Γράφει ο Τάσος Κριτσιώλης
Η δεκαετία του ’60 θεωρείται από πολλούς ως εκείνη που άλλαξε τα πάντα στη μουσική της πατρίδας μας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις κι εν συνεχεία ο Σταύρος Ξαρχάκος και οι «επίγονοί» τους, άνοιξαν νέους δρόμους στο τραγούδι με τις δημιουργίες τους. Παράλληλα όμως, αυτές ευτύχησαν να ερμηνευθούν από μια γενιά σπουδαίων τραγουδιστών που είτε ξεκίνησε τότε, είτε προϋπήρχε αλλά άκμασε στη συγκεκριμένη περίοδο.
Με αφετηρία λοιπόν το 1960, θα σταθούμε «στου χρόνου τον καθρέφτη» και θα γυρίσουμε το ρολόι στο «τότε». Ανά 15 ημέρες, η στήλη θα παρουσιάζει τα σημαντικότερα μουσικά γεγονότα στην Ελλάδα χρόνο με το χρόνο και παράλληλα, συχνά θα κάνει μια «βόλτα» στα νυχτερινά κέντρα της εποχής, παρουσιάζοντας τα «σχήματα» που έγραψαν ιστορία…
———————————————————–
1989 (Β’ μέρος): “Ζωή κλεμμένη”, “Μη γυρίσεις” και “Κιβωτός”…
Το 1989, είχε άκρως ενδιαφέρουσες προτάσεις όσον αφορά το έντεχνο τραγούδι. Ο Σταμάτης Σπανουδάκης, για πρώτη και τελευταία φορά στην καριέρα του ετοίμασε δύο δίσκους για ισάριθμες σπουδαίες φωνές (Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Ελευθερία Αρβανιτάκη), ενώ η Ελένη Βιτάλη ξεκίνησε το «μοναχικό» δρόμο της στη δισκογραφία, με το περίφημο «Απέναντι μπαλκόνι».
Επιπλέον, είναι η χρονιά όπου πρωταγωνιστούν η ελληνική ποπ και ροκ μουσική, ενώ η Θεσσαλονίκη έχει τη μερίδα του λέοντος όσον αφορά τη νυχτερινή διασκέδαση.
Ας θυμηθούμε λοιπόν τις κορυφαίες στιγμές της «έντεχνης» δισκογραφικής παραγωγής, καθώς και τις αντίστοιχες της ποπ-ροκ, κάνοντας παράλληλα και την καθιερωμένη …βόλτα μας στη νύχτα.
«Το απέναντι μπαλκόνι»
Δεκέμβριος 1989. Η Ελλάδα (και όχι μόνο) λικνίζεται στους ρυθμούς της περίφημης “Lambada”, μέσω των στίχων του Λευτέρη Παπαδόπουλου και της φωνής του Γιώργου Νταλάρα μαθαίνει ότι «κινδυνεύει» και μόλις έχει υποδεχτεί τον πρώτο ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό. Μέσα σε όλον αυτό τον ορυμαγδό, παραμονές των εορτών, εμφανίζεται στα δισκοπωλεία η νέα δουλειά της Ελένης Βιτάλη, με τον «αινιγματικό» τίτλο «Το απέναντι μπαλκόνι».
Διαβάζοντας κάποιος το οπισθόφυλλο, μαθαίνει ότι η ίδια έχει γράψει τους στίχους και τη μουσική σε όλα τα τραγούδια. Ακούγοντάς τον εκπλήσσεται, αφού το ύφος τους δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το προφίλ με το οποίο είχε καθιερωθεί η τραγουδίστρια στη δεκαετία του ’80.
Από το «Παίξε Χρήστο επειγόντως» και το «Βάρα μου το ντέφι», πάμε στην αυτοβιογραφική «Κιβωτό», στο σαρκαστικό «Εγώ τραγούδαγα» και γενικότερα σε πολύ «προσωπικές» μπαλάντες, που ουσιαστικά περιγράφουν τη ζωή της Βιτάλη.
Αυτή η «αλλαγή» μουσικού ύφους ξενίζει το κοινό, το οποίο δεν ανταποκρίνεται αμέσως στην προσπάθειά της. Ναι μεν η «Κιβωτός» ακούγεται στα ραδιόφωνα σχεδόν από την πρώτη στιγμή, όμως θα χρειαστεί αρκετός χρόνος (ακόμη και χρόνια) για ν’ «αναδυθούν» και τα υπόλοιπα τραγούδια.
Μέσα στις δυόμισι και πλέον δεκαετίες που έχουν περάσει από τότε, βγήκαν στην επιφάνεια «Οι μοναχικές γιαγιάδες», το «Εγώ τραγούδαγα», το «Ένα χειμωνιάτικο πρωί» κι ένα-δυο άλλα, που η Βιτάλη δεν παραλείπει να περιλαμβάνει στις λιγοστές «ζωντανές» εμφανίσεις της στο εν λόγω χρονικό διάστημα.
Σήμερα, αυτός ο δίσκος θεωρείται σταθμός στην καριέρα της τραγουδίστριας και δημιουργού. Το 1989 όμως, πέρασε σχεδόν απαρατήρητος μέσα στον «κατακλυσμό» των λεγόμενων «εμπορικών» κυκλοφοριών.
«Τανιράμα»
Ο δεύτερος δίσκος που γράφει ο Σταμάτης Σπανουδάκης τόσο μέσα στο 1989, όσο και για τη φωνή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, τρία χρόνια μετά τον εμπορικό και καλλιτεχνικό θρίαμβο του «Κοντραμπάντο». Κυκλοφόρησε στα τέλη της χρονιάς, χωρίς ωστόσο να έχει την ίδια επιτυχία με την πρώτη τους δισκογραφική συνεργασία, αν και περιλαμβάνει αρκετά καλά τραγούδια.
Είναι αξιοσημείωτο ότι είναι ο πρώτος προσωπικός δίσκος της Αρβανιτάκη μετά το «Κοντραμπάντο» και μ’ αυτόν εγκαινιάζει τη συμφωνία της με την τότε POLYDOR, αποχωρώντας από τη LYRA μετά από περίπου επτά χρόνια.
Μπορεί ο δίσκος να μην είχε τις …ιλιγγιώδεις πωλήσεις του «Κοντραμπάντο», έβγαλε όμως ένα διαχρονικό τραγούδι που παραμένει μέχρι και σήμερα στο ρεπερτόριο της τραγουδίστριας. Μιλάμε για το «Ζωή κλεμμένη», που είναι πασίγνωστο. Ένα χασάπικο «αλά Σπανουδάκη», το οποίο ποτέ δε λείπει από τις εμφανίσεις της Ελευθερίας είτε σε μουσικές σκηνές, είτε σε συναυλίες.
Από εκεί και πέρα, καλές στιγμές του άλμπουμ είναι τα «Στη μαγεμένη Ανατολή», «Η λίμνη» και «Οι παιδικές μας οι φωνές», ενώ στο ομότιτλο ξεχωρίζουν τα εξαιρετικά φωνητικά της Αρβανιτάκη.
«Δυο βήματα απ’ την άμμο»
Η μοναδική δισκογραφική συνεργασία του Σταμάτη Σπανουδάκη με την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, η οποία κυκλοφόρησε την άνοιξη του 1989 και -τουλάχιστον εκείνη την εποχή- έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, με τα ραδιόφωνα να παίζουν πολλά από τα τραγούδια του δίσκου.
Μετά το άκρως επιτυχημένο «Κοντραμπάντο» με την Ελευθερία Αρβανιτάκη, ο συνθέτης επιχειρεί να γράψει για μια φωνή που κινείται περίπου στα ίδια «περιβόλια» κι ομολογουμένως, καταφέρνει να προσαρμοστεί στο στυλ ερμηνείας που είχε καθιερώσει η Πρωτοψάλτη.
Οι μελωδίες είναι πολύ καλές, ενώ οι στίχοι έχουν αρκετή δόση χιούμορ και σχολιάζουν την επικαιρότητα της συγκεκριμένης περιόδου (λ.χ. η «Μακαρονάδα», που αναφέρεται στο προεκλογικό κλίμα της εποχής).
Είναι από τις λίγες φορές που ο Σπανουδάκης μελοποιεί άλλους στίχους, πλην των δικών του. Εδώ, εμπιστεύεται τον Γιάννη Ξανθούλη κι επιχειρεί μία δεύτερη εκτέλεση του υπέροχου «Έφυγες νωρίς», με στίχους του Αντώνη Ανδρικάκη. Η Πρωτοψάλτη το ερμηνεύει πολύ καλά, αλλά θεωρώ ότι η ερμηνεία της Αρβανιτάκη είναι μοναδική και αξεπέραστη…
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, την εποχή που κυκλοφόρησε ο δίσκος τα ραδιόφωνα έπαιζαν πολλά από τα τραγούδια του: «Ραμόνα», «Βαγδάτη (Μια του κλέφτη)», «Μακαρονάδα», «Ο χωρισμός», «Φωτογραφία» και «Γιορτή», η μελωδία της οποίας ακουγόταν πολλά χρόνια σε μιαν αγαπημένη παιδική εκπομπή της ΕΡΤ-1, τη «Χιλιοποδαρούσα»…
“Misa Criolla”
Ζωντανή ηχογράφηση ενός από τα σπουδαιότερα έργα της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, η οποία έλαβε χώρα στον Καθολικό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Διονυσίου στις 11 Απριλίου 1989. Διευθυντής ορχήστρας ο Σταύρος Ξαρχάκος και σολίστ οι Γιώργος Νταλάρας, Marta Moreleon και Κωστής Κωνσταντάρας, ενώ συμμετέχει η χορωδία του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων.
Πρόκειται για ένα έργο βασισμένο σε θρησκευτικούς ύμνους της καθολικής εκκλησίας, τους οποίους διαφοροποίησε ο Ariel Ramirez, μετατρέποντάς τους σε ένα ορατόριο για σολίστ και ορχήστρα εγχόρδων, πνευστών και κρουστών.
Η “Misa Criolla” παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο κινηματοθέατρο «Παλλάς» στις 3 Μαρτίου 1989, στο πλαίσιο της βραδιάς για την απονομή των βραβείων «Δημήτρης Μητρόπουλος». Όπως αναφέρει σε σημείωμά του στο εσώφυλλο του δίσκου ο Σταύρος Ξαρχάκος, διευθύνοντάς το στο «Παλλάς», του δημιουργήθηκε η ανάγκη να το παρουσιάσει στο φυσικό του χώρο. Εξ ου και η παρουσίασή του στο ναό του Αγίου Διονυσίου, απ’ όπου προέκυψε και αυτή η ζωντανή ηχογράφηση, που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1989.
Είναι η πρώτη φορά που ο Γιώργος Νταλάρας καταπιάνεται με το είδος των εκκλησιαστικών ύμνων και αποδεικνύει πόσο μεγάλος ερμηνευτής είναι. Οκτώ χρόνια μετά, θα το επαναλάβει σε συνεργασία με τον Σταύρο Κουγιουμτζή στο έργο «Ύμνοι αγγέλων σε ρυθμούς ανθρώπων», ενώ στο μεσοδιάστημα ερμήνευσε πολλές φορές τη “Misa Criolla” στο εξωτερικό. Ο ίδιος ο Ramirez τόνισε πολλές φορές ότι αυτή η εκτέλεση του έργου του είναι η καλύτερη που έγινε ποτέ και αξίζει τον κόπο να την έχετε στη δισκοθήκη σας.
«Όσο κρατάει ένας καφές»
Το φθινόπωρο του 1989, έρχεται η στιγμή για την κυκλοφορία του πρώτου -και δυστυχώς τελευταίου- προσωπικού δίσκου του αξέχαστου Διονύση Θεοδόση. Συνθέτης ο Θάνος Μικρούτσικος, στιχουργός ο Άλκης Αλκαίος (πλην δύο τραγουδιών) και τίτλος «Όσο κρατάει ένας καφές».
Οι ερμηνείες του τραγουδιστή είναι έξοχες και ακούγονται πολύ το ομότιτλο, «Το μπουφάν» και το «Τις νύχτες που κυκλοφορώ», ενώ υπάρχει και το «Μια παλιά φωτογραφία» που θα γίνει πιο γνωστό το 1996, όταν θα το ηχογραφήσει ο Δημήτρης Μητροπάνος στο άλμπουμ «Στου αιώνα την παράγκα».
Πολλές φορές αναρωτιέμαι, πόσα όμορφα πράγματα θα πρόσφερε στο ελληνικό τραγούδι ο Διονύσης, αν δεν «έφευγε» τόσο νωρίς από κοντά μας. Και μόνο το γεγονός ότι εμπιστεύθηκε τη φωνή του ο Θάνος Μικρούτσικος (και παλαιότερα ο Γιάννης Σπανός, ο Μάριος Τόκας κ.α.), φανερώνει ότι το μέλλον του προδιαγραφόταν ολόλαμπρο. Όμως, η ζωή του έδειξε το πιο σκληρό πρόσωπό της…
«Συν δύο»
Ο Μανώλης Μητσιάς αποφασίζει να πειραματιστεί με σύγχρονους ήχους, που το 1989 είχαν την ορολογία «ροκ». Συνεργάζεται λοιπόν για πρώτη φορά δισκογραφικά με τον αξέχαστο Αντώνη Βαρδή κι εκείνος του γράφει τέτοιου είδους τραγούδια όπως συνήθιζε εκείνη την εποχή, τα οποία στο άκουσμά τους προξενούν εντύπωση.
Το «Θ’ αναζητάς» που ακούστηκε πολύ τότε, είναι μια καθαρή ροκ μπαλάντα. Το «Εμένα αφορά» που επίσης παίχτηκε αρκετά στα ραδιόφωνα, είναι μια δυνατή «ροκιά». Ακούσματα πρωτόγνωρα από έναν ερμηνευτή, που ως τότε είχε καθιερωθεί με κύριο «όπλο» του τις εξαιρετικές ερμηνείες του σ’ αυτό που λέμε «έντεχνο λαϊκό τραγούδι».
Επειδή όμως ένας καθαρός ροκ δίσκος θα ήταν τελείως έξω από το στυλ του Μητσιά, η άλλη πλευρά του περιλαμβάνει τραγούδια του Τάκη Μπουγά (επίσης η πρώτη τους δισκογραφική συνάντηση), τα οποία είναι περισσότερο λαϊκότροπα και πιο κοντά στον τραγουδιστή.
Πάντως, οφείλω να ομολογήσω ότι ο ερμηνευτής καταφέρνει να ισορροπήσει με μεγάλη επιτυχία ανάμεσα στο «παραλίγο ροκ» και στο «λαϊκό» ύφος του δίσκου, κάτι που τρόπον τινά είχε πετύχει πέντε χρόνια νωρίτερα με το «Εξ’ αδιαιρέτου», όπου συνυπήρχαν ο Θόδωρος Δερβενιώτης και ο Σταμάτης Κραουνάκης.
Από τα τραγούδια του Μπουγά, ακούστηκαν αρκετά τα «Δίχως καρδιά» και «Δικαίωμά μου», ενώ γενικότερα ο συγκεκριμένος δίσκος παίχτηκε πολύ στα ραδιόφωνα της εποχής τουλάχιστον κάποιους μήνες μετά την κυκλοφορία του.
Ροκ και ποπ στην πρώτη γραμμή
Το 1989, ήταν η χρονιά που ανέδειξε σε πρωταγωνιστικό ρόλο την ελληνική ροκ και ποπ μουσική. Όχι ότι τα προηγούμενα χρόνια δεν υπήρχε ανάλογο ενδιαφέρον, αλλά κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους, κορυφώθηκε. Πέραν του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ο οποίος έτσι κι αλλιώς σήκωνε στις πλάτες του σχεδόν ολόκληρο το ελληνικό ροκ από τις αρχές της δεκαετίες του ’80, αναδείχτηκαν νέα πρόσωπα, που στα επόμενα χρόνια πραγματοποίησαν αξιοπρόσεκτη καριέρα, με πολλές και μεγάλες επιτυχίες.
Ξεκινάμε από τον ίδιο το Βασίλη, ο οποίος το 1989 ηχογράφησε το άλμπουμ «Χορεύω» και επανήλθε στα …γνώριμα λημέρια του, μετά το «διάλειμμα» Μικρούτσικου το 1988. Ο νέος δίσκος του, ενθουσίασε τους αμέτρητους θαυμαστές του κι εκτόξευσε τις πωλήσεις του πέραν των «χρυσών» ορίων. Δεν ακούστηκε τόσο πολύ το ομότιτλο, όσο κυρίως το «Ελλάς» (πόσο διαχρονικό κι επίκαιρο…) κι εν συνεχεία τα «Βικτώρια», «Να γράφεις να τηλεφωνείς», «Για μένα τραγουδώ» και «Όχι σε όλα».
Και πάμε στους αδελφούς Κατσιμίχα, οι οποίοι προς τα τέλη της χρονιάς κυκλοφορούν το τρίτο προσωπικό άλμπουμ τους σε νέα εταιρεία, με τίτλο «Απρίλη ψεύτη». Το κοινό «αγκαλιάζει» και πάλι τα καινούργια τραγούδια τους, το πιο διαχρονικό εκ των οποίων είναι το πασίγνωστο «Μη γυρίσεις»…
Το 1989, εμφανίστηκε στη δισκογραφία ως αυτόνομη παρουσία ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Μετά τη διάλυση των «Τερμιτών», ξεκίνησε την προσωπική καριέρα του με το δίσκο «Ο Μαγαπάς και η Σαγαπώ», χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Βεβαίως, η συνέχεια ήταν εντελώς διαφορετική και θα τη δούμε στα επόμενα αφιερώματα…
Από την άλλη πλευρά, η Μαντώ κάνει την έκπληξη του 1989. Ηχογραφεί για πρώτη φορά ένα αμιγώς ελληνικό άλμπουμ με τίτλο «Δωσ’ μου ένα φιλί…αυτό το καλοκαίρι», σε μουσική Κώστα Χαριτοδιπλωμένου και στίχους Γιώργου Μίτσιγκα. Η επιτυχία είναι μεγάλη και καθοριστική για τη μετέπειτα καριέρα της. Ξεχωρίζουν τα «Αυτό το καλοκαίρι», «Αγκαλίτσες και φιλάκια» (ντουέτο με τον Χαριτοδιπλωμένο) και «Θα κάνω ό,τι μ’ αρέσει».
Αίσθηση προκαλεί και ο Ανδρέας Μπονάτσος (ανιψιός του αξέχαστου Βλάση…), ο οποίος πριν αφοσιωθεί αποκλειστικά στη σύνθεση τραγουδιών, ηχογράφησε και κάποια με τη φωνή του. Το 1989 λοιπόν, κυκλοφορεί ο δίσκος του «Γλυκό μου πειραχτήρι» και το ομότιτλο κομμάτι ακούγεται πολύ, όπως και το άκρως καλοκαιρινό «Παγωτό χωνάκι»…
Μια «βόλτα» στη νύχτα
Το μεγάλο γεγονός όσον αφορά τις «ζωντανές» εμφανίσεις του 1989, είναι η «συνάντηση» του Γιάννη Πάριου, της Χαρούλας Αλεξίου και της Δήμητρας Γαλάνη στην ίδια σκηνή.
Δέκα χρόνια μετά τη συνύπαρξή τους στο «Ζυγό» στην Πλάκα, ξεκινούν κοινές εμφανίσεις τον Οκτώβριο στο μουσικό θέατρο “Rex” της Θεσσαλονίκης (δεν υπάρχει πια…) και η επιτυχία είναι τεράστια. Μάλιστα, από αυτές τις εμφανίσεις προκύπτει κι ένας διπλός δίσκος, με «ζωντανά» ηχογραφημένα αποσπάσματα, ο οποίος κυκλοφορεί τα Χριστούγεννα με τίτλο «Η παράσταση αρχίζει»…
Το πρόγραμμά τους, μεταφέρεται και στην Αθήνα και συγκεκριμένα στον «Απόλλωνα», με εξίσου μεγάλη αποδοχή από πλευράς κόσμου. Ωστόσο, φαίνεται ξεκάθαρα ότι το 1989 δεν είναι …1979, αφού στο ρεπερτόριό τους «αναγκάζονται» να συμπεριλάβουν και «εμπορικά» τραγούδια της εποχής, που ολοφάνερα δεν τους ταίριαζαν.
Από εκεί και πέρα, πολλά ερωτηματικά και απορίες προκαλεί η απόφαση της Βίκυς Μοσχολιού να συνεργαστεί με τον …περιβόητο ΛΕ-ΠΑ (Λευτέρη Πανταζή) στο «Διογένη», για σαράντα νύχτες τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο.
Αρχές Δεκεμβρίου, η σπουδαία κι αξέχαστη ερμηνεύτρια θ’ ανέβει στη Θεσσαλονίκη, για να ξεκινήσει εμφανίσεις στο “REMEMBER” (άλλο υπέροχο νυχτερινό κέντρο, που προκαλεί θλίψη έτσι όπως βρίσκεται εγκαταλειμμένο σήμερα…) με το Μανώλη Μητσιά.
Η συμπρωτεύουσα είχε την τιμητική της το 1989, καθώς στο “Rex” εμφανίστηκε και ο Γιώργος Νταλάρας, έχοντας μαζί του την Αφροδίτη Μάνου και την Ελένη Τσαλιγοπούλου, η οποία προς το τέλος της χρονιάς, προκάλεσε αίσθηση με την κυκλοφορία του δίσκου της «Κορίτσι και γυναίκα» και την επιτυχία «Να μ’ αγαπάς».
Πάντα στη Θεσσαλονίκη, η Άλκηστις Πρωτοψάλτη ξεκινά εμφανίσεις στο “Chorus live” το Νοέμβριο, σε μια μουσική παράσταση με τίτλο «Λεωφόρος Β» που έφτιαξαν οι «συνήθεις ύποπτοι» Σταμάτης Κραουνάκης, Λίνα Νικολακοπούλου και Ανδρέας Βουτσινάς. Μαζί της, οι Κώστας Γανωτής, Χρήστος Στέργιογλου, Νίκος Γαλάτης και η Joanna.
Στην Αθήνα, ο Αντώνης Καλογιάννης, η Αλέκα Κανελλίδου και η Βούλα Καραχάλιου εμφανίστηκαν στο “TABOO”, ενώ ο Στράτος Διονυσίου στο σύνηθες στέκι του, το «ΣΤΡΑΤΟΣ» στην οδό Φιλελλήνων. Εκεί, όπου λίγους μήνες αργότερα θα έλεγε το οριστικό «αντίο» στον κόσμο που τον λάτρεψε…
————-
*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…