος ο ιδιοφυής δημιουργός, με αποτέλεσμα να γράψει  πολλά από τα καλύτερα τραγούδια του για θεατρικά ή κινηματογραφικά έργα.

Μολονότι  η επιτυχία ήλθε γρήγορα, ο  Ξαρχάκος δεν επαναπαύτηκε σε αυτές τις δάφνες, επιλέγοντας να συνεχίσει  τις μουσικές του σπουδές στο Παρίσι (1967)  και, αργότερα,  στην Νέα Υόρκη (1979-1982) όπου  έδωσε  έμφαση στην κλασική μουσική και τη διεύθυνση ορχήστρας.  Βλέποντας τη συνολική του πορεία, δεν μπορεί να μας εκπλήξει η στάση αυτή. Όντας απίστευτα τελειομανής έδινε  σημασία ακόμα και στην παραμικρή λεπτομέρεια επιτυγχάνοντας να απογειώσει τα  τραγούδια του. Άλλωστε η εξονυχιστική ενασχόλησή του με το κάθε κομμάτι  διαδραμάτισε κεφαλαιώδη ρόλο στην αποδοχή τους από το κοινό.

Το έργο του  είναι εξαιρετικά πολυποίκιλο αφού έγραψε  συνθέσεις για πολλά και διαφορετικά είδη όπως: Λαϊκά τραγούδια και κύκλους τραγουδιών, μουσική για κινηματογραφικές ταινίες, την τηλεόραση,  το θέατρο καθώς και  για όπερες ενώ ασχολήθηκε  και με το Αρχαίο Δράμα.

Από την πλευρά των στιχουργών ιστορική θα λέγαμε ότι ήταν η συνεργασία του με τον Νίκο Γκάτσο  και τον Ιάκωβο Καμπανέλλη. Με τον Γκάτσο έδωσε πολλά από τα αξιολογότερα έργα του μεταξύ των οποίων ο δίσκος «Νυν και αεί» (1974), «Ρεμπέτικο» (1983) και «Τα κατά Μάρκον» (1991) συν πολλά τραγούδια από τη «Συλλογή» (1974) ενώ με τον Καμπανέλλη  δημιούργησαν «Το μεγάλο μας τσίρκο» (1973) που αποτελεί τη σημαντικότερη μουσικοθεατρική παράσταση της τελευταίας πεντηκονταετίας.

Από  τραγουδιστές και τραγουδίστριες συνεργάστηκε με μερικούς από τους κορυφαίους όπως:

  • τον Γρηγόρη Μπιθικώτση (Σαββατόβραδο στην Καισαριανή, Άπονη ζωή, Φτωχολογιά, Μάτια βουρκωμένα, Άσπρη μέρα και για μας, Τα ρολόγια, Δυο αδέλφια, Υπομονή, Από βυθό σ’ άλλο βυθό, Δεν σου χρωστάω τίποτα, Ο καιρός αλλάζει, Κλάψτε ουρανοί κι αστέρια, κ.α.)

  • τον Νίκο Ξυλούρη (Αυτόν τον κόσμο τον καλό, Έβαλε ο Θεός σημάδι, Ήτανε μια φορά, Πώς να σωπάσω, Γυρνάν αμίλητα παιδιά, Μπαμπά-Γιάννη Μακρυγιάννη, Γεια σου χαρά σου Βενετιά, Η Λαμπρή της πατρίδας, Ωραίος που είσαι Αυγερινέ και, φυσικά, «Το μεγάλο μας τσίρκο»)

  • την Βίκυ Μοσχολιού (Χάθηκε το φεγγάρι, Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι, Τα τρένα που φύγαν, Ο Λευτέρης, Στον κάτω δρόμο, Νυν και αεί, Μεγάλη Παρασκευή, Εμείς που μείναμε, Έσβησε το τραγούδι, Παλληκάρι διψασμένο, κ.α.)  και άλλους ακόμα όπως τον Σταμάτη Κόκκοτα, την Μαρία Δημητριάδη, τον Νίκο Δημητράτο, την Δήμητρα Γαλάνη, την Νάνα Μούσχουρη, την Σωτηρία Λεονάρδου.

Καταφανώς το παρόν σύντομο αφιέρωμα δεν καλύπτει ούτε στο ελάχιστο τις πτυχές του έργου του Σταύρου Ξαρχάκου και γι’ αυτό έχουμε προχωρήσει σε μεμονωμένα αφιερώματα. Κατά τα τελευταία τριάντα και πλέον χρόνια έχει ασχοληθεί ιδιαιτέρως με ενορχηστρώσεις καταφέρνοντας να δώσει πάντα κάτι διαφορετικό. Αξιοπαρατήρητη ήταν και η ενασχόλησή του με τα κοινά (Ευρωβουλευτής, βουλευτής, δημοτικός σύμβουλος) ενώ αξιοπρόσεκτη είναι η απουσία του, κατά κανόνα, από τα τηλεοπτικά δρώμενα αφού έχει δώσει ελάχιστες συνεντεύξεις.  Εντούτοις, το έργο του  δίνει βροντερό παρόν με το  τρομερό εύρος του και την  ποιότητά  του ασκώντας  ισχυρότατη επίδραση σε όσους αγαπούν την καλή μουσική. Γι’ αυτό και τα τραγούδια του Ξαρχάκου αποτελούν ένα σταθερό και πολύτιμο σύντροφο στους λάτρεις της Ελληνικής μουσικής.

Εμείς, τελειώνοντας, δεν έχουμε παρά να πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ για όσα μας έχει χαρίσει και να του ευχηθούμε ολοψύχως και ειλικρινέστατα να έχει χρόνια πολλά και καλά.

Αναφορές

  • Περιοδικό Μετρονόμος, τεύχος 56, Απρίλιος-Ιούνιος 2015 με αφιέρωμα στον Σταύρο Ξαρχάκο
  • Περιοδικό Μετρονόμος, τεύχος 36, Ιανουάριος-Μάρτιος 2010 με αφιέρωμα στον Νίκο Ξυλούρη

 

————–

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

 

 

 

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here